Συνθήκες κοινωνικής αμνησίας

συνθήκες-κοινωνικής-αμνησίας-686178

Μετά τις γιορτές που θα τελειώσουν τα προεκλογικά δώρα της κυβέρνησης, θα γίνει ταμείο, σε ό,τι αφορά στην αποδοχή ή όχι από την κοινή γνώμη του νέου αφηγήματος που επιχειρεί να πλασάρει ο ΣΥΡΙΖΑ

Με την καταβολή του κοινωνικού μερίσματος έκλεισε ένας κύκλος κυβερνητικών παροχών με αποκλειστικό σκοπό να δημιουργηθεί ένα ευνοϊκό προεκλογικό περιβάλλον για το Μέγαρο Μαξίμου. Στις δημοσκοπήσεις που θα γίνουν αμέσως μετά τις γιορτές θα φανεί αν η κοινωνία θα επηρεαστεί από αυτές τις παροχές και αν θα έχει ξεχάσει τα δεινά που υπέστη από την πρώτη αριστερή κυβέρνηση της χώρας, την τελευταία τετραετία.

Αν δηλαδή το κοινωνικό μέρισμα, τα αναδρομικά των ειδικών μισθολογίων και οι υποσχέσεις για προσλήψεις, μείωση του ΕΝΦΙΑ, αύξηση του κατώτατου βασικού μισθού και μειώσεις της φορολογίας και των ασφαλιστικών εισφορών αρκούν ώστε να σβήσουν από τη μνήμη των ψηφοφόρων οι κλειστές τράπεζες και τα capital controls, το τρίτο μνημόνιο που έφεραν οι παλινωδίες και η καταστροφική διαπραγμάτευση Βαρουφάκη το πρώτο εξάμηνο του 2015, το ασφαλιστικό τερατούργημα Κατρούγκαλου και οι αναρίθμητες κωλοτούμπες του πρωθυπουργού και των υπουργών του.

Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα είναι προφανής. Οι κυβερνώντες τη γνωρίζουν καλύτερα από τον καθένα και για αυτό έχουν χάσει τον ύπνο τους. Γιατί αντιλαμβάνονται ότι πολύ δύσκολα θα αντιστρέψουν το κλίμα και ακόμη πιο δύσκολα θα αποφύγουν την εκλογική συντριβή όταν στηθούν οι κάλπες των επόμενων βουλευτικών εκλογών.

Απέναντί της η κυβέρνηση δεν έχει ψηφοφόρους που υπέστησαν τα πάνδεινα επειδή δεν υπήρχε άλλη επιλογή για να αποφύγει η χώρα την έξοδο από το ευρώ και τον εφιάλτη της άτακτης χρεοκοπίας. Απέναντί της βρίσκονται ψηφοφόροι που έπεσαν θύματα μιας καλοστημένης πολιτικής εξαπάτησης. Ολος αυτός ο κόσμος πίστεψε τα ψέματα του Αλέξη Τσίπρα και των στενών συνεργατών του που φαντασιώνονταν ότι το τέλος της μνημονιακής περιπέτειας στην οποία μπήκε η Ελλάδα από το 2010 ήταν κοντά και ήταν εύκολο.

Αρκούσε, υποτίθεται, να αποφασίσει η κοινοβουλευτική πλειοψηφία του κυβερνητικού σχήματος, που προέκυψε από τις εκλογές του Ιανουαρίου του 2015, προκειμένου να τελειώσουν τα προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής και οι οδυνηρές επιπτώσεις τους και να επιστρέψει στη συνέχεια η ελληνική κοινωνία στην προ μνημονίων κανονικότητα. Αυτή η αυταπάτη, όπως πολύ κομψά θα χαρακτήριζε αργότερα ο κ. Τσίπρας τα προεκλογικά ψέματα του ΣΥΡΙΖΑ, κόστισε στη χώρα πάνω από 80 δισεκατομμύρια ευρώ και ένα επιπλέον μνημόνιο, το οποίο θα αποτελεί θηλιά στον λαιμό της κοινωνίας και της οικονομίας μέχρι το 2060.

Η ιστορία έδειξε ότι αν η ασκούμενη πολιτική μετά τις εκλογές του 2015 (εφόσον δεν ήταν εφικτή η αποφυγή τους) είχε ρεαλιστική βάση και ήταν προσαρμοσμένη στα δεδομένα που είχαν θέσει οι δανειστές, η πολυπόθητη ανάπτυξη θα είχε έρθει στην Ελλάδα εδώ και τουλάχιστον δύο χρόνια. Ούτε οι εργασιακές σχέσεις στον ιδιωτικό τομέα θα είχαν απορρυθμιστεί πλήρως, όπως έγινε μετά το 2015, ούτε τα χρέη στην Εφορία, τα ασφαλιστικά ταμεία και τις τράπεζες θα έφταναν το ύψος του δημόσιου χρέους, ούτε θα κινδύνευαν να βγουν στο «σφυρί» χιλιάδες πρώτες κατοικίες, όπως θα συμβεί από τη νέα χρονιά εξαιτίας της κατάργησης του νόμου Κατσέλη.

Αν παράλληλα υποθέσουμε ότι μια κανονική κυβέρνηση θα είχε προχωρήσει τις απαιτούμενες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για την προσέλκυση επενδύσεων και τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, τότε η εικόνα της Ελλάδας θα ήταν τελείως διαφορετική, καθώς θα είχε από τη μια μεριά αποφευχθεί το πισωγύρισμα που ζήσαμε την τελευταία τετραετία και από την άλλη η πραγματική οικονομία θα είχε ανακτήσει τον βηματισμό της, έτσι ώστε να μπορεί να συμβάλλει στην ανάταξη της κοινωνίας.

Ολα αυτά όμως είναι υποθέσεις, οι οποίες γίνονται αφού έχουν προηγηθεί όσα περιγράφονται πιο πάνω. Αυτά που περιγράφονται είναι δεδομένα, τα οποία δεν επιδέχονται αμφισβήτησης και τεκμηριώνουν την εκτίμηση ότι αν ο ΣΥΡΙΖΑ δεν εξαπατούσε τους πολίτες για να υφαρπάξει την ψήφο τους, η Ελλάδα θα είχε απαλλαγεί ουσιαστικά από τα μνημόνια τουλάχιστον εδώ και μια διετία. Το δημόσιο χρέος θα καλυπτόταν μέσω δανεισμού με χαμηλά επιτόκια και η αγορά δεν θα καρκινοβατούσε, προσδοκώντας στα επιδόματα μήπως και ανασάνει πρόσκαιρα.

Μετά τις γιορτές που θα τελειώσουν τα προεκλογικά δώρα της κυβέρνησης, θα γίνει ταμείο, σε ό,τι αφορά στην αποδοχή ή όχι από την κοινή γνώμη του νέου αφηγήματος που επιχειρεί να πλασάρει ο ΣΥΡΙΖΑ, για τις πρώτες 100 ημέρες διακυβέρνησης της χώρας μετά την έξοδο από τα μνημόνια. Με τη βοήθεια πιθανών νέων προεκλογικών παροχών και υποσχέσεων για μέτρα που θα βελτιώσουν την καθημερινότητά μας, οι πολίτες καλούνται στην ουσία να ξεχάσουν τα δεινά τα οποία έζησαν όλα αυτά τα χρόνια. Να πάθουν δηλαδή μια μορφή πολιτικής αμνησίας που θα εξυπηρετεί στο έπακρο τις επιδιώξεις της κυβέρνησης για παραμονή στην εξουσία, τουλάχιστον μέχρι να λήξει η τρέχουσα θητεία της και στη συνέχεια για ανανέωση της λαϊκής εντολής για τέσσερα ακόμη χρόνια.

Αν οι δημοσκοπήσεις μετά τις γιορτές δείξουν μείωση της διαφοράς από τη ΝΔ είναι σίγουρο ότι η τακτική της παροχολογίας θα συνεχιστεί, άσχετα αν ναρκοθετείται έτσι η προσπάθεια σταθεροποίησης της οικονομίας. Αν πάλι προκύψει ότι η δημοσκοπική διαφορά του ΣΥΡΙΖΑ από το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν καλύπτεται παρά τον ορυμαγδό των παροχών, τότε οι εκλογές δεν θα αργήσουν. Πολύ περισσότερο αν οι εξελίξεις στο θέμα της συμφωνίας των Πρεσπών βαρύνουν κι άλλο το κλίμα στις τάξεις των συγκυβερνώντων κομμάτων.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου