Η κατά φαντασίαν καθαρή έξοδος

η-κατά-φαντασίαν-καθαρή-έξοδος-105036

Στις τελευταίες συνεντεύξεις κορυφαίων υπουργών ακούγεται μάλιστα η πρόταση για αυξήσεις στον κατώτατο μισθό του ιδιωτικού τομέα, έτσι ώστε να γίνει ακόμη πιο «ελκυστικό» το σχέδιο των κυβερνώντων για επιστροφή στην κανονικότητα

Οι αλλεπάλληλες συνεντεύξεις και δηλώσεις στελεχών της συγκυβέρνησης για την έξοδο της χώρας από τα μνημόνια μετά τον Αύγουστο του 2018, θυμίζουν την προσπάθεια του ασθενή να πείσει τον γιατρό του να του επιτρέψει να βγει από το νοσοκομείο, παρότι και οι δύο πλευρές γνωρίζουν ότι υπάρχει ακόμη δρόμος μέχρι την πλήρη αποκατάσταση της υγείας του ασθενούς. Αυτός ο ασθενής νοσηλεύτηκε σε κρίσιμη κατάσταση για μεγάλο χρονικό διάστημα, και υπήρξαν στιγμές που κινδύνεψε ακόμη και η ίδια του η ζωή. Συνεχίζει και λαμβάνει ισχυρή φαρμακευτική αγωγή, ωστόσο πασχίζει να λάβει εξιτήριο, χωρίς ο οργανισμός του να έχει αποκαταστήσει τις φυσικές του άμυνες.

Στην περίπτωση της ελληνικής οικονομίας που είναι στην εντατική από το 2010, και που επί της ουσίας χρεοκόπησε το εφιαλτικό καλοκαίρι του 2015, η περίοδος των προγραμμάτων διάσωσης τελειώνει ημερολογιακά στις 18 Αύγουστου, και στη συνέχεια θα επιχειρηθεί να σταθεί στα πόδια της χωρίς τον έλεγχο των δανειστών. Αυτός ο έλεγχος, εφόσον αφορά στον τομέα της κοινωνικής πολιτικής και των εργασιακών δικαιωμάτων, είναι κάτι παραπάνω από ανεπιθύμητος. Είναι ό,τι χειρότερο για μια κοινωνία η οποία «μάτωσε» από τα μνημόνια και «γονάτισε» από τις περικοπές σε μισθούς και συντάξεις. Τα όριά της εξαντλήθηκαν μαζί με την κατάρρευση του κοινωνικού κράτους, και τώρα αποζητά την έξοδο από αυτό τον εφιάλτη, όπως ο άνθρωπος που βρίσκεται κάτω από νερό και αποζητά το οξυγόνο.

Σε αυτήν ακριβώς την ανάγκη της κοινωνίας ποντάρουν τα κυβερνητικά στελέχη, ώστε να οικοδομήσουν το αφήγημα της καθαρής εξόδου της χώρας μας από τα μνημόνια. Ενώ δηλαδή γνωρίζουν ότι τα δύσκολα δεν έχουν περάσει, σε ό,τι αφορά στις αντοχές της οικονομίας και στην αποκατάσταση των κοινωνικών αδικιών, οι οποίες σάρωσαν τη συντριπτική πλειοψηφία των οικονομικών και παραγωγικών τάξεων της χώρας, αξιοποιούν για καθαρά επικοινωνιακούς λόγους τον τερματισμό του τρίτου μνημονίου τον ερχόμενο Αύγουστο.

Στις τελευταίες συνεντεύξεις κορυφαίων υπουργών ακούγεται μάλιστα η πρόταση για αυξήσεις στον κατώτατο μισθό του ιδιωτικού τομέα, έτσι ώστε να γίνει ακόμη πιο «ελκυστικό» το σχέδιο των κυβερνώντων για επιστροφή στην κανονικότητα. Αυξήσεις στους μισθούς σημαίνει όμως αποκατάσταση της ανταγωνιστικότητας και κερδοφορία, έτσι ώστε οι επιχειρήσεις να μπορούν να καλύπτουν τις υποχρεώσεις τους προς την εφορία και στη συνέχεια να είναι σε θέση να δώσουν αυξήσεις στους εργαζόμενους που απασχολούν. Αυτή τη στιγμή όχι μόνο δεν υπάρχουν αυτές οι προϋποθέσεις, αλλά οι περισσότερες επιχειρήσεις κινούνται μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας, με τους φόρους να τις πνιγούν και την κατανάλωση να διατηρεί τους τζίρους σε επίπεδα υπό του μηδενός.

Οι δε θέσεις εργασίας που δημιουργούνται είναι σε ποσοστό άνω του 60% μερικής ή εκ περιτροπής απασχόλησης, και προσφέρουν μισθούς έως 400 ευρώ τον μήνα. Μια ολόκληρη γενιά νεόπτωχων εργαζομένων, χωρίς τη δυνατότητα να ανταποκριθούν στις καθημερινές τους υποχρεώσεις, και το πιο σημαντικό, δίχως ασφαλιστικό και συνταξιοδοτικό μέλλον, έχει δημιουργηθεί την τελευταία οκταετία. Την ίδια στιγμή, οι κυβερνώντες φαντασιώνονται έξοδο από τα μνημόνια, χωρίς επιτήρηση, και επιστροφή σε μια κατάσταση που οι σημερινές δυνατότητες της ελληνικής οικονομίας δεν μπορούν να υποστηρίξουν.

Δεν λαμβάνονται επίσης υπόψη τα δραματικά δεδομένα που θα δημιουργήσει στην κοινωνία τα θέμα των πλειστηριασμών, οι οποίοι πλέον γίνονται μόνο με ηλεκτρονικό τρόπο και αναμένεται να οδηγήσουν σε τεράστιο αδιέξοδο χιλιάδες «κόκκινους» δανειολήπτες. Από τη μια μεριά λοιπόν η γενιά των εργαζομένων με μισό μεροκάματο, και από την άλλη τα θύματα της επερχόμενης λαίλαπας των πλειστηριασμών και των κατασχέσεων, όπου μάλιστα δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι και το δημόσιο μπαίνει δυναμικά από τον Μάιο σε αυτό το παιχνίδι, σφίγγοντας ακόμη περισσότερο τη θηλιά των αναγκαστικών μέτρων είσπραξης γύρω από τον λαιμό των οφειλετών.

Αυτή είναι η πραγματικότητα που κάνει πως δεν βλέπει η κυβέρνηση. Όχι γιατί δεν έχει πλήρη αίσθηση των προβλημάτων που έχουν σωρευθεί μετά από μια σχεδόν δεκαετία οικονομικής ύφεσης, αλλά γιατί επιθυμεί να αξιοποιήσει για κομματικούς και εκλογικούς σκοπούς την ημερομηνία – ορόσημο της 18ης Αυγούστου. Οι ευρωπαίοι εταίροι, καθώς και το ΔΝΤ, ίσως επειδή έχουν καλύτερη επίγνωση του κινδύνου να επαναληφθούν οι οριακές καταστάσεις που έζησε η χώρα μας τα τελευταία χρόνια, αλλά κυρίως γιατί δεν έχουν ιδιαίτερη εμπιστοσύνη στις ελληνικές κυβερνήσεις, εξακολουθούν και θέτουν αυστηρούς όρους για τη μεταμνημονιακή εποχή. Αυτοί οι όροι ίσως να χαλάνε το αφήγημα των ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ, αλλά μπορούν να εγγυηθούν ότι δεν θα γκρεμιστεί, για επικοινωνιακούς σκοπούς, το οικοδόμημα των θυσιών που έκτισαν οι Έλληνες με τη βίαιη προσαρμογή τους στην καταιγίδα των δανειακών συμβάσεων και των εφαρμοστικών νόμων.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου