Γρηγόρης Καρταπάνης: ΟΙ «ΒΕΝΖΙΝΕΣ» ΤΟΥ ΒΟΛΟΥ ~ ΣΥΝΤΟΜΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ

γρηγόρης-καρταπάνης-οι-βενζινεσ-το-720302

Α’ Τα σκάφη

Οι «βενζίνες» του Βόλου ήταν μικρά, ξύλινα, επιβατικά σκάφη που δραστηριοποιούνταν κατά την καλοκαιρινή περίοδο στις τοπικές θαλάσσιες συγκοινωνίες από τις αρχές της δεκαετίας του ΄20 έως τα μέσα της δεκαετίας του ’80.

Επρόκειτο για άφρακτα, δηλαδή χωρίς κατάστρωμα, συνήθως, πλεούμενα που έφεραν καθίσματα και ελαφρύ σκέπαστρο για τον ήλιο. Το μήκος τους κυμαίνονταν από οκτώ έως δεκαεφτά περίπου μέτρα και η χωρητικότητα τους ανέρχονταν από 25-30 έως περισσότερους από 100 επιβάτες, σύμφωνα με τον αριθμό των θέσεων. Τα πρώτα χρόνια τα σκάφη ήταν μικρότερα, ενώ με την πάροδο του χρόνου δρομολογούνταν όλο και πιο ευμεγέθη σκαριά.

Δεν υπάρχει, από ναυπηγικής άποψης κάποιος συγκεκριμένος τύπος σκάφους για τις βενζίνες. Άλλωστε πολλές από αυτές αποτελούσαν μετασκευές εμπορικών ή αλιευτικών καϊκιών που προσαρμόζονταν στις ανάγκες της μεταφοράς επιβατών. Όμως κι ένας σημαντικός αριθμός σκαφών κατασκευάζονταν ακριβώς γι’ αυτή τη χρήση και ήταν συνήθως τύπου βάρκας (βαρκαλάς) με καθρέφτη (παπαδιά) στην πρύμη. Προτιμούνταν περισσότερο ένας τύπος σκάφους με μη ελληνικές επιρροές, παραλλαγή του βαρκαλά, που διέθετε πρύμη όπως τα ταχύπλοα σκάφη.

Από μετασκευές συναντιόνταν μια πολυσυλλεκτικότητα τύπων (τρεχαντήρια, μαουνόβαρκες, καραβόσκαρα και τράτες) που είχαν υποστεί τις απαραίτητες παρεμβάσεις. Υπήρξαν και βενζίνες με κατάστρωμα, ενώ στη δεκαετία του ’60,όταν παρουσιάστηκαν μεγαλύτερα σκαριά και κάποια από αυτά διέθεταν και γέφυρα με μικρό χώρο επιβατών πάνω από το κλασσικό σκέπαστρό τους, απ’ όπου και γίνονταν και το κυβέρνημα του σκάφους.

Επειδή οι «βενζίνες» παρουσιάστηκαν εξαρχής ως αμιγώς μηχανοκίνητα σκάφη δίχως ιστιοφορία, κι έφεραν βενζινοκινητήρες ,ονομάστηκαν επισήμως βενζινάκατοι, και εν συντομία ‘’βενζίνες’’. Η ονομασία αυτή καθιερώθηκε στο χώρο και στο στόμα του κόσμου, γι’ αυτό και παρέμεινε διαχρονικά ανέγγιχτη, ακόμη κι όταν μεταπολεμικά τοποθετήθηκαν, ως ασφαλέστερες, πετρελαιομηχανές και τα πλεούμενα αυτά λέγονταν πλέον πετρελαιάκατοι. Ότι ριζώσει στο λαϊκό λόγο-και με δεδομένη την οικονομία του λόγου- δεν διαφοροποιείται εύκολα.

Β’ Γραμμές – Δρομολόγια

1.Πευκάκια και Αλυκές

Τα δρομολόγια των βενζινών, άρχιζαν συνήθως το μήνα Μάιο και διαρκούσαν ως το Σεπτέμβριο, όσο το επέτρεπε ο καιρός.

Οι κύριες γραμμές δρομολογίων ήταν δυο:

α) Βόλος – Πευκάκια – Βόλος και

β) Βόλος – Αλυκές – Βόλος.

Η γραμμή των Πευκακίων ξεκίνησε κατά τις αρχές της δεκαετίας του ΄20, (πιθανότατα σε οργανωμένη μορφή μετά τα γεγονότα του 1922), όταν και πρωτοεμφανίστηκαν οι βενζίνες. Στα Πευκάκια λειτουργούσε από το Μάιο του 1919 το εξοχικό κέντρο «Τα ωραία Πευκάκια» του Κυρίτση, όπου παρατηρούνταν εκδρομές Βολιωτών, στην αρχή με ιστιοφόρες λέμβους.

Παράλληλα ξεκίνησαν τα επόμενα χρόνια τα πρώτα δειλά μικτά μπάνια (μπεν –μιξ) και άρχισαν οι λουόμενοι να εμφανίζονται κι εκτός του χώρου των καμπινών του Αναύρου. Και βέβαια προτιμούσαν και τα Πευκάκια με συνδυασμό μπάνιου και ωραίας ημερήσιας εκδρομής.

Η δημιουργία και άλλου κέντρου (Αμπελάκια) το 1931 και σε σχέση με την καθιέρωση του ελεύθερου «θαλασσίου λουτρού» αύξησε την κίνηση και τα δρομολόγια διεξάγονταν όλη την μέρα αλλά και το βράδυ. Ξεκινούσαν, τα προπολεμικά χρόνια, αρκετά πρωί (ακόμη και από τις 7 η ώρα) και διαρκούσαν ως αργά το απόγευμα, ενώ τα βραδινά που άρχιζαν με το σούρουπο κρατούσαν ως τα μεσάνυχτα.

Μετά τον πόλεμο οι ώρες αυτές διαφοροποιήθηκαν ακολουθώντας την «κυκλοφορία» του κόσμου : πιο αργά το πρωί και ως τα ξημερώματα. Η γραμμή των Πευκακίων διατηρήθηκε (με κάποια ανάπαυλα στα τέλη της δεκαετίας του ’60 λόγω θαλάσσιας ρύπανσης από τη σήραγγα της Κάρλας) ως τα μέσα περίπου της δεκαετίας του ’80, με περισσότερη έμφαση στα νυχτερινά δρομολόγια για το ονομαστό κέντρο διασκέδασης «Μπούρτζι» Η γραμμή των Αλυκών ξεκινά από το 1928, παράλληλα με τη λειτουργία της «Πλαζ Λουτρών Αλυκών » που αποτελούσε οργανωμένο λουτρικό συγκρότημα της εποχής, αλλά και με ελεύθερα, μικτά μπάνια, αναψυκτήριο, εστιατόριο, δυνατότητα αθλοπαιδιών, ομπρέλες, καμπίνες κ.α..

Δραστηριοποιήθηκε στο χώρο της σημερινής πλαζ του ΕΟΤ που ιδρύθηκε το 1964. Προχωρώντας η δεκαετία του ΄30 παρατηρείται ιδιαίτερα ανάλογη ανάπτυξη και στην υπόλοιπη παραλία των Αλυκών με τις βενζίνες να πυκνώνουν και να διευρύνουν τα δρομολόγια τους,«πιάνοντας» σε τρία ή και περισσότερα σημεία.

Μετά τον πόλεμο η ανάδειξη της περιοχής σε ένα δημοφιλές θέρετρο οδήγησε στην παραπέρα αύξηση των δρομολογίων, με βενζίνες τα καλοκαίρια, παρά την παράλληλη ύπαρξη αστικής συγκοινωνίας. Τα βραδινά –νυχτερινά δρομολόγια από το 1955 ως το 1965 περίπου, όταν τα κέντρα των Αλυκών παρουσίαζαν στο πρόγραμμά τους κορυφαία ονόματα του λαϊκού τραγουδιού, διαρκούσαν « μέχρι πρωίας».

Η διάρκεια των δρομολογίων (αλέ – ρετούρ) προσδιορίζονταν για τα Πευκάκια στα 15-20 λεπτά ανάλογα με την αποβάθρα προσέγγισης. (Υπήρχαν σκάλες τόσο κάτω από το κέντρο Πευκάκια που σώζεται ως σήμερα όσο και κάτω από το κέντρο Αμπελάκια που έχει από δεκαετίες καταστραφεί, ενώ για τα μπάνια από το 1970 και μετά προτιμούνταν η πέτρινη σκάλα των παλιών πυριτιδαποθηκών, κάτω από το άλσος Σέφελ).

Στη γραμμή των Αλυκών η διάρκεια του ταξιδιού έφτανε ή ξεπερνούσε τη μια ώρα όταν οι βενζίνες προσέγγιζαν σε όλες τις υπάρχουσες σκάλες (πλαζ Θεοδώρου, Βακιρλή, Μπακονικόλα). Οι ώρες των δρομολογίων κανονίζονταν από τους ιδιοκτήτες των σκαφών ανάλογα με τις απαιτήσεις και προτιμήσεις του επιβατικού κοινού κι εγκρίνονταν από το λιμεναρχείο, ενώ δημοσιεύονταν και στον τοπικό τύπο.

Σε ημέρες ιδιαίτερης αιχμής το κατακαλόκαιρο (συνήθως Κυριακές) τα δρομολόγια εκτελούνταν «αναλόγως κινήσεως» και μόλις φόρτωνε η βενζίνα, αναχωρούσε. Ως επί το πλείστον οι μικρότερες βενζίνες δρομολογούνταν στα Πευκάκια και οι μεγαλύτερες στις Αλυκές.

Συχνά εναλλάσσονταν στην κάθε γραμμή ανάλογα με τις ανάγκες ή τη συμφωνία που υπήρχε μεταξύ των ιδιοκτητών. Στον οικονομικό τομέα άλλοτε, οι βενζίνες εργάζονταν αυτόνομα και άλλοτε έπειτα από συμφωνία των πλοιοκτητών σε κοινοπραξία (κοινό ταμείο). Οι διαφοροποιήσεις των μεγεθών των σκαφών απέτρεπαν, μετά το 1970, αυτή την πρακτική.

2.Αλλες γραμμές – Εκτακτα δρομολόγια – Ναυλώσεις

Εκτός από τις παραπάνω βασικές γραμμές υπήρξαν και άλλες προσωρινές ή περιστασιακές. Όπως λ.χ. Βόλος – Σουτραλί από τα τέλη της δεκ. του ’50 κι ως το 1967 περίπου. Από τα χρόνια του Μεσοπολέμου ακόμη μνημονεύονται δρομολόγια εβδομαδιαία συνήθως, προς τα Καλά Νερά, Άφησσο και Μηλίνα, από βενζίνες, αν και τις συνδέσεις αυτές κάλυπταν πιο ευμεγέθη πετρελαιοκίνητα ιστιοφόρα.

Προγραμματίζονταν επίσης έκτακτα δρομολόγια για θρησκευτικές πανηγύρεις σε παράλιους οικισμούς του Παγασητικού. Ξεχωριστή περίπτωση το πανηγύρι της Παναγίας στο νησί του Τρίκερι στις 9-10 Σεπτεμβρίου, όπου μετέβαιναν προσκυνητές από όλα τα μέρη της Μαγνησίας και οι βενζίνες κάλυπταν τις περισσότερες διαδρομές, ως τις αρχές της δεκ. του ΄80. Διάφοροι σύλλογοι, σωματεία, παρέες κ.λ.π. οργάνωναν εκδρομές σε κάποιο μέρος του Παγασητικού και για τη μετάβασή τους ναύλωναν κάποια βενζίνα.

Κάθε Κυριακή βράδι, κυρίως στη δεκ. του ΄70, οι μεγαλύτερες βενζίνες πραγματοποίησαν τη λεγόμενη «κρουαζιέρα». Με αφετηρία το χώρο μπροστά από την Τράπεζα της Ελλάδος αναχωρούσαν για μια μισάωρη περίπου διαδρομή έως ανοιχτά από τον Άναυρο και τη Γορίτσα κι επιστροφή από τα Πευκάκια και την είσοδο του λιμανιού. (Η έξοδος γίνονταν από το ανοιχτό τότε «μπουγαζάκι» στου Παπαστράτου).

Τέλος ορισμένες βενζίνες εξυπηρετούσαν ως «λάτζες», τα καράβια που παρέμεναν φουνταρισμένα έξω από το λιμάνι του Βόλου, αναμένοντας τη σειρά τους για φόρτωση ή εκφόρτωση.

Γ΄ Ο συνολικός αριθμός των σκαφών

Από την δεκαετία του ΄30 που έχουμε στη διάθεσή μας αρκετά στοιχεία, ως το 1970, ο αριθμός των σκαφών αυτών ήταν πάντοτε πάνω από δέκα, με αποκορύφωμα τα μέσα της δεκ. του ’60 όπου οι βενζίνες έφτασαν συνολικά τις 17.

Η μείωση του επιβατικού κοινού οδήγησε στη σταδιακή συρρίκνωση του αριθμού τους, ώστε το 1980 να έχουν απομείνει μόνο 4 και τελικά, στην οριστική παύση των δρομολογίων (1986-87) μόνο δύο.

Ο Δήμος Βόλου αγόρασε το 1993 την τελευταία βενζίνα που υπήρχε στο λιμάνι κι επιχείρησε, για τουριστικούς λόγους την αναβίωση της γραμμής των Αλυκών, προσπάθεια που δεν ευοδώθηκε, αφού δεν υπήρξε ανταπόκριση του κόσμου.

Πολλές βενζίνες κατέγραψαν πολύχρονη παρουσία έως και δυόμιση ή τριών δεκαετιών στις βολιώτικες συγκοινωνίες. Άλλες δραστηριοποιήθηκαν για κάποια, περισσότερα ‘η λιγότερα καλοκαίρια, ενώ υπήρξαν και ορισμένες που εμφανίστηκαν περιστασιακά για μια μόνο σεζόν.

Καταγράφονται τα ονόματα των σκαφών αυτών από το 1930 ως το 1980, μέσα από προφορικές μαρτυρίες, δημοσιεύματα του τύπου (ανακοινώσεις δρομολογίων κ.α) τους πίνακες του λαϊκού ζωγράφου Ν. Χριστόπουλου, φωτογραφίες και άλλες πηγές. Μπορούμε με βεβαιότητα να υποθέσουμε ότι ο συνολικός τους αριθμός υπερβαίνει τα 50 σκάφη, δίχως να προσδιορίζεται το ακριβές νούμερο, για προφανείς λόγους (κυρίως τα σκάφη με παρουσία μιας σεζόν κ.α.)

Επίλογος

Οι βενζίνες του Βόλου ολοκλήρωσαν το δρομολόγιό τους στο χρόνο το καλοκαίρι του 1986, αφού είχε προηγηθεί φθίνουσα πορεία από το 1970 (ή και λίγο πρωτύτερα),η οποία φάνηκε μη αναστρέψιμη από το 1975 και μετά, καθώς η δρομολογιακή κίνηση συρρικνώνονταν, όλο και περισσότερο.

Οι λόγοι που οδήγησαν σε αυτή την εξέλιξη εστιάζονται σε δυο κατευθύνσεις :

α) Την αύξηση του αριθμού των ιδιωτικών αυτοκινήτων και

β) την επίσης αύξηση των ιδιωτικών σκαφών.

Και οι δύο περιπτώσεις εξασφάλιζαν την αυτόνομη μετάβαση για κολύμπι κι εκδρομή οπουδήποτε, ανάλογα με την επιθυμία του καθενός. Οι βενζίνες υπήρξαν πάντως μια γραφική παρουσία στο λιμάνι του Βόλου με τη δική τους συμβολή στις παράκτιες τοπικές θαλάσσιες συγκοινωνίες.

ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΚΑΡΤΑΠΑΝΗΣ

#Tags

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου