Γρηγόρης Καρταπάνης: ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟΝ Β’ ΒΑΛΚΑΝΙΚΟ ΠΟΛΕΜΟ ΤΟΥ ΛΑΪΚΟΥ ΖΩΓΡΑΦΟΥ Ν. ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΥ

γρηγόρης-καρταπάνης-ποιηματα-απο-τον-723928

ΟΙ ΝΙΚΕΣ ΕΜΠΝΕΟΥΝ

Ασυγκράτητο ενθουσιασμό και πατριωτική έξαρση είχαν προκαλέσει στο σύνολο του ελληνισμού οι περιφανείς νίκες στρατού και στόλου κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους. Μία πτυχή αυτού του κλίματος αποτυπώνεται και από τις επίκαιρες έμμετρες δημιουργίες λαϊκών ποιητών –στιχοπλόκων που απλοϊκά, αλλά παραστατικά και συνήθως μεγαλόστομα, περιγράφουν τα κατορθώματα των ελληνικών δυνάμεων, μαζί με ένα σωρό άλλες λεπτομέρειες των γεγονότων όπως συζητιούνταν τότε.

Παρασυρμένος από το γενικό πνεύμα ευφορίας κι εθνικής ανάτασης και ο λαϊκός ζωγράφος Νίκος Χριστόπουλος, που διέθετε, όπως γνωρίζουμε, φλέβα γνήσιου λαϊκού ποιητάρη, δεν μπορούσε παρά να καταθέσει κι αυτός τα δικά του ενθουσιώδη έμμετρα πονήματα.

Στα χειρόγραφά του βρέθηκαν, όπως επίσης έχουμε επισημάνει και παλιότερα, δέκα στιχουργήματα με θέματα παρμένα από εκείνη την εποχή και με το γενικό τίτλο πολεμικά τραγούδια σε ένα μικρό χειροποίητο τετράδιο στο οποίο εμπεριέχονται τα περισσότερα από αυτά.

Κάποια δε, συναντιώνται σε δύο ή και τρείς ακόμη παραλλαγές, δείγμα της φροντίδας και της προσοχής που έδειχνε ο Χριστόπουλος στα γραφτά του. Ετούτες οι επίκαιρες ποιητικές δημιουργίες, οφείλονται εν πολλοίς στις αφηγήσεις και τις επιστολές του αδερφού του ζωγράφου, Κωσταντή, που πολέμησε τότε, αποκομίζοντας πολύτιμες βιωματικές εμπειρίες, αυθεντικό πρωτογενές υλικό για κάθε συγγραφή.

Οι επιστολές, μάλιστα, του Κων. Χριστόπουλου καλύπτουν την περίοδο από τις παραμονές του πολέμου έως το τέλος του 1912, με την παροχή αξιοπρόσεχτων λεπτομερειών, ειδικά στη νικηφόρα προέλαση του στρατού ως τον αντικειμενικό του στόχο, τη Θεσσαλονίκη.Να σημειώσουμε ότι ο βολιώτης επιστολογράφος- μαχητής υπηρετούσε στην α’ μεραρχία και στο 4ο το οποίο αποτελούνταν κυρίως από μαγνησιώτες και πηλιορείτες στρατιώτες και βέβαια η μονάδα του συμμετείχε σε πολλές και σημαντικές μάχες και των δύο πολέμων.

Ποιήματα και επιστολές έχουμε παρουσιάσει σε αρκετά παλιότερα σημειώματα μας και στο περσινό αφιέρωμα για τα 100 χρόνια από την έναρξη του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου.

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΤΟΥ Β’ ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ.

Δύο από τα πολεμικά τραγούδια ετών 1912-13 του Ν. Χριστόπουλου, έλκουν τη θεματολογία τους από τον β’ Βαλκανικό Πόλεμο. Γραμμένα στον ιαμβικό δεκαπεντασύλλαβο, με ζευγαρωτή ομοιοκαταληξία, αποτελούν και αυτά προσεγμένα δείγματα λαϊκής στιχουργίας, σύμφωνα με το πνεύμα και τις απαιτήσεις της εποχής με αμελητέες τεχνικές ή γλωσσικές ατέλειες

Συνύπαρξη λόγιων και λαϊκών εκφράσεων, ενθουσιώδεις περιγραφές, εθνική ανάταση και απαξίωση του εχθρού χαρακτηρίζουν το περιεχόμενό τους, όπως άλλωστε επιβάλλονταν τότε. Δεν είναι όμως επιβεβαιωμένο αν ο Κων. Χριστόπουλος πολέμησε στον Β’ Βαλκανικό Πόλεμο, καθώς σε αντίθεση με τον Α’, δεν υπάρχουν επιστολές – πειστήρια της δράσης του.

Βέβαια το πιθανότερο είναι ότι εξακολουθούσε να παραμένει στις τάξεις του 4ου συντάγματος, αφού σε αυτό αναφέρεται πάλι ο ποιητής- αδερφός του και επιπλέον δεν υπάρχουν μαρτυρίες για το αντίθετο. Ακόμη η πληροφόρηση των πολεμικών γεγονότων στο λαϊκό δημιουργό παρέχονταν και από την πλούσια σχετική ειδησεογραφία των εφημερίδων της εποχής. 

 

 

Το πρώτο ποίημα αποτελείται από 26 στίχους και φέρει τίτλο

Στη μάχη της Νιγρίτης»Δεν πρέπει όμως να αναφέρεται στις μάχες που διεξήχθησαν κατά τις πρώτες μέρες του πολέμου στην περιοχή βόρεια της Νιγρίτας, με την απόκρουση της βουλγάρικης επίθεσης γιατί στον τρίτο στίχο σημειώνεται ως ημερομηνία διεξαγωγής των επιχειρήσεων η 7η Μαΐου, ένα και πλέον μήνα πριν από την έναρξη της νέας σύρραξης.

Προφανώς το στιχούργημα μνημονεύει κάποια από τις σοβαρές βουλγαρικές προκλήσεις που προηγήθηκαν και συχνά κατέληγαν σε αιματηρές συμπλοκές, προμηνύοντας το τι θα επακολουθούσε.

Εξάλλου το 4ο σύνταγμα κατά την έναρξη του πολέμου,πολέμησε στη μάχη του Λαχανά, όπου στην προσπάθεια στο ύψωμα του Προφήτη Ηλία,υπέστη σοβαρές απώλειες και μάλιστα φονεύθηκε και ο διοικητής του συνταγματάρχης Ιω. Παπακυριαζής.

Στο ποίημα σημειώνονται οι βλέψεις των βουλγάρων για τη Θεσσαλονίκη που αποτελούσε τον διακαή τους πόθο, αλλά και η σθεναρή αντίσταση των ελληνικών δυνάμεων με την συνακόλουθη σφοδρή αντεπίθεση. Το μεγαλύτερο μέρος του ποιήματος όμως, από το στίχο 13 και ως το τέλος, εξυμνεί πομπωδώς τον βασιλιά Κωνσταντίνο ο οποίος ως αρχιστράτηγος των ελληνικών δυνάμεων, επενέβη για άλλη μια φορά αποφασιστικά συντρίβοντας τον εχθρό.

Πέρα από τις μεγαλόστομες επευφημίες στο πρόσωπό του καταγράφονται,προς το τέλος του στιχουργήματος και μεγαλοϊδεατικές απόψεις που τότε εύρισκαν πρόσφορο έδαφος μέσα στο κλίμα του γενικού πατριωτικού ενθουσιασμού.

Άλλωστε τα κατοπινά χρόνια πλησίασε όσο ποτέ άλλοτε η πραγμάτωση του πάλι με χρόνια με καιρούς….».

Στη Μάχη της Νιγρίτης

Διαβάστε πάλι Θεσαλή και κάθε πιλιορίτης

τας συμπλοκάς που γίνηκαν στα μέρη της Νιγρίτης.

Επτά Μαίου ήτανε εκείνη την ημέρα

που κάναν την επίθεση η βούλγαρη κιπέρα.

Μας κάναν ευνιδιαζμό σα νάτανε κουρσάρη

αυτή η χονδροκέφαλη και άπιστη βουλγάρη.

Νομίζαν με ευνιδιαζμό να ΄ρθουν να μας νικήσουν

και τη Θεσσαλονίκη μας να την πολιορκίσουν.

Μα μαύρο φίδι τσ’ έφαγε, πικρό φαρμακομένο

το βόλη το ελινικό και ξίφος δοξαζμένο.

Ποιος δεν αψήφισε πεδιά τον άτιμο το χάρο

πιός δεν ζιτι εκδίκισι στο έμα τον βουλγάρο.

Πιός άλος απ΄τους έλινας πιός άλος από κίνον

πιός άλος απ’ τον βασιλιά τον μέγα Κωνσταντίνον.

Που μόλις τα΄άκουσε πεδιά μες το παπόρη μπένη

και στου Παγγέου τα βουνά σαν λεοντάρη βγένη.

Γιάσου λεβέντη βασιλιά κι ανδρίε καβαλάρη

που στ΄ όνομα σου μοναχά θα σβήσουν η βουλγάρη.

Για σου λεβέντη βασιλιά κι ασίκη στρατηλάτη

που θα χαράξης με σπαθή τ΄ ορέο μονοπάτη.

Που πάι για την πόλι μας κε την αγιά Σοφιά μας

που ήνε μέρη ελινικά μεγάλε βασιλιά μας.

Να πας μες την Αγιά Σοφιά να μπης να προσκινήσης

και στους άπιστους τους εχθρούς τον τρόμο να σκορπίσης.

Για να χαρή το έθνος μας και όλος ο στρατός μας

να χέρετε κι βασιλεύς ο μέγας Αρχιγός μας.

Νικόλαος Αθ. Χριστόπουλος 

 

 

Το δεύτερο ποίημα αποτελείται από 32 στίχους και έχει τίτλο

«Στας μάχας του Παγγαίου». Αναφέρεται στους ηρωισμούς των Θεσσαλών στρατιωτών που επάνδρωναν κατά κανόνα τα συντάγματα της Α’ μεραρχίας, δίχως να εστιάζεται σε συγκεκριμένη μάχη. Ενδέχεται όμως να κάνει λόγο και τούτο το ποίημα στις σοβαρές προκλήσεις των Βουλγάρων κατά τον μήνα Μάιο, πρίν από την κήρυξη του πολέμου.

Μνημονεύει ακόμη ο ποιητής, γενικότερα την προσπάθεια των Θεσσαλών πολεμιστών, όχι μόνο στην περιοχή του όρους Παγγαίου, αφού εκτός από την αρχική σθεναρή αντίσταση στη βουλγαρική επίθεση επί της πρόχειρης οριοθετικής γραμμής των δύο πρώην συμμάχων, η αφήγηση ακολουθεί την προέλαση των ελληνικών δυνάμεων προς τις Σέρρες και τη Δράμα.

Θα μπορούσε να θεωρηθεί ίσως και ως συμπλήρωμα του προηγουμένου με γενικότερη αναφορά στα γεγονότα, καθώς κι εδώ γίνεται λόγος για τα «μέρη της Νιγρίτας» επιχειρώντας μια συνολική αποτίμηση της μαχητικότητας των Θεσσαλών στρατιωτών.

Ιδιαίτερη μνεία γίνεται για το 5ο σύνταγμα των Τρικάλων και δεν απουσιάζει η απονομή ευσήμων προς όλους. Σημειώνεται και το όνομα του διοικητή της Α’ μεραρχίας υποστράτηγου Εμμ. Μανουσογιαννάκη, αλλά και του αρχιστράτηγου, βασιλιά Κωνσταντίνου,στο τελευταίο δίστιχο. Η περιγραφή των γεγονότων δίνεται με παραστατικότητα και ενθουσιασμό, όπως σε όλα τα ανάλογα στιχουργήματα.

Στο χειρόγραφο ο τίτλος του ποιήματος είναι γραμμένος από το χέρι του Ν. Χριστόπουλου, αλλά οι 26 πρώτοι στίχοι έχουν άλλο γραφικό χαρακτήρα πιο ευανάγνωστο και με ελάχιστα ορθογραφικά λάθη. Οι τελευταίοι έξι στίχοι είναι πάλι από το Χριστόπουλο, στο πίσω μέρος της σελίδας, μαζί με την υπογραφή του.

Προφανώς ο λαϊκός ποιητής ανέθεσε σε κάποιον πιο γραμματιζούμενο να καθαρογράψει το πόνημά του, το οποίο υπάρχει και σε δεύτερη γραφή, από το χέρι του δημιουργού, ημιτελές (14 στίχοι) με μικροδιαφορές.

Στας Μάχας του Παγγέου

Καϊμένα Θεσσαλόπουλα μπαρουτοκαπνισμένα

λεονταράκια ξακουστά και χιλιοδοξασμένα.

Πάλι με σας επρόκειτο ο πόλεμος να αρχίση

και στου Παγγαίου τα βουνά η δόξα να αντιχείση.

Επολεμίσατε σαν θεριά ολόκληρον ημέρα

οπου τραντάζαν τα βουνά κι όλη η ατμοσφαίρα.

Κι όταν ενίκτωσ’ ο θεός και έπαψεν η μάχη

οσαν θεριά σταθίκατε στις θέσεις σας μονάχοι.

Σαν τα λιοντάρια μπήκατε με τα σπαθιά στα χέρια

ανδρεία Θεσσαλόπουλα, ελληνικά ξεφτέρια.

Μα σαν ξημέρωσ’ ο θεός και χάραξε η πρωία

και πλάκωσε η σιδηρά με διήμερον πορεία.

Σαν έφθασε το ξακουστό το πέμπτον των Τρικάλων

σαν λεοντάρια πέσανε στα στίφη των Βουλγάρων.

Στον τόπο τον βαστίξατε το Βούλγαρο εκεί πέρα

όπου τους πήρε ο διάβολος και μάνα και πατέρα.

Εγέμισε ο ποταμός, γεμίσαν τα χωράφια

από αρκουδιαρέικα και άπιστα κουφάρια.

Και λαβωμένους αν ειπής είν’ φοβερό το πράγμα

γεμίσαν όλα τα χωριά τας Σέρρας και τη Δράμα.

Εφτακόσιοι ήτανε πεδιά βουλγάροι σκωτωμένοι

και χιλιαδούλες τέσσαρες βαρέως πληγωμένοι.

Το πράγμα είνε φοβερό που πάθαν οι βουλγάροι

κι από τα Θεσσαλόπουλα ας πάρουνε χαμπάρι.

Ένας με δέκα ήτανε και πάλι τους νικήσαν

μ’ αφόπλου λόγχη μοναχά τους εκατασκορπίσαν.

Γειά σας λεβέντικα παιδιά του Μανουσογιαννάκη

όπου ποτίστε τους εχθρούς θανάσιμο φαρμάκι.

Δόξα στα Θεσσαλόπουλα, τιμή στους Πηλιορείτας

πώχη (η) πατρίδα φύλακας στα μέρη της Νιγρίτας.

Δόξα στο βασιλέα μας το Μέγα Καβαλάρη

που στο ονομά του μοναχά εζβίσαν η βουλγάρη.

Νικόλαος Αθ. Χριστόπουλος.

Ετούτα τα δύο «πολεμικά τραγούδια» του Ν. Χριστόπουλου ας αποτελέσουν τη δική μας μικρή, επετειακή αναφορά για τον Β’ Βαλκανικό Πόλεμο.

Από τις μάχες του Β ΄Βαλκανικού πολέμου

ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΚΑΡΤΑΠΑΝΗΣ

#Tags

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου