Γρηγόρης Καρταπάνης:Τα παλιά ψαράδικα (Μέρος Α΄)

γρηγόρης-καρταπάνηςτα-παλιά-ψαράδικ-27685

Η ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΤΟΥΣ ΣΤΑ 1927

Α’ Αναμνήσεις

Ζωντανές παραμένουν οι μνήμες και οι παραστάσεις από τα «παλιά ψαράδικα», εκείνες τις ξύλινες παράγκες, στηριγμένες σε πασσάλους πάνω από τη θάλασσα, έστω κι αν έχουν περάσει κάπου σαράντα χρόνια από την απόσυρσή τους.

Στα τελευταία χρόνια της παρουσίας τους, αρχές της δεκαετίας του ’70, η παλαιότητα και η ανεπάρκειά τους ήταν εμφανείς κι επιβάλλονταν η δημιουργία μιας νέας, συγκροτημένης και με σύγχρονες προδιαγραφές, ιχθυαγοράς. Ακόμη η απουσία κανόνων υγιεινής, εγκυμονούσε κινδύνους για τη δημόσια υγεία, ενώ και από αισθητική άποψη η εικόνα των παλιών ιχθυοπωλείων θεωρούνταν αναχρονιστική και αρνητική για μια μοντέρνα πόλη.

Παρόλα αυτά η όψη τους προσέδιδε σ’ εκείνο το τμήμα του λιμανιού γραφικότητα με το χρώμα και τη μυρωδιά μιας άλλης εποχής. Τριγύρω από τη σειρά των καταστημάτων με τη χαρακτηριστική οδοντωτή στέγη, συναθροίζονταν ένα ετερόκλητο πλήθος πλανόδιων πωλητών, πελατών και άλλων περιπατητών που χάζευαν το πολύβουο μελίσσι και βίωνε κανείς την αίσθηση της παλιάς γραφικής αγοράς με τη ζωντάνια και την πολυχρωμία της, πέρα από τα προφανή αρνητικά στοιχεία.

Τα ψαροκάικα παρέβαλλαν στα παρακείμενα σημεία της προκυμαίας και ξεφόρτωναν την ψαριά, ενώ επίσης προσέδεναν στο πίσω μέρος των παραγκών και διοχέτευαν κατ’ ευθείαν εντός του καταστήματος τα αλιεύματα προς πώληση. Ενίοτε δε, από άστοχο χειρισμό κατά την προσέγγιση, η πλώρη του καϊκιού εισέβαλλε στο ιχθυοπωλείο με ευτυχώς ελαφρές εκατέρωθεν υλικές ζημιές – γεγονός που προκαλούσε φυσιολογικά ένταση και πλήθος αυτόκλητων θεατών.

Η κατεδάφισή τους και η μεταστέγαση στη νέα ιχθυαγορά, κοντά στο Τελωνείο, τον Ιούλιο του 1974,- εκείνες τις μέρες με τα γεγονότα της Κύπρου και τη Μεταπολίτευση – προσέδωσε μια εντελώς διαφορετική όψη στο συγκεκριμένο τμήμα της παραλίας με πανοραμική θέα προς όλο το λιμάνι. Ας δούμε όμως, πότε και πώς δημιουργήθηκαν τα λεγόμενα «παλιά ψαράδικα» ως νέα, τότε, ιχθυοπωλεία, στο Βόλο του Μεσοπολέμου.

Β’ Τα πρώτα ψαράδικα

Η αλιευτική δραστηριότητα και η εμπορία αλιευμάτων στην περιοχή του Παγασητικού και το λιμάνι του Βόλου αποτελούσαν μια από τις πλέον σημαντικές επαγγελματικές ασχολίες από τις τελευταίες δεκαετίες της Τουρκοκρατίας ακόμη, όταν η περιοχή άρχισε να γνωρίζει μια ενδιαφέρουσα ανάπτυξη.

Η ναυτιλιακή και κάθε μορφής θαλασσινή ενασχόληση χαρακτηρίζονται από διαρκή άνοδο και μετά την ενσωμάτωση της Θεσσαλίας στην ελληνική επικράτεια (όπως άλλωστε και άλλες εμπορικές και επαγγελματικές δραστηριότητες) με δεδομένη βέβαια την διαχρονική σχέση του τόπου με το υγρό στοιχείο.

Τα πρώτα ιχθυοπωλεία, σε μια στοιχειωδώς συγκροτημένη ιχθυαγορά, που δεν ήταν τίποτε περισσότερο από απλοί, στεγασμένοι ή μη, πάγκοι, πληροφορούμαστε πως βρίσκονταν κάπου στο σημείο των κατοπινών ξενοδοχείων – που υπάρχουν ως σήμερα – Αίγλη και Πάλλας, αφού η ακτογραμμή βρίσκονταν πολύ πιο πάνω από την σημερινή, προτού ολοκληρωθούν αρχικά οι αυτοσχέδιες επιχωματώσεις και κατόπιν τα οργανωμένα λιμενικά έργα.

Πολύτιμες, για την περίπτωση, οι καταγραφές του λαϊκού ζωγράφου Ν. Χριστόπουλου, ο πατέρας του οποίου υπήρξε ένας από τους πρώτους ιχθυοπώλες του Βόλου με «κατάστημα» μιας και νωρίτερα η διάθεση των αλιευμάτων γίνονταν από τα ίδια τα καΐκια ή με πλανόδιους πωλητές.

«Το 1876 (ο πατέρας μου) άνιξε το πρότο ιχθυοπωλείο εκεί που ίνε σήμερα το ξενοδοχείο του Σκρέτα. Ήταν τα νερά ριχά και μπίξαν πασσάλους και βάλαν απάνο την παράγγα και αργότερα έβαλε μαρμάρινες κολόνες». Και παρακάτω κατά την εξιστόρηση των παιδικών του χρόνων ο Ν. Χριστόπουλος επαναλαμβάνει: «Ο πατέρας μου ήταν ο πρότος ιχθιοπόλης του Βόλου που άνιξε ηχθιοπολίο το 1876. Τα ψαράδικα ήταν εκεί όπου είναι το ξενοδοχείο του Σκρέτα».

Ανάλογη πληροφορία παρατίθεται και στο βιβλίο «Ο Βόλος και το Πήλιο», συλλογική συγγραφή δασκάλων, Βόλος 1959: «Οι νεώτεροι που βλέπουν και χαίρονται τη σημερινή παραλία πρέπει να ξέρουν πως τότε (σ.σ. γύρω στο 1900) ήταν αυτή η μισή σε πλάτος, αδιαμόρφωτη, με μικρότερο μάκρος. Τα ψαράδικα ήταν εκείνη την εποχή ανατολικότερα από την σημερινή θέση τους, κοντά στο ξενοδοχείο Αίγλη» (σελ.20).

Πιθανότατα οι μεταλλάξεις του τοπίου από τα λιμενικά έργα να οδήγησαν σε μικρές μετακινήσεις των ιχθυοπωλείων εκείνα τα χρόνια και ως τη δεκαετία του ’20, προτού αποφασιστεί η δημιουργία της νέας ιχθυαγοράς. Πάντως είναι βέβαιο, αν και οι σχετικές μαρτυρίες είναι λιγοστές, πως εξακολουθούσαν να δραστηριοποιούνται στο χώρο που μνημονεύτηκε πιο πάνω, κι επρόκειτο για πρόχειρες κατασκευές που δεν πληρούσαν τις απαιτούμενες προδιαγραφές και δεν τηρούνταν οι προβλεπόμενοι κανόνες υγιεινής, ενώ και από αισθητικής άποψης υποβάθμιζαν την εικόνα του αναπτυσσόμενου παραλιακού μετώπου.

Γ’ Καινούρια ιχθυαγορά

Στα 1925 αποφασίζεται η εκτέλεση συμπληρωματικών λιμενικών έργων, ώστε το λιμάνι του Βόλου να ανταποκρίνεται στις αυξανόμενες ναυτιλιακές απαιτήσεις.

Δύο ήταν οι βελτιωτικές κατευθύνσεις:

α) εκβάθυνση του λιμένος και

β) διαπλάτυνση της κεντρικής προβλήτας από την ανατολική της πλευρά.

Κοντά σε τούτα δρομολογήθηκε από τη Λιμενική Επιτροπή και η δημιουργία συγκροτημένης ιχθυαγοράς, στην είσοδο του λιμενίσκου, στο σημείο που υπήρχε βαρούλκο και υδαταποθήκη, ώστε να κατεδαφιστούν οι παλιές παράγκες και να ευπρεπιστεί η περιοχή στο ύψος της κεντρικής προβλήτας.

Ο εκσυγχρονισμός της παραλίας και του λιμανιού επέβαλλε την κατασκευή συγκροτήματος νέων ιχθυοπωλείων, σύμφωνα με τους κανόνες της εποχής, που θα συντελούσε και στον εξωραϊσμό του χώρου, με την απόσυρση των προηγούμενων παραπηγμάτων, αφού η νέα εγκατάσταση θα πραγματοποιούνταν αρκετές εκατοντάδες μέτρα δυτικότερα.

Στα τέλη του 1926 κι ενώ προχωρούν τα λιμενικά έργα, δρομολογείται και η κατασκευή της νέας ιχθυαγοράς. Ο μηχανικός δημοσίων έργων της επαρχίας του Βόλου, Λαζανάς, σε συνέντευξη που παραχώρησε στην εφ. Ταχυδρόμος (22/12/26) επισημαίνει ανάμεσα στ΄ άλλα και την αναγκαιότητα των καινούργιων ιχθυοπωλείων με άμεση έναρξη των εργασιών: «Η αναληφθείσα υπό εργολάβου κατασκευή ιχθυοπωλείων επί της θαλάσσης και παρά το κρηπίδωμα της εισόδου του λιμενίσκου Βόλου πρόκειται ν΄ αρχίση εκτελούμενη μετά την προμήθειαν υπό του εργολάβου των απαιτούμενων σιδηροσωλήνων».

Όπως γίνεται αντιληπτό τα νέα ψαράδικα ήταν ξύλινες παράγκες στηριγμένες επάνω σε σιδηροπασσάλους που θα φυτεύονταν στον πυθμένα της θάλασσας και ακουμπούσαν στην άκρη του κρηπιδώματος, όπου υπήρχε υπόστεγο για τους πάγκους με τα αλιεύματα.

Αμέσως μετά την πάροδο των εορτών του 1926-27 ξεκίνησαν οι εργασίες, αλλά προέκυψε θέμα με την αντίδραση περιοίκων -και όχι μόνο- που ενοχλούνταν από τη γειτνίαση των κατοικιών τους με τη νέα ιχθυαγορά. Όπως φαίνεται στο σχετικό δημοσίευμα της εφ. Σημαία στους διαμαρτυρόμενους Βολιώτες υπήρχαν και ορισμένοι που έμεναν σε αρκετή απόσταση από τα υπό ανέγερση ιχθυοπωλεία και αντιδρούσαν μόνο και μόνο «για ν’ ακουστεί το όνομά τους». Αποστέλλουν επιστολές διαμαρτυρίας προς τη Λιμενική Επιτροπή και άλλους αρμόδιους φορείς αιτούμενοι τη ματαίωση του έργου στο συγκεκριμένο σημείο.

Ο συντάκτης της εποχής επισημαίνει την υπερβολή στις παραπάνω αντιδράσεις και υπεραμύνεται της απόφασης για τη μετεγκατάσταση της ιχθυαγοράς, όπως σχεδιάστηκε και μάλιστα με την έγκριση του αρμοδίου Υπουργείου.

«Φωνάζουν οι επί της οδού Αργοναυτών γείτονες, οι οποίοι έχουν κάποιο συμφέρον, φωνάζουν και οι επί της οδού Ιάσονος και παραξενευόμεθα διατί δεν ακούμεν διαμαρτυρίας και από την οδόν Δημητριάδος ή την οδόν Ερμού. Θα ηθέλαμεν να ρωτήσωμεν μερικούς όπως τους… (αναφέρονται ονόματα ) τίνα σχέσιν έχουσι με τα ψαράδικα και ποίαν βλάβην έχουσιν τα συμφέροντά των από την εγκατάστασιν των ιχθυοπωλείων εις τον λιμενίσκον όπου το βίντς; Νομίζομεν ότι τόσον αβασανίστως οι κύριοι αυτοί δεν έπρεπε να υπογράφωσι τοιαύτα δημοσιεύματα, ούτε ν’ απειλώσι δικαστικούς αγώνας, διότι τα μέλη της Λιμενικής Επιτροπής πολύ καλώς αποφάσισαν κατόπιν εγκρίσεως και του Υπουργείου Συγκοινωνίας, την εγκατάστασιν του έργου αυτού προς εξυπηρέτισην της πόλεως, αποτελούμενης από 60.000 κατοίκους και όχι τους 20-30 δημοσιογραφούντας, προς εξυπηρέτησιν και του Λιμενικού Ταμείου και πολύ ορθώς εσκέφθησαν να καθαρίσωσι την ασχήμιαν εκείνην ήτις λέγεται σήμερον ιχθυοπωλεία» (Σημαία 22/1/1927).

Ήδη τα έργα άρχισαν εκείνες τις μέρες, όπως σημειώνεται στην εφ. Ταχυδρόμος δύο μέρες αργότερα: «Ήρχισαν από της προχθές αι εργασίαι δια την κατασκευήν της νέας ιχθυαγοράς. Αυτή θα ανεγερθή επί της θαλάσσης παρά την υδαταποθήκην και εις το μέρος ένθα ευρίσκεται το βαρούλκον. Την κατασκευήν της ανέλαβεν η τεχνική εταιρία Θετεκ» (24/1/1927).

Ολόκληρο το λιμάνι εκείνη την χρονική περίοδο ήταν ένα απέραντο εργοτάξιο με την πρόοδο των λιμενικών έργων. Ολοκληρώνονταν ήδη η εκβάθυνση και η στρώση του πυθμένα για την τοποθέτηση ογκόλιθων (μπλόκια) προκειμένου να διαπλατυνθεί η προβλήτα. Παράλληλα ξεκινούσε -τέλη Γενάρη του 1927- και το έργο της κατασκευής των νέων ιχθυοπωλείων. Αλλά ενώ τα υπόλοιπα έργα προχωρούσαν κανονικά και διατίθονταν τα απαιτούμενα δάνεια από τις τράπεζες προς τη Λιμενική Επιτροπή, μιας και κρίνονταν αναγκαία η εκτέλεσή τους, στην περίπτωση της ιχθυαγοράς παρουσιάστηκε εμπλοκή.

Οι αντιδρώντες περίοικοι πέτυχαν την αναστολή των εργασιών, καθώς έφτασαν έως το Υπουργείο. Διαβάζουμε στην εφ. Σημαία: «Η μεταφορά των Ιχθυοπωλείων. Διετάχθη τηλεγραφικώς χθες την εσπέραν παρά του Υπουργείου της Συγκοινωνίας ο πρόεδρος της λιμενικής επιτροπής Βόλου να αναστείλη την ενέργειαν προς μεταφοράν των ιχθυοπωλείων και γνωρίση τας αντιλήψεις της λιμενικής επιτροπής εις το εν λόγω υπουργείον. Η ανωτέρω διαταγή εξεδόθη κατόπιν αιτήσεως του κ. Παπασπύρου και των περίοικων προς το Υπουργείον Συγκοινωνίας» (Σημαία 8/2/1927). Ανάλογο δημοσίευμα υπάρχει και στην εφ. Ταχυδρόμος με τίτλο: «Η μεταφορά της ιχθυαγοράς», την ίδια μέρα.

Το έργο σταμάτησε κι έπρεπε να δοθούν εξηγήσεις από την Λιμενική Επιτροπή για την ορθή επιλογή της θέσης της νέας ιχθυαγοράς. Οι περίοικοι που αντιδρούσαν διέθεταν προφανώς προσβάσεις σε υπουργικό επίπεδο και είχαν πετύχει προς το παρόν την παύση κάθε εργασίας.

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου