Καλοκαιρινές αναμνήσεις από τις βενζίνες ~ Επεισόδιο στο μουράγιο (Αύγουστος 1979)

καλοκαιρινές-αναμνήσεις-από-τις-βενζ-858683

Του ΓΡΗΓΟΡΗ ΚΑΡΤΑΠΑΝΗ, Μέλους της Εταιρείας Θεσσαλικών Ερευνών

Ητανε μέρα καυτή, απομεσήμερο αποπνιχτικό, γύρω στις τρεις, κατά τις τελευταίες μέρες του Αυγούστου και περιμέναμε να πάρουμε το τελευταίο δρομολόγιο για τις Αλυκές, ο Κοσμάς ο καπετάνιος της βενζίνας κι εγώ, για να τελειώσουμε μια και καλή από αυτό το μαρτύριο. Δεν ήταν κατάσταση αυτή που επικρατούσε στο μουράγιο. Συννεφόκαμα γερό μας άναβε, μας τσουρούφλιζε, αρκετές μέρες τώρα, τούτες τις ώρες. Η γκριζωπή μουντάδα της ατμόσφαιρας, με την ανυπόφορη ζέστη, σου έφερνε μιαν ακράτητη επιθυμία να βουτήξεις στα νερά του λιμανιού, αδιαφορώντας για το πόσο καθαρά ήταν. Το ζητούμενο, το διώξιμο της κάψας που σε βασάνιζε, δεν υπολόγιζε τέτοιες λεπτομέρειες. Και να ‘ταν μόνο αυτό πάει καλά. Είχαμε και άλλο βάσανο πάνω στο κεφάλι μας, που έδενε απόλυτα με το πρώτο, προσφέροντάς μας έναν καλό και ξεγυρισμένο πονοκέφαλο. Δίπλα μας ακριβώς, στη μικρή προβλήτα για τις βενζίνες, φόρτωνε και το φέριμποτ για τις Β. Σποράδες και γινόταν τόση φασαρία, που ακόμη και αν είχες γλιτώσει την ημικρανία από τη ζέστη, με αυτό το νταβατούρι δεν την απέφευγες με τίποτα. Έτυχε εκείνες τις μέρες να γίνεται η πρόσδεση των καραβιών σε τούτο το σημείο, επειδή κατασκευαζόταν στον δικό τους χώρο μια ειδική ράμπα, ώστε να ακουμπά καλύτερα ο καταπέλτης της πρύμης. Κι έτσι γινόταν εκεί μπροστά μας… χαμός. Αυτοκίνητα μανουβράρανε, μαρσάριζαν, επιβάτες φώναζαν, οι ναύτες του βαποριού έδιναν οδηγίες με τηλεβόες στους οδηγούς κατά τη φόρτωση των οχημάτων, κάπου-κάπου ακούγοντας βρισιές, συν τη φασαρία δίπλα στον δρόμο και χώρια το συννεφόκαμα. Η δική μας αναχώρηση αργούσε αρκετά και μόνη ελπίδα μας ήταν εκείνη του βαποριού, που κόντευε αρκετά, καθώς ένα τελευταίο φορτηγό με μπίρες ετοιμαζόταν να μπει και αυτό, να κλείσει ο καταπέλτης και να λύσουν οι κάβοι.

-Επιτέλους, μπαίνει και ο τελευταίος, είπα στον καπτά-Κοσμά, να φύγει το βάσανο από το κεφάλι μας.

-Ναι, αποκρίθηκε βαρύθυμα, να μπαρκάρουνε και οι μπίρες.

-Είδες, ξανάπα, είναι αυτή η καινούργια, FIX κόκκινη σφραγίδα που προορίζεται για την Κοινή Αγορά (σ.σ. δηλαδή τη σημερινή Ευρωπαϊκή Ένωση).

-Ας πάει προς το παρόν για τη Σκιάθο και για τα παραπέρα βλέπουμε, έκανε βαριεστημένα ο καπετάνιος, απορώντας πού έβρισκα την όρεξη για τέτοιες παρατηρήσεις.

Το φορτηγό, άγνωστο γιατί, δεν προσπάθησε να εισέλθει στο καράβι με την όπισθεν, αλλά επιχείρησε να ανεβεί με τη μούρη, πιθανόν για λόγους αποφυγής της καθυστέρησης, μια και είχε παρέλθει, με την τόση κίνηση, η ώρα του δρομολογίου. Σαλτάρισαν οι μπροστινές ρόδες στον καταπέλτη, το όχημα πήρε σημαντική κλίση, γιατί το μουράγιο βρισκόταν αρκετά χαμηλότερα και καθώς μαρσάριζε για να ολοκληρωθεί η είσοδός του, έγινε το κακό. Το φορτίο, λόγω της κλίσης και ίσως της κακής φόρτωσης, μετατοπίστηκε προς τα πίσω και οι ντάνες των κιβωτίων έσπασαν την πόρτα της καρότσας μαζί με τους μουσαμάδες και τα σχοινιά που τα συγκρατούσαν. Άρχισαν ασταμάτητα, με εκκωφαντικό κρότο, να πέφτουν στην άσφαλτο της παραλίας, δημιουργώντας έναν απερίγραπτο πανζουρλισμό. Τα μπουκάλια σπάζανε και το περιεχόμενο εκτοξευόταν με πίεση, πιτσιλώντας εκείνους που έτυχε να βρίσκονται πλησιέστερα. Την πρώτη σύντομη σαστισμάρα ακολούθησαν φωνές, χειρονομίες, βρισιές και μια κατακόρυφη αύξηση της άσχημης κατάστασης που ήδη επικρατούσε. Μάλιστα ένας μικρός κόπηκε λίγο από κάποιο θραύσμα μπουκαλιού, ενώ ταυτόχρονα περιλούστηκε και με μπίρα που εκτοξεύτηκε από τα σπασμένα μπουκάλια και τρομοκρατημένος άρχισε να ουρλιάζει.

-Μανούλα μου γέμισα όλος αίματα!

Η πτώση των κιβωτίων κάποια στιγμή σταμάτησε, από τον σωρό που σχηματίστηκε, πίσω από το αυτοκίνητο, αλλά το πρόβλημα παρέμεινε εξίσου σοβαρό. Το φορτηγό δεν μπορούσε ούτε να κάνει πίσω, ούτε να συνεχίσει την… επιβίβασή του, γιατί η ακούσια εκφόρτωση θα συνεχιζόταν με συνέπεια την ολοκληρωτική καταστροφή του φορτίου. Και το χειρότερο, είχε «παγιδεύσει» το καράβι, αφού το μισό βρισκόταν πάνω στον καταπέλτη και το υπόλοιπο στο μουράγιο. Η μόνη λύση ήταν να κάνει όπισθεν για να μπορέσει το φέρι να σαλπάρει, μια και δε γινόταν να παραταθεί άλλο η καθυστέρηση. Ομως πώς θα γινόταν η απομάκρυνση του φορτηγού, έτσι που είχε μπλοκαριστεί από τα συντρίμμια;

Ολη η προβλήτα, όπου διπλάρωναν οι βενζίνες, είχε πλημμάρει κυριολεκτικά στην μπίρα και τα σπασμένα μπουκάλια, ώστε κάθε προσπάθεια για να πλησιάσει κανείς, με τα ελαφρά καλοκαιρινά υποδήματα, παρουσίαζε σοβαρό κίνδυνο για τραυματισμό. Παρ’ όλα αυτά οι πρώτοι ψύχραιμοι, κάποιοι ναύτες του καραβιού, άλλοι παρευρισκόμενοι και μεις από τις βενζίνες, είπαμε να ξεκινήσουμε το δύσκολο έργο του απεγκλωβισμού του αυτοκινήτου. Ο οδηγός μες την απελπισία του οδυρόταν για το ξαφνικό κακό, λέγοντας μέσα στη σαστισμάρα του διάφορα περίεργα. Τα έβαλε μάλιστα με τους υπεύθυνους του καραβιού ότι το… είχαν τοποθετήσει ψηλότερα και το όχημα πήρε κλίση που οδήγησε στην καταστροφή. Ας είναι. Τον συνεφέραμε γρήγορα και πιάσαμε όλοι μαζί να διορθώσουμε την κατάσταση, παρ’ ότι το ανεύθυνο πλήθος τριγύρω έκανε ως συνήθως την κριτική του.

-Επρεπε να μπει στα σίγουρα με την όπισθεν, έλεγε ένας.

-Δεν θα γινόταν ζημιά, αν ήταν σωστά φορτωμένο δίχως μπόσικα, επισήμαινε άλλος.

-Η πόρτα της καρότσας ήταν σάπια και δεν άντεξε, συμπέρανε τρίτος.

Και πάει λέγοντας.

Πρώτοι οι ναύτες του καραβιού, μαζί με τον οδηγό και τον βοηθό του, άρχισαν να παραμερίζουν τον σωρό από τα πεσμένα κασάκια και τα σπασμένα μπουκάλια, συνεπικουρούμενοι και από κάποιους άλλους «ρεαλιστές», που αντί να κάνουν ανεύθυνη κριτική, προθυμοποιήθηκαν να δώσουν ένα χέρι βοήθειας. Μαζί με αυτούς πήγαμε ο Κοσμάς κι εγώ. Αφού ξεχωρίστηκε, όσο αυτό ήταν μπορετό, το κατεστραμμένο από το σώο φορτίο, φτιάξαμε με κόπο ένα πρόχειρο φράξιμο στην καρότσα, με σχοινιά και κάτι παλιά κομμάτια κόντρα πλακέ που υπήρχαν ξεχασμένα στο μουράγιο, ώστε να συγκρατηθούν τα κιβώτια που βρίσκονταν ακόμη στο φορτηγό. Κατόπιν αρχίσαμε να ξεκαθαρίζουμε τον χώρο από τα συντρίμμια, για να γίνει δυνατή η κάθοδος του αυτοκινήτου και να μπορέσει το πλοίο να σαλπάρει. Μάλιστα μαζέψαμε γύρω στα δέκα κιβώτια, με φιάλες που είχαν διασωθεί και τα συγκεντρώσαμε στο μικρό υπόστεγο που χρησίμευε ως αφετηρία και χώρος αναμονής για τους επιβάτες στις βενζίνες. Τα θρύψαλα τα περιορίσαμε σε δυο μεγάλους σωρούς με σβάρνες και τσουγκράνες, τοποθετώντας γύρω-γύρω τελάρα για προφύλαξη. Λεύτερο πια το φορτηγό έκανε όπισθεν και το καράβι έλυσε κάβους.

-Αντε, ώρα να φεύγουμε και μεις φώναξε ο Κοσμάς, μόλις το πλοίο απομακρύνθηκε. Στο μεταξύ δώσαμε λίγο νερό στον άτυχο οδηγό και τον βοηθό του και τους φιλοξενήσαμε για λίγο στη δροσιά της βενζίνας.

Καθώς έτρεξα να λύσω τους κάβους μας, αντιλήφθηκα στο χέρι μου αίματα. Υπήρχε ένα μικρό βαθύ κόψιμο, ανάμεσα στα δάχτυλα και με την ένταση δεν το είχα καταλάβει. Το έδεσα πρόχειρα και μόλις σαλπάραμε έτρεξα στο φαρμακείο του καϊκιού για την απαραίτητη επίδεση. Είχαμε βγει από το λιμάνι όταν ανέβηκα στη γέφυρα με το χέρι δεμένο.

-Εμ, μου ήθελες φιλανθρωπίες, είπε δήθεν αδιάφορα ο καπετάνιος, να τι έπαθες.

-Με δουλεύεις, αφού μαζί δεν τρέξαμε να βοηθήσουμε, αποκρίθηκα, γνωρίζοντας ότι έκανε τα γνωστά του περίεργα.

-Ξένα νιτερέσα, τι μας κόβει, ούτε ένα ευχαριστώ δεν μας είπαν.

-Τι ζητείς τώρα, ο οδηγός τα ‘χε χαμένα. Άντε να βρει άκρη τώρα για τη ζημιά.

-Και από βλακεία του την πάτησε, είπε συμπερασματικά ο καπετάνιος, έπρεπε να μπει στα σίγουρα με την όπισθεν.

Η κουβέντα για το πρωτοφανές επεισόδιο στο μουράγιο σταμάτησε εδώ, γιατί υπήρξαν άλλα μικροπροβλήματα και αφοσιωθήκαμε στο κουμαντάρισμα του σκαριού. Η μπουκαδούρα είχε δυναμώσει και τα κύματα μας στραβοτιμόνιαζαν απ’ την πορεία μας.

Στην αφετηρία για τις Αλυκές σε κάποιες πιο ξένοιαστες στιγμές

Αλλη μια άποψη του χώρου, όπου έδεναν οι βενζίνες

Στην αφετηρία για τις Αλυκές σε κάποιες πιο ξένοιαστες στιγμές

#Tags

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου