Το ναυάγιο του α/π Ιωνία

το-ναυάγιο-του-α-π-ιωνία-103123

ΤΟΝ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟ ΤΟΥ 1944 ΣΤΗ ΣΚΙΑΘΟ (ΜΕΡΟΣ Α’)

Απροσδόκητη και αντιφατική διαγράφεται κάποιες φορές η μοίρα των πλοίων κατά την πραγματικά πολυκύμαντη πορεία της ενάλιας δράσης τους, όπως άλλωστε συμβαίνει, λιγότερο ή περισσότερο συχνά, και στον ανθρώπινο βίο να παρουσιάζονται απρόσμενες, αρνητικές εξελίξεις σε ανύποπτες στιγμές, ενώ έχουν προηγηθεί επώδυνες περίοδοι δυσκολιών, που ξεπεράστηκαν πιο εύκολα. Συμβαίνει ενίοτε και στα καράβια, που νωρίτερα έχουν αντιπαρέλθει κατ’ επανάληψη, με επιτυχία, κακοκαιρίες και άλλες φοβερά αντίξοες καταστάσεις στους πλόες τους, να προκύψει, εκεί που κανένας δεν το περιμένει, ένα ατυχές περιστατικό με δυσάρεστα ή και οδυνηρά ακόμη επακόλουθα.

***

Μια τέτοια χαρακτηριστική περίπτωση ναυαγίου αποτελεί και η προσάραξη του α/π Ιωνία, στα νερά της Σκιάθου, τον Δεκέμβριο του 1944, λίγο καιρό μετά την απελευθέρωση κι ενώ είχε επιβιώσει του πολέμου, κάτι που ελάχιστα επιβατηγά πλοία της ελληνικής ακτοπλοΐας το κατόρθωσαν. Ξεπέρασε αλώβητο τα δύσκολα χρόνια της παγκόσμιας σύρραξης, αλλά έμελλε να έχει ένα απρόσμενο και άδοξο τέλος, σε μια ανύποπτη στιγμή, στη διάρκεια ενός συνηθισμένου δρομολογίου, έστω και με αντίξοες, αλλά αντιμετωπίσιμες καιρικές συνθήκες.

***

Το α/π Ιωνία υπήρξε ένα από τα μεγαλύτερα και νεότερα πλοία της ελληνικής ακτοπλοΐας, από τα μέσα περίπου της δεκαετίας του ’30, όταν αποκτήθηκαν καινούργια σκαριά, στο πλαίσιο της ανανέωσης και αναβάθμισης του στόλου των εταιρειών, ώστε να καλύπτονται οι αυξανόμενες δρομολογιακές απαιτήσεις, με παράλληλη απόσυρση των υπαρχόντων, ήδη γερασμένων, πλοίων που αδυνατούσαν να ανταποκρίνονται στη νέα πραγματικότητα. Ναυπηγημένο στη Γλασκώβη το 1923, αγοράστηκε από την Ακτοπλοΐα της Ελλάδος (ΑΚΤΕΛ) το 1934 και ακολούθως εντάχθηκε στη δύναμη της νέας εταιρείας, Ελληνικαί Μεσογειακαί Γραμμαί (ΕΛΜΕΣ), εξυπηρετώντας δρομολόγια της Μεσογείου. Στη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου συμμετείχε ως επίτακτο, όπως άλλωστε και το σύνολο των πλοίων της ακτοπλοΐας, για τη μεταφορά στρατιωτών, τραυματιών και υλικού. Τον Απρίλιο του 1941 διέφυγε, μαζί με το α/π Κορινθία της ίδιας εταιρείας, στην Αίγυπτο, ακολουθώντας τα πολεμικά πλοία στην Αλεξάνδρεια, όπου χρησιμοποιήθηκε, σε όλη τη διάρκεια του πολέμου ως βάση διάφορων υπηρεσιών του Πολεμικού Ναυτικού. Επιστρέφοντας στην Ελλάδα, μετά την απελευθέρωση, τον Οκτώβριο του 1944, με τον επαναπατρισμό του στόλου, διατέθηκε άμεσα για την εξυπηρέτηση των ακτοπλοϊκών συγκοινωνιών. Ηταν άλλωστε, μαζί με το Κορινθία, τα μόνα διασωθέντα και άμεσα διαθέσιμα επιβατηγά πλοία(1), για αυτόν τον σκοπό. Οι θαλάσσιες συγκοινωνίες και μεταφορές αποτελούσαν εκείνη την εποχή τη μοναδική επιλογή, έστω και υπό τον φόβο των ναρκών του πολέμου, αφού το οδικό και σιδηροδρομικό δίκτυο ήταν σχεδόν στο σύνολό του κατεστραμμένο και απαιτούνταν αρκετός χρόνος για τη στοιχειωδώς επαρκή αποκατάστασή του(2).

***

Το γεγονός της προσάραξης στη νησίδα Ρέπι, έξω από το λιμάνι της Σκιάθου, τη νύχτα 14 προς 15 Δεκεμβρίου του 1944, κατά την επιστροφή του πλοίου από τη Θεσσαλονίκη στον Πειραιά, παραμένει μάλλον άγνωστο στις λεπτομέρειές του, μια και οι πληροφορίες στις διαθέσιμες πηγές παρουσιάζονται εξαιρετικά ελλιπείς. Το συμβάν καταγράφεται στο δίτομο έργο «Τα ναυάγια στις ελληνικές θάλασσες» του υποναυάρχου Λιμενικού Χρήστου Ντούνη, (εκδόσεις Finatec, 2000), συνοπτικά. Παρατίθενται τα στοιχεία του καραβιού, η δράση του στον πόλεμο και η κατοπινή ένταξή του στις ακτοπλοϊκές συγκοινωνίες. Το γεγονός του ναυαγίου όμως δίνεται σε δύο – τρεις, μόνον, αράδες. Παραθέτουμε ολόκληρο το λήμμα: «Επιβατηγό ατμόπλοιο Ιωνία, (πρώην BERNICIA), νηολογίου Πειραιώς 802, με ΔΔΣ: S2HZ, ολικ. χωρητ. 1978 κόρων και καθ. 823 κόρων, ναυπηγήσεως του 1923 στα ναυπηγεία Hawthorn Leslie and Co. LTD του Glasgow. Είχε μήκος 282 πόδες και εκινείτο με τρικύλινδρη παλινδρομική μηχανή με ιπποδύναμη 547 NHP. Το Ιωνία αγοράστηκε το 1934 από την Ακτοπλοΐα της Ελλάδος Α.Ε. αντί του ποσού 30.000 λιρών Αγγλίας και στη συνέχεια περιήλθε στις Ελληνικές Μεσογειακές Γραμμές (ΕΛΜΕΣ). Το Ιωνία είχε παράσχει πολύτιμες υπηρεσίες κατά τη διάρκεια του Ελληνοϊταλικού Πολέμου εκτελώντας μεταφορές στρατιωτών από Κρήτη προς Αστακό και Πρέβεζα, αλλά και μεταφορά τραυματιών. Στη συνέχεια πραγματοποίησε ταξίδια από την Αλεξάνδρεια για τη μεταφορά Αγγλων, αλλά και Αυστραλών στρατιωτών. Το πλοίο το 1941 ακολούθησε τον Ελληνικό Στόλο στην Αίγυπτο και κατά τη διάρκεια του πολέμου χρησιμοποιήθηκε μαζί με το Κορινθία ως έδρα των Υπηρεσιών του Πολεμικού Ναυτικού στην Αλεξάνδρεια. Μετά την επιστροφή του στον Πειραιά το 1944 διατέθηκε για την εξυπηρέτηση των ακτοπλοϊκών συγκοινωνιών. Τη 14η Δεκεμβρίου 1944 κατά το δρομολόγιο Θεσσαλονίκης – Πειραιά, με πλοίαρχο τον Παναγιώτη Ανδρικίδη, προσάραξε και βυθίστηκε στη νησίδα Αρκάκι(3), έξω από τον λιμένα της Σκιάθου. Από τους 90 επιβάτες απωλέστηκαν οι 3» (τόμος Α’ σελ. 280-281).

Οπως βλέπουμε, το σοβαρό ναυάγιο αποτυπώνεται εντελώς επιγραμματικά. Επίσης παρατίθεται στη σελ. 281 φωτογραφία του α/π Ιωνία.

***

Το χρονικό σημείο, που σημειώθηκε το ναυάγιο, εντάσσεται σε μία από τις πιο οδυνηρές περιόδους της μεταπελευθερωτικής Ελλάδας, τα Δεκεμβριανά. Ηδη είχαν γενικευτεί οι επιχειρήσεις στην πρωτεύουσα και αποτέλεσαν θλιβερό προοίμιο για το τι επρόκειτο να επακολουθήσει. Εύλογα λοιπόν, άλλα γεγονότα, έστω και σοβαρά, περνούσαν σε δεύτερη μοίρα στις λιγοστές εφημερίδες της εποχής ή σε όποιο άλλο ενημερωτικό μέσο υπήρχε διαθέσιμο. Σε τούτα ας συνυπολογίσουμε και την περιορισμένη δημοσιοποίηση πληροφοριών λόγω της τεταμένης, οιονεί πολεμικής, κατάστασης, που επικρατούσε.

Στον Βόλο, τότε, κυκλοφορούσε μόνον μια εφημερίδα(4), η Αναγέννηση, δημοσιογραφικό όργανο του τοπικού ΕΑΜ, καλύπτοντας την τοπική και στο μέτρο του δυνατού την εθνική και διεθνή ειδησιογραφία. Η παρουσίαση και η αποτίμηση των διαφόρων γεγονότων και καταστάσεων, στην ιδεολογία που το έντυπο εξέφραζε, ίσως να αποδίδονταν μονόπλευρα, αλλά οπωσδήποτε κάποιες φορές αποκαλυπτικά, κάτι που ίσως να μην έκαναν οι λεγόμενες «αστικές» εφημερίδες, για ευνόητους λόγους. Από τις σελίδες λοιπόν τις εαμικής Αναγέννησης, που αποτελούσε πολύτιμη, μοναδική πηγή πληροφοριών εκείνη την εποχή, στον Βόλο και την ευρύτερη περιοχή του, αποκτούμε τη σχετική ενημέρωση, με τη «φυσιολογική» καθυστέρηση αρκετών ημερών αφότου σημειώθηκε το συμβάν. Το πρώτο δημοσίευμα για την τύχη του α/π Ιωνία με τίτλο «Σοβαρά ναυάγια πλοίων κοντά στη Σκιάθο» υπάρχει στο φύλλο της 27ης Δεκεμβρίου 1944, δώδεκα μέρες μετά την προσάραξη και αναφέρονται τα εξής:

«Κοντά στη Σκιάθο έγινε πριν λίγες μέρες σοβαρό ναυάγιο. Το ελληνικό ατμόπλοιο Ιωνία, χωρητικότητας 2.000 τόνων εξόκειλε στο Φανάρι της Σκιάθου, σε ένα μικρό νησί που βρίσκεται μεταξύ Σκιάθου και Γλώσσας. Σχετικά με το ναυάγιο μαθεύτηκαν οι εξής πληροφορίες από επιβάτες που ήρθαν από τη Σκιάθο: Το πλοίο Ιωνία, ενώ κατευθυνόταν στη Θεσσαλονίκη, με δέματα ρουχισμού, είδη υπόδησης και φάρμακα του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού για τον πληθυσμό της Μακεδονίας, πήρε διαταγή από τους Εγγλέζους να επιστρέψει στο λιμάνι της φορτώσεώς του. Στο διάστημα όμως της επιστροφής του πλοίου επεκράτησε σοβαρή θαλασσοταραχή και το πλοίο εξόκειλε στο μέρος, που αναφέραμε παραπάνω. Περισσότερες λεπτομέρειες για το ναυάγιο δεν εξακριβώθηκαν, γιατί το πλοίο βρέθηκε εγκαταλελειμμένο, χωρίς να παρουσιασθεί κανένας από το πλήρωμά του. Εάν υπάρχουν θύματα και ποιος είναι ο αριθμός τους δεν γνώσθηκε ακόμα. Υπολογίζεται ότι το πλήρωμα ολόκληρο ή ένα μέρος από αυτό σώθηκε από αγγλικά πολεμικά. Εκτός από το ναυάγιο της Ιωνίας, γνώσθηκε ότι έγινε και άλλο ναυάγιο εμπορικού πλοίου, που ρυμουλκήθηκε από αγγλικό πλοίο».

Ετούτες οι πρώτες και με καθυστέρηση πληροφορίες οφείλονται, όπως βλέπουμε σε μαρτυρίες ναυαγών, που προωθήθηκαν στον Βόλο. Το πλήρωμα, που επίσης είχε εγκαταλείψει το προσαραγμένο και μισοβυθισμένο σκαρί, προφανώς είχε οδηγηθεί για καταθέσεις, προκειμένου να υπάρξει φως στις αιτίες του σοβαρού ναυαγίου, αλλά βέβαια, λόγω της επικρατούσας κατάστασης, οι ανακρίσεις ήταν μάλλον μυστικές, χωρίς να διαρρεύσει κάποιο στοιχείο. Στο παραπάνω δημοσίευμα πληροφορούμαστε ακόμη τα είδη του φορτίου, που μετέφερε το α/π Ιωνία, όπως και τις κακές καιρικές συνθήκες, που ανάγκασαν τον καπετάνιο να αναζητήσει καταφύγιο στη Σκιάθο, όπου προφανώς από κάποιο λάθος προήλθε η προσάραξη στη νησίδα Ρέπι, έξω από το λιμάνι του νησιού. Ομως οι λόγοι της αναγκαστικής επιστροφής στον Πειραιά παρέμεναν, προς το παρόν, ασαφείς.

***

Λίγες μέρες αργότερα και συγκεκριμένα στο φύλλο της 31ης Δεκεμβρίου στην εφ. Αναγέννηση, συναντούμε το δημοσίευμα: «Το ναυάγιο της Ιωνίας – Νεώτερες λεπτομέρειες», στο οποίο δίνονται επιπλέον στοιχεία για το συμβάν:

«Σχετικά με το ελληνικό ατμόπλοιο Ιωνία, που ναυάγησε κοντά στη Σκιάθο, εγνώσθησαν οι εξής λεπτομέρειες: Το Ιωνία μετέφερε φορτίο ειδών ρουχισμού και υπόδησης του Ερυθρού Σταυρού και υγειονομικό υλικό του Ελληνικού Υπουργείου Υγιεινής για την Καβάλα. Φθάνοντας όμως το πλοίο στη Καβάλα, διατάχθηκε από τους Αγγλους να μην αγκυροβολήσει στο λιμάνι, με τη δικαιολογία ότι υπήρχε κίνδυνος να πέσει το φορτίο στα χέρια των αρχών του ΕΑΜ. Από την Καβάλα το Ιωνία κατευθύνθηκε στη Θεσσαλονίκη και εκεί όμως ο Αγγλος διοικητής σε συνεννόηση με έναν παράγοντα της 4ης Αυγούστου, τον Λαμπριανίδη, έδωσαν διαταγή στον πλοίαρχο να επιστρέψει στο λιμάνι φορτώσεώς του. Κατόπιν είναι γνωστό ότι το Ιωνία επιστρέφοντας εναυάγησε στο Φανάρι της Σκιάθου».

Αν και γίνεται γνωστή η αιτία της μη προσέγγισης στο λιμάνι της Καβάλας, δεν διευκρινίζεται επακριβώς γιατί υπήρξε η ίδια αντιμετώπιση και για τον κατάπλου στη Θεσσαλονίκη. Υποθέτουμε πως ίσως υπήρχαν και πάλι φόβοι για τη διαρπαγή του φορτίου(5). Εμμεσα το ατύχημα αποδίδεται στην παραπάνω διαταγή, δηλαδή τον άμεσο απόπλου από τη Θεσσαλονίκη, ενώ ήδη υπήρχαν κακές καιρικές συνθήκες, που καθιστούσαν επισφαλές το ταξίδι της επιστροφής. Ακόμη, σύμφωνα με την εφημερίδα, καταγγέλλεται η συνεργασία αγγλικών δυνάμεων με ντόπιους «παράγοντες», που διέθεταν επιλήψιμο παρελθόν, αλλά είχαν ακόμη λόγο στη λήψη σοβαρών αποφάσεων.

Αλλες πληροφορίες, τις επόμενες μέρες, αρχές του 1945, δεν συναντούμε στην εφ. Αναγέννηση σχετικά με το ναυάγιο. Μια διερεύνηση στις εφημερίδες των Αθηνών, εκείνης της περιόδου, πιθανόν να έφερνε στο φως και κάποια ακόμη στοιχεία, όπως και προφορικές μαρτυρίες επιβαινόντων ή Σκιαθιτών, που βίωσαν το γεγονός. Ισως να υπάρχουν και νεότερα δημοσιεύματα, που να αναφέρονται σε αυτό και να παρέχουν περισσότερες λεπτομέρειες για ένα τόσο σοβαρό ναυάγιο.

***

Το προσαραγμένο πλοίο παρέμεινε για κάμποσα χρόνια στη νησίδα Ρέπι έως ότου πραγματοποιηθεί η διάλυσή του από τον Οργανισμό Ανελκύσεως Ναυαγίων (ΟΑΝ), που είχε συσταθεί μεταπολεμικά. Προφανώς η ανέλκυση – διάσωσή του δεν ήταν εφικτή ή έστω συμφέρουσα, για αυτό και δεν αποτολμήθηκε άμεσα μια τέτοια προσπάθεια, συνυπολογίζοντας βέβαια και τη γενικότερη κατάσταση που επικρατούσε. Μάλλον είχε υποστεί σοβαρές ζημιές, μη επισκευάσιμες, που με την πάροδο του χρόνου οδήγησαν στη πλήρη καταστροφή του α/π Ιωνία. Οι Κώστας Θωκταρίδης και Αρης Μπιλάλης στην εμπεριστατωμένη έρευνά τους: «Ανελκύοντας την ιστορία. Η εποποιία της ανέλκυσης ναυαγίων στη μεταπολεμική Ελλάδα» (εκδ. Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη, 2017) αναφέρουν: «Το ναυάγιο εκποιήθηκε από τον ΟΑΝ στον εργολάβο Αρ. Σταυρίδη με σκοπό να ανελκυστεί ώς τον 5/49, κάτι που δεν στάθηκε εφικτό. Το 1952 η ιταλική Tripcovich αποπειράθηκε την ανέλκυση χωρίς επιτυχία. Τον 8/50 αδειοδοτήθηκε η γιουγκοσλαβική εταιρεία Brodospas για να το ανελκύσει και το 1955 εργάστηκε στη διάλυσή του, η οικογένεια Λιαμή» (σελ. 243).

Από τις ανεπιτυχείς αναλήψεις της ναυαγιαίρεσης μάλλον καταδείχνεται η δυσκολία της. Και οι τρεις εταιρίες ανέλκυσης ναυαγίων που αναφέρονται απέτυχαν, γιατί στην εφ. ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ στις 28/8/1953 γίνεται λόγος για νέα εταιρεία, που αδειοδοτήθηκε από το ελληνικό κράτος για την απόσυρση του ναυαγίου: «Κατόπιν αδείας του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας το γιουγκοσλαβικόν πλωτόν συνεργείον Σκούζα ανέλαβε την ανέλκυσιν του παρά την Σκιάθον ναυαγίου του ατμοπλοίου Ιωνία». Οι εργασίες διάλυσης του ναυαγίου θα πρέπει να κράτησαν τουλάχιστον δύο χρόνια, σύμφωνα με την επισήμανση των Θωκταρίδη – Μπιλάλη για τη συμμετοχή σε αυτές το 1955 των δυτών αδελφών Λιαμή (οπ.π. σελ. 183 και 243).

Συνοψίζοντας διαπιστώνεται πως πρόκειται για ένα σοβαρό, απροσδόκητο και μη πλήρως διερευνημένο ναυάγιο, στη δίνη μιας ταραγμένης περιόδου για τη χώρα μας γι’ αυτό, πιθανότατα, και οι ελλιπείς πληροφορίες. Είναι πράγματι ολοφάνερη η τραγική αντινομία: Ενα πλοίο που επιβίωσε του πολέμου να έχει μια τέτοια άδοξη κατάληξη και να χαθεί σε μία, οπωσδήποτε δυνατή, αλλά συνηθισμένη κακοκαιρία στο Αιγαίο.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

  • Από το σύνολο των πλοίων της προπολεμικής ακτοπλοΐας διασώθηκαν μόνον 5 από τα οποία τα 3 (Κορυτσά, Ναυσικά, Ελένη) λόγω ζημιών ή άλλων εμποδίων δεν ήταν δυνατόν να διατεθούν άμεσα για την κάλυψη δρομολογίων.
  • Για την κάλυψη των θαλάσσιων συγκοινωνιών και μεταφορών χρησιμοποιήθηκε ό,τι πλωτό μέσο υπήρξε διαθέσιμο τους πρώτους μήνες μετά την απελευθέρωση (καΐκια, πλοία του Πολεμικού Ναυτικού κ.ά.) που βέβαια δεν μπορούσαν να ανταποκριθούν στο σύνολο των αναγκών.
  • Πρόκειται για τη νησίδα Ρέπι ή Τρυπητή, που έχει και φάρο. Είναι η πιο ανατολική από αυτές που βρίσκονται έξω από το λιμάνι της Σκιάθου. Αναφέρεται και ως Αρκάκι προφανώς από τη διπλανή, μεγαλύτερη νησίδα Αρκος. Αναφέρεται επίσης και ως Φανάρι στην εφ. Αναγέννηση, από τον φάρο που υπάρχει εκεί από το 1914. Την περίοδο του ναυαγίου βέβαια δεν πρέπει να λειτουργούσε, καθώς το ελληνικό φαρικό δίκτυο είχε υποστεί σχεδόν ολοκληρωτική καταστροφή στη διάρκεια του πολέμου.
  • Η εφημερίδα Η Θεσσαλία επανεκδόθηκε στις 13/2/1945 και ο ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ στις αρχές του Μαρτίου.
  • Στη μαρτυρία για το ναυάγιο, που θα παραθέσουμε στο επόμενο άρθρο μας, μαθαίνουμε και τη αιτία προσέγγισης στη Θεσσαλονίκη.

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ…

ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΚΑΡΤΑΠΑΝΗΣ

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου