Η τραγωδία στη λίμνη του Μέγδοβα (Πλαστήρα) τον Δεκέμβριο του 1959 (Μέρος β’)

η-τραγωδία-στη-λίμνη-του-μέγδοβα-πλαστ-252874

Οι ανακρίσεις για το πολύνεκρο λιμναίο ναυάγιο συνεχίζονταν, δίχως να διαφωτίζονται τα σημεία της τραγωδίας, ελλείψει αυτοπτών μαρτύρων, διότι κανένας δεν είδε αυτό καθαυτό το συμβάν. Η εμπλοκή τοπικών πολιτικών ή άλλων ισχυρών παραγόντων στη μη εφαρμογή της απαγόρευσης πλόων, αν και πασιφανής, δεν ομολογήθηκε σε καμιά πτυχή των ανακρίσεων. Οι ανεξέλεγκτοι μεταφορείς, με πλήρη απουσία σωστικών μέσων στα σκάφη τους και άγνοια κάθε κανόνα ασφαλούς ναυσιπλοΐας, δεν ήταν άμοιροι ευθυνών, αλλά οπωσδήποτε το κακό οφειλόταν και σε άλλους παράγοντες. Η δικαιοσύνη θα έπραττε το καθήκον της, όμως υπήρχαν δύο σοβαρά ζητήματα, που έπρεπε να διευθετηθούν άμεσα. Η ανεύρεση των σορών των θυμάτων, με τη συνακόλουθη ταφή τους και η δρομολόγηση αξιόπλοου σκάφους για την εξυπηρέτηση της αποκλεισμένης περιοχής. Στην πρώτη προσπάθεια, τα τμήματα του στρατού, που έψαξαν αρχικά, δεν έφεραν κανένα αποτέλεσμα, για αυτό και κλήθηκε συνεργείο δυτών του Πολεμικού Ναυτικού με κατάλληλο εξοπλισμό, που συνέχισε την αναζήτηση. Αλλά και για την εξεύρεση κατάλληλου πλωτού μέσου έγιναν άμεσες ενέργειες, όπως θα δούμε πιο κάτω. Ο βουλευτής Καρδίτσας κ. Αλαμανής, με δηλώσεις του έθεσε προ των ευθυνών της και τη ΔΕΗ, που δεν φρόντισε έγκαιρα την ολοκλήρωση του παραλίμνιου δρόμου, ούτε ευαισθητοποιήθηκε να βρει, για την εξυπηρέτηση των κατοίκων της περιοχής, αξιόπλοο και ελεγμένο πλεούμενο, με έμπειρο πλήρωμα. Επακόλουθο αυτής της συμπεριφοράς υπήρξε η εμφάνιση των ιδιωτών, που ανέλαβαν, δίχως άδεια και έλεγχο, την ακτοπλοϊκή σύνδεση στη λίμνης και έτσι σημειώθηκε το μεγάλο κακό. Οι ίδιες πάνω-κάτω απόψεις δημοσιεύονται σε σχόλιο της εφ. Ελευθερία, επισημαίνοντας πως η αποποίηση ευθυνών από μέρους της ΔΕΗ, με την ανακοίνωση μόνον της απαγόρευσης πλόων, δεν την απαλλάσσει από αυτές που της αναλογούν και δεν είναι λίγες. Ομοίως ευθύνονται και οι νεόκοποι μεταφορείς, που διέθεταν ισχυρή «κάλυψη», αποσκοπώντας και στο άμεσο κέρδος. Κάτω από τις διαμορφωθείσες συνθήκες η παρουσία τους υπήρξε αναπόφευκτη. Προφυλακιστέος κρίθηκε ο ένας αδερφός, και συνιδιοκτήτης, του κυβερνήτη της μοιραίας λέμβου Χαρ. Μητσογιάννης, ενώ ο άλλος παρέμενε «προσωρινώς απολυτέος». Οπως συμβαίνει πάντοτε, την πληρώνουν, σε αδίκημα, οι ασθενέστεροι εμπλεκόμενοι…

Βέβαια η έρευνα είχε ακόμα δρόμο, μέσω της δικαστικής οδού. Υπήρχαν πολλές παράμετροι, που έπρεπε να αποκαλυφθούν.

***

Η αδυναμία ανεύρεσης των νεκρών από τους έμπειρους βατραχανθρώπους του Πολεμικού Ναυτικού, απότοκη των ψυχρών, θολών νερών, της βλάστησης και της παχιάς λάσπης στον πυθμένα, επέτεινε την αγωνία των συγγενών. Οι θρήνοι στο μαυροφορεμένο Νεοχώρι δεν ήταν δυνατόν να σταματήσουν, καθώς το επίπονο και μακάβριο έργο της αναζήτησης συνεχιζόταν.

Η «βενζίνα» της λίμνης

Οι υπεύθυνοι της ΔΕΗ, μετά το τραγικό συμβάν, κινήθηκαν άμεσα για την εξεύρεση αξιόπλοου σκάφους, που θα εκτελούσε τη λιμναία συγκοινωνία με ασφάλεια. Κλιμάκιο κορυφαίων στελεχών της επιχείρησης με επικεφαλής τον κ. Παπαλεονάρδο, γενικό διευθυντή των έργων, έφθασε στο Βόλο στις 11/12 το βράδυ, αφού ήδη είχε ειδοποιηθεί και το Λιμεναρχείο, με σκοπό την επιλογή και ναύλωση πλωτού μέσου που να πληροί τις απαιτούμενες προδιαγραφές. Πληροφορημένοι οι άνθρωποι της ΔΕΗ για τις «βενζίνες», που εκτελούσαν δρομολόγια από τον Βόλο στις γύρω παραλίες, εστίασαν την προτίμησή τους σε ένα τέτοιο σκαρί, καθώς κάλυπτε απόλυτα τις δρομολογιακές ανάγκες στη λίμνη.

Ο έλεγχος του σκάφους με τη συνδρομή του Λιμεναρχείου και ειδικών εμπειρογνωμόνων θα ήταν εξονυχιστικός, ώστε να μην προκύψει το παραμικρό πρόβλημα, γιατί, όπως λέει κι ο σοφός λαός, όποιος καεί από τον χυλό, φυσά και το γιαούρτι. Οι βενζίνες του Βόλου βέβαια ήταν προσεγμένες και αξιόπλοες κι ετούτο το γνώριζαν οι ενδιαφερόμενοι, αφού αμέσως μετά το συμβάν αναζήτησαν σκάφος σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας.

Εδώ ας μου επιτραπεί, πέρα από τις ενδιαφέρουσες πληροφορίες, που παραθέτουν τα δημοσιεύματα του Τύπου, να καταθέσω τα γεγονότα από τις προσωπικές μαρτυρίες του πατέρα μου Παντελή Καρταπάνη, που συμμετείχε τότε στα γεγονότα. Οι υπεύθυνοι της ΔΕΗ επέλεξαν την πλέον ευμεγέθη βενζίνα, «Αδαμάντιος», μήκους 17 μέτρων και μόλις προ τριών ετών, ναυπηγημένη το 1956-57 στον Αγιο Κωνσταντίνο του Βόλου, από τον πατέρα μου και τον ναυπηγό Ιωάννη Μπατσή, με τη συνεργασία και άλλων έμπειρων καραβομαραγκών. Ηταν το μοναδικό ίσως συνεταιριστικό σκάφος από τις βενζίνες, αφού υπήρχαν συνολικά, με διάφορα ποσοστά, εννιά συμπλοιοκτήτες, ανάμεσά τους και οι κατασκευαστές. Η συμφωνία για την ενοικίαση υπήρξε άμεση και συμφέρουσα, με δίμηνες επαναλαμβανόμενες συμβάσεις, αντί του σεβαστού για την εποχή μηνιαίου τιμήματος των 22.500 δρχ. Θα έφερε τριμελές πλήρωμα, καπετάνιο, μηχανικό και ναύτη με εμπειρία, όπως και όλα τα απαιτούμενα ναυτιλιακά έγγραφα. Το πλεούμενο έπρεπε να μεταφερθεί άμεσα στη λίμνη κι ετούτο ήταν ένα εξαιρετικά δύσκολο έργο. Πρώτα εκτελέστηκε προσεκτικός έλεγχος των υφάλων και ο υφαλοχρωματισμός, για να μπορεί να καθελκυσθεί. Επιπρόσθετα αφαιρέθηκε το στέγαστρο, ώστε να μην αποτελεί εμπόδιο σε γέφυρες, καλώδια κλπ. κατά τη μεταφορά και μετά την επιθεώρηση του Λιμεναρχείου, ρίχτηκε στη θάλασσα. Η μεταφορά θα πραγματοποιούνταν με ειδική επιμήκη πλατφόρμα, μεταφοράς των αγωγών που θα τροφοδοτούσαν με τα νερά της λίμνης, το εργοστάσιο της ΔΕΗ. Ο Παντελής Καρταπάνης κατασκεύασε ειδική βάση που στερεώθηκε στην πλατφόρμα, για να τοποθετηθεί επάνω με ασφάλεια το σκάφος, το οποίο φορτώθηκε τελικά στις 16/12 το απόγευμα, από τον πλωτό γερανό του Λιμενικού Ταμείου Βόλου. Η μεταφορά οπωσδήποτε θεωρούνταν επίπονο έργο, αλλά πραγματοποιήθηκε δίχως απρόοπτα και την επόμενη προς το μεσημέρι ο «Αδαμάντιος» βρισκόταν στο Τσαρδάκι έτοιμος για καθέλκυση. Ακολουθήθηκε ειδική διαδρομή για την αποφυγή κωλυμάτων, ενώ προηγούνταν συνεργείο της ΔΕΗ έτοιμο να παρέμβει για διάνοιξη ή άλλη διαμόρφωση στο δρόμο, αν παρουσιαζόταν ανάγκη. Για να μην υπάρξουν δυσκολίες κατά την καθέλκυση είχε τοποθετηθεί στην πρύμη της βενζίνας μικρό βαρούλκο, μετά την αφαίρεση των υπερκατασκευών. Σπρώχτηκε η πλατφόρμα μέσα στη λίμνη όσο ήταν μπορετό, ενώ ήδη είχε ποντιστεί και βαριά άγκυρα συνδεδεμένη στο βίτζι. Μόλις το σκαρί άρχισε να μισοπλέει βιράρανε την άγκυρα και σχεδόν αμέσως γλίστρησε από τη βάση του κι έπλευσε ελεύθερο στα νερά της λίμνης. Η κοπιώδης προσπάθεια είχε ολοκληρωθεί με επιτυχία και η πρώτη «βενζίνα» του… γλυκού νερού ήταν γεγονός. Βέβαια δεν δρομολογήθηκε αμέσως, μια και έπρεπε να αποκατασταθεί το στέγαστρο και να εκτελεστούν ορισμένες ακόμη μετατροπές και διαρρυθμίσεις για τη μεταφορά κόσμου και εμπορευμάτων, αλλά και να γίνει η τελική επιθεώρηση από απεσταλμένους του Λιμεναρχείου Βόλου. Το καλό σκαρί ξεκίνησε την εκτέλεση των δρομολογίων στη λιμναία διαδρομή Τσαρδάκι-Νεοχώρι τις παραμονές των Χριστουγέννων, μάλλον στις 22ή 23 Δεκεμβρίου, εξυπηρετώντας τους ντόπιους πληθυσμούς για τις ανάγκες των εορτών.

***

Η επικινδυνότητα της πλεύσης στη λίμνη, κυρίως από τα κατακλυσμένα δέντρα παρέμενε σοβαρή και απαιτούνταν ιδιαίτερη προσοχή με καθορισμένες πορείες. Μόλις 20 ημέρες μετά τη δρομολόγησή του ο Αδαμάντιος καθώς έπλεε προς το φράγμα, προφανώς για κάποια μεταφορά υλικών στην εκτέλεση του έργου, προσέκρουσε σε κορμό δέντρου, ευτυχώς δίχως δυσάρεστες συνέπειες. Παρ’ ότι προκλήθηκε μικρό ρήγμα (ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 14/1/60) η ζημιά αντιμετωπίστηκε άμεσα και συνεχίστηκε η απρόσκοπτη εκτέλεση δρομολογίων. Επίσης αναφέρεται, κατά τα πρώτα δρομολόγια, ανώδυνη προσάραξη σε αβαθή λόγω ομίχλης.

Νέο ατυχές περιστατικό πρέπει να σημειώθηκε και στις αρχές Μαρτίου, γιατί στην εφημερίδα ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ (4/3/60) πληροφορούμαστε τη μετάβαση του λιμενάρχη Βόλου στον Μέγδοβα για την επιθεώρηση του σκάφους πάλι έπειτα από πρόσκρουση σε δέντρο. Ο Αδαμάντιος παρέμεινε ως μοναδικό μέσον εξυπηρέτησης στη λίμνη, για τέσσερα περίπου χρόνια, έως ότου ολοκληρωθεί ο περιφερειακός δρόμος. Στη συνέχεια αγοράσθηκε από ντόπιους για την εξυπηρέτηση των όποιων λιμναίων αναγκών και μεταφορών για κάποιο διάστημα, ώσπου δυστυχώς τελικά εγκαταλείφθηκε και σάπισε στα γλυκά νερά της λίμνης.

Η συνέχεια του δράματος

Μπορεί με τη «βενζίνα» Αδαμάντιος να λύθηκε το πρόβλημα επικοινωνίας των αποκλεισμένων χωριών, μολαταύτα το δράμα της 5ης Δεκεμβρίου παρέμενε κορυφωμένο, αφού δεν είχε ανευρεθεί ούτε μια σορός. Οι ομάδες του στρατού αρχικά και οι δύτες του Πολεμικού Ναυτικού στη συνέχεια, παρά τις επίπονες προσπάθειες που κατέβαλαν, δεν κατόρθωσαν να εντοπίσουν το παραμικρό μέσα στα θολά, παγωμένα νερά της λίμνης και τον λασπώδη πυθμένα. Αλλωστε δεν ήταν γνωστό και το ακριβές σημείο του ναυαγίου. Για τον σκοπό αυτό επιστρατεύτηκαν και Καλύμνιοι βουτηχτές, σφουγγαράδες, οι οποίοι με την εμπειρία τους θα βοηθούσαν τους δύτες του ναυτικού, προφανώς μισθωμένοι από τη ΔΕΗ. Αλλά και πάλι οι προσπάθειες απέβησαν άκαρπες. Οι συγγενείς των θυμάτων αναζητώντας λύση στο πρόβλημα, επισκέφθηκαν το Λιμεναρχείο Βόλου και ζήτησαν τη συνδρομή του, ώστε να έρθουν σε επαφή με σπογγαλιευτικό συγκρότημα από το Τρίκερι, προκειμένου να συνεχιστούν οι έρευνες που μάλλον στο μεταξύ είχαν διακοπεί, αναλαμβάνοντας στην ανάγκη οι ίδιοι τα έξοδα (ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 27/1/1960).

Νωρίτερα, πάνω στη βαθιά τους οδύνη, είχαν προαναγγείλει δυναμικές κινητοποιήσεις με μαύρα λάβαρα, προειδοποιώντας ακόμη πως θα άνοιγαν οι ίδιοι το φράγμα, ώστε να αδειάσει η λίμνη και να βρουν τους προσφιλείς τους νεκρούς. Κατά τα μέσα Φεβρουαρίου κατέφθασε νέο καταδυτικό, έμπειρο συγκρότημα του Πολεμικού Ναυτικού με ειδικό εξοπλισμό και ισχυρούς προβολείς. Και επιτέλους ετούτη τη φορά οι έρευνες ήταν επιτυχείς, αφού έπειτα από μια περίπου εβδομάδα επίπονων καταδύσεων, στις 22/2 βρέθηκαν, σε βάθος 20 μέτρων, 14 πτώματα. Την επομένη ανασύρθηκαν και άλλα πέντε, ώστε μόνο ένα παρέμενε ανεύρετο.

Η μεταφορά τους και η κηδεία τους συνοδεύτηκαν από νέους θρήνους, με σκηνές που δεν περιγράφονται, στο μαυροφορεμένο Νεοχώρι. Τουλάχιστον έτσι απαλύνονταν κάπως το δράμα και η αγωνία.

Δεκαπέντε μήνες από το τραγικό συμβάν (Θεσσαλία 23/3/61), πληροφορούμαστε την τελική απόδοση ευθυνών για το ναυάγιο και την παραπομπή τριών προσώπων στο δικαστήριο. Αυτοί ήταν ο Χαρ. Μητσογιάννης, αδερφός του κυβερνήτη της βάρκας και συνιδιοκτήτης, που φρόντιζε για την επιβίβαση και τον απόπλου. Ο διευθυντής της Χωροφυλακής Καρδίτσας Π. Γουνέλας, ο οποίος έδωσε εντολή (προφανώς πιεζόμενος «άνωθεν») στον σταθμό Μεσενικόλα, για την ακώλυτη εκτέλεση δρομολογίων, παρά την απαγόρευση και ο γενικός διευθυντής του έργου κ. Παπαλεονάρδος, ως εκπρόσωπος της ΔΕΗ, που δεν φρόντισε τη δρομολόγηση αξιόπλοου σκάφους για την επικοινωνία των αποκομμένων οικισμών, ούτε ενδιαφέρθηκε να εφαρμοσθεί αυστηρά η απαγόρευση, από τις αρχές.

Λίγη σημασία είχαν πλέον ετούτα, ενώ θα μπορούσαν οι αρμόδιοι να είχαν προλάβει το κακό.

Παραπάνω από εξήντα χρόνια έχουν περάσει από το τραγικό συμβάν κι όμως παραμένει ζωντανό στη μνήμη των ντόπιων. Πρωτόγνωρα οδυνηρό, με τόσα αθώα θύματα, είναι δύσκολο να απαλειφθεί, καθώς αποτελεί, πέρα από τις όποιες ευθύνες, αδικαιολόγητη θυσία στον βωμό του εκσυγχρονισμού και της προόδου.

ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΚΑΡΤΑΠΑΝΗΣ

Το μνημείο των 20 θυμάτων στο Νεοχώρι

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου