ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Μνήμες Γ. Δροσίνη από Ζαγορά – Χορευτό

μνήμες-γ-δροσίνη-από-ζαγορά-χορευτό-582616

Συνεχίζουμε σήμερα με τις υπόλοιπες καταγραφές του Δροσίνη στα ημερολόγιά του, που έχουν σχέση με το Χορευτό και τη Ζαγορά.

  1. Με οδύνη πληροφορείται ο ποιητής το κάψιμο από τους Ιταλούς του παραθαλάσσιου κασσαβετέικου αρχοντικού στο Χορευτό, όπου και πέρασε τα περισσότερα καλοκαίρια, προτού μετακομίσει στο καλύβι του Λογιωτάτου λίγο ψηλότερα. Την κακή είδηση σημειώνει ο Δροσίνης στην ημερολογιακή του καταγραφή στις 15/6/1943, παραθέτοντας επίσης αρκετές μνήμες από εκείνα τα χρόνια με τις ατελείωτες αλιευτικές του εξορμήσεις. Ακόμη, στην ίδια καταγραφή επισημαίνει πως εικόνες και πρόσωπα στο μυθιστόρημά του «Ερση» προέρχονται από το Χορευτό και πως η ποιητική του συλλογή «Γαλήνη» είναι επίσης εμπνευσμένη από τούτο τον αγαπημένο τόπο του Πηλίου. Η καταχώριση ολοκληρώνεται με σημαντική και οδυνηρή επισήμανση. Το 1908 υπήρξε η τελευταία χρονιά, που ο ποιητής επισκέφθηκε το Χορευτό. Ο επιμελητής των Απάντων του Δροσίνη, Γιάννης Παπακώστας, σε υποσημείωση διευκρινίζει για το έτος 1908: «Είναι το έτος του χωρισμού από τη γυναίκα του Μαίρη Κασσαβέτη, στην κυριότητα της οποίας ήταν το σπίτι στη Ζαγορά» (σελ. 172). Σχετικά με τον χρόνο του χωρισμού του ζεύγους Δροσίνη οι απόψεις διίστανται (6), αλλά η ομολογία του ίδιου του ποιητή μάλλον αποδίδει την πραγματικότητα. Η καταγραφή της 15ης Ιουνίου 1943 εμπεριέχεται, στο μεγαλύτερο μέρος της, στο βιβλίο του Κώστα Στούρνα «Το σκολειό της θάλασσας» (1968), έπειτα από παραχώρηση της κόρης του Δροσίνη Αμαλίας προς τον συγγραφέα (σελ. 4). Παραθέτουμε την καταγραφή του ημερολογίου:

«15 Ιουνίου 1943

Χθες έμαθα κάτι που με λύπησε. Το προσθάλασσο σπίτι του Χορευτού δεν υπάρχει πια, κάηκε από την ιταλική κατοχή γι’ αντεκδίκηση, με τον λόγο πως η Ζαγορά είχε υποστηρίξη τ’ αντάρτικα σώματα του Πηλίου. Στο σπίτι αυτό πέρασα οχτώ καλοκαίρια. Υστερα από τις Γούβες, που ήτον το Σχολείο των αγρών για μένα, το Χορευτό έγινε το Σχολείο της θάλασσας. Το σπίτι του Χορευτού ήταν στενόμακρο σαν καράβι. Με λιγοστό πρόσωπο προς τη θάλασσα και γωνιασμένο στο μονοπάτι που ανέβαινε προς την Ζαγορά, είχεν αραδιασμένες όλες τις καμάρες του προς το μονοπάτι. Τρίπατο, το ισόγειό του ήτον προωρισμένο για μαγαζί ή αποθήκη και τ’ άλλα δύο για κατοικία. Στο ισόγειο είχα τα ψαρικά μου, δίχτυα, παραγάδια, πετονιές, καθετές, συρτές, ψαροκόφινα, θαλασσογυάλια. Από κει έτοιμα για τη θάλασσα τα μετακόμιζα στη βάρκα μου, που την είχα πάρη ογδοήντα δραχμές από τον αναγνωρισμένο ναυπηγό του Χορευτού, τον Καγκάνη, μια χοντροκαμωμένη βαρειά βάρκα, κατάλληλη για τ’ αλίμενα και πολύβραχα ακρογιάλια, που θα ψάρευα. Από το σπίτι του Χορευτού, ωραιότερο για το ψήλωμα και την πρασινάδα του ήτον το Καλύβι του Λογιωτάτου, ώς 150 μέτρα ψηλότερα από τον γιαλό. Εκεί ανέβαινα μετά το ψάρεμα πολλές φορές ή κ’ έμενα τις μέρες που δεν πατιούνταν η αγριεμένη θάλασσα. Μπροστά από τα παράθυρα του σπιτιού του Χορευτού ήταν αραδιασμένες ψηλές λεύκες και φουντωτές κλαίουσες και έτρεχε νερό από μια βρύση, ολόδροσο, φερμένο με σωλήνες από το βουνό. Στα πλαγινά σπίτια και ώς πέρα ήταν καπηλειά ψαράδικα και μαγαζιά καθώς όλες οι σκάλες. Επίσημη αρχή ήτον το υποτελωνείο με τον υποτελώνη κ’ έναν τελωνοφύλακα. Στην Ερση μου έχω αντιγράψη το Χορευτό στην περιγραφή του φανταστικού νησιού του Αιγαίου. Πολλοί το αναγνώρισαν κι αναγνώρισαν και μερικούς τύπους παρμένους από του Χορευτού τον κόσμο. Τις φθινοπωρινές μέρες, που κάποτε κρύωνε πρόωρα ο καιρός κι ανάβαμε και λίγη φωτιά στο τζάκι, κλεινόμουν αναγκαστικά κι από τα παράθυρα παρακολουθούσα τα καιρικά δράματα, με τ’ αστραπόβροντα, τα χαλαζοβρόχια, τ’ αγριοκύματα, που έφταναν σα λυσσασμένα θεριά ώς τις πόρτες των μαγαζιών. Στο σπίτι του Χορευτού τέτοιες μέρες γράφτηκαν τα περισσότερα ποιήματα της Γαλήνης μου. Από το 1908 δεν το ξαναείδα κι ούτε θα το ξαναϊδώ πια!».

  1. Και πάλι ο λόγος για τις ζαγοριανές πασχαλούδες, που στόλιζαν την αυλή του σπιτιού του ποιητή με την ελκυστική ανθοφορία τους. Του θυμίζουν με έντονη νοσταλγία τα όμορφα χρόνια της Ζαγοράς και του Χορευτού. Στην Αθήνα τις έφερε για πρώτη φορά, όπως αποκαλύπτει ο ημερολογιογράφος Δημητράκης Κασσαβέτης, ανιψιός της πρώην συζύγου του, πριν από λίγα χρόνια, παρά τις απαγορεύσεις που υπήρχαν στη μεταφορά φυτών λόγω ασθενειών τους. Ακόμη ο ποιητής αναρωτιέται πού να βρίσκεται ο κομιστής της πασχαλούδας και δείχνει ιδιαίτερη συμπάθεια προς αυτόν, για κάποια κακή αντιμετώπισή του. Δεν διευκρινίζεται αν πρόκειται για τον Δημήτριο, γιο του Αλέξανδρου Κασσαβέτη που διέμεναν επίσης στην Κηφισιά ή τον Δημήτριο του Τζων Κασσαβέτη.

«10 Μαρτίου 1944

Αργησαν φέτος ν’ αρχίσουν οι πασχαλούδες του κήπου μας, οι ελληνικές πριμαβέρες. Με συγκινεί φέτος περισσότερο ή άνθησή τους, γιατί μου θυμίζει το Πήλιο και τη ζωή του Χορευτού. Πλήθυναν στον κήπο μας εδώ από μια που μας πρωτόφερε προ 6-7 χρόνων ο Δημητράκης Κασσαβέτης, κρυμμένη κάτω από το επανωφόρι του, γιατί απαγόρευαν στον Βόλο την εξαγωγή κάθε φυτού με το φόβο διαδόσεων της φυλλοξήρας! Τώρα Χορευτό δεν υπάρχει, καμένο το σπίτι εκεί κι άλλα γειτονικά! Ο Δημητράκης άγνωστον κι αν ζη και πού βρίσκεται αποδιωγμένος. Ισως στη Σκόπελο, είχα μάθη. Καϋμένο παιδί!» (σελ. 230 – 231).

  1. Σε καταγραφή της 25ης Οκτωβρίου 1944, κι αφού είχε έρθει η απελευθέρωση, γίνεται λόγος για έντονο όνειρο με εικόνες από τη Ζαγορά, αλλά και την παρουσία του Κωστή Παλαμά, φίλου και πνευματικού συνοδοιπόρου του Δροσίνη, που είχε πεθάνει έναν χρόνο νωρίτερα:

«Υστερα από τόσες μέρες πολυτάραχες ξαναγράφω σήμερα, για να μην ξεχαστή το όνειρο που είδα προς τα ξημερώματα. Ο Παλαμάς νέος, ζωηρός όσο δεν ήταν στην αλήθεια, είχε έρθη στο σπίτι μας το εξοχικόν που έμοιαζε σαν της Ζαγοράς. Αφού τον φιλοξενήσαμε λίγες μέρες, ετοιμάζουνταν να γυρίση στην Αθήνα κ’ έκλεινε τις βαλίτσες του, βαλίτσες ωραίες, καινούργιες σαν να είχαν έρθη απ’ έξω. Προσπαθούσα να τον κρατήσω ακόμα, αλλά δεν το κατώρθοσα, γιατί ήταν υποχρεωμένος να μην αργήση περισσότερο και ήταν μάλιστα καθυστερημένος…». Πιο κάτω περιγράφεται και δεύτερο όνειρο, που είδε ο ποιητής τα ξημερώματα (σελ. 264 – 265).

  1. Στις 17/4/1946 ο Δροσίνης ξεκινά να γράφει σε καινούριο σημειωματάριο – ημερολόγιο και περιγράφει «ζωντανό» όνειρο, που τον συνεπήρε την προηγούμενη νύχτα. Η παρουσία σ’ αυτό του αρχιτέκτονα Καλοκαιρινού του φέρνει και πάλι μνήμες από τη Ζαγορά: «…Προσπαθούσα να βρω τις πηγές του αφάνταστου αυτού ονείρου. Καλοκαιρινός είναι το όνομα μιας τοποθεσίας στη Ζαγορά. Πώς βρέθηκε να το έχη ο αρχιτέκτων του θεάτρου…» (σελ. 306).
  2. Ο θάνατος κι άλλου φίλου του Δροσίνη, του ελληνιστή καθηγητή Περνώ, φέρνει παλιές θύμισες από τις σχέσεις τους. Ανάμεσά τους κι εκείνες που ο Περνώ ηχογραφούσε παραδοσιακά τραγούδια. Ενα βράδυ σε φιλική παρέα με τον Παλαμά και τον Σουρή ο ελληνιστής καθηγητής θέλησε να τραγουδήσουν όλοι τους κι ο Δροσίνης απέδωσε ένα παλιό τραγούδι της Ζαγοράς: «…Δε θυμούμαι τι τραγούδησαν οι δύο άλλοι. Εγώ θυμήθηκα ένα ζαγοριανό τραγούδι του αγωγιάτη Σιώρου, που τον άκουα από το κρεβάτι μου ξημερώματα, όταν κατέβαινε το καλντερίμι προς το Χορευτό από τη Ζαγορά, σέρνοντας το ζώο του:

Αντρας σου με φοβερίζει.

Το σκυλί σου με γαυγίζει.

Ωχ, ωχ, ωχ! Για τον θεό.

Το σκυλί σου θέλει φόλα.

Και ο άντρας σου πιστόλα.

Ωχ, ωχ! Εβγα να σε ιδώ…».

Καταγραφή στις 1/7/1946 (σελ. 315).

  1. Τελευταία καταγραφή με αναφορά σε Ζαγορά – Χορευτό είναι ετούτη στις 27/3/1948, που ο ποιητής απαντά διευκρινιστικά σε ερώτηση αναγνώστριας φίλης του σχετικά με το τοπίο και τα πρόσωπα στο μυθιστόρημα «Ερση» (7). Γράφει ο Δροσίνης: «Μ’ ερωτά για την τοπογραφία και της απαντώ πως είναι η ακρογιαλιά του Χορευτού της Ζαγοράς κι ώς κάτω του Αγίου Ιωάννη της Τσαγκαράδας. Και τα πρόσωπα των εντοπίων είναι τόσο αληθινά, ώστε τ’ αναγνώρισαν όλοι. Το Μοναστήρι είναι αυτό που αναφέρω στο Θα βραδιάζη. Οι Αδελφοί ψαράδες και το Καστράκι είναι από μια ψαροφαμίλια του Βόλου στις εκβολές του Πηνειού. Ο Εφορος Καλλιάδης αναγνωρίσθηκε αμέσως από τους πρώτους αναγνώστες πως είναι ο Σωτηριάδης, προς μέγαν κακοφανισμόν και ζήλεια της γυναίκας του, που θεωρεί την Ερση μια σχολαστική δασκάλα από την Πόλη. Οι διάφοροι λαϊκοί τύποι του Χορευτού αναγνωρίσθηκαν αμέσως σαν πανομοιότυπα. Φανταστικό είναι το Νησί της Ερινιώς – η Νήσος των Ερινύων. Και των αρχαίων ερινύων η περιγραφή στο Μοναστήρι είναι από του Τσούντα την περιγραφή των ανασκαφών του στη Μήλο. Η Σπηλιά είναι της Μεγάλης θαλασσοσπηλιάς που περιγράφω στο Κλειστά Βλέφαρα από εκδρομή μου με μεγάλη συντροφιά. Και του φιδιού με το δάγκωμα είναι από ανάμνηση τέτοιου δαγκώματος ενός φιλάργυρου χωριάτη των Γουβών που θέλησε να δουλέψη στο χωράφι του γιορτιάτικη μέρα. Και του βουβό παιδί είναι ο περίφημος Βουβός του Χορευτού με τις πλαστικές στάσεις του αξίες μεγάλου τραγωδού σε ρόλο Αμλετ» (σελ. 364 – 365).

Ετούτα είναι τα σημεία που ο Δροσίνης ανασύρει στη θύμησή του στιγμές από τα χαρούμενα χρόνια στη Ζαγορά και το Χορευτό, έπειτα από κάποια σχετική αφορμή και τις καταγράφει στα ημερολόγιά του. Τα καλοκαίρια στα τέλη του 19ου αιώνα και στην πρώτη δεκαετία του 20ού υπήρξαν οπωσδήποτε από τις πλέον αγαπημένες περιόδους του βίου του, παρά τη βαθιά πίκρα που γεύτηκε από τη συμπεριφορά της συζύγου του και τη διάλυση του γάμου τους, που ανάγκασε τον ποιητή να μην ξαναρθεί στον προσφιλή τόπο.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

(6) Ο Γιώργος Θωμάς βεβαιώνει το έτος 1911. Τα προβλήματα όμως στις σχέσεις του ζεύγους Δροσίνη είχαν αρχίσει δύο – τρία χρόνια νωρίτερα και ίσως υπήρξαν πρόσκαιρες διαστάσεις ώς τον οριστικό χωρισμό το 1911.

(7) Στον Δ’ τόμο των ΣΦΖ (1986) παρατίθεται και το τελευταίο ημερολόγιο του Δροσίνη (17/4/1946 έως 12/10/1949), που περιλαμβάνεται και ετούτη η καταγραφή. Για τις ταυτίσεις των προσώπων στην «Ερση» παραπέμπουμε στα Χαρ. Γ. Χαρίτος: Γ. Δροσίνης και Πήλιο – Σχέσεις σώματος και πνεύματος» (Βόλος 2001) και Γρ. Καρταπάνης «Ο Γ. Δροσίνης για τον Ν. Χριστόπουλο», εφημερίδα ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 10/1/2021.

ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΚΑΡΤΑΠΑΝΗΣ

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου