ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Ο Γ. Δροσίνης για τον Ν. Χριστόπουλο: Μία επιστολή και οι… ταυτίσεις στην «Ερση»

ο-γ-δροσίνης-για-τον-ν-χριστόπουλο-μία-784322

Η γνωριμία του λυρικού ποιητή και πεζογράφου Γεωργίου Δροσίνη με τον Βολιώτη λαϊκό ζωγράφο Νίκο Χριστόπουλο είναι, θαρρώ, αρκετά γνωστή, καθώς έχει παρουσιαστεί κάμποσες φορές σε διάφορα παλαιότερα σχετικά δημοσιεύματα τόσο δικά μας, όσο και άλλων. Οι αναφορές του Χριστόπουλου με αφορμή κυρίως τις κοινές, αλιευτικές τους εξορμήσεις, μαζί και τον Κ. Τοπάλη, στον Παγασητικό στην πρώτη δεκαετία του 20ού αιώνα, αλλά και τις γενικότερες επαφές τους, εντοπίζονται σε δύο περιπτώσεις: α) Στις εφτά ελκυστικές ιστορίες από τα ψαρέματα εκείνης της εποχής, που υπάρχουν στο α’ τετράδιο των καταγεγραμμένων αναμνήσεων του ζωγράφου και β) στα έξι ποιήματα προς τον ίδιο τον ποιητή και τα παιδιά του, που έγραψε και απέστειλε την ίδια πάνω – κάτω περίοδο, τα οποία βρέθηκαν σε ξεχωριστά χειρόγραφα στα κατάλοιπα του Χριστόπουλου(1). Ας προσθέσουμε και τρεις μικρούς πίνακες, δύο με προσωπογραφίες του Δροσίνη κι έναν με τους τρεις φίλους (Δροσίνη, Τοπάλη, Χριστόπουλο) να ψαρεύουν με τη βάρκα, που βρίσκονται στην έκθεση του λαϊκού δημιουργού στα Πευκάκια του Βόλου(2).

Αποφυγή αναμνήσεων

Ενδιαφέρον παρουσιάζει, νομίζω, η διερεύνηση της ύπαρξης τυχόν αναφορών του ποιητή για τον Βολιώτη φίλο του, που ψάρευαν μαζί στον Παγασητικό στις αρχές του προηγούμενου αιώνα. Αν, δηλαδή, ο Δροσίνης έγραψε κάτι γι’ αυτόν σε κείμενά του με αφορμή τις ενδιαφέρουσες αλιευτικές τους αναμνήσεις, που σίγουρα παρέμεναν ζωντανές στη μνήμη του, καθώς αποτελούσαν ευχάριστες πτυχές του βίου του. Ή ακόμη αν υπάρχουν κάποια ντοκουμέντα από το χέρι του ποιητή, που να μνημονεύουν τον Χριστόπουλο για τους ίδιους ίσως λόγους.

Στις βιωματικές του γραφές με τίτλο «Σκόρπια Φύλλα της Ζωής μου» (ΣΦΖ), που κυκλοφόρησαν σε τέσσερις τόμους(3), ο Δροσίνης δεν σημειώνει τίποτε για τον Ν. Χριστόπουλο και τα ψαρέματά τους στον Παγασητικό,που τόση ικανοποίηση του έδιναν. Αλλωστε ο ποιητής λιγοστά πράγματα καταθέτει στα ΣΦΖ, από τις βεβαιωμένες, πάμπολλες ευχάριστες θύμησες στα δεκατρία συνεχόμενα καλοκαίρια(4) από το 1899 έως το 1911, που διέμενε στο Χορευτό κι όλο ψάρευε στις ακτές του Ανατολικού Πηλίου. Αυτή η συμπεριφορά οφείλεται, όπως έχουμε ξαναπεί, στον άδικο και οδυνηρό χωρισμό του ποιητή από τη σύζυγό του τη Ζαγοριανή Μαίρη Κασσαβέτη. Πικραμένος βαθιά, φαίνεται πως δεν ήθελε να επαναφέρει στο προσκήνιο της μνήμης, καταγράφοντάς τις, στιγμές(5) μιας χαρισάμενης εποχής, που τόσο άσχημα ολοκληρώθηκε, μιας και δεν ξαναπάτησε ποτέ στην αγαπημένη του ακρογιαλιά. Επιθυμία του ήταν να διακόψει κάθε δεσμό, έστω και μνημονικό με εκείνη την περίοδο του βίου του. Ανάλογη, πιστεύουμε, πως είναι και η αιτία της απουσίας κάθε αναφοράς για τα ψαρέματα στον Παγασητικό, όπου υπήρχε κι ένας λόγος παραπάνω, για τον οποίο έπρεπε να αποφεύγεται κάθε αναδρομή. Σε τούτες τις αλιευτικές εξορμήσεις συμμετείχε και ο κοινός γνωστός Δροσίνη και Χριστόπουλου, που πραγματοποίησε άλλωστε και τη γνωριμία τους, εξέχουσα πολιτική φυσιογνωμία του Βόλου εκείνη την εποχή, ο Κωστής Δ. Τοπάλης. Ο τελευταίος, όμως, εκτός από το τρίτο πρόσωπο στα ψαρέματα, υπήρξε, προς το τέλος της α’ δεκαετίας του 20ού αιώνα, και το τρίτο πρόσωπο στο ζεύγος Δροσίνη, αφού συνήψε ερωτική σχέση με τη σύζυγο του ποιητή και φίλου του και αποτέλεσε βέβαια την αιτία του οδυνηρού χωρισμού. Απόλυτα θεμιτό, λοιπόν, να επιθυμεί ο Δροσίνης τον εξοβελισμό κάθε θύμησης και μνημόνευσης στιγμών και από τα ψαρέματα με τον Χριστόπουλο στα νερά του Βόλου. Δεν γνωρίζουμε αν υπάρχουν κάποια ανεύρετα ή αδημοσίευτα ημερολόγια του ποιητή από εκείνα τα χρόνια, που ίσως να σημειώνεται κάτι και γι’ αυτές τις αλιευτικές εμπειρείες.

Η επιστολή του Δροσίνη

Ο Δροσίνης με τον Ν. Χριστόπουλο πρέπει να διατηρούσαν κάποια αλληλογραφία εκείνη την περίοδο (1900 – 1911) ή και λίγο αργότερα, άγνωστο όμως με ποια διάρκεια και πυκνότητα. Τούτο φαίνεται από τα ποιήματα του ζωγράφου προς τον ποιητή και τα παιδιά του, που αποστέλλονταν μαζί με επιστολές ή κάρτες, με αφορμή κάποια γιορτή, όπως επισημάναμε σε ξεχωριστό άρθρο μας. Η αλληλογραφία των δύο φίλων, όμως, βεβαιώνεται και από επιστολή του ίδιου του Δροσίνη προς την οικογένεια Χριστόπουλου και μάλιστα με «αλιευτικό» περιεχόμενο. Υπάρχουν σε αυτήν αναφορές, που παραπέμπουν ευθέως στις ψαράδικες ιστορίες, που καταγράφει ο ζωγράφος. Η επιστολή είναι γραμμένη και στις δύο όψεις αρίγωτου χαρτιού διαστ. 18×11,8 εκ. και απευθύνεται στον πρωτότοκο αδελφό τον Ανδρέα Χριστόπουλο (1878 – 1950) ως «αρχηγό» προφανώς της οικογένειας, ενώ δίνονται χαιρετισμοί και προς τη μητέρα Ελένη (1850 – 1920), που ζούσε ακόμη. Ιδιαίτερη μνεία γίνεται στον Νίκο Χριστόπουλο, τον Νικολάκη όπως τον αποκαλεί, μαζί με τον γνωστό χαρακτηρισμό «βασιλέα των ψαράδων», που του είχε δώσει ο ίδιος ο Δροσίνης στη διάρκεια επιτυχούς ψαρέματος στα 1904(6). Δεν θα μπορούσε άλλωστε να ‘ναι διαφορετικά τα πράγματα, μιας και το περιεχόμενο της σύντομης επιστολής είναι, όπως είπαμε, αλιευτικό. Μαζί με το γράμμα ο Δροσίνης αποστέλλει δείγματα από μεσινέζες, που προμηθεύτηκε ίσως κι από το εξωτερικό και ζητεί να τις δοκιμάσει ο Νίκος Χριστόπουλος, αν είναι τόσο ανθεκτικές όσο φημίζονται, προκειμένου να προβεί σε κανονική παραγγελία. Ακόμη ο αποστολέας ρωτά για την πορεία των αλιευτικών επιδόσεων στον Βόλο κι εκφράζει το παράπονό του που στην Αθήνα δεν μπορεί να ψαρέψει, αλλά χρησιμοποιεί ως εναλλακτική λύση το κυνήγι, μιας και ήταν, εκτός από ικανός ψαράς, και καλός κυνηγός. Η επιστολή φέρει ημερομηνία 10 Οκτωβρίου, χωρίς να σημειώνεται το έτος. Πρέπει, όμως, να έχει αποσταλεί από το 1907 και μετά, γιατί δεν αναφέρεται σ’ αυτήν ο πατέρας Αθανάσιος Χριστόπουλος, που είχε αποβιώσει σε ηλικία 85 χρόνων τον Φεβρουάριο του 1907. Οπωσδήποτε πρόκειται για σημαντικό ντοκουμέντο, που επιβεβαιώνει τις καταγεγραμμένες μνήμες του Νίκου Χριστόπουλου για τα ψαρέματα με τον ποιητή και τον Τοπάλη στον Παγασητικό. Αποδεικνύεται, δηλαδή, πέρα από την καλή γνωριμία και φιλία Δροσίνη – Χριστόπουλου, και η αξιοπιστία των καταγραφών του ζωγράφου από τις αλιευτικές επιδόσεις εκείνης της περιόδου, στις αρχές του περασμένου αιώνα.

Παραθέτουμε την επιστολή:

«Αθ. 10 8βρίου

Φίλτατε Ανδρέα

Εγραψα δι’ αγκίστρια κ’ μεσσηνέζες και μου έστειλαν ως δείγμα αυτάς που θα εύρεις εσωκλείστως. Δώστας του Νικολάκη να δοκιμάση αν πράγματι είναι πολύ δυναταί όπως μου γράφουν. Γράψε μου κατόπιν να μάθω κ’ να παραγγείλω και άλλας. Αγκίστρια θα λάβω αργότερα και θα σας στείλω. Πώς πηγαίνουν τα τσαούσια και τα γοφάρια; Με πολλούς χαιρετισμούς εις όλους, την καλήν μητέρα σου και ιδιαιτέρως εις τον Νικολάκη τον βασιλέα των ψαράδων. Εδώ ψάρευμα δεν έχει. Παρηγορούμεθα με το κυνήγι.

Με πολλήν φιλίαν

Γ. Δροσίνης».

Από το περιεχόμενο της ίδιας της επιστολής ακόμη επιβεβαιώνεται πως υπήρχε αλληλογραφία ανάμεσα στον Δροσίνη και την οικογένεια Χριστόπουλου, με αφορμή το ψάρεμα και τα εργαλεία του. Επίσης εκδηλώνονται και τα ειλικρινή αισθήματα του ποιητή για αυτήν, καθώς φαίνεται πως είχε γνωρίσει όλους τους Χριστόπουλους και η φιλία του δεν περιοριζόταν μόνο στον «Νικολάκη, τον βασιλέα των ψαράδων», αλλά και προς τα υπόλοιπα μέλη της.

Εμμεσες αναφορές στην «Ερση»

Το μυθιστόρημα «Ερση» εκδόθηκε το 1922 και θεωρείται από τα καλύτερα έργα του Δροσίνη. Με προσεγμένη ανάγνωση εντοπίζονται ομοιότητες με εικόνες και πρόσωπα της περιόδου, που ο συγγραφέας περνούσε τα καλοκαίρια του στο Χορευτό. Αυτό επιβεβαιώνεται από τον ίδιο, που απαντά διευκρινιστικά σε ερώτηση φίλης του αναγνώστριας για το ζήτημα των παραπάνω ομοιοτήτων, σε ημερολογιακή του καταγραφή στις 27 Μαρτίου 1948: «Μ’ ερωτά για την τοπογραφία και της απαντώ πως είναι η ακρογιαλιά του Χορευτού της Ζαγοράς κι ώς κάτω του Αγίου Ιωάννη της Τσαγκαράδας. Και τα πρόσωπα των εντοπίων είναι τόσο αληθινά, ώστε τ’ αναγνώρισαν όλοι. Και πρώτος ο χοντροδήμαρχος είναι ο Τσαμτσαρέλης. Το μοναστήρι είναι αυτό που αναφέρω στο Θα Βραδιάζη. Οι αδελφοί Ψαράδες και το Καστράκι είναι από μια ψαροφαμίλια του Βόλου στις εκβολές του Πηνειού… Οι διάφοροι λαϊκοί τύποι του Χορευτού αναγνωρίστηκαν αμέσως σαν πανομοιότυπα… Η Σπηλιά είναι της Μεγάλης Θαλασσοσπηλιάς που περιγράφω στα Κλειστά Βλέφαρα από εκδρομή μου με μεγάλη συντροφιά… Και το βουβό παιδί είναι ο περίφημος Βουβός του Χορευτού με τις πλαστικές στάσεις του άξιες μεγάλου τραγωδού σε ρόλο Αμλετ(7)».

Οπως βλέπουμε ο Δροσίνης «ομολογεί» ταυτίσεις προσώπων και τοπίων, ενώ σημειώνει πως και σε άλλα έργα του κατάθεσε παρόμοιες περιγραφές. Ο ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας Χαράλαμπος Γ. Χαρίτος, διερευνώντας τις παραπάνω ταυτίσεις, επισημαίνει κάποιες αστοχίες της μνήμης του ποιητή σε ό,τι αφορά στον δήμαρχο ή τον Βουβό του Χορευτού, αλλά κυρίως την «ψαροφαμίλια του Βόλου στις εκβολές του Πηνειού», που στην πραγματικότητα είναι η οικογένεια Χριστόπουλου. Γράφει ο Χαρίτος χαρακτηριστικά: «Δεν γνωρίζω πότε και ποιοι «αναγνώρισαν τα πρόσωπα τον εντοπίων», αλλά ο ποιητής κάνει κάποια μνημονικά λάθη. Ο δήμαρχος της Ζαγοράς (που τόσο ειρωνεύεται ο Δροσίνης στην Ερση) ονομαζόταν Αθανάσιος Σαμσαρέλος, ενώ οι «αδελφοί ψαράδες» δεν μπορούσαν να προέρχονται από τις «εκβολές του Πηνειού». Πρόκειται για την «ψαροφαμίλια» των αδελφών Χριστόπουλου από τα Πευκάκια του Βόλου, όπως στη συνέχεια εκτίθεται. Οσο για τον «Βουβό» νομίζω χρειάζεται υπερβατική φαντασία για να ταυτιστεί ο άδολος φίλος του Δροσίνη στο Χορευτό με το άλαλο παιδί της Ερσης(8)».

Με αφορμή την παραπάνω θέση του Χαρ. Χαρίτου για την οικογένεια Χριστόπουλου, είναι δυνατόν να παραθέσουμε κι άλλα στοιχεία από το ίδιο το μυθιστόρημα, που την επιβεβαιώνουν. Δεν γνωρίζω αν ο Δροσίνης είχε κατά νου κάποιους αλιείς στην περιοχή του Τσάγεζι, αλλά είναι σίγουρο πως εδώ μνημονεύει τους Χριστόπουλους. Οι δύο αδερφοί ψαράδες φέρουν τα ονόματα Αντρίκος και Νικολάκης, όπως ακριβώς και οι δύο μεγαλύτεροι αδερφοί Χριστόπουλοι. Ο Ανδρέας, προς τον οποίο απέστειλε ο Δροσίνης την επιστολή, που παρουσιάσαμε πιο πάνω, και ο Νίκος ο κατοπινός λαϊκός ζωγράφος, που ο ποιητής αναφέρει ως «Νικολάκη, βασιλέα τον ψαράδων (9)». Ακόμη, ο πιο μικρός αδερφός των ψαράδων στην «Ερση» ονομάζεται «το Γιαννάκι», όπως ακριβώς και ο τελευταίος αδερφός Χριστόπουλος, ο Γιάννης, που ως νεότερο τον αποκαλούσαν Γιαννάκο. Οι ταυτίσεις είναι προφανείς και μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα πως τα παραπάνω αποτελούν έμμεσες, αλλά σαφείς αναφορές του Δροσίνη για τον Νίκο Χριστόπουλο, με τον οποίο ψάρευε παρέα στα νερά του Βόλου στις αρχές του 20ού αιώνα και την οικογένειά του, που βέβαια είχε γνωρίσει.

Δεν ήταν νομίζω δυνατό να λησμονούσε εντελώς ο Δροσίνης έναν παλιό καλό φίλο, που μαζί του πραγματοποιήθηκαν τόσες συναρπαστικές αλιευτικές εξορμήσεις στον Παγασητικό.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

  • Οπως έχουμε γράψει και αλλού ο Ν. Χριστόπουλος διέθετε φλέβα λαϊκού ποιητάρη.
  • «Ο Δροσίνης το 1906» διαστ. 18×16 εκ., «Ο Γεώργιος Δροσίνης το 1902» διαστ. 15×14 εκ. και «Επίγαν στο αγαπημένο τους ψάρεμα με τον βασιλέα των ψαράδων Γεώργιος Δροσίνης – Ν. Χριστόπουλος – Κωστής Τοπάλης το 1906», διαστ. 31×11 εκ.
  • Τα «Σκόρπια Φύλλα της Ζωής μου» (ΣΦΖ) εκδόθηκαν από τον Σύλλογο προς Διάδοσιν Ωφέλιμων Βιβλίων σε φιλολογική επιμέλεια Γιάννη Παπακώστα: Α’ τόμος σε β’ έκδοση 1985 (α’ εκδ. 1940) Β’ 1982, Γ’ 1983, Δ’ 1986.
  • Σύμφωνα με τις έρευνες του Γιώργου Θωμά, που συνομίλησε, και πήρε πληροφορίες από πρώτο χέρι, με Ζαγοριανούς, που γνώριζαν και συναναστράφηκαν με τον ποιητή. Αν και υπάρχουν ενδείξεις πως οι καλοκαιρινές επισκέψεις διακόπηκαν από το 1910.
  • Ο επιμελητής των ΣΦΖ Γιάννης Παπακώστας κάνει λόγο για τις «παρασιωπήσεις» του ποιητή σχετικά με τον προσωπικό, οικογενειακό του βίο (ΣΦΖ Τόμος Α’, σελ. 12 – 13).
  • Αναφέρεται στις αναμνήσεις του Χριστόπουλου, που έχουμε δημοσιεύσει σε παλιότερα άρθρα μας.
  • «Σκόρπια Φύλλα της Ζωής μου», Τόμος Δ’ , (Ημερολόγιο) σελ. 261. Επίσης σε ημερολογιακή καταγραφή που περιλαμβάνει ο Κώστας Στούρνας στο βιβλίο του «Το Σκολείο της Θάλασσας» (σελ. 4) με ημερομηνία 15/6/1943 σημειώνεται: «Στην Ερση μου έχω αντιγράψει το Χορευτό, στην περιγραφή του φανταστικού νησιού του Αιγαίου…».
  • Χαράλαμπος Γ. Χαρίτος: «Γεώργιος Δροσίνης και Πήλιο – Σχέσεις σώματος και πνεύματος», Βόλος 2001, σελ. 18.
  • Επιστολή Δροσίνη οπ.π.

ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΚΑΡΤΑΠΑΝΗΣ

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου