ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Πρωτοχρονιές της θητείας

πρωτοχρονιές-της-θητείας-789496

Αρκετές φορές πισωγυρίζει η σκέψη, ετούτες τις μέρες ίσως περισσότερο, στην περίοδο της θητείας στο Πολεμικό Ναυτικό, αναμοχλεύοντας το παρελθόν. Επιστρέφουν στην επιφάνεια του μυαλού ζωντανές οι θύμησες, παρά το γεγονός ότι έχουν παρέλθει τριάντα έξι και πλέον χρόνια. Δηλαδή κοντά τέσσερις δεκαετίες και απορείς κάποιες φορές πότε πέρασαν! Στιγμές και γεγονότα που χαράχτηκαν βαθιά, αναζητούν διεξόδους να ξαναζωντανέψουν νοερά και θαρρώ εκείνα που συνδέονται με τούτες τις Αγιες Ημέρες διεκδικούν κάποια επετειακή προτεραιότητα.

Η αλλαγή των συνθηκών διαβίωσης κατά τη στράτευση και η διαφοροποίηση των συμπεριφορών, αναπόφευκτα διογκώνονται όταν φτάνουν οι γιορτές και βρίσκεσαι μακριά από το οικογενειακό ή το φιλικό σου περιβάλλον. Καλοδεχούμενα ας είναι όλα όμως, αφού πρόκειται για μια αναγκαία και διαφορετική εμπειρία που εμπεριέχει και τα θετικά της στοιχεία, προσαρμογή σε κάθε διαφορετικό, αλλά και …περιπέτεια στο άγνωστο. Και μέσα στις όποιες απουσίες ή αντιξοότητες, οι ενδιάμεσες μικροχαρές φαντάζουν σαν όαση στην έρημο. Εξάλλου η διαφορετικότητα είναι συνήθως που συναρπάζει.

Η μάχη για την άδεια

Τύχη καλή, με οδήγησε να υπηρετήσω στο Τμήμα Υφάλων Οπλων, στην Αμφιάλη του Σκαραμαγκά, παράρτημα της Διεύθυνσης Ναυτικών Οπλων (Δ.Ν.Ο.) που έδρευε στον Ναύσταθμο Σαλαμίνας. Αλλωστε και η Αμφιάλη αποτελεί το «παράρτημα» του Ναυστάθμου στην πλευρά της Αττικής κι εκεί ναυλοχούν τα ταχέα σκάφη (τορπιλάκατοι,πυραυλάκατοι). Υπάρχουν επίσης, μεταξύ των άλλων, τα συνεργεία τορπιλών, ναρκών και φραγμάτων και οι ευμεγέθεις υπόγειες αποθήκες προς τις υπώρειες του Σχιστού. Η συγκεκριμένη υπηρεσία είχε αρκετή εργασία, αλλά η αποφυγή της θητείας σε πλοίο θεωρούνταν το απόλυτο προνόμιο. Εμείς που χειριζόμασταν τις λέμβους (κάτι μαούνες 17 μέτρα) μεταφοράς τορπιλών και ναρκών, είχαμε περισσότερο «τρέξιμο», αφού με την εκτέλεση δρομολογίων προς τον Ναύσταθμο συχνά υπερβαίναμε το ωράριο εργασίας ή βγαίναμε καθυστερημένα έξοδο. Αν υπολογίζαμε τις θαλάσσιες ώρες που απασχολούμασταν με τα δρομολόγια, δεν ξέρω και εγώ πόσες θα έβγαιναν με την ολοκλήρωση της εικοσιεξαμήνης θητείας. Η απαλλαγή από τις βάρδιες στα δύο φυλάκια των υπόγειων αποθηκών γι΄ αυτόν ακριβώς τον λόγο των υπερωριών συνήθως έμενε ανεφάρμοστη, λόγω «ελλιπούς δυνάμεως» κι έτσι χάνονταν και αυτό το ελάχιστο προνόμιο. Ετσι όταν έφθαναν οι Αγιες Ημέρες των Χριστουγέννων δινόταν αληθινή μάχη για τις εορταστικές άδειες, αφού τα άτομα έβγαιναν τσίμα – τσίμα. Οι δύο τοιχαρχίες ένδον και εξόδου που υπήρχαν κανονικά, γίνονταν τρείς ,με τη μία να φεύγει σε άδεια και τις άλλες δύο σε «μία-μία αυστηρά», δηλαδή μια μέρα μέσα, μια έξω εναλλάξ, δίχως πλήρες Σαββατοκύριακο, όπως γινόταν πρώτα. Οι εξαήμερες άδειες δίνονταν σε τρεις δόσεις: Χριστούγεννα, Πρωτοχρονιά και Φώτα. Ομως οι περισσότεροι επεδίωκαν, για ευνόητους λόγους, να αδειοδοτηθούν την Πρωτοχρονιά και φυσικά προκαλούνταν ένα πανδαιμόνιο με εντάσεις και αντεγκλήσεις ενίοτε. Δικαιωματικά προτιμούνταν οι παλαιότεροι ναύτες, οι εορτάζοντες Βασίληδες, αλλά προέκυπτε και η παρέμβαση κάποιων «προνομιούχων» (λαϊκιστί τσάτσων).Οι τελευταίοι δέχονταν τη γενική κατακραυγή και απαξίωση, αλλά την ανακατωσούρα την προξενούσαν, παρ’ ότι δεν τους «έβγαινε» τελικά.

Προσωπικά επέλεξα και τις δύο χρονιές να πάρω εορταστική άδεια τα Φώτα. Κι εξηγούμαι: Χριστούγεννα και Πρωτοχρονιά υπήρχαν αρκετές αργίες, μαζί με τα ενδιάμεσα Σαββατοκύριακα, οπότε βγαίναμε έξοδο από τις 10 το πρωί κι επιστρέφαμε, αν και η επαύριο ήταν αργία, την ίδια ώρα. Ενώ τα Φώτα η γιορτή είναι μόνο αυτή τη μέρα. Ετσι φεύγαμε στις 4 του μήνα κι επιστρέφαμε στις 10, με άδεια σε εργάσιμες, κυρίως, ημέρες. Βέβαια κατά την πρώτη χρονιά, 1982-83, ως νεοαφιχθείς στην υπηρεσία, δεν επιτρεπόταν ούτε σκέψη για άλλη διεκδίκηση. Αλλά και την επόμενη η πολυάριθμη κληρουχία πριν από τη δική μου, καπάρωνε δικαιωματικά την Πρωτοχρονιά, αφήνοντας μόνη επιλογή, εκτός από τα Φώτα, τα Χριστούγεννα. Αλλά εγώ πιστός των Θεοφανίων. Τις υπόλοιπες μέρες θα τη βολεύαμε με τις ολοήμερες εξόδους σε αργία. Αλλά και στις ένδον αργίες, τα πράγματα ήταν χαλαρά, λόγω των ημερών, μόνο βάρδια στα φυλάκια και ανάπαυση.

Βέβαια στις εξόδους, κυρίως την πρώτη χρονιά, η μελαγχολία υπήρξε έντονη μιάς και βρισκόμουν πρόσφατα έξω από τα νερά μου. Πολλές φορές προβληματίστηκα πού να πάω και πώς να περάσω. Αλλά για κάθε στρατευμένο η πιο άχαρη έξοδος είναι προτιμότερη από την ευνοϊκότερη ένδον. Υπήρχαν βέβαια δύο τρία συγγενικά σπίτια στα οποία και φιλοξενήθηκα κάποιες φορές. Καταδεχτικοί, αν και μακρινοί συγγενείς, πάντοτε με καλοδέχτηκαν, καλή τους ώρα όσοι ζουν ακόμη και ας είναι συγχωρεμένοι όσοι έφυγαν. Συμπλήρωμα στην εκδίωξη της μοναξιάς και η επίσκεψη σε καμιά ταβέρνα με λιγοστούς φίλους, πάντα στο μέτρο του δυνατού.

Η Πρωτοχρονιά του 1983

Η βαρυχειμωνιά εκείνης της χρονιάς μάς προβλημάτισε αρκετά. Φάγαμε, θυμάμαι, μπόλικο κρύο ακόμα και τις μέρες των εορτών. Την παραμονή της Πρωτοχρονιάς είχαμε μια δυνατή εμπειρία με την εκτέλεση δρομολογίου προς τον Ναύσταθμο, κάτω από ιδιαίτερα αντίξοες συνθήκες. Η παράδοση τορπίλης σε υποβρύχιο, έπειτα από βολή άλλης γυμνασίων, και η παραλαβή της τελευταίας από το αντιτορπιλικό που την αλίευσε, έπρεπε να εκτελεστούν άμεσα και όχι… του χρόνου. Η φουρτούνα, ιδιαίτερα σφοδρή, μας ταλαιπώρησε αφάνταστα, αλλά παρά τη μεγάλη επικινδυνότητα που υπήρξε τα καταφέραμε μια χαρά. Το συμβάν παρουσιάσαμε από τούτη εδώ τη σελίδα κάμποσα χρόνια πρωτύτερα σε ξεχωριστό κείμενο. Το βράδυ της αλλαγής του χρόνου ο μηχανικός κι εγώ, σχεδόν απαλλαγμένοι από κάθε υποχρέωση λόγω του κοπιαστικού δρομολογίου, μαζί με άλλους συναδέλφους ήπιαμε τις μπλιρες μας και φάγαμε σουβλάκια που κάποιος πετάχτηκε και έφερε από το Πέραμα (τότε ακόμη δεν υπήρχαν τα ντιλίβερι), ανταλλάξαμε ευχές και πέσαμε κατάκοποι για ύπνο, ενώ ορισμένοι, πιστοί στο έθιμο, το έριξαν στη χαρτοπαιξία. Θυμάμαι ακόμα, κατά τις εξόδους εκείνων των ημερών, τις ατέλειωτες βόλτες στα στολισμένα καταστήματα της Αθήνας και του Πειραιά για μια αμιγώς οφθαλμική μέθεξη στο κλίμα των ημερών.

1983 – 1984 αλλαγή του χρόνου με βάρδια

Οταν, κατά τις 20 Δεκεμβρίου, γινόταν η κατανομή των αδειών, πήγα κάποια στιγμή στο οπλονομείο για να δηλώσω κι εγώ τη δική μου. Μόλις με αντίκρισε ο οπλονόμος, ευθυνόφοβο άτομο που συχνά πελάγωνε και «ψάρωνε», γι΄ αυτό και τον αποκαλούσαμε περιπαιχτικά Ψαρή, πήγε να με προλάβει.

-Δεν πιστεύω να θες και εσύ την Πρωτοχρονιά, με αποπήρε με ένα αστεία αυστηρό ύφος. Φαίνεται πως των είχαν βομβαρδίσει οι προηγούμενοι με Πρωτοχρονιές και βρισκόταν σε αδιέξοδο.

-Οχι κ. οπλονόμε, τα Φώτα θέλω, του αποκρίθηκα νηφάλια.

Το ύφος του άλλαξε άρδην.

-Ναι, ναι, Φώτα, μπράβο παιδί μου, μάλιστα, μάλιστα, έκανε καταδεχτικά και μελιστάλαχτα. Οχι πως τον έπιασαν οι συμπάθειες, αλλά γιατί τον διευκόλυνα αφάνταστα.

Την παραμονή της Πρωτοχρονιάς δέχτηκα την παράκληση του συναδέλφου μου Γιώργου Παχάκη, αθλητικογράφου τότε στη Μεσημβρινή (αργότερα συμμετείχε σε τηλεοπτικές αθλητικές εκπομπές, ενώ πριν από χρόνια παρουσίαζε τα αθλητικά στο δελτίο ειδήσεων της ΝΕΤ), αν μπορούσα να καλύψω και τη δική του τετράωρη βάρδια το βράδυ. Για κάποιο σοβαρό προσωπικό λόγο έπρεπε να κάνει Πρωτοχρονιά σπίτι του και μου ζήτησε τη διευκόλυνση με οποιοδήποτε αντάλλαγμα. Από όσο θυμάμαι, εκείνος είχε 8-12 κι εγώ 12-4, οπότε έπρεπε να «εκτελέσω φυλακήν» σε δύο διαφορετικές χρονιές. Δηλαδή αλλαγή του χρόνου στο φυλάκιο. Επειδή δεν είχα και κάτι καλύτερο να κάνω, δέχτηκα, φυσικά χωρίς να ζητήσω ανταπόδοση. Υπήρχε συναδελφικότητα και καλή συνεργασία μεταξύ μας. Βλέπετε δεν ήταν και πολλοί οι ναύτες στην υπηρεσία και οι συνεκτικοί δεσμοί με τους περισσότερους, δημιουργούσαν ένα κλίμα αλληλοβοήθειας. Αλλωστε ο Παχάκης, συχνά με το αυτοκίνητό του, με εξυπηρετούσε κατά τις εξόδους μας, κάνοντας παράκαμψη από το δρομολόγιό του, αφού αυτός έμενε στο Παγκράτι και εγώ κάτω στον Πειραιά στα Καμίνια. Επιπλέον η βάρδια του αξιωματικού φυλακής και των βοηθών του εκείνο το βράδυ ήταν ιδιαίτερα βολική, αποτελούμενη από άτομα του φαγητού και του πιοτού, με ελάχιστη διάθεση για κλήσεις και εφοδείες. Ηδη από το μεσημέρι είχαν αρχίσει, μαζί με τον καμαρότο, τις προετοιμασίες για το δείπνο. Φρόντιζαν και οι τέσσερις να συμπίπτουν οι βάρδιες τους για αυτόν ακριβώς τον λόγο, τη βραδινή εορταστική ευωχία. Βέβαια τους ενημερώσαμε για την αυθαίρετη αλλαγή και συμφώνησαν, υπό τον όρο να μη γίνουν αντιληπτές η έξοδος και η απουσία του Παχάκη, αν παρουσιαζόταν κάποιο μπέρδεμα.

Εφοδιασμένος με όλον τον απαιτούμενο εξοπλισμό, ραδιόφωνο περιοδικά, σταυρόλεξα, βιβλία, φαγώσιμα και μπίρες, ανηφόρισα νωρίς το βράδυ για το φυλάκιο του προβολέα, μιας και θα κατέβαινα από κει …του χρόνου. Το φυλάκιο ήταν ένα ευρύχωρο δωματιάκι αρκετά ψηλά, πάνω από τις υπόγειες αποθήκες ναρκών και τορπιλών, ώστε να εποπτεύονται άνετα και διέθετε πανοραμική θέα προς την Αμφιάλη και κυρίως προς τον Ναύσταθμο απέναντι. Στην οροφή του ένας δυνατός προβολέας σάρωνε τη φυλασσόμενη περιοχή. Και μια μικρή παρανομία, είχαμε μεταφέρει κρυφά στο φυλάκιο ράντζο εκστρατείας, οπότε υπήρχε και η δυνατότητα …ύπνου.

***

Κατά την αλλαγή του χρόνου το θέαμα υπήρξε φαντασμαγορικό. Ολα τα πλοία σφύριζαν πανηγυρικά, ενώ οι φωτοβολίδες σε μια πανδαισία χρωμάτων και σχημάτων δημιουργούσαν κάτι το ανεπανάληπτο κι εντελώς διαφορετικό από το μουντό φαιό των καραβιών και τα γυμνά βουνά της Σαλαμίνας την ημέρα ή τα λιγοστά φώτα του Ναυστάθμου τη νύχτα. Τα πολύχρωμα φωτιστικά έσχιζαν τον κατάμαυρο θόλο σφυρίζοντας και θαρρούσες πως βρισκόσουν σε μια μεγάλη γιορτή κι όχι σε στρατιωτική περιοχή. Εκείνη την ώρα χτύπησε το τηλέφωνο.

-Καλή χρονιά, ήταν ο σκοπός της κεντρικής πύλης που πάντοτε μας ενημέρωνε αν ανέβαινε εφοδεία. Του ανταπέδωσα τις ευχές.

-Αντε καλός πολίτης, μου επανέλαβε, μπήκε η χρονιά που απολύεσαι.

-Μπήκε η ρουφιάνα μπήκε, φώναξα ενθουσιασμένα, καθώς κοιτούσα συνεπαρμένος το φαντασμαγορικό θέαμα.

Αλλά η χαρά κάπως μετριάστηκε όταν θυμήθηκα ότι ναι μεν απολυόμουν το 1984, αλλά στις 5 Δεκεμβρίου.

Σαν κόπασε ο ορυμαγδός των φωτοβολίδων και των βεγγαλικών, σκέφτηκα να αναπαυτώ λιγάκι, μιας και υπήρχαν ακόμη τρεισήμισι ώρες βάρδιας. Λίγη ξεκούραση για να μας πάει ξεκούραστα ο χρόνος επιβαλλόταν και επιπλέον περίμενε και η ολοήμερη έξοδος ανήμερα την Πρωτοχρονιά. Ετούτη υπήρξε και η τελευταία Πρωτοχρονιά κατά τη θητεία στο Πολεμικό Ναυτικό, έστω κι αν απολύθηκα τον Δεκέμβριο.

ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΚΑΡΤΑΠΑΝΗΣ

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου