ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Ακτοπλοϊκά του Βόλου 1944–’45: Προσπάθειες ανασυγκρότησης μετά την Απελευθέρωση (Γ’ μέρος)

ακτοπλοϊκά-του-βόλου-1944-45-προσπάθειε-837686

Οπως είδαμε στα προηγούμενα σημειώματά μας, η ακτοπλοϊκή κίνηση στον Βόλο και σε ολόκληρη, άλλωστε, την Ελλάδα βρισκόταν σε απελπιστική κατάσταση τους πρώτους μήνες μετά την απελευθέρωση, τον Οκτώβριο του 1944, λόγω της έλλειψης σκαφών, για την κάλυψη των διάφορων αναγκών.

Το πρόβλημα, όμως, δεν περιοριζόταν μόνο στην ανεπάρκεια των διαθέσιμων πλωτών μέσων, αλλά διευρυνόταν κάποιες φορές σε παντελή απουσία τους, που βέβαια συνοδευόταν από δυσοίωνες προοπτικές σε ό,τι αφορούσε στην επίλυσή του.

Ελλειψη ατμόπλοιων

Η δρομολόγηση επιβατηγού ατμόπλοιου και από τον Βόλο πέρασε από αρκετά εμπόδια και αναβολές, έως ότου πραγματοποιηθεί τελικά στις 11 Απριλίου του 1945 με το α/π Κορινθία, όπως είδαμε στο πρώτο μέρος της έρευνάς μας. Η βασική «κάθετη» γραμμή Πειραιά – Θεσσαλονίκης πάντοτε είχε ως ενδιάμεσους σταθμούς τη Χαλκίδα και τον Βόλο, προπολεμικά, οπότε επιβαλλόταν τώρα η πλήρης αποκατάστασή της. Γι’ αυτό και καταβλήθηκαν προσπάθειες, που στέφθηκαν με επιτυχία, για την προσέγγιση του ατμοπλοίου και στον Βόλο, παρά τις αρχικές ανησυχητικές προβλέψεις, οι οποίες οφείλονταν ασφαλώς στην ανεπάρκεια των καραβιών. Τα πετρελαιοκίνητα καΐκια δεν επαρκούσαν για τη μετακίνηση επιβατών και τη μεταφορά εμπορευμάτων, ενώ και οι χερσαίες συγκοινωνίες δεν έφταναν για την πλήρη κάλυψη των αναγκών.

Ο αρχικός σχεδιασμός των ακτοπλοϊκών γραμμών, που δεν συμπεριλάμβανε τον Βόλο, προκαλούσε κλίμα ανησυχίας, όπως φαίνεται στο παρακάτω δημοσίευμα της εφημερίδας ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ:

«Δεν θα προσεγγίζη εις Βόλον το ατμόπλοιον Πειραιώς – Θεσσαλονίκης;

Καθώς εγράψαμεν, λίαν προσεχώς πρόκειται να τεθούν εις χρήση διά την εξυπηρέτησιν των ακτοπλοϊκών συγκοινωνιών τα ατμόπλοια Κορινθία και Ναυσικά. Το εν εξ αυτών θα εξυπηρετή την θαλασσίαν γραμμήν Πειραιώς – Θεσσαλονίκης. Δυστυχώς όμως το ατμόπλοιο κατά τον πλουν από Πειραιώς εις Θεσσαλονίκην και τ’ ανάπαλιν δεν πρόκειται να προσεγγίζη εις Βόλον. Τούτο μας ανεκοινώθη και εκ του Λιμεναρχείου. Εις τας ακτοπλοϊκάς γραμμάς, αι οποίαι πρόκειται να λειτουργήσουν, δεν συμπεριλαμβάνεται ο Βόλος. Το ζήτημα ενδιαφέρει σοβαρώτατα την πόλιν μας, ιδιαιτέρως δε τον εμπορικόν κόσμον και τα επαγγέλματα του λιμένος, ναυτικούς πράκτορας κ.λπ. Σήμερον η κίνησης του λιμένος είναι ελάχιστη. Συνίσταται κυρίως εις κατάπλους και απόπλους πετρελαιοκινήτων, τα οποία δεν παρέχουν επί του παρόντος εγγυήσεις κανονικών δρομολογίων, δεδομένου ότι επανειλημμένως συνέβη επιβάται προοριζόμενοι δι’ Ορωπόν να φθάνουν εις τον προορισμόν των ύστερα από εβδομάδαν ολόκληρον. Με τα ιστιοφόρα δεν εξυπηρετείται ούτε το εμπόριον. Θα πείτε ότι μεταξύ Βόλου – Αθηνών υπάρχει τακτική δι’ αυτοκινήτων συγκοινωνία. Αλλά τα κόμιστρα, όπως και τα εισιτήρια, είναι υψηλά, δυνάμενα να μειωθούν, όταν θα ανεπτύσσετο συναγωνισμός με ατμόπλοια. Οι ναυτικοί πράκτορες θα καταβάλλουν ενεργείας, όπως το ατμόπλοιον που θα εκτελή το δρομολόγιον Πειραιώς – Θεσσαλονίκης προσεγγίζη και εις Βόλον. Διά να επιτευχθή όμως τούτον, πρέπει να κινηθούν καταλλήλως και αι αρμόδιαι αρχαί. Είναι μέγα της πόλεως συμφέρον να επανερχίση η κίνησις του λιμένος μας» (29/3/1945).

Προφανώς υπήρξαν οι απαραίτητες ενέργειες των τοπικών αρχών και των ενδιαφερομένων φορέων της πόλης, για να επικρατήσουν ωριμότερες σκέψεις από κρατικής πλευράς, ώστε η Εκτελεστική Επιτροπή Ακτοπλοϊκών Συγκοινωνιών να συμπεριλάβει και τον Βόλο στη γραμμή Πειραιά – Θεσσαλονίκης. Μια εβδομάδα περίπου αργότερα αποφασίζεται η προσέγγιση προσεχώς κάποιου ατμόπλοιου (ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 6/4/1945), το οποίο είναι τελικά όπως είπαμε το Κορινθία, που κατάπλευσε για πρώτη φορά στις 11/4/1945 (ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 11/4/1945).

Οι άνεργοι ναυτικοί πράκτορες

Η ελλιπέστατη κάλυψη των ακτοπλοϊκών γραμμών και ο γενικότερος περιορισμός κάθε μορφής ναυτιλιακής δραστηριότητας προκαλούσαν αλυσιδωτές επιδράσεις στην τοπική κοινωνία. Η ανεργία στον χώρο των ναυτικών επαγγελμάτων ήταν εξαιρετικά υψηλή εκείνη την περίοδο, κάτι απόλυτα αναμενόμενο λόγω της έλλειψης σκαφών διαφόρων μεγεθών και ενασχολήσεων. Υπήρχαν αρκετές κατηγορίες εργαζόμενων και επαγγελματιών, που το αντικείμενό τους σχετιζόταν λιγότερο ή περισσότερο με τη ναυτιλιακή δραστηριότητα και είχαν πλέον περιορισμένο ή και ανύπαρκτο ακόμη κύκλο εργασιών. Μία ιδιαίτερη και αρκετά δραστήρια κατηγορία ήταν και εκείνη των ναυτικών πρακτόρων, που συνδέονταν άμεσα με την ακτοπλοΐα και τη ναυσιπλοΐα γενικότερα. Η προοπτική εξαίρεσης του λιμανιού του Βόλου από τη δρομολογιακή σύνδεση Πειραιά – Θεσσαλονίκης προκαλεί έντονες ανησυχίες στους πράκτορες, που πλέον απειλούνται με πλήρη εργασιακό αφανισμό. Γι’ αυτό, όπως είδαμε και πιο πάνω, προβαίνουν σε δυναμικές ενέργειες με στόχο τη μεταστροφή της δυσμενούς κατάστασης. Στις 22/3/1945 δημοσιεύεται στην εφ. Η Θεσσαλία εκτενές κείμενο με τίτλο «Το λιμάνι και οι ναυτικοί πράκτορες – Αι θαλάσσιαι συγκοινωνίαι – Τι προτείνουν οι ειδικοί», που εκτίθεται το πρόβλημα και προτείνονται λύσεις για την ανασυγκρότηση της ναυτιλίας. Αρχικά γίνεται ενδιαφέρουσα αναφορά για την πλούσια προπολεμική δραστηριότητα στο λιμάνι του Βόλου, εντελώς διαφορετική εικόνα από τη σύγχρονη πραγματικότητα.

Ακολουθεί αναφορά στη συμβολή των ναυτικών πρακτόρων στην αξιοπρόσεχτη ναυτιλιακή και εμπορική κίνηση:

«Κέντρον της όλης αυτής κινήσεως του λιμένος ήσαν οι ναυτικοί πράκτορες, έμπειροι και τίμιοι βιοπαλαισταί, διαχειριζόμενοι με ευσυνειδησίαν την σπουδαίαν αποστολήν τους ως αντιπροσώπων των ατμοπλοϊκών εταιρειών, αλλά και ταυτοχρόνως εξυπηρετούντες τα συμφέροντα του τόπου, αφιλοκερδώς και προθύμως. Είχαν κανονίσει φθηνά εισιτήρια, ώστε και ο φτωχότερος να μπορή να ταξιδεύση με πάσαν άνεσιν. Επετύγχανον χαμηλούς ναύλους, ώστε να κινείται ευχερώς το εισαγωγικόν και εξαγωγικόν εμπόριον. Εδιδον εργασίαν εις χιλιάδας υπαλλήλων, μεσιτών, εργατών. Ηταν κέρβεροι διά την κανονικήν είσπραξιν του δημοσίου φόρου επί των εισιτηρίων, φορτωτικών κ.λπ.».

Παρουσιάζεται δηλαδή πιο πάνω και εκθειάζεται, ίσως και με δόση υπερβολής, η συμβολή των ναυτικών πρακτόρων στην οικονομία του τόπου παλιότερα, ενώ πια ο κλάδος τους πένεται και χρειάζονται δραστικά μέτρα ανάκαμψης.

Στη συνέχεια του δημοσιεύματος καταγράφεται η οδυνηρή πραγματικότητα, απότοκη των καταστροφών του πολέμου:

«…Η απονέκρωσις

Ηλθεν όμως ο παγκόσμιος πόλεμος, τα ξένα φορτηγά διέκοψαν τις προσεγγίσεις των εις Βόλον, τα πλοία της ακτοπλοΐας απησχολήθησον εις στρατιωτικάς μεταφοράς και η κίνησις στο λιμάνι ήρχισε να περιορίζεται σιγά-σιγά, έως ότου με την άφιξη των κατακτητών απενεκρώθη τελείως. Επί μίαν ολόκληρον τετραετίαν η παραλία του Βόλου έμεινεν εν απραξία και οι φιλότιμοι ναυτικοί πράκτορες υπέστησαν και αυτοί στενοχώριες, πίκρες και βάσανα, εν αναμονή των ευτυχών ημερών της απελευθερώσεως της χώρας και της επαναλήψεως των εργασιών. Αι ελπίδες των ναυτικών πρακτόρων δεν διεψεύσθησαν. Η ελευθερία ήλθεν, αλλ’ αι εργασίες των θα αργήσουν να ξαναφανούν, διότι επί του παρόντος ούτε πλοία εκ του εξωτερικού προσεγγίζουν στο λιμάνι, ούτε οι ακτοπλοϊκές γραμμές μπορούν να επαναληφθούν σύντομα. Κατά τον πόλεμον κατεστράφησαν τα δύο τρίτα εκ του συνόλου των ελληνικών πλοίων, τα δε διασωθέντα απασχολούνται εις στρατιωτικάς μεταφοράς των συμμάχων.

Αι μεταξύ των ελληνικών λιμένων συγκοινωνίαι διεξάγονται σήμερον με μικρά ιστιοφόρα, τα οποία ούτε τους επιβάτας ημπορούν να εξυπηρετήσουν, ούτε το εμπόριον διευκολύνουν. Επειδή αγοράζουν πετρέλαιον ακριβό, είναι υποχρεωμένοι οι πλοίαρχοι να ζητούν υψηλούς ναύλους και κόμιστρα. Υπό τοιούτους όρους η σημερινή κίνησις του λιμένος μας και όλων γενικώς των ελληνικών λιμένων είναι λίαν περιορισμένη, ασήμαντη και ουδένα ωφελεί».

Αιτήματα των πρακτόρων

Στις παραπάνω γραμμές δίνεται ξεκάθαρη εικόνα της τραγικής κατάστασης, που επικρατούσε στην ακτοπλοΐα και γενικότερα στη ναυτιλιακή κίνηση και το εμπόριο τους πρώτους μήνες του 1945 σε ολόκληρη την επικράτεια και ο Βόλος δεν αποτελούσε εξαίρεση. Χρειάζονταν συντονισμένες προσπάθειες και γενναίες αποφάσεις από το κράτος, που πάσχιζε να σταθεί πάλι στα πόδια του, ώστε να προκύψει στο μέλλον η ποθούμενη ανάκαμψη. Οι πράκτορες του Βόλου καταθέτουν συγκεκριμένες προτάσεις προς αυτή τη κατεύθυνση, με ζητούμενο την αναγέννηση του σημαντικού λιμανιού της πόλης. Γνώστες των διαφόρων προβλημάτων σε τοπικό επίπεδο, προτείνουν στην πολιτεία σειρά μέτρων, που θα συμβάλλουν πραγματικά στη ναυτιλιακή ανασυγκρότηση: «Προς διόρθωσιν της καταστάσεως και αναζωογόνησιν του λιμένος».

Τα παραθέτουμε συνοπτικά για καθαρά λόγους έκτασης:

1) Να πραγματοποιηθεί το συντομότερο δυνατό η αποκατάσταση του λιμανιού, ώστε να γίνει πάλι λειτουργικό και να είναι δυνατή η προσέγγιση πλοίων, μιας και οι κατακτητές στην αποχώρησή τους προκάλεσαν καταστροφές και βύθισαν πολλά σκάφη.

2) Να τεθούν στη διάθεση της ακτοπλοΐας όλα τα διαθέσιμα πλοία, ενώ για τα συντομότερα δρομολόγια να χρησιμοποιηθούν όλα τα πετρελαιοκίνητα ιστιοφόρα και βενζινόπλοια, με χωρητικότητα 150 έως 200 τόνων.

3) Να χορηγούνται καύσιμα σε φτηνές τιμές, ώστε να είναι δυνατή η αντίστοιχη μείωση των ναύλων και των εισιτηρίων «προς γενικήν ωφέλειαν των επιβατών και των φορτωτών».

4) Να κατασκευαστούν φορτηγίδες, προκειμένου να εξυπηρετούνται τα φορτηγά ατμόπλοια μεγάλου εκτοπίσματος, που δεν μπορούσαν να προσεγγίσουν στην προβλήτα και να είναι δυνατή η γρήγορη φορτοεκφόρτωση εμπορευμάτων. Οι παλιές φορτηγίδες είχαν καταστραφεί από τους Γερμανούς και υπήρχαν λιγοστές. Ακόμη να καταστεί δυνατή η προσέγγιση σε σημεία της προκυμαίας όλων των μικρότερων σκαφών, που «προτείνεται να διεξάγουν την ακτοπλοΐαν». Η γενική πλεύριση των πλοίων πρέπει να αποτελέσει προτεραιότητα, «προς οικονομίαν εξόδων και διευκόλυνσιν των επιβατών».

5) Να μειωθεί ο υπερβολικός λιμενικός φόρος, επειδή στις χερσαίες μεταφορές δεν βαρύνονται με κάτι ανάλογο τα αυτοκίνητα και έτσι ο ανταγωνισμός γίνεται αθέμιτος.

6) Εφαρμογή του νόμου, που κατοχυρώνει το επάγγελμα του ναυτικού πράκτορα, καθώς στον κλάδο είχαν υπεισέλθει «άτομα ξένα και άσχετα». Οι έμπειροι επαγγελματίες πράκτορες, που επί δεκαετίες ασκούσαν το συγκεκριμένο επάγγελμα, έπρεπε «να προστατευθούν υπό του κράτους».

7) Να μην ανακατεύονται στη διαδικασία των φορτοεκφορτώσεων οι τράπεζες Εθνική και Αγροτική και να «περιοριστούν ως τον αρχικόν και κύριον προορισμόν τους». Οι ναυτικοί πράκτορες διέθεταν πολυετή εμπειρία γι’ αυτές τις εργασίες, τις οποίες έπρεπε να αναλαμβάνουν αποκλειστικά: «Είναι οι μόνοι ειδικοί, οι μόνοι πεπειραμένοι, οι μόνοι κατάλληλοι διά τας φορτοεκφορτώσεις», σημειώνεται χαρακτηριστικά.

Και καταλήγει το δημοσίευμα:

«Τα ως άνω κυριώτερα αιτήματα των ναυτικών πρακτόρων διαπνέονται από ζήλον προς την εργασίαν και από ενδιαφέρον υπέρ των γενικωτέρων συμφερόντων της κοινωνίας και του Κράτους. Και ως τοιαύτα πρέπει να μελετηθούν επισταμένως από τους αρμοδίους και να κριθούν ευμενώς. Η κοινή γνώμη επικροτεί προκαταβολικώς πάσαν υπέρ των εν λόγω βιοπαλαιστών κρατικήν μέριμναν».

***

Οι προσπάθειες συνεχίζονται

Η δρομολόγηση πλοίων πραγματοποιήθηκε σιγά – σιγά το 1945. Ωσπου να επικρατήσει σχετική κανονικότητα στο τέλος του χρόνου η προβληματική κατάσταση συνεχιζόταν, όπως άλλωστε φαίνεται σε διάφορα δημοσιεύματα. Η προσέγγιση του α/π Κορινθία στον Βόλο από τις 11/4/1945 αποτελεί μόνο το πρώτο βήμα γι’ αυτό και οι ναυτικοί πράκτορες του Βόλου δεν επαναπαύονται και συστήνουν τετραμελή επιτροπή, που μεταβαίνει στην Αθήνα. Εκεί «θα φροντίση διά την διευθέτησιν του ζητήματός των εν συνεργασία με τας εκεί αφιχθείσας επιτροπάς ναυτικών πρακτόρων των άλλων λιμένων της Ελλάδος» (Η Θεσσαλία 15/4/1945). Οπως βλέπουμε η κίνηση είναι πανελλαδική, ώστε να ικανοποιηθούν τα αιτήματά τους και να επανεκκινήσουν τις εργασίες τους με σύστημα κοινοπραξίας, όπως και παλιότερα. Δυστυχώς, όπως υποστηρίζεται, υπήρχαν και κάποια προνομιούχα ή ευνοούμενα ναυτικά πρακτορεία, που διαχειρίζονταν αποκλειστικά τα πράγματα, ενώ μεγάλος αριθμός πρακτόρων παρέμενε άνεργος.

Η ακτοπλοϊκή και η ναυτιλιακή γενικότερα δραστηριότητα χρειαζόταν αρκετούς ακόμη επίπονους πλόες, σε δύσκολες συνθήκες, ίσαμε να επανέλθει πλήρως στην κανονική λειτουργικότητά της.

ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΚΑΡΤΑΠΑΝΗΣ

Σχετικά άρθρα:

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου