ΣΟΒΑΡΑ ΕΠΕΙΣΟΔΙΑ ΣΤΑ 1929

σοβαρα-επεισοδια-στα-1929-392128

Α’ Αιματηρή συμπλοκή

Επικίνδυνα είχε οξυνθεί το καλοκαίρι του 1929 η αντιπαράθεση για την κυριότητα και την εκμετάλλευση δασικής έκτασης στο Βόρειο Πήλιο ανάμεσα στην κοινότητα της Μακρινίτσας και τους ιδιοκτήτες της περιφέρειας της Παλιάς Μιτζέλας, αδελφούς Σαμσαρέλλου.

Από χρόνια κρατούσε η διάσταση, καθώς οι δύο πλευρές διαφωνούσαν ως προς τα όρια της δικαιοδοσίας τους, επικαλούμενες τίτλους ιδιοκτησίας από την Τουρκοκρατία, αλλά και νεότερες αποφάσεις του ελληνικού κράτους.

Η Μακρινίτσα θεωρούσε την επίμαχη περιοχή ως κοινοτική κι εκκρεμούσαν δικαστικές αποφάσεις για την οριστική διευθέτηση της υπόθεσης. Γι’ αυτό και κάτοικοί της, με πρωτοβουλία του συλλόγου ανθρακέων (παραγωγών κάρβουνου) εκδίωξε από το δάσος συνεργείο που εκτελούσε υλοτομία. Τα πνεύματα ήταν ιδιαίτερα οξυμένα και απειλούνταν σοβαρά επεισόδια με τους Μακρινιτσιώτες να παραμένουν στο χώρο απαγορεύοντας την επανέναρξη των εργασιών.

Όμως τα δικαστήρια του Βόλου δικαίωσαν, προσωρινά έστω, τους αδελφούς Σαμσαρέλλου, επιτρέποντας την υλοτομία, έως ότου αποφασίσουν για την κυριότητα οριστικά τα αρμόδια δικαστήρια. Τούτο εξόργισε τους κατοίκους της Μακρινίτσας -αν και για λίγες μέρες φαίνεται να είχαν ηρεμήσει τα πράγματα-που απειλούσαν με δυναμικές αντιδράσεις και τα συνεργεία των υλοτόμων – ανθρακέων συνέχιζαν τις εργασίες τους υπό την προστασία αστυνομικής δύναμης.

Διαβάζουμε στον Ταχυδρόμο στις 7/7/1929: «Ήρχισεν από χθες κανονικός ενεργούμενη παρά την μισθωτών υλοτόμων του κ. Στεφάνου Δήμου η υλοτομία εις το δάσος της Παλαιάς Μιτζέλης. Ωσαύτως χθες μετεφέρθησαν ενταύθα οι εις το δάσος εναποτεθειμένοι ξυλάνθρακες».

Όμως δεν άργησε να συμβεί σοβαρό επεισόδιο που εξελίχθηκε σε κανονική μάχη με πυροβολισμούς και θύματα. Όλα ξεκίνησαν όταν οι προφυλακές του αποσπάσματος που προστάτευε τους υλοτόμους, ανάφεραν ότι πλησιάζει πολυπληθής ομάδα Μακρινιτσιωτών με πολλούς ένοπλους.

Από τις προηγούμενες μέρες υπήρχαν και άλλοι καταυλισμένοι σε παρακείμενη τοποθεσία από εκεί όπου εκτελούνταν υλοτομία και παρακολουθούσαν δίχως να προκαλέσουν επεισόδια. Σύμφωνα με την πρώτη αναφορά του επικεφαλής μοιράρχου, οι επερχόμενοι επιτέθηκαν με πυροβολισμούς και οι άντρες του, βρισκόμενοι σε άμυνα, ανταπέδωσαν τα πυρά.

Η μάχη γενικεύτηκε και διήρκησε περίπου τρεις ώρες με αποτέλεσμα να σκοτωθεί ένας Μακρινιτσιώτης και να τραυματιστεί σοβαρά ακόμη ένας. Αντίθετα η άλλη πλευρά υποστήριξε ότι προσήλθαν στην επίμαχη περιοχή μόνο για να διαμαρτυρηθούν επειδή ξανάρχισε η υλοτομία, δίχως πρόθεση επεισοδίου. Μόνο δύο τρία άτομα έφεραν μαζί τους κυνηγετικά όπλα.

Άγνωστο γιατί, το απόσπασμα άρχισε να πυροβολεί, πιθανότατα γιατί «παρεξήγησε την πρόθεσιν της ομάδος αυτής» και παρά την άτακτη υποχώρηση και φυγή των Μακρινιτσιωτών οι χωροφύλακες συνέχισαν να ρίχνουν στο ψαχνό, όπου έβλεπαν άνθρωπο, σαν ελεύθεροι σκοπευτές. Άλλωστε αν δίνονταν κανονική μάχη σίγουρα θα υπήρχαν θύματα και από την πλευρά του αποσπάσματος, αλλά δεν υπήρξε ανταπόδοση των πυροβολισμών.

Έντονα διαμαρτυρήθηκε ο πρόεδρος της κοινότητας στις τοπικές αρχές για το αιματηρό συμβάν, επιρρίπτοντας τις ευθύνες αποκλειστικά στη χωροφυλακή που δεν έδειξε την απαιτούμενη ψυχραιμία.

Στη Μακρινίτσα, όταν επέστρεψαν όσοι μετέβησαν στο δάσος, μεταφέροντας το νεκρό και τον τραυματία, επικράτησε φοβερή ένταση και η οργή ξεχείλιζε. Απειλήθηκαν νέα επεισόδια ενώ εκφράστηκε και η άποψη για νέα εκστρατεία εκδίκησης, αλλά επικράτησαν οι θέσεις των ψυχραιμότερων.

Δύναμη χωροφυλακής έφθασε στο γραφικό χωριό του Πηλίου, προκειμένου να προλάβει τυχόν δυσμενείς εξελίξεις, ενώ διατυπώθηκε και το επίμονο αίτημα για τη διεξαγωγή ανακρίσεων και την απόδοση ευθυνών.

Β’ Η μαρτυρία του τραυματία

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει και η μαρτυρία του τραυματία του φονικού συμβάντος, ο οποίος μεταφέρθηκε σε κλινική του Βόλου για νοσηλεία. Αδυνατώντας να μιλήσει καθώς σφαίρα του είχε τρυπήσει την παρειά, κατέγραψε τα γεγονότα στις ερωτήσεις των δημοσιογράφων που τον επισκέφτηκαν.

Σύμφωνα με την γραφτή του κατάθεση τα γεγονότα εξελίχθησαν ως εξής: Μια ομάδα από 250 περίπου κατοίκους της Μακρινίτσας ήταν εγκατεστημένη στη θέση Αντοβίτο, κοντά στη θέση Κουκ’νόγεια, όπου γίνονταν η υλοτομία και ανέμενε την επιτροπή που θα κατέφθανε και η οποία προηγουμένως διαπραγματεύονταν με τον εισαγγελέα και τον διοικητή της χωροφυλακής για την εξέλιξη του ζητήματος.

Όταν δε το πρωί της Κυριακής μετακινήθηκαν για να συναντηθούν με τους καταφθάνοντες, τούτο εκλήφθηκε ως επιθετική κίνηση και περικυκλώθηκαν από περιπολούντες χωροφύλακες που άρχισαν να πυροβολούν αδιακρίτως. Κατέφθασε και η κύρια δύναμη του αποσπάσματος και γενικεύτηκε το κακό με τα γνωστά θλιβερά επακόλουθα.

Οι χωροφύλακες πυροβόλησαν απρόκλητα και δίχως να προηγηθούν αντεγκλήσεις γιατί, σύμφωνα με τον αυτόπτη μάρτυρα, «είχαν πιή τρία φορτώματα τσίπουρο», αφού το συνεργείο που προστάτευαν φρόντιζε για τη διατροφή τους αλλά και το… ποτό τους. Όντας λοιπόν σε μη νηφάλια κατάσταση έγινε ότι έγινε.

Στο ίδιο δημοσίευμα (Ταχυδρόμος 9/7/29) γίνεται αναφορά και στην πάνδημη κηδεία του θύματος της συμπλοκής, Γ. Πέτση, σε έντονα φορτισμένο κλίμα με κίνδυνο να υπάρξουν πάλι επεισόδια. Μάλιστα εκφώνησε επικήδειο και «πρόσωπον τι ανήκον εις την κομμουνιστικήν οργάνωσιν», κάτι που προκάλεσε τις αντιδράσεις των παρευρισκομένων.

Κι ακόμη, λίγες μέρες αργότερα δημοσιεύτηκε ανακοίνωση του Συλλόγου Ανθρακέων Μακρινίτσης που δήλωνε ότι δεν υιοθετούσε την παραπάνω παρέμβαση. Η Κοινότητα Μακρινίτσας απέστειλε τηλεγράφημα διαμαρτυρίας προς την Ελληνική Κυβέρνηση, τη Βουλή και τη Γερουσία με αφορμή το φονικό συμβάν, ευελπιστώντας σε μια ευνοϊκή λύση του ζητήματος και την απόδοση ευθυνών.

Γ’ Η έκθεση του αποσπασματάρχη – Η συνέχεια

Διαφορετικά εκτέθηκαν τα γεγονότα από τη μεριά του αποσπάσματος της χωροφυλακής, όταν το μισό επέστρεψε στο Βόλο, μετά τα αιματηρά γεγονότα. Σύμφωνα με την αναφορά του διοικητή του είχε εντολή να εξασφαλίσει την ακώλυτη διεξαγωγή των εργασιών υλοτομίας, από όσους επιθυμούσαν με τη βία τη διακοπή τους.

Σε αίτημα των Μακρινιτσιωτών που βρίσκονταν στην παρακείμενη περιοχή, να συζητήσουν και να εκθέσουν τις αντιρρήσεις τους απάντησε μάλλον αυταρχικά πως δεν έχει καμιά αρμοδιότητα για διάλογο και να απευθυνθούν στον διοικητή ή τον εισαγγελέα. Επειδή παρατηρήθηκαν ύποπτες κινήσεις, τοποθετήθηκαν φρουρές σε επίκαιρες θέσεις απ’ όπου και επισημάνθηκαν φάλαγγες και άλλων χωρικών.

Με τους κατάλληλους συνθηματικούς πυροβολισμούς ειδοποιήθηκε η κύρια δύναμη του αποσπάσματος η οποία και αντιμετώπισε με επιτυχία τους επερχόμενους που «εβάδιζον κυκλωτικώς» και οι περισσότεροι, οπλισμένοι με γκράδες και πιστόλια άρχισαν να πυροβολούν. Ευρισκόμενο σε άμυνα το απόσπασμα ανταπέδωσε -με τα θλιβερά επακόλουθα- και η μάχη διεκόπη μόνον όταν τελείωσαν τα πυρομαχικά των επιτιθεμένων.

Από τύχη και καλή κάλυψη των χωροφυλάκων δεν υπήρξαν γι’ αυτούς απώλειες, ενώ δεν ακολούθησε καταδίωξη των αποχωρούντων χωρικών, όπως οι τελευταίοι υποστήριζαν. Ακολούθησαν συσκέψεις των αρμοδίων αρχών όπου συμμετείχαν ο διοικητής Χωροφυλακής, ο εισαγγελέας, ο νομάρχης Λάρισας και ο επιθεωρητής δασών, ως εκπρόσωπος του Υπουργείου που ήρθε στο Βόλο ακριβώς για το επίμαχο θέμα. Προείχε η εξομάλυνση της κατάστασης και η αποτροπή νέων εντάσεων γι’ αυτό προληπτικά κατέφθασε στη Μακρινίτσα, από τη Λάρισα, ουλαμός 30 ιππέων για την εξασφάλιση της τάξης.

Τα πνεύματα έδειξαν να ηρεμούν αν και συνέβη ένα ακόμη περιστατικό όπου Μακρινιτσιώτες «έδειραν ανηλεώς» υλοτόμους των αδελφών Σαμσαρέλλου. Δόθηκαν υποσχέσεις για εξεύρεση συμβιβαστικής λύσης αλλά η υλοτομία θα συνεχίζονταν ανεμπόδιστα έως την τελική απόφαση.

Δ’ Πληροφορίες από τον Δ. Τσιμπούκη

Μια ενδιαφέρουσα συζήτηση με τον «παλαίμαχον» δημοσιογράφο και εκδότη εφημερίδων (Πανθεσσαλική, Τύπος, Πρωία) Δ. Α. Τσιμπούκη δημοσιεύεται στις 14/7/29 στον Ταχυδρόμο και στην οποία παρέχονται αρκετές διαφωτιστικές πληροφορίες σχετικά με το ιδιοκτησιακό καθεστώς του διαφιλονικούμενου δάσους. Γνώστης του ζητήματος ο ομιλητής ανάφερε χαρακτηριστικά ότι τα δικαστήρια, έως εκείνη τη στιγμή, είχαν σταθεί στους τύπους, δίχως να εισέλθουν στην ουσία της υπόθεσης.

Η κοινότητα της Μακρινίτσας ήταν κάτοχος δασικής έκτασης από τα χρόνια της μέσης τουρκοκρατίας ακόμα, παραχωρημένης με «ιραδέ» του 1615. Αλλά και μετά την απελευθέρωση (1881) το ελληνικό κράτος αναγνώριζε τους οθωμανικούς τίτλους στο «δάσος Μακρυνίτσης» και παραχωρούσε στους ντόπιους επαγγελματίες άδειες υλοτομίας.

Αργότερα , γύρω στα 1905 , το δημόσιο έκρινε ανίσχυρους τους παραπάνω τίτλους και με «μπολσεβικικό» τρόπο χαρακτήρισε το δάσος ως κρατικό, παρά το γεγονός ότι σε προηγούμενη διερεύνηση των αρμόδιων υπηρεσιών θεωρήθηκε κοινοτικό. Το κράτος όμως δεν έπραξε το ίδιο και με τους ιδιοκτήτες της Παλιάς Μιτζέλας που επίσης διέθεταν οθωμανικούς τίτλους ιδιοκτησίας. Κι επιπλέον, ενώ είχαν στην κατοχή τους 15.000 χιλ. στρέμματα, επεκτάθηκαν στις όμορες μακρινιτσιώτικες δασικές εκτάσεις, αυξάνοντας την περιουσία τους.

Η αμφισβητούμενη περιοχή περιλάμβανε τις θέσεις Κοκινόγεια, Ξηράκια, Αντοβίτο, Πουρνάρια κ.α. Ακολούθησαν χρονοβόροι δικαστικοί αγώνες, ενίοτε με αντικρουόμενες αποφάσεις και παρότι διαρκούσε η διαμάχη για 25 χρόνια, δεν είχε δοθεί οριστική λύση.

Ο παλαίμαχος δημοσιογράφος, που διετέλεσε και κοινοτάρχης της Μακρινίτσας, έθεσε υπόψη και πολλά διευκρινιστικά στοιχεία των περιοχών, όπως επίσης και για τις δικαστικές αποφάσεις που δικαίωναν αρχικά τους αδερφούς Σαμσαρέλλου. Η απαγόρευση της υλοτομίας από το 1911 έως το 1921 είχε παγώσει το ζήτημα, το οποίο στη συνέχεια ξαναφούντωσε και στα 1923 απειλήθηκαν και πάλι σοβαρά επεισόδια.

Η Αποστολία Νάνου – Σκοτεινιώτη στο βιβλίο της ‘’Μακρινίτσα’’ (εκδ. Πύλη, 1977) , αναφέρεται στη συγκεκριμένη διαμάχη και τα αιματηρά γεγονότα, παραθέτοντας και κείμενο του Δ. Τσιμπούκη , όπου περιλαμβάνονται οι ίδιες πάνω κάτω αναφορές της συνέντευξης του 1929 (σελ. 28-33). Επιπλέον η συγγραφέας μνημονεύει και την άποψη της άλλης πλευράς με την κατάθεση πληροφοριών από τον απόγονο των ιδιοκτητών της περιφέρειας της Παλαιάς Μιτζέλας κ. Αλ. Σαμσαρέλλο, ο οποίος διαβεβαίωσε με στοιχεία ότι η οικογένειά του είχε την νόμιμη κυριότητα 35.000 χιλ στρεμμάτων.

Την ίδια έκταση επιβεβαιώνει και ο Ν. Διαμαντάκος στο βιβλίο του «Το Πουρί -το δροσόλουστο χωριό του Πηλίου» (Βόλος 1997) ,όπου αναφέρει ότι η περιφέρεια της Παλιάς Μιτζέλας μετά το ολοκαύτωμα του χωριού στα 1828 ‘’δόθηκε σε κάποιον Τούρκο Αγά» και από αυτόν πουλήθηκε , το 1841, στον Δ.Γ. Σαμσαρέλλο (σελ 256).

Το πιθανότερο ήταν πως υπήρχε ασάφεια στα όρια των ιδιοκτησιών γι’ αυτό και προέκυπταν έντονες διαμάχες για την εκμετάλλευση τους. Να σημειωθεί ότι οι διαφιλονικούμενες περιοχές (Κοκινόγεια, Αντοβίτο κ.λ.π.) βρίσκονται κάπου στο ενδιάμεσο Μακρινίτσας, Άνω Κερασιάς και Παλιάς Μιτζέλας σε υψόμετρο γύρω στα 1.000 μέτρα και αποτελούν ως σήμερα χώρους οργανωμένης υλοτομίας.

Ε’ Διώξεις και επίλυση

Από τα τέλη Αυγούστου του 1929 ανακοινώνονται και στον Τύπο διώξεις και προφυλακίσεις κατοίκων της Μακρινίτσας, που φέρονται ως πρωταίτιοι των δυσάρεστων γεγονότων και κατηγορούνται «επί στάσει και αποπείρα αναιρέσεως».

Κάποιοι αποφυλακίστηκαν προσωρινά με εγγύηση, αλλά τελικά καταδικάστηκαν, όπως σημειώνεται πάλι στο βιβλίο «Μακρινίτσα» (οπ. π. σελ. 29). Η διαφιλονικούμενη έκταση (κάπου 4.500 στρέμματα) αποδόθηκε τελεσίδικα το 1930 στους αδερφούς Σαμσαρέλλου. Με αυτό τον τρόπο δόθηκε τέλος σε μια πολύχρονη διαμάχη, η οποία το καλοκαίρι του 1929 είχε κορυφωθεί επικίνδυνα.

#Tags

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου