Γρ. Καρταπάνης: Καλοκαιρινές αναδρομές –Οδηγίες για τις πλαζ στα 1938

γρ-καρταπάνης-καλοκαιρινές-αναδρομέ-367333

Η λουτρική δραστηριότητα, δηλαδή τα καλοκαιρινά θαλάσσια μπάνια, από την εμφάνισή τους στην περιοχή μας στα τέλη του 19ου αιώνα, όπως και στη μετέπειτα καθιέρωσή τους δεν εκτελούνταν ανεξέλεγκτα, αλλά, όπως είναι γνωστό ακολουθούσαν συγκεκριμένους κανόνες και περιορισμούς. Ο κόσμος έκανε το θαλάσσιο λουτρό του στις οργανωμένες πλαζ αποκλειστικά, μέσω των υπερκείμενων στη θάλασσα καμπινών, ξέχωρα οι άνδρες από τις γυναίκες και μάλιστα με αυστηρή επίβλεψη τόσο από το προσωπικό της επιχείρησης, όσο και από αστυνομικό ή λιμενικό όργανο.

Στον Βόλο η πρώτη, έστω και υποτυπώδης, οργανωμένη πλαζ, όπως έχουμε ξαναπεί, λειτούργησε στο 1890 περίπου στην παραλία κάτω από το κτίριο της εξωραϊστικής και λίγο αργότερα, προτού εκπνεύσει ο 19ος αιώνας, δημιουργήθηκε η πλαζ του Αναύρου που συγκέντρωνε τα καλοκαίρια ολόκληρη τη βολιώτικη κοινωνία. Αρκετά αργότερα, το 1928, προστίθεται και η Πλαζ Λουτρών Αλυκών του Δ. Θεοδώρου, στον χώρο όπου σήμερα βρίσκεται η πλαζ του Ε.Ο.Τ

Παράλληλα με τα οργανωμένα, εμφανίζονται και τα ελεύθερα, μικτά μπάνια, εκτός των καθορισμένων χώρων των λουτρικών επιχειρήσεων, σε ελεύθερες παραλίες, τακτική που με την πάροδο του χρόνου προσελκύει όλο και περισσότερους λουόμενους, από τη δεκαετία του ’20 κυρίως κι ακόμη περισσότερο μετά το 1930. Ήδη από το 1922 και μετά, τα Πευκάκια αποτελούν μια τέτοια ελεύθερη ακτή, όπως και ολόκληρη η ακτογραμμή από τον Αγ. Κωνσταντίνο ως τον Άναυρο ή κι ακόμη πιο πέρα στη Γορίτσα.

Ομοίως τα μικτά μπάνια επεκτείνονται και στις παραλίες των Αλυκών, εκτός της πλαζ, όπου οι λουόμενοι χωρίς διαχωρισμό των φύλων απολάμβαναν τα καλοκαιρινά τους μπάνια. Αλλά και στις οργανωμένες πλαζ παρατηρούνταν η νέα τάση της λουτρικής αναψυχής με τα μικτά μπάνια να συνυπάρχουν ταυτόχρονα με την παλιά πρακτική των καμπινών, προσελκύοντας κι εδώ, όλο και περισσότερα πλήθη λουόμενων, καθώς η δεύτερη ακολουθούσε πια διαρκώς φθίνουσα πορεία.

Βέβαια παρουσιάζονταν και φαινόμενα πλήρους λουτρικής ασυδοσίας με προσέλευση κολυμβητών ακόμη και μέσα στο λιμάνι, ή σε επικίνδυνα βραχώδη σημεία των ακτών. Ιδιαίτερα στον λιμενοβραχίονα πήγαιναν νεαρά άτομα κι επιδίδονταν σε θεαματικές βουτιές. Μπροστά σε αυτή την κατάσταση το τοπικό Λιμεναρχείο εξέδιδε ανακοινώσεις με τις σχετικές απαγορεύσεις, καθορίζοντας τα όρια των επιτρεπόμενων ελεύθερων παραλιών. Ακόμη εφιστούσε την προσοχή των λουόμενων για την τήρηση μέτρων ασφαλείας, υγιεινής κι ευπρέπειας, όπως αυτά που εφαρμόζονταν στις οργανωμένες πλαζ. Σε τούτες μάλιστα υπήρχαν αυστηρές διατάξεις για την αποτροπή δυσάρεστων φαινομένων, αφού επρόκειτο για συγκροτημένες επιχειρήσεις με λουτρικές εγκαταστάσεις μέσα κι έξω από τη θάλασσα κι έπρεπε όλα να λειτουργούν με ασφάλεια. Στον τοπικό τύπο κάθε καλοκαίρι σχεδόν, συναντούμε δημοσιεύματα που αναφέρονται στα μέτρα ασφάλειας, υγιεινής κι ευπρέπειας τα οποία πρέπει να τηρούνται τόσο στις οργανωμένες πλαζ, όσο και στις ελεύθερες παραλίες.

Ένα τέτοιο κείμενο που αφορά τις πρώτες είναι κι ετούτο που ακολουθεί, δημοσιευμένο στην εφ. «Ταχυδρόμος» στις 13/7/1938.

Να σημειωθεί ότι στα χρόνια της δικτατορίας του Μεταξά είχαν τεθεί σε εφαρμογή αξιόλογα εξυγιαντικά έργα στις Αλυκές, με στόχο την αναβάθμιση και την τουριστική ανάπτυξη της περιοχής, παράλληλα με τα καθιερωμένα προβλεπόμενα μέτρα στη λουτρική δραστηριότητα.

Το σχετικό δημοσίευμα επιγράφεται:

«Σειρά μέτρων και καθαριότητος εις τα θαλάσσια λουτρά» και στοχεύει σε δύο κατευθύνσεις:

α) την ασφάλεια των λουόμενων και β) την καθαριότητα – υγιεινή στις οργανωμένες πλαζ.

Πρόκειται για υπουργική απόφαση που στάλθηκε στο Λιμεναρχείο Βόλου για άμεση εφαρμογή:

«Το Υπουργείον της Εμπορικής Ναυτιλίας εκοινοποίησεν διαταγήν προς τας λιμενικάς αρχάς της χώρας, δια της οποίας εντέλλονται αυταί όπως λάβουν μέτρα δια την τήρησιν της τάξεως της ευπρέπειας και της ασφάλειας εις όλας τας εγκατάστασεις θαλασσίων λουτρών.

Διά της διαταγής ταύτης παρέχονται προς τους αρμοδίους γενικαί οδηγίαι των μέτρων των οποίων πρέπει να ληφθούν. Ούτω εις τα λουτρικάς εγκαταστάσεις δέον απαραιτήτως να υπάρχη εις εμφανές μέρος σωσίβιος λέμβος εν αρίστη πάντοτε καταστάσει διατηρουμένη, εφωδιασμένη δια κωπών και κυκλικού σωσιβίου και ικανής εκτάσεως λεπτού σχοινίου, επί της οποίας θα αναγράφεται η φράσις: ‘’σωσίβιος λέμβος λουτρών’’.

Δια την συντήρησιν της λέμβου ταύτης και την χρησιμοποίησιν της πρέπει επίσης να υπάρχη εις εκάστην λουτρικήν εγκατάστασιν ειδικός κολυμβητής ικανός να παράσχη βοήθειαν εις κινδυνεύοντας. Εκάστη λουτρική θαλασσίαεγκατάστασις δέον να διαθέτη ίδιον τηλέφωνον απαραίτητον ου μόνον δια την ανάγκην παροχής βοηθείας εις περίπτωσιν ατυχήματος θαλασσίου ή πυρκαϊάς, αλλά και προς διευκόλυνσιν του κοινού εις τηλεφωνικάς συνδιαλέξεις.

Διά την παροχήν πρώτων βοηθειών, δεόν να υπάρχη ιδιαίτερον διαμέρισμα ευπρόσωπον, εντός του οποίου θα υπάρχει ανάκλιντρον και τα λοιπά στοιχειώδη απαραίτητα έπιπλα (καθίσματα, τράπεζα κλπ) και πρόχειρον φαρμακείον. Εντός της θαλασσίας περιοχής εκάστης εγκαταστάσεως θα υπάρχουν πάσσαλοι φέροντες πινακίδας, εφ ων θα αναγράφεται το βάθος του βυθού της θαλάσσης. Επίσης από του σημείου, ένθα ο βυθός της θαλάσσης υπερβαίνει το 1.50 μ. πρέπει να υπάρχη σχοινίον προσδεδεμένον επί εμπηγμένων εις το βάθος τούτο πασσάλων εις τρόπον ώστε να είνε δυνατή η συγκράτησις των λουόμενων εξ αυτού….»

Και συνεχίζει το δημοσίευμα:

«ΜΕΤΡΑ ΚΑΘΑΡΙΟΤΗΤΟΣ ΚΑΙ ΥΓΙΕΙΝΗΣ

Διά την τήρησην απολύτου καθαριότητος εντός της εγκαταστάσεως των λουτρών πρέπει να υπάρχη επαρκές προσωπικόν. Ο καθαρισμός των καμπινών να ενεργήται συστηματικώς με διάλυσιν σουμπλιμέ. Επίσης ιδιαίτερα μέριμνα δεόν να καταβάλλεται καθημερινώς δια την καθαριότητα του θαλασσίου χώρου των λουτρών διατιθεμένου προς τούτο πλωτού μέσου μετά δικτύου στερεωμένου εις την πρύμνην εις τρόπον ώστε πλέοντος του λοιπού τούτου μέσου να παρασύρονται υπό του στερεωμένου επ’ αυτού δικτύου πάσαι αι επιπλέουσαι ακαθαρσίαι. Άπαν το προσωπικόν το διατιθέμενον δια την επίβλεψιν των καμπινών δεόν να φέρη λευκάς καθαρωτάτας μπλούζας επί των οποίων ν’ αναγράφεται η φράσις ‘’Υπηρεσία Λουτρών’’. Ούτω δεν πρέπει να υπάρχουν επί των πλευρών αυτών εμπεπηγμένοι ήλοι, οι δε υελοπίνακες και καθρέπται να μην είνε τεθραυσμένοι και ραγισμένοι. Τα ενδύματα ν’ αναρτώνται μόνον επί κρεμαστρών. Να μην παρέχονται εις τους λουομένους μπανιερά, ουδέ προσόψια, αλλά να υπάρχη μόνον ικανός αριθμός τοιούτων ειδών προς πώλησιν με τιμάς λογικάς. Τα αποχωρητήρια να ευρίσκονται εις θέσιν απομεμακρυσμένην και να υπάρχη σύστημα αποχετευτικόν προς την εγγύς ξηράν μετά συνεχούς ροής ύδατος.

Να απαγορευθή εντός εγκαταστάσεως και του θαλασσίου χώρου απόρριψις υπό των λουομένων, τροφίμων, εφημερίδων και λοιπών αντικειμένων. Πάντα ταύτα δέον να προσλαμβάνονται υπό των χρησιμοποιούντων αυτά και να απορρίπτονται κατά την αναχώρησιν των εις ειδικόν κάνιστρον εγκατεστημένον παρά των επιχειρήσεων εις την είσοδον των λουτρών. Η εσωτερική και εξωτερική εγκατάστασις των λουτρών δέον να είνε άριστη. Τα ξύλινα κατασκευάσματα καλώς ελαιοχρωματισμένα με λευκόν χρώμα εσωτερικώς και κυανόν ή φαιόν εξωτερικώς».

Ταχυδρόμος 13/7/1938

Παρατηρούμε πως πολλά από τα αναφερόμενα μέτρα ισχύουν και σήμερα (όπως λ.χ. η παρουσία ναυαγοσώστη) κάτι που δείχνει την πρωτοπορία των βολιώτικων πλαζ εκείνη την εποχή.

ΚΑΙ ΠΑΛΙ ΓΙΑ ΤΑ ΔΡΟΜΟΛΟΓΙΑ

Στο προηγούμενο άρθρο μας αναφερθήκαμε στην μέριμνα των λιμενικών αρχών για την προκαθορισμένη και ομαλή διεξαγωγή των δρομολογιών των πετρελαιακάτων. Ακόμη, όπως φαίνεται μέσα από δημοσίευμα της 6ης Μαρτίου του 1940, αρκετά προτού ξεκινήσει η θερινή περίοδος, ορίζονταν και οι τιμές των εισιτηρίων για Πευκάκια και Αλυκές, μαζί μ’ εκείνες των υπολοίπων τοπικών ακτοπλοϊκών γραμμών του Παγασητικού, της Βορ. Εύβοιας και των Β. Σποράδων. Η τιμολόγηση ήταν επίσημη κι εγκεκριμένη με ρητή απαγόρευση κάθε αυθαίρετης αύξησης. Για το καλοκαίρι του 1940 η απλή μετάβαση στα Πευκάκια κόστιζε 2 δρχ και στις Αλυκές 3δρχ. Στο ίδιο δημοσίευμα ορίζονταν επίσης οι ώρες δρομολογίων όλων των γραμμών με επίσης αυστηρή τήρησή τους και η οποιαδήποτε καθυστέρηση ή ματαίωση απόπλου έπρεπε να γίνεται με την ενημέρωση και έγκριση του Λιμεναρχείου.

Μια επίσης σημαντική παράμετρος στην εκτέλεση των δρομολογιών των βενζινακάτων ήταν και ο έλεγχος του επιτρεπόμενου αριθμού επιβατών σύμφωνα με το «πρωτόκολλο» κάθε σκάφους. Βέβαια σε περιπτώσεις αυξημένης κίνησης υπήρχε συνήθως η σχετική ανοχή από μεριάς των εντεταλμένων για το σκοπό αυτό λιμενικών οργάνων, προκειμένου να εξυπηρετείται το πολυάριθμο επιβατικό κοινό. Όταν όμως δεν εφαρμόζονταν η σχετική αστυνόμευση, οι ιδιοκτήτες και οι καπεταναίοι των σκαφών έβρισκαν ευκαιρία να επιβιβάζουν υπεράριθμους, συχνά πολύ παραπάνω από τον επιτρεπόμενο αριθμό, με αποτέλεσμα κάποιες φορές να επισημαίνεται η παρανομία και να επιβάλλονται οι προβλεπόμενες κυρώσεις.

Συχνά τα καλοκαίρια συναντούμε στην τοπική ειδησεογραφία τέτοιες παραβάσεις, όπως το παρακάτω ολιγόγραμμο δημοσίευμα της εφ. Ταχυδρόμος: « Οι επιβάται των βενζινακάτων. Υπό του λιμεναρχείου Βόλου επεβλήθησαν πρόστιμα εις τους κυβερνήτας δύο βενζινακάτων του λιμένος μας διότι μετέφερον επιβάτας περισσότερους του κανονικού αριθμού» (12/7/1939).

Αυτά για σήμερα μέσα από την καλοκαιρινή θεματολογία των τοπικών εφημερίδων τα τελευταία προπολεμικά χρόνια.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου