Γρ. Καρταπάνης: Περιπέτειες φαροφυλάκων (Μέρος 2ο)

γρ-καρταπάνης-περιπέτειες-φαροφυλάκ-431887

Στο προηγούμενο άρθρο μας μνημονεύσαμε ένα τραγικό συμβάν που καταδείχνει την επικινδυνότητα του επαγγέλματος των φαροφυλάκων σε κάποιες παλιότερες εποχές. Διαβιώνοντας για μήνες σε έρημα και δυσπρόσιτα σημεία ακτών και νησιών έρχονταν αντιμέτωποι με κάθε μορφής δυσκολίες και ταλαιπωρίες, πέρα από την δεδομένη, αβάσταχτη μοναξιά. Πραγματικά εκείνοι οι «ερημίτες της θάλασσας» -όπως εύστοχα τους χαρακτηρίζει ο Φώτης Κόντογλου στο έργο του «Θάλασσες Καΐκια και Καραβοκύρηδες»- όντας απομονωμένοι και με δυσχερέστατη πρόσβαση στους πλησιέστερους οικισμούς, έμοιαζαν περίπου σαν φυλακισμένοι. Γι’ αυτό και είναι απόλυτα δηλωτικός της κατάστασης ο χαρακτηρισμός: «Οι φάροι κι οι κατάδικοί τους», επίσης του Κόντογλου στο ίδιο βιβλίο, στο ομότιτλο κείμενο. Να επαναλάβουμε βέβαια ότι ετούτα συνέβαιναν τουλάχιστον έως και τέσσερις, πάνω-κάτω, δεκαετίες νωρίτερα, όταν όλοι σχεδόν οι φάροι ήταν μόνιμα επανδρωμένοι, σε αντίθεση με το σήμερα που έχουν αυτοματοποιηθεί με ηλιακή ενέργεια ή ηλεκτροδότηση και είναι απλά επιτηρούμενοι.

***

Συνήθως για τους αποκλεισμένους αυτούς ερημίτες, πέρα από την καθορισμένη έλευση του φαρόπλοιου για ανεφοδιασμό, αποκατάσταση βλαβών, συντήρηση ή αλλαγή «φρουράς», μοναδική διέξοδος επικοινωνίας ήταν μια μικρή βάρκα, κι όπου αυτό ήταν μπορετό. Έτσι, με αυτόν τον τρόπο οι φαροφύλακες μετέβαιναν στον πιο κοντινό (αν υπήρχε) παράλιο οικισμό για τροφοδοσία, υπηρεσιακές υποχρεώσεις (αλληλογραφία κ.λπ.) ή ακόμη για προσωπικές τους υποθέσεις. Κι όπως διαπιστώσαμε στην προηγούμενη αναφορά μας, η μετάβαση με τη μικρή υπηρεσιακή λέμβο εξελισσόταν σε μια μικρή οδύσσεια, ενίοτε με τραγική κατάληξη. Το ανασκάλεμα των βολιώτικων εφημερίδων μάς οδήγησε στην αποκάλυψη ενός ακόμη τραγικού περιστατικού, με πνιγμό του φαροφύλακα, όταν αυτός προσπάθησε να επιστρέψει στο φάρο, έπειτα από μετάβαση στο κοντινό λιμάνι, κάτω από ιδιαίτερα δυσμενείς καιρικές συνθήκες. Το συμβάν ετούτο συνέβη στη Σκιάθο, στον φάρο Ρέπι, τον Μάρτιο του 1931, δηλαδή τριάντα και πλέον χρόνια νωρίτερα από εκείνο του προηγούμενου σημειώματός μας, όταν οι συνθήκες ζωής στους φάρους ήταν βέβαια δυσκολότερες. Η ιστορία απασχόλησε την τοπική ειδησεογραφία με ένα μόνο αλλά εκτενές ρεπορτάζ, μιας κι επρόκειτο για ένα τραγικό ναυάγιο, απότοκο της επικινδυνότητας του βίου των φαροφυλάκων αλλά και της προσήλωσής τους στο καθήκον, αφού γνώριζαν ότι επιτελούσαν λειτούργημα για την ασφάλεια της ναυσιπλοΐας.

Ο φάρος στη νησίδα Ρέπι ή Τρυπητή, την ανατολικότερη από εκείνες που βρίσκονται έξω από το λιμάνι της Σκιάθου, κατασκευάστηκε και λειτούργησε στα 1914 για να «διευκολύνει ιδίως τους αναπλέοντας εις τους οποίους αργεί να φανή ο κάβος Γουρούνι, ο οποίος ελευθερώνει από τας μεταξύ Σκιάθου και Σκοπέλου νησίδας…», όπως σημειώνεται στο φαροδείκτη του Στ. Λυκούδη του 1936. Το φαρικό συγκρότημα αποτελείται από κυκλικής διατομής πέτρινο πύργο, ύψους 11 μέτρων, με ενσωματωμένο φαρόσπιτο. Το εστιακό ύψος είναι 42 μέτρα και το χαρακτηριστικό σήμα του φάρου αποτελείται από δύο αναλαμπές λευκού και ερυθρού φωτός με συνολική διάρκεια 10 δευτερόλεπτα, φωτίζοντας κατά τομείς και υποδεικνύοντας τις ασφαλείς κι επικίνδυνες πορείες. Η φωτοβολία φθάνει για το λευκό φώς τα 12 μίλια, ενώ για το ερυθρό τα 8. Πράγματι βοηθά πλήρως τον είσπλου και έκπλου από το λιμάνι της Σκιάθου στην πορεία προς Σκόπελο και Γλώσσα, μιας και στην περιοχή υπάρχουν αρκετές νησίδες, βραχονησίδες και ύφαλοι. Είναι ο νεότερος από τους 5 πέτρινους φάρους που ανήκουν στον νομό Μαγνησίας.

***

Ο επικεφαλής φαροφύλακας στο Ρέπι, προφανώς ντόπιος, είχε μεταβεί κατά την διάρκεια της μέρας στη Σκιάθο, προγραμματίζοντας να επανέλθει στο πόστο του λίγο πριν το ηλιοβασίλεμα ώστε να ανάψει το φάρο. Όπως αναφέρεται στο σχετικό ρεπορτάζ φέρεται ως απόστρατος του Πολεμικού Ναυτικόυ που εξακολουθούσε να εκτελεί τα καθήκοντα του. Εκείνη τη μέρα όμως -μέσα Μαρτίου του 1931- τον πρόλαβε το ξέσπασμα του καιρού καθιστώντας αδύνατη την επιστροφή στον φάρο που απέχει από το λιμάνι της Σκιάθου κάπου 2 – 2,5 μίλια. Παρά τις αντίξοες συνθήκες ο επιστάτης του φάρου με τον υφιστάμενο του υπαξιωματικό αποτόλμησαν την επιστροφή ξεκινώντας νωρίτερα με την ελπίδα ύφεσης των φαινομένων, αλλά δυστυχώς απατήθηκαν. Ας δούμε το σχετικό ρεπορτάζ της εφ. Σημαία στις 20/3/1931 με τίτλο: «Εν ναυάγιον εις Σκόπελον – πώς επνίγη ο φαροφύλαξ Ορφανός». Βέβαια πρόκειται για τυπογραφικό λάθος αφού το περιστατικό συνέβη στη Σκιάθο: «Προ ημερών είχε σημειωθεί εις την παρά την νήσον Σκιάθον θάλασσαν ναυάγιον λέμβου, αποτέλεσμα του οποίου υπήρξεν ο πνιγμός ενός επίστατου του μεγάλου φάρου του κειμένου πλησίον του λιμένος της κωμοπόλεως Σκιάθου. Σύμφωνα με τας πρώτας πληροφορίας εις την λέμβον ταύτην ευρίσκετο και εις φαροφύλαξ τον οποίον ο επιστάτης προσέλαβε δια να τον βοηθήση να φθάσουν μέχρι του φάρου, διότι επεκράτει πρωτοφανής θαλασσοταραχή…» Οι τελευταίες γραμμές του αποσπάσματος είναι κάπως δυσνόητες. Προφανώς και οι δύο φαροφύλακες είχαν μεταβεί στη Σκιάθο για κάποιο λόγο κι έπρεπε να επιστρέψουν έγκαιρα στο φάρο. Συνεχίζει το δημοσίευμα περιγράφοντας το ναυάγιο: «…ΤΟ ΝΑΥΑΓΙΟΝ. Η λέμβος εξεκίνησεν από την παραλίαν της κωμοπόλεως περί ώραν 4ηναπογευματινήν. Ο επιστάτης του φάρου, ονόματι Γεώργ. Ορφανός, ο οποίος σημειωτέον ήτο και αρχικελευστής του πολεμικού ναυτικού εν αποστρατεία, υπολόγιζεν ότι περί ώραν 5 ½ απογευματινήν θα ευρίσκετο εις τον φάρον, τον οποίον θα ήναπτε διότι έπρεπε την 6ηνεσπερινήν το βραδύτερον να επανακάμψη ίνα μη τον καταλάβη η νύξστ΄ανοικτά. Όμως όσον η λέμβος απεμακρύνετο της παραλίας, τόσον περισσότερον ο κίνδυνος εκ των τεραστίων κυμάτων καθίστατο απειλητικότερος. Ο άνεμος ήτο ισχυρότατος, η δε λέμβος από στιγμής εις στιγμήν ηπειλήτο ν’ ανατραπή…». Όπως γίνεται αντιληπτό η φουρτούνα εμπόδιζε τους δύο φαροφύλακες να φθάσουν στον προορισμό τους και προσέγγισαν αρχικά, όπως θα δούμε στη συνέχεια, σε προηγούμενη νησίδα (Αρκός), ευελπιστώντας να φθάσουν κατόπιν στο Ρέπι που απείχε λίγες εκατοντάδες μέτρα, αν υποχωρούσε και ο καιρός. Ο επιστάτης Ορφανός κατέβαλε μόνος του υπεράνθρωπη προσπάθεια προκειμένου να φτάσει και ν’ ανάψει το φάρο, ώστε ν’ αποφευχθεί κάποιο ατύχημα, αλλά δυστυχώς δεν τα κατάφερε και πλήρωσε με τη ζωή του την αφοσίωση του στο καθήκον: «…Με μεγάλους κόπους οι δύο ναυτικοί και κατόπιν υπερανθρώπων προσπαθειών κατόρθωσαν να πλησιάσουν μίαν νησίδαν ονομαζομένης υπό την εντοπίων θαλασσινών “καφοβουνιά”. Με προσοχήν προσήγγισαν την λέμβον εις υπήνεμον σημείον και πηδήσαντες επί βράχου εξήλθον εις την νησίδα. Εν τω μεταξύ η ώρα παρήρχετο και η θάλασσα ουδόλως ησύχαζε. Επειδή δε περί ώραν 6 ½ εσπερινήν το σκότος, λόγω και της επικρατούσης συννεφιάς, ήτο αρκετά πυκνόν, ο επιστάτης του φάρου Ορφανός εισήλθεν εις την λέμβον με τον σκοπόν να μεταβή εις τον φάρον, απέχοντα περί τα 120 μέτρα από της νησίδος και να τον ανάψη, διότι ήτο ενδεχόμενον να προσαράξη τυχόν σκάφος πλέον, κατά τας εσπερινάςαυτάς ώρας εις το χωρίον. Μόλις όμως απεμακρύνθη περί τα 50-60 μέτρα η λέμβος ανετράπη και ο Ορφανός επνίγη, αρπαχθείς υπό των μεγάλων κυμάτων…».

***

Ενδιαφέρον παρουσιάζει στη συνέχεια του δημοσιεύματος η μαρτυρία του διασωθέντα φαροφύλακα που υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας του τραγικού περιστατικού. Ετούτος ισχυρίστηκε ότι ο προϊστάμενός του επιχείρησε να φθάσει κολυμπώντας στον φάρο αλλά δυστυχώς τον κατάπιαν τα κύματα προτού καταφέρει να διεκπεραιωθεί στην άλλη νησίδα. Αυτή η επιλογή φαίνεται εξαιρετικά παράτολμη με ελάχιστες πιθανότητες επιτυχίας, τη στιγμή που θεωρούνταν αδύνατη η μετάβαση με τη βάρκα. Αν μη τι άλλο δείχνει την επιμονή του επικεφαλής του φάρου να φτάσει στο στόχο του, ώστε να μην υπάρξουν συνέπειες: «…ΤΙ ΛΕΓΕΙ Ο ΦΑΡΟΦΥΛΑΞ. Ο επί της νησίδος μείνας και διασωθείς φαροφύλαξ, αποβιβασθείς την επομένην εις την Σκιάθον, διηγήθη τα εξής σχετικώς με τον πνιγμόν του Ορφανού – Όταν αποβιβασθήκαμε στη νησίδα ο Ορφανός βλέπων την αγριεμένην θάλασσαν ήταν διαρκώς ανήσυχος. Ήθελε ν’ ανάψη τον φάρον αλλά δεν μπορούσε να επιβιβασθή στη βάρκα και να τον πλησιάση. Τότε εσκέφθηκε να τον ανάψη πλησιάζων κατ’ άλλον τρόπον . εγδύθηκε και ήρχισε να κολυμβά κατευθυνόμενος προς αυτόν. Όταν απεμακρύνθη περί τα 60 μέτρα της νησίδος, τα κύματα περισότερον άγρια και ορμητικά τον εσκέπασαν και δεν κατώρθωσε να σωθή. Τα ενδύματα του πνιγέντος ευρέθησαν πράγματι κατά την επομένην της εξαφανίσεως του εις την νησίδα…».

***

Στην τελευταία παράγραφο του δημοσιεύματος που επιγράφεται «Αι διαδόσεις» επισημαίνεται μια διαφορετική εκδοχή των γεγονότων αν και επρόκειτο, όπως γράφεται, για ανυπόστατες φήμες. Πιθανολογούνταν εγκληματική ενέργεια του φαροφύλακα προς τον προϊστάμενό του για οικονομικές διαφορές, αλλά μια τέτοια περίπτωση φέρονταν ως εντελώς ψευδής. Διαβάζουμε την ολοκλήρωση του δημοσιεύματος: «…Εν τω μεταξύ ήρχισαν να κυκλοφορούν εις την κωμόπολιν της Σκιάθου διάφοροι φήμαι περί του πνιγμού του αρχικελευστού Ορφανού. Αι διαδόσεις αυταί κρίνονται βεβαίως από τους περισσοτέρους ως ανυπόσταται. Τας αναφέρομεν όμως απλώς διότι κυκλοφορούν: Λέγον ότι ο φαροφύλαξ, ο συνοδεύων τον πνιγέντα αρχικελευστήν Ορφανόν, τον έπνιξε, καθ’ ον χρόνον ευρίσκετο επί της νησίδος δια λόγους οικονομικής μεν φύσεως αλλ’ ανεξακρίβωτους». (Σημαία 20/3/1931).

Έπειτα από τα παραπάνω δημιουργείται η εντύπωση ότι το ζήτημα θ’ απασχολούσε και τις επόμενες μέρες τις εφημερίδες, καθώς επρόκειτο για ένα τραγικό συμβάν με επιλήψιμες πιθανόν, προεκτάσεις. Μολαταύτα δεν συναντούμε την παραμικρή αναφορά κατά το επόμενο χρονικό διάστημα στον βολιώτικο Τύπο, κάτι που επιβεβαιώνει πως επρόκειτο απλά για δυστύχημα, δείγμα κι αυτό της επικινδυνότητας του βίου των φαροφυλάκων αλλά και της προσήλωσής τους στο καθήκον.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου