Γρηγόρης Καρταπάνης:Αύγουστος 1956

γρηγόρης-καρταπάνηςαύγουστος-1956-803363

ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΝΕΣ ΑΝΑΔΡΟΜΕΣ

Τα δημοσιεύματα των τοπικών εφημερίδων που ασχολούνται με την καθημερινή καλοκαιρινή δραστηριότητα στις ακρογιαλιές και στα εξοχικά κέντρα του Βόλου, συχνά είναι εκτενή και λεπτομερή με ξεχωριστές αναφορές για κάθε παραλία, ώστε να συνθέτουν ένα ολοκληρωμένο «πανόραμα» πάνω στο συγκεκριμένο θέμα.

Περιγραφές παραστατικές με γλαφυρό ύφος και λογοτεχνίζουσα ενίοτε γραφή, αλλά και το απαραίτητο, όπου χρειάζεται, χιούμορ, αποτυπώνουν μια ενδιαφέρουσα πραγματικότητα και κατατοπίζουν τον αναγνώστη μέσα από ένα ελκυστικό, ευανάγνωστο κείμενο. Τέτοια διεξοδικά δημοσιεύματα που κυμαίνονται από το δημοσιογραφικό ρεπορτάζ ως το χρονογράφημα, επισημαίνονται όχι μόνο στις αρχές κάθε θερινής περιόδου με τις προετοιμασίες και τις προοπτικές, αλλά και μεσούντος του καλοκαιριού στο αποκορύφωμα της κίνησης, περιγράφοντας κάθε πτυχή της θαλασσινής αναψυχής.

Ενα δημοσίευμα αυτής της μορφής εντοπίσαμε στην εφ. Ταχυδρόμος την Τρίτη 7/8/1956, δηλαδή ακριβώς πριν από εξήντα χρόνια, μέσα στο οποίο περιγράφεται λεπτομερώς η κίνηση στις βολιώτικες παραλίες όπως αυτή εκδηλώθηκε δύο μέρες νωρίτερα, την πρώτη Κυριακή του Αυγούστου, δηλαδή σε φουλ σεζόν. Τίτλος του «Λαϊκό πανηγύρι – Η κυριακάτικη εξόρμησις στις ακρογιαλιές του Βόλου – Κάθε ακτή με τα γνωρίσματά της» και φέρει την υπογραφή «ο ρεπόρτερ».

Ο συντάκτης του κειμένου με διεισδυτική ματιά γλαφυρό ύφος και ευφυές -όπου χρειάζεται- χιούμορ μας παρέχει ακριβείς και ενδιαφέρουσες πτυχές, από τις βολιώτικες παραλίες, όπως άλλωστε καταμαρτυρά κι ο τίτλος.

Αρχικά αναφέρεται στο πολυάριθμο λεφούσι που ξεχύθηκε στις ακτές την προηγούμενη Κυριακή, αναζητώντας λίγη δροσιά λόγω της αφόρητης ζέστης και αδιαφορώντας για την πολυκοσμία και την ταλαιπωρία:

«Γενική πάλι προχτές η έξοδος στις ακρογιαλιές. Κυριακάτικο λαϊκό πανηγύρι πολύ χαρακτηριστικό της αγάπης που τρέφει ο κόσμος προς τη θάλασσα και τις χαρές που δίνει το κολύμπι. Ιδέστε αυτόν τον κόσμο πρωί – πρωί να επιβιβάζεται σε αυτοκίνητα ή σε καΐκια για να φύγη έξω από το Βόλο σε κάποια ακτή του Παγασητικού, όπου θα περάση όλη την ημέρα του. Ιδέστε και αργότερα στις εννιά, στις δέκα στις ένδεκα, στις δώδεκα ένα άλλο κόσμο ασύγκριτα πολυπληθέστερο να εξορμά στον Άναυρο, στα Πλατανίδια, στα Πευκάκια στις Αλυκές και θα συμφωνήσετε ότι πρόκειται για λαϊκό πανηγύρι. Θα συμφωνήσετε επίσης ότι αυτό που γίνεται την Κυριακή το πρωί είναι σωστή εξόρμησις. Το πλήθος ξεκινά ακάθεκτο, με σπουδή, με αποφασιστικότητα με πείσμα θα έλεγε κανένας να βουτήξη οπωσδήποτε στη θάλασσα. Δεν υπολογίζει την ταλαιπωρία της μεταβάσεως και της επιστροφής, ούτε την καθυστέρηση, ούτε τα έξοδα. Και δεν έχει βέβαια άδικο. Το θαλασσινό μπάνιο δεν μπορεί να παραβληθή τώρα το καλοκαίρι με καμιά απόλαυση».

Στον Αναυρο

Η πρώτη προσέγγιση του «ρεπόρτερ» αφορά την πολύβουη παραλία του Αναύρου όπου παρ’ ότι από νωρίς υπήρξε το αδιαχώρητο ο κόσμος συνέρρεε συνεχώς, αν και ήταν σχεδόν αδύνατο να βρει λίγο χώρο στην αμμουδιά ή μια καρέκλα στα παραλιακά μαγαζιά. Με χιούμορ κάνει λόγο τόσο για τις ευειδείς παρουσίες που λούονται, όσο και για εκείνες που δημιουργούν εντελώς αντίθετα συναισθήματα.

«Ο Άναυρος εξακολουθεί να κατέχει το ρεκόρ από απόψεως αριθμού κολυμβητών. Έτσι τουλάχιστον δείχνει. Ότι τραβάει πολυαριθμότερο από τις άλλες ακτές. Ίσως γιατί ο κόσμος συγκεντρώνεται σε ένα τμήμα κάπως περιορισμένο, αν και δεν είναι μικρή η έκτασις που χρησιμοποιείται εκεί για μπάνιο. Όλος αυτός ο χώρος σε πλάτος δύο μέτρων έξω από τη θάλασσα ήταν προχθές αδιαπέραστος. Μυρμηγκιά ατελείωτη το πλήθος ένα πολύβουο και παρδαλό πλήθος που είχε στοιβαχτεί σαν τα αλίπαστα στην ακροθαλασσιά, ύστερα από αρκετή προσπάθεια για την εξεύρεσι μισού μέτρου τόπου. Καμιά δροσιά σ’ ολόκληρη την έκταση που φλογίζονταν από τον ήλιο τον ανυπόφορο. Μόνη παρηγοριά η θάλασσα που είχε πήξει και αυτή. Κι άλλη μια το ξεκούρασμα κάτω από τις τέντες των κέντρων του Αναύρου. Δεν περίσσευε προχθές καμιά καρέκλα άδεια σ’ όλα τα κέντρα. Οι θαλασσοχαρείς μετά το μπάνιο απολαμβάνουν το δροσερό αεράκι, κάτι τερψιλαρύγγιο και τη μουσική του ραδιογραμμοφώνου ή της ορχήστρας. Και είναι και άλλοι αρκετοί που δεν βουτούν στη θάλασσα αλλά κατευθύνονται αμέσως στα καφενεία και χαίρονται, κοντά στα άλλα, και το ωραίο θέαμα των λουόμενων. Μελαψά κορμιά, ωραίες γραμμές, ευχάριστα πρόσωπα. Αυτά στην πλειονότητα. Υπάρχουν και εξαιρέσεις κατά τις οποίες τα καλλίγραμμα σώματα ανήκουν στη σφαίρα των ονείρων. Αλλά είναι τόσο χαριτωμένοι αυτοί οι φαλαινοειδείς όγκοι που κινούνται άνετα και αδιάφορα. Και οι θεαταί τους χαίρονται σαν παζαρίσιο θέαμα το οποίον άλλωστε απολαμβάνουν χωρίς εισιτήριο».

Στο ΝΟΒ

Περνώντας στην ανατολική πλευρά του χειμάρρου περιγράφεται η εικόνα στο κέντρο του ΝΟΒ, όπου η πλαζ ήταν η πιο κυριλέ της περιοχής, καθώς προτιμούνταν από την ελίτ της βολιώτικης κοινωνίας κυρίως, και βέβαια ο κόσμος ήταν λιγότερος:

«Η πλαζ μπροστά στο εξαίσιο κέντρο του ΝΟΒ που έχει εφοδιασθή και με αποδυτήρια ανδρών και γυναικών, συγκεντρώνει και αυτή αρκετούς. Αλλά οι πιστοί λάτρεις της θάλασσας βρίσκονται παραπέρα. Στους βράχους της Γορίτσας χωρίς πλήθη πυκνά γύρο τους, χωρίς να βλέπουν έναν κόσμο ολόκληρο να συνωθείται κοντά στους άλλους και χωρίς να βλέπονται. Αυτοί χαίρονται αποκλειστικά τη θάλασσα και το αμέριμνο ξεκούρασμα στους βράχους».

Στις παραλίες της Γορίτσας

Με ιδιαίτερο χιούμορ ο συντάκτης του ρεπορτάζ καταγράφει στη συνέχεια τα τεκταινόμενα στις βραχώδεις κυρίως απολήξεις της Γορίτσας και τις μικρές της αμμουδιές, όπου το τοπίο ήταν εντελώς διαφορετικό. Ανδροκρατούμενη περιοχή, αλλά και απαράδεκτες εικόνες, καθώς πολλοί δεν φορούσαν μαγιό αφού, όντας απόμερα, προτιμούσαν να κάνουν μπάνιο με τα… σώβρακα.

Ακόμη δεν έλειπαν και ψαράδες της ακτής:

«Η Γορίτσα μοιάζει με τα μοναστήρια του Αγίου όρους κατά τούτο: ότι δεν μπορεί να ζυγώσει στους βράχους της γυναίκα. Μόνον άνδρες καθιερώθηκε να κάνουν το μπάνιο τους εκεί σαν να έχουν αγοράση τον τόπο. Γ’ αυτό και το θέαμα από της πλευράς ακτής δεν είναι τόσο ευχάριστο, πολύ περισσότερο δε που οι λουόμενοι κατά ένα μεγάλο ποσοστό, θεωρούν περιττό να εμφανισθούν με κοστούμι μπάνιου. Προτιμούν τα ίδια τα εσώρουχά τους, ούτε τους ενδιαφέρει αν θα τους ιδή κανένας περαστικός. Δεν πρόκειται να τους γνωρίση όπως τους βλέπει από μακριά. Μερικοί επιδίδονται και σε ένα άλλο σπορ θαλάσσιο. Έχουν μαζί τους τα εργαλεία της ψαρικής και περνούν μια – δύο ώρες ρίχνοντας δολώματα και περιμένοντας ανταπόκριση από τον κόσμο του βυθού».

Στ’ Αστέρια

Απομακρύνεται ο «ρεπόρτερ» από τα όρια της πόλης και φθάνει πέρα από το εργοστάσιο τσιμέντων, στη παραλία μπροστά από το καινούριο τότε κέντρο Αστέρια.

Εδώ σε αντίθεση με τη Γορίτσα βλέπεις σχεδόν μόνο γυναικόπαιδα που καταφθάνουν εκεί με το ανοιχτό καλοκαιρινό τρενάκι απολαμβάνοντας και μια θαυμάσια διαδρομή:

«Κάθε ακτή έχει το χαρακτηριστικό της. Στη Γορίτσα δεν βλέπεις γυναίκα. Στ αστέρια δεν βλέπεις άντρα. Μετρημένοι είναι οι εκπρόσωποι του ισχυρού φύλου. Κυριαρχεί εδώ ο κόσμος των μαμάδων και των παιδιών. Πού και πού μερικοί μπαμπάδες με τον κανακάρη τους στην αγκαλιά, προσπαθούν να τον εξοικειώσουν με τη θάλασσα. Προχθές τα Αστέρια δέχθηκαν αφθονότατα τσούρμα μαμάδων και παιδόκοσμου. Ένα πυκνότατο πλήθος που φθάνει εκεί χρησιμοποιώντας το ιδεωδέστερο χερσαίο μέσον. Το χαριτωμένο τραινάκι με τα ανοιχτά βαγόνια…».

Στην παραλία του Βόλου – Οι βενζίνες

Επιστρέφουμε τώρα στην παραλία του Βόλου και στην αφετηρία των βενζινακάτων που εκτελούν ασταμάτητα δρομολόγια μεταφέροντας σε Πευκάκια και Αλυκές χιλιάδες λουόμενων. Το Λιμεναρχείο για την καλύτερη εξυπηρέτηση των επιβατών στην επιβίβαση – αποβίβαση έχει οριοθετήσει ξεχωριστούς διαδρόμους σε κάθε γραμμή ώστε ν’ αποφεύγεται ο συνωστισμός και η ανακατωσούρα.

Η διαδρομή είναι μαγευτική, ρομαντική με ελκυστικές εικόνες:

«Ελάτε τώρα στη κεντρική παραλία. Απ’ εδώ που ξεκινούν οι βενζίνες για τα Πευκάκια και τις Αλυκές. Αμέτρητο κι εδώ το πλήθος αλλά με πόση τάξη εξυπηρετείται! Ποτέ το Λιμεναρχείο δεν είχε δώσει τόση προσοχή στη διευκόλυνση των λουομένων. Τώρα ο χώρος έχει περιφραχθεί όμορφα με ιδιαίτερες εισόδους για τα Πευκάκια και τις Αλυκές, με άλλον διάδρομο για την έξοδο. Ο κόσμος μπαίνει βέβαια στην ουρά, αλλά χωρίς να αγανακτή περιμένοντας, ούτε να στριμώχνεται. Γρήγορα – γρήγορα με τη βοήθεια των οργάνων του Λιμεναρχείου βολεύεται στις βενζινακάτους και ξεκινάει. Η διαδρομή είναι η ωραιότερη απ’ όλες. Χαίρεσαι τη θάλασσα πριν ακόμη βουτήξεις. Γύρω σου κι άλλοι πολλοί δείχνουν το ίδιο ευφρόσυνοι…».

Στα Πευκάκια

Η ματιά του δημοσιογράφου εστιάζεται πλέον στην παραλία των Πευκακίων, όπου η θάλασσα συνδυάζεται με το πράσινο. Πολλοί λουόμενοι προτιμούν μετά το μπάνιο τους τη σκιά των πεύκων, είτε στα εκεί εξοχικά κέντρα, είτε στις παρυφές του άλσους Σέφελ. Η αχρήστευση των πυριτιδαποθηκών επιτρέπει τη μετάβαση και σε παρακείμενες ακρογιαλιές ως το φάρο.

«Τα Πευκάκια ελκύουν πάντα τον κόσμο που προτιμά τη θάλασσα σε συνδυασμό με το πράσινο. Τραβούν περισσότερο τις οικογένειες και κάμποσα ζευγαράκια που πασχίζουν κάπου να βρουν μια άκρη λίγο έρημη. Ματαιοπονούν φυσικά γιατί το κυριακάτικο πλήθος δεν αφήνει ούτε γωνίτσα άδεια. Τα μπάνια γίνονται τώρα πιο πέρα από τα Πευκάκια και τα Αμπελάκια ακόμη, μπροστά στο άλσος του κ. Σέφελ. Πολλοί προχωρούν ακόμη περισσότερο και χαίρονται τη θάλασσα εκεί γύρω στις παλιές πυριτιδαποθήκες όπου το αεράκι είναι αφθονότερο και ο ορίζοντας πολύ ευρύτερος. Λίγα μέτρα έξω από τη θάλασσα έχουν στρωθεί αρκετές παρέες και συμπληρώνουν την κυριακάτικη ψυχαγωγία με φαγοπότι. Τα καρπούζια σε ημερήσια διάταξι».

Στις Αλυκές

Το δημοσίευμα ολοκληρώνεται με εκτενή αναφορά και στην παραλία των Αλυκών, τη μεγαλύτερη του Βόλου, όπου συγκεντρώνονταν πολύς κόσμος και από όλες τις κοινωνικές τάξεις. Η θάλασσα είναι υπέροχη και τα εξοχικά κέντρα θαυμάσια. Δε λείπουν ούτε οι κατασκηνωτές της παραλίας, όπου περνούν το Σαββατοκύριακό τους σε αυτοσχέδια καταλύματα, αλλά παράλληλα παρατηρούνται κι όλες οι μοντέρνες τάσεις της καλοκαιρινής και λουτρικής αμφίεσης:

«Απομένουν τώρα οι Αλυκές. Εκτός από τις βενζινακάτους είναι και τα λεωφορεία που έχουν επιστρατευθεί και πηγαινοέρχονται αδιάκοπα χωρίς πάλι να καταφέρνουν να εξυπηρετήσουν γρήγορα όλη την ανθρωπομάζα που κινείται προς τις Αλυκές. Έχει επικρατήσει η εντύπωσις ότι οι Αλυκές είναι η καλυτέρα πλαζ γιατί έχει την πιο καθαρή θάλασσα και την πιο εκτεταμένη αμμουδιά. Δεν είναι βεβαίως σφαλερή η εντύπωσις αυτή… Μια άλλη εντύπωσις είναι σφαλερή ως προς τις Αλυκές. Ότι τάχα εκεί συχνάζει η καλή λεγόμενη τάξις του Βόλου. Τουλάχιστον για την Κυριακή αυτό δεν ισχύει. Απλώς πηγαίνουν στις Αλυκές όσοι θέλουν να κάνουν το μπάνιο τους με μεγαλύτερη ευκολία και όσοι έχουν να πληρώσουν το ακριβότερο κάπως εισιτήριο του λεωφορείου ή της βενζινακάτου, έτι επιβαρυνόμενο με μια ακόμη δραχμή γα όσους προτιμούν την πλαζ Θεοδώρου. Δεν συχνάζουν λοιπόν στις Αλυκές οι αριστοκράτες. Άλλωστε αυτοί έχουν τα ιδιωτικά του αυτοκίνητα με τα οποία κάθε Κυριακή πηγαίνουν κάπου μακρύτερα. Προχθές ολόκληρος ο χώρος μπροστά στου Θεοδώρου, στου Βακιρλή στου Αλμπάνη και στα άλλα κέντρα που φθάνουν μέχρι το Σωρό ήταν στις δόξες του. Κόσμος και κοσμάκης χαίρονταν τη θάλασσα την αμμουδιά ή την ευχάριστη ατμόσφαιρα των παραλιακών κέντρων. Άλλοι είχαν κατασκηνώσει στα μεταξύ διαστήματα στήνοντας πρόχειρα στέκια για ανάπαυση μισής η μιας μέρας. Αλλά είναι αρκετοί που έχουν κατασκηνώσει μονιμότερα στις Αλυκές, κάτω από σκηνές ή τσαρδάκια που έστησαν εκεί για να περάσουν αρκετές ημέρες με θαλασσόλουτρα ή αμμόλουτρα.

Ωστόσο από την πλαζ των Αλυκών, παρά τον εντελώς λαϊκό χαρακτήρα που παίρνει κάθε Κυριακή, δε λείπουν και οι κομψές εμφανίσεις ιδίως από τα κέντρα τα θεωρούμενα περισσότερο κοσμικά. Θελκτικές υπάρξεις με σορτσάκια ή ψαράδικα παντελόνια και άλλα κοστούμια ειδικά για την περίσταση, κυκλοφορούν με άνεση και κάποιο αίσθημα υπεροχής. Και παρέχουν ένα θέαμα αρκετά ενδιαφέρον, είτε περιφέρονται, είτε γευματίζουν τα εκλεκτά ψάρια της ώρας, παρά το νηστήσιμο της ημέρας».

Νομίζω πως ο συντάκτης της εποχής μας τα λέει όλα, με πολλές καίριες επισημάνσεις και ορισμένες παρατηρήσεις που διαθέτουν διαχρονικό χαρακτήρα, σχετικά με τα δρώμενα στις παραλίες του Βόλου, ακριβώς εξήντα χρόνια πρωτύτερα.

ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΚΑΡΤΑΠΑΝΗΣ

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου