Γρηγόρης Καρταπάνης:Διαφωνίες για την Αργώ στα 1966

γρηγόρης-καρταπάνηςδιαφωνίες-για-τη-60125

ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΟ ΟΡΕΙΧΑΛΚΙΝΟ ΟΜΟΙΩΜΑ

Πολλές και διαφορετικές μεταξύ τους απόψεις και κρίσεις έχουν διατυπωθεί, από ειδικούς και μη, για την πιστότητα του σκάφους – αντίγραφου της Αργούς: Από απλά θετικές εως μεγαλόστομα εγκωμιαστικές, αλλά και επιφυλακτικές εως απόλυτα αρνητικές που καταδείχνουν και το πλήθος των συζητήσεων πάνω στο συγκεκριμένο θέμα. Αν κι έχει αισίως παρέλθει μια δεκαετία από την παρθενική καθέλκυση (και δώδεκα χρόνια από την έναρξη της ναυπήγησης) του σκαριού – ομοιώματος ο λόγος και ο αντίλογος εξακολουθεί να παρουσιάζεται, συχνά επίμονος, όποτε δίνεται η σχετική αφορμή. Κι αφού το πλεούμενο είναι πλέον δεδομένο, δίχως να επιδέχεται διαφοροποιήσεις, πέρα από τις όποιες αποδοχές ή διαφωνίες, η κουβέντα περιστρέφεται σε άλλα ζητήματα, όπως η αξιοποίηση του σκάφους σε πολιτιστικές εκδηλώσεις, ή η εκμετάλευση του ως αξιοθέατο – σύμβολο της πόλης – που θα προωθεί τον τοπικό τουρισμό.

Ένα σημαντικό, ακόμη, σημείο τριβής αποτελεί ο καθορισμός του χώρου της μόνιμης έκθεσής του με την κατάθεση ποικίλων γνωμών, ορισμένες από τις οποίες κρίνονται ανεδαφικές και ανεφάρμοστες. Πρόσφατα γνωρίσαμε άλλη μια περίπτωση διαφωνιών σχετικά με την προσωρινή τοποθέτηση της Αργούς, κατά τη διάρκεια των εορτών Χριστουγέννων-Πρωτοχρονιάς, στην άκρη της κεντρικής παραλίας, στου ΄΄Παπαστράτου΄΄, με τον εορταστικό φωτισμό και τον υπόλοιπο ανάλογο διάκοσμο. Τα επιχειρήματα κι εδώ, πειστικά ή αφελή, τόσο για την θετική, όσο και την αρνητική αποτίμηση της επιλογής, παρουσιάστηκαν ευρύτατα στον ημερήσιο τύπο ή, περισσότερο, στο διαδίκτυο. Γενικά οι ρήσεις και οι αντιρρήσεις για την Αργώ καλά κρατούν.

ΚΑΙ ΠΑΛΙΟΤΕΡΕΣ ΔΙΑΦΩΝΙΕΣ

Στην παραλία του Βόλου όμως, όπως όλοι γνωρίζουμε, υπάρχει και άλλη μια Αργώ. Πρόκειται για το ορειχάλκινο ομοίωμά της, έργο του πηλιορείτη (από τον Αγ. Γεώργιο Νηλείας) γλύπτη Νικόλα Παυλόπουλου, τοποθετημένο σε βάθρο στο παρκάκι μπροστά από την κεντρική προβλήτα, όπως διαμορφώθηκε ο χώρος κατά την γενική ανάπλαση του παράλιου μετώπου για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004. Το γλυπτό τοποθετήθηκε με πρωτοβουλία και δαπάνη της Λιμενικής Επιτροπής το 1965 και βρίσκονταν για δεκαετίες στο κέντρο κυκλικής πλατειούλας λίγο δυτικότερα από τον σημερινό σημείο. Αλλά και τότε, το 1965 – 66, η τοποθέτηση του ομοιώματος προκάλεσε πολλές συζητήσεις και διαφωνίες, τόσο ως προς την πιστότητα της αναπαράστασης, όσο και για το χώρο που στήθηκε αλλά και τη γενικότερη σύνθεση του μνημείου. Το ζήτημα φαίνεται πως απασχολούσε εκτενώς την τοπική κοινωνία κι επεκτείνονταν και σε άλλα γλυπτά της πόλης, με κατάθεση ποικίλων απόψεων ακόμη και διαμετρικά αντίθετων μεταξύ τους.

Το βολιώτικο περιοδικό ΄΄…γραμμάτων και τεχνών΄΄, Δίαυλος(1) , που εκδίδονταν τότε (1965-66), στο τρίτο τεύχος του, ΄΄Νοέμβρης-Δεκέμβρης 1966΄΄, διεξήγαγε ‘’έρευνα’’ με την κατάθεση υπεύθυνων απόψεων από γνωστούς βολιώτες των γραμμάτων και του πνεύματος, για το μνημείο της Αργούς αλλά και την προτομή του δημοσιογράφου Τάκη Οικονομάκη, επίσης έργο του Νικόλα, που είχε στηθεί στην Πλατεία Ελευθερίας. Το δημοσίευμα έχει τίτλο ΄΄Μνημεία του Βόλου΄΄ και διευκρινιστικό υπότιτλο ΄΄Υπεύθυνες γνώμες για το ομοίωμα της Αργούς και για την προτομή του Τάκη Οικονομάκη΄΄ και καλύπτει τις σελίδες 26 εως 30 του περιοδικού. Για την Αργώ καταθέτονται οι αιτιολογημένες θέσεις του αρχαιολόγου Δημ. Θεοχάρη, του λαογράφου Κιτσου Μακρή και του ιστορικού, καθηγητή Βαγγέλη Σκουβαρά, που όπως θα δούμε παρουσιάζουν σημαντικές διαφορές μεταξύ τους.

ΑΠΟΨΕΙΣ ΔΙΑΜΕΤΡΙΚΑ ΑΝΤΙΘΕΤΕΣ

Στον πρόλογο της ΄΄έρευνας΄΄ σημειώνεται αρχικά η αδήριτη ανάγκη των ανθρώπων να συντηρούν την ιστορική μνήμη με την ανέγερση μνημείων αφιερωμένων σε πρόσωπα και γεγονότα. Επισημαίνεται δε, ότι ο Βόλος είναι μια πόλη με ιδιαίτερη παράδοση σε τούτες τις καλλιτεχνικές υπενθυμίσεις του παρελθόντος, όπως άλλωστε καταμαρτυρείται κι από την ίδια την πραγματικότητα. Βέβαια, σύμφωνα με το συντάκτη του περιοδικού, για τα διάφορα μνημεία προκύπτουν καίρια ερωτήματα που έχουν να κάνουν με την έμπνευση του δημιουργού, την πιστότητα της απόδοσης, όπως και άλλες, αισθητικού χαρακτήρα, αιτιάσεις, το σημείο τοποθέτησης και τον περιβάλλοντα χώρο κι έτερα επιμέρους ζητήματα.

Σε ότι αφορά το ομοίωμα της Αργούς τέθηκαν τα εξής ερωτήματα:

α) ΄΄πώς βλέπετε το μνημείο της Αργούς σαν ιδέα και σαν αισθητικό επίτευγμα;΄΄.

β) ποια ειδικότερα η γνώμη σας για το χώρο του μνημείου΄΄.

Ας δούμε τι απάντησαν οι διακεκριμένοι πνευματικοί άνθρωποι στους οποίους τέθηκαν τα συγκεκριμένα ερωτήματα.

Ο αρχαιολόγος Δημ. Θεοχάρης αποφαίνεται θετικά αιτιολογώντας τη θέση του για το μνημείο της Αργούς, στο οποίο είχε και ο ίδιος συμβολή στη σύνταξη (μαζί με τον αρχαιολόγο Ν. Παπαχατζή) των επιγραφών του βάθρου με τα ονόματα των Αργοναυτών. Επαινεί τόσο τον καλλιτέχνη για το επιτυχημένο έργο του, όσο και εκείνους που σκέφτηκαν την τοποθέτηση του συγκεκριμένου ομοιώματος, συνδετικό κρίκο του σήμερα με την αρχαία Ιωλκό. Μοναδικές επιφυλαξεις εκφράζονται για το βάθρο της σύνθεσης αλλά και το σημείο τοποθέτησης που εξαρτάται και από τη γενικότερη διαμόρφωση του χώρου:

΄΄ Ι) Για το ίδιο το μνημείο πιστεύω πως είναι καλαίσθητο και δικαιώνεται απόλυτα σαν ιδέα και πρόθεση. Εύγραμμο είναι το ορειχάλκινο πλοίο και αποδίδει την ιδεατή εικόνα ενός αρχαίου πλοίου. Ο γλύπτης δούλεψε με κέφι και μαστοριά, ξεπερνώντας τις περισσότερες δυσκολίες. Το βάθρο θα μπορούσε να ήταν καλύτερο και στο γενικό σχήμα και στις λεπτομέρειες (χρώμα του μαρμάρου και των γραμμάτων κλπ). Για το περιεχόμενο των επιγραφών μοιραζόμαστε την ευθύνη με το φίλο Νίκο Παπαχατζή. Λαμπρή μου φαίνεται η ιδέα ενός μνημείου που θυμίζει την Αργώ και τους Αργοναύτες στην ίδια την κοιτίδα του μύθου – στην νέα πόλη που διαδέχτηκε την αρχαία Ιωλκό. Τιμή ανήκει σ’ όσους είχαν την ιδέα και είχαν τη δύναμη να την πραγματώσουν.

ΙΙ) Ο τόπος που στήθηκε το μνημείο δεν είναι ακατάλληλος, αφού η προσέγγιση προς τη θάλασσα και το λιμάνι ήταν αναγκαία. Πώς θα διαμορφωθεί τελικά ο γύρω χώρος (που στη σημερινή του μορφή δεν είναι ασφαλώς το κατάλληλο πλαίσιο για το μνημείο) είναι θέμα που μπορεί να το αντιμετώπιση μ’ επιτυχία η Λιμενική Επιτροπή΄΄

Αντίθετα, ο λαογράφος Κίτσος Μακρής είναι άκρως επικριτικός και παρά την αναγνώριση των γενικότερων προσπαθειών της Λιμενικής Επιτροπής, αλλά και της ιδέας να καθιερώσει την Αργώ ως το πλεούμενο – σύμβολο της πόλης, καταφέρεται τόσο για το ίδιο το ομοίωμα, που το αποκαλεί ΄΄αγιοβασιλειάτικο άθυρμα΄΄ ανάμεσα στ’ άλλα υποτιμητικά, όσο και για το σημείο τοποθέτησης, αιτιολογώντας βέβαια τις απόψεις του:

΄΄Ίσως είναι ακατάλληλη η στιγμή να κακοκαρδίσουμε τη Λιμενική Επιτροπή και Πρόεδρο της, που δίνουν τώρα μια τίμια και δίκαιη μάχη για την ελευθερία των ακτών μας. Ωστόσο η αλήθεια, έστω και πικρή να λέγεται. Η ιδέα να καθιερωθεί η Αργώ σαν έμβλημα της πόλης μας και ιδιαίτερα του λιμανιού, είναι σωστή. Κακός είναι ο τρόπος που πραγματοποιήθηκε. Αυτό το αγιοβασιλιάτικο άθυρμα που αρμενίζει σε μια λίμνη από γρασίδι, είναι πέρα για πέρα εκτός κλίματος. Μεγάλα κτήρια από το ένα μέρος, φορτηγά βαπόρια από το άλλο κι ανάμεσα τους μια πράσινη σαρανταποδαρούσα. Μιας και το έργο πληρώθηκε, για να μην πάει χαμένο, ας τοποθετηθεί στην παιδική χαρά του πάρκου μας να παίζουν τα νήπια…΄΄

Το ίδιο αρνητικός είναι ο Κίτσος Μακρής και για την προτομή του Τάκη Οικονομάκη.

ΕΚΤΕΝΕΙΣ ΟΙ ΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΣΚΟΥΒΑΡΑ

Ο τρίτος που ρωτήθηκε για την Αργώ, ο ιστορικός και καθηγητής Βαγγέλης Σκουβαράς (1921-1983) σε αντίθεση με τις σύντομες αναφορές των δύο προηγούμενων, καταθέτει εκτενέστατη απόκριση, σωστό ολοκληρωμένο δοκίμιο, που καλύπτει τις δύο από τις πέντε σελίδες του δημοσιεύματος.

Αρχικά δηλώνει την αντίθεσή του σε τέτοιου είδους γνωμοδοτήσεις, όπου σημειώνει ανάμεσα στ’ άλλα: ‘’…Πιστεύω πάντα πως τέτοιες κρίσεις και μάλιστα υστερινά διατυπωμένες δεν είναι πάντοτε εποικοδομιτικές. Τα μνημεία που κοσμούν τις πόλεις δεν είναι μονάχα έργα τέχνης. Είναι κυριώτερα φορείς πολιτιστικής και φρονηματικής σκοπιμότητας. Ασίγαστοι υπομνηματιστές μιας κοινωνικής και ιστορικής αγωγής…’’.

Ακολούθως ο σοφός καθηγητής, εκτιμά ότι η κριτική ολοκληρωθέντων μνημείων πρέπει να είναι ‘’συνθετώτερη’’ και ‘’νηφαλιώτερη’’, αφού δεν υπάρχει η δυνατότητα αλλαγών και απονέμει τα εύσημα τόσο στο γλύπτη Νικόλα για το έργο, όσο και στην Λιμενική Επιτροπή για την έμπνευση της, ‘’να ιδρύσουν το μνημείο τούτο στην κοιτίδα των Αργοναυτών’’.

Μεθοδικός , όπως πάντα ο Σκουβαράς οριοθετεί την άποψη του σε τρία επιμέρους θέματα:

α) την αισθητική του μνημείου,

β) την ιστορική του πιστότητα,

γ) το χώρο’’.

Επειδή οι απαντήσεις- άκρως εμπεριστατωμένες- είναι εκτενείς, θα περιοριστούμε σε αντιπροσωπευτικά αποσπάσματα:

’Α’. Όσοι αγαπούν και πιστεύουν στην κλασικότροπη τέχνη, θα πρέπει να έμειναν ικανοποιημένοι από τη συνολική εντύπωση της Αργούς. Ο πλάστης έφτασε στις ακραίες του δυνατότητες..’’, δηλώνει αρχικά και συνεχίζοντας αποφαίνεται πως ο καλλιτέχνης ακολούθησε το σωστό δρόμο χωρίς να επιχειρήσει μια πιο πολύπλοκη σύνθεση, τονίζοντας αποκλειστικά το πλεούμενο. Παραθέτοντας κι άλλες αισθητικού χαρακτήρα αποτιμήσεις καταλήγει στις επιφυλάξεις για το μέγεθος και τη μορφή του βάθρου, που αδικεί το ίδιο το σκαρί .

Στο δεύτερο ερώτημα που θέτει ο ίδιος για την πιστότητα της απόδοσης αναφέρει:

‘’ Β’. Σωστή στη γενικότητα της είναι κι η ιστορική πιστότητα του μνημείου. Για το σκαρί της Αργούς ποτέ δε συμφώνησαν οι ιστορικοί της ναυπηγικής και οι αρχαιοδίφες…’’. Επικυρώνει δε την άποψη του με σύντομη παράθεση των πηγών απ’ όπου παρέχονται πληροφορίες για παραστάσεις της Αργούς, σε γραπτά κείμενα και διάφορες απεικονίσεις. Οι αναπόφευκτες αρνητικές λεπτομέρειες χαρακτηρίζονται ‘’ασήμαντες’’ και ‘’δε ζημιώνουν σε τίποτα τη συνολική εντύπωση του μνημείου που παρουσιάζει μελετημένη ιστορική πληρότητα’’, καταλήγει στο β’ μέρος των απόψεων του ο Σκουβαράς.

Στο τρίτο ερώτημα του όμως, αποφαίνεται αρνητικά για τον περιβάλλοντα χώρο όπου στήθηκε το μνημείο, το οποίο δείχνει ‘’ πνιγμένο μέσα σε αφανιστικά φόντα’’ και συνεχίζει: ‘’…

Τα μνημεία πρέπει να στήνωνται, όχι σε χώρους βιοτικής κι εμπορικής τύρβης, αλλά σε σημεία με ανεμπόδιστη ορατότητα, σε τόπους πρόσχαρους, σε σημεία πολυσύχναστα αλλ’ από τους ανθρώπους που, αφού τελείωσαν τη νευρωτική δουλειά τους, περπατούν μόνοι ή με συντροφιά για να ξεκουραστούν, να κουβεντιάσουν, να συνδυάσουν την αναψυχή με την παρατήρηση…’’. Και προτείνει ως κατάλληλο σημείο την παραλία, κοντά στο κτήριο Παπαστράτου, στο μνημείο των πεσόντων, εκεί όπου είχε τοποθετηθεί η Αργώ τα περασμένα Χριστούγεννα: ‘’Κοντά στη θάλασσα να τη ραίνουν με τους αφρούς των τα κύματα του Παγασητικού, έτοιμη ‘’κατακλισθείν έσω αλός΄΄. Στο κυμοθάλασσο πλάι, όπως την τραγούδησε ο Σικελιανός..’’

Και παραθέτει τους στίχους:

‘’ Μπρός στη μεγάλη απλωσιά στην ομαλιά της άμμου

τ’ άγιον ακόμα εφάνταζε καράβι στο σκαρί.

Οι ροδοδάφνες γύρα του, τα χαμομήλια χάμου

κι ωσά να μην εκτύπησεν απάνω του σφυρί…’’

Και κλείνει επίσης ‘’ποιητικά’’ το κείμενο του ο Σκουβαράς:

‘’Να την βλέπουν στο σεργιάνι τους οι γέροι και να χαίρονται στους αδιάκοπους διαύλους τους οι νέοι και να ονειρεύονται τις βιοτικές Κολχίδες’’.

Και πριν από 50 χρόνια για την αναπαράσταση της Αργούς υπήρχαν διαφορετικές απόψεις.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ

(1) Το περιοδικό Δίαυλος εκδίδονταν διμηνιαίο από ‘’Συντακτική Επιτροπή’’ με επικεφαλής τον δημοσιογράφο-ποιητή Γιάννη Φάτση και τον πεζογράφο Ηλία Λεφούση. Το πρώτο τεύχος κυκλοφόρησε το Νοέμβρη-Δεκέμβρη του 1965 και το δεύτερο τον Γενάρη – Φλεβάρη του 1966. Το τρίτο, όπου περιλαμβάνονται και τα κείμενα που μνημονεύουμε, βγήκε με καθυστέρηση λόγω τεχνικών και οικονομικών δυσκολιών το Νοέμβρη-Δεκέμβρη του 1966 και ήταν το τελευταίο.

Του ΓΡΗΓΟΡΗ ΚΑΡΤΑΠΑΝΗ

Μέλους της Εταιρείας Θεσσαλικών Ερευνών

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου