Γρηγόρης Καρταπάνης: Απομεινάρια του πολέμου (μέρος β’)

γρηγόρης-καρταπάνης-απομεινάρια-του-547159

ΝΑΥΑΓΙΑ ΑΠΟ ΝΑΡΚΕΣ ΣΤΑ 1945

Οι απώλειες ενός εξαιρετικά υψηλού αριθμού σκαφών, πολεμικών και μη, κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκόσμιου πολέμου και στις ελληνικές θάλασσες, προέρχεται από πρόσκρουση σε νάρκη, λόγω των πολλών ναρκοπεδίων που είχαν αναπτυχθεί σε επίκαιρες θέσεις (δίαυλους, εισόδους λιμένων κ.α.) από τους κατακτητές. Παρά τη συγκροτημένη, μακρόχρονη κι επίπονη προσπάθεια εκκαθάρισης, από τις πρώτες κιόλας μέρες μετά την απελευθέρωση, για κάμποσα χρόνια, σημαντικός αριθμός από ετούτα τα υποθαλάσσια, φονικά όπλα, διέλαθε των επιχειρήσεων εξουδετέρωσής τους, προκαλώντας πολλά και σοβαρά ναυάγια, τις περισσότερες φορές με αρκετά θύματα. Αχαρτογράφητα ναρκοπέδια ή μεμονωμένες -αδέσποτες- νάρκες, άλλοτε σκόρπιες μαγνητικές ή ακουστικές κι άλλοτε αποκομμένες από τα οργανωμένα ναρκοπέδια, αποτελούσαν θανατηφόρο κίνδυνο για κάθε πλεούμενο που θα τύχαινε να τις βρει στο δρόμο του. Στο βιβλίο «Το τίμημα του Πολέμου» του ναυάρχου Κων. Παΐζη – Παραδέλλη καταγράφονται, μετά τη λήξη του πολέμου στη χώρα μας, όλα σχεδόν τα ναυάγια από πρόσκρουση σε νάρκες – απομεινάρια της προηγούμενης κατάστασης: Από τον Οκτώβριο του 1944 έως 31/12/44, 6, το 1945,14, το 1946, 8, το 1947, 4, και το 1948, 3, σε ολόκληρο τον ελληνικό θαλάσσιο χώρο. Στην περιοχή της Μαγνησίας επίσης υπήρξαν ανάλογα περιστατικά, όπως η περίπτωση της μηχανότρατας στα ανοιχτά της Σκιάθου τον Απρίλιο του 1945 που αναφέραμε στο προηγούμενο σημείωμά μας. Παλιότερα, έχουμε μνημονεύσει άλλα δύο τέτοια περιστατικά: α) Το βολιώτικο εμπορικό καΐκι Αγ. Γεώργιος που βυθίστηκε στις 31/8/1946 στο στενό Σίφνου-Σέριφου, επειδή μάλλον δεν τηρήθηκε η ασφαλής καθορισμένη πορεία, όπως του είχε υποδειχτεί, στον όχι πλήρως καθαρισμένο δίαυλο. (Ταχυδρόμος 9/11/2008 και β) Το φορτηγό ατμόπλοιο Θήρα, έξω από το λιμάνι του Βόλου στις 22/12/1946, που προσέλκυσε μαγνητική νάρκη από το εκεί βυθισμένο γερμανικό (πρώην Ιταλικό) πολεμικό πλοίο, που είχαν αυτοβυθίσει οι κατακτητές μια-δυό μέρες πριν από την αποχώρησή τους. (Ταχυδρόμος 25/12/2011).

Ας δούμε κάποιες ακόμη, χαρακτηριστικές περιπτώσεις.

Βαρύ το τίμημα των Ναρκαλιευτικών

Θύματα των ναρκοπεδίων του πολέμου έπεσαν βέβαια και τα ναρκαλιευτικά του ελληνικού στόλου, στη διάρκεια των εκκαθαριστικών τους επιχειρήσεων, με βαρύ τίμημα σε απώλειες μελών των πληρωμάτων τους. Το πρώτο και μάλιστα «πολλαπλό» συμβάν, σημειώθηκε, αμέσως μετά την απελευθέρωση κι ενόψει της επικείμενης έλευσης του στόλου με την ελληνική κυβέρνηση στις 15/10/1944, τη λεγόμενη επιχείρηση «Μάννα». Για την ασφαλή επιστροφή των πλοίων με επικεφαλής το δοξασμένο θωρηκτό Γ. ΑΒΕΡΩΦ, στο οποίο επέβαιναν τα μέλη της κυβέρνησης του Γεωργίου Παπανδρέου, έπρεπε να εξασφαλισθεί ασφαλής δίαυλος στα πυκνά ναρκοπέδια του Σαρωνικού. Το έργο αυτό ανέλαβε ομάδα 15 ναρκαλιευτικών (8 ελληνικά και 6 βρετανικά), ώστε με συντονισμένες κινήσεις σε ειδικό σχηματισμό, να ολοκληρώσουν την εκκαθάριση. Ομως μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα στις 15/4/1944 προσέκρουσαν σε νάρκες και βυθίστηκαν δύο ελληνικά και δύο αγγλικά ναρκαλιευτικά, ενώ άλλα δύο πιο ευμεγέθη αγγλικά, αποσύρθηκαν με σοβαρές ζημιές, ανήμπορα να συνεχίσουν. Ο κατάπλους του στόλου στο Ναύσταθμο αναβλήθηκε για την επόμενη μέρα.

Τα ελληνικά ναρκαλιευτικά που βυθίστηκαν ήταν τα «Κως» και «Κάσος», ξύλινα σκαριά, αμερικανικής προέλευσης που είχαν παραχωρηθεί στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια του πολέμου (Δεκέμβριος 1943), μαζί με άλλα τέσσερα όμοια, στα οποία είχαν δοθεί ονόματα νησιών. Από το Ν/Α Κως απωλέστηκαν τρία μέλη του πληρώματος, ενώ στο Ν/Α Κάσος ευτυχώς δεν υπήρξαν θύματα. Απώλειες σημειώθηκαν και στα αγγλικά ναρκαλιευτικά.

Εξαιρετικά πιο οδυνηρό υπήρξε το ναυάγιο του Ν/Α Πηνειός, ένα χρόνο αργότερα (24/10/1945), κατά την εκκαθάριση των ναρκοπεδίων στην περιοχή της Πρέβεζας. Το πλοίο, πρώην βρετανικό φαλαινοθηρικό, νορβηγικής ναυπήγησης είχε κι αυτό δοθεί, μεσούντος του πολέμου, μαζί με άλλα τέσσερα αδελφά σκάφη, στην Ελλάδα ως βοήθεια, με ονοματοθεσία ποταμών. Οι επιχειρήσεις στην Πρέβεζα θεωρούνταν υψηλής επικινδυνότητας, λόγω της διάταξης των ναρκοπεδίων κι αυτό αποδείχτηκε με τον πλέον τραγικό τρόπο. Ομάδα δέκα σκαφών με συγκεκριμένη διάταξη και διακριτό ρόλο αρμοδιοτήτων, επιχειρούσε σύμφωνα με το προβλεπόμενο σχέδιο. Ο ρόλος του Ν/Α Πηνειός, επειδή ήταν σιδερένιο σκαρί, προέβλεπε, ακολουθώντας τα προπορευόμενα ναρκαλιευτικά που εξουδετέρωναν τις νάρκες, την καταστροφή με βολές πυροβόλου, εκείνων που διέφευγαν κι αναδύονταν ανέπαφες στην επιφάνεια. Ομως, πιθανόν από κακή σήμανση με σημαδούρες του καθοριζόμενου διαύλου, ο Πηνειός, βρέθηκε εντός του ναρκοπεδίου και προσπαθώντας να αποφύγει νάρκη που βρίσκονταν στην πλώρη του, χειρίζονταν ανάποδα, επέπεσε δυστυχώς σε άλλη με την πρύμη του. Ακολούθησαν δύο εκρήξεις με το πλοίο να διαλύεται και να χάνονται τα 22 από τα 23 μέλη του πληρώματός του. Η παραπλέουσα ακταιωρός, Δοξάτον έσπευσε άμεσα για βοήθεια, παρά τον σοβαρό κίνδυνο να έχει την ίδια τύχη, αλλά δυστυχώς δεν μπόρεσε παρά να περισυλλέξει τον μοναδικό, σοβαρά τραυματισμένο, επιζώντα. Το τραγικό γεγονός δημοσιοποιείται εντελώς επιγραμματικά στον τοπικό τύπο, προφανώς ως στρατιωτικό συμβάν σε οιονεί συνθήκες πολέμου, δίχως να παρέχονται ουσιαστικές πληροφορίες.

Διαβάζουμε στην εφ. Ταχυδρόμος τη σχετική ανταπόκριση:

«Εβυθίσθη ο Πηνειός.

Αθήναι 24. Το ελληνικόν ναυαρχείον ανακοινοί, ότι το ναρκαλιευτικόν Πηνειός εν τη εκτελέσει διατεταγμένης υπηρεσίας εκκαθαρίσεως των ελληνικών θαλασσών εκ των ναρκών, προσέκρουσεν επί νάρκης και εβυθίσθη σήμερον την πρωίαν. Υπάρχουν θύματα των οποίων θα ανακοινωθούν τα ονόματα» (25/10/1945).

Την επομένη, σε πολύ μικρό επίσης δημοσίευμα με τίτλο: «Το τραγικόν ναυάγιον» μνημονεύεται λακωνικά το μέγεθος της τραγωδίας, δίχως καμία επιπλέον πληροφόρηση.

Η πιο πολύνεκρη τραγωδία

Νωρίτερα, τον Ιούνιο του 1945 είχε σημειωθεί και μια διπλή βύθιση ρυμουλκού και πλωτού γερανού στην περιοχή του Σκαραμαγκά, πάλι από πρόσκρουση σε νάρκη με σημαντικό αριθμό θυμάτων. Είναι, νομίζω, εντυπωσιακό το γεγονός ότι τόσους μήνες μετά την απελευθέρωση, σε μια τόσο πολυσύχναστη κι ελεγχόμενη περιοχή κοντά στον Ναύσταθμο, όπως είναι ο δίαυλος της Σαλαμίνας προς την Ελευσίνα και τον Σκαραμαγκά, υπήρχαν ακόμη φονικά απομεινάρια του πολέμου που επέφεραν τραγικά αποτελέσματα. Το περιστατικό συνέβη κοντά στη νησίδα Κυρά της Αμφιάλης (περιοχή του ναύσταθμου στην ακτή της Αττικής) και ο μεγάλος αριθμός των απωλειών – που δεν προσδιορίζεται επακριβώς – οφείλεται στο γεγονός ότι στο γερανό που απασχολούνταν σε εργασίες ανέλκυσης ναυαγίων, επέβαινε και συνεργείο δυτών, πέρα από τα πληρώματα γερανού και ρυμουλκού. Διαβάζουμε την εξ Αθηνών ανταπόκριση της εφ. Ταχυδρόμος: «Ενα τραγικόν δυστύχημα εκ νάρκης. Εφονεύθησαν τριάντα τρία άτομα.

Αθήναι 25. Τας πρώτας μεταμεσημβρινάς ώρας σήμερον τραγικόν όσον και πολύνεκρον δυστύχημα έλαβε χώραν πλησίον του Σκαραμαγκά. Το ρυμουλκόν Βολταίρος και ο πλωτός γερανός Κύκλωψ, ανυψωτικής δυνάμεως 100 τόνων προσέκρουσαν επί νάρκης και ανετινάχθησαν. Εφονεύθησαν 33 άτομα από τα δύο πληρώματα. Ο γερανός Κύκλωψ είχε στοιχίσει 30.000 χρυσάς λίρας. Ως ευθυνόμενοι δια το δυστύχημα δια την μη πλήρη εκκαθάρισιν των ναρκών, συνελήφθησαν ο πλοίαρχος Λούης, ο πλωτάρχης Γιακουμάκης και ο μηχανικός Λεμπέσης…» (26/6/45).

Στο βιβλίο «Τα ναυάγια στις ελληνικές θάλασσες» (α’ τόμος), του απόστρατου ναυάρχου Λιμενικού κ. Χρ. Ντούνη, σημειώνεται το παραπάνω περιστατικό ξεχωριστά για το ρυμουλκό και τον πλωτό γερανό στις σελίδες 172 και 309 αντίστοιχα. Για το ρυμουλκό αναφέρεται ότι από το πλήρωμα των 11 ατόμων, φονεύθηκαν οι 6 και 3 ακόμη τραυματίστηκαν, ενώ από το γερανό τα θύματα ήταν 19 νεκροί και 8 τραυματίες, καθώς επέβαινε και συνεργείο δυτών, δηλαδή συνολικά καταγράφονται 25 απολεσθέντες και 11 τραυματίες. Ο Κων. Παϊζης- Παραδέλλης στο βιβλίο του «Το τίμημα του πολέμου», αναφέρει 8 νεκρούς στο ρυμουλκό, οπότε το σύνολο των απωλειών ανέρχεται στους 27. Οποιος και να είναι ο ακριβής αριθμός πρόκειται για πολύνεκρη τραγωδία. Επίσης ο Παΐζης – Παραδέλλης (οπ. π σελ. 43 και 62) επισημαίνει ότι μαζί με το ρυμουλκό και το γερανό καταστράφηκε και το καταδυτικό σκάφος που συνέπλεε για τις ναυαγιαιρέσεις που επρόκειτο να διεξαχθούν στην περιοχή εκείνη. Πρόκειται για το πλέον πολύνεκρο ναυάγιο από νάρκη μετά το τέλος του πολέμου.

Ανακοίνωση… υπομονής

Επειδή οι αδέσποτες νάρκες που παρέμεναν ασύλληπτες αποτελούσαν φονικότατο κίνδυνο για τη ναυσιπλοΐα, έπειτα από ένα ολόκληρο χρόνο ελεύθερου βίου (Οκτώβριος 1945), δημοσιεύονταν σχετικές ανακοινώσεις που συνιστούσαν στους ναυτιλλόμενους υπομονή και προσοχή. Η εκκαθαριστική ναρκαλιεία συνεχίζονταν με κάθε τρόπο, αλλά η ανεπάρκεια των διατιθέμενων μέσων, σε συνδυασμό με το μεγάλο αριθμό ποντισμένων ναρκών και «αγνώστων» ναρκοπεδίων, προκαλούσαν βραδύτητα στην πρόοδο των επιχειρήσεων. Το αίτημα για τη γρηγορότερη δυνατή ολοκλήρωση του καθαρισμού των θαλασσών προέκυπτε επιτακτικό, αλλά οι δυνατότητες παρουσιάζονταν περιορισμένες κι επιπλέον δίνονταν προτεραιότητα σε συγκεκριμένες περιοχές βάσει προγραμματισμού. Η σχετική ανακοίνωση του Λιμεναρχείου Βόλου είναι σαφής:

«Η αλιεία των ναρκών.

Γνωστοποιούμεν εις τους ναυτιλλόμενους ότι: 1)Η ναρκαλιεία εκτελείται αδιαλείπτως υπό των διατεθέντων δια τα ελληνικά ύδατα καταλλήλων ναρκαλιευτικών πλοίων, εν συνεργασία του ελληνικού και του βρετανικού ναυτικού. 2)Η όλη εργασία συντελείται επί τη βάσει καταρτισθέντος προγράμματος και κατά σειράν προτεραιότητος, ληφθεισών υπ’ όψιν των αναγκών ολοκλήρου της χώρας. 3)Δια την ταχυτέραν πραγματοποίησιν της εργασίας ταύτης, γίνεται παν το δυνατόν, αλλά δέον να ληφθεί υπ’ όψιν ότι το πλήθος των ναρκοβριθών περιοχών είναι μέγα, ο δε αριθμός των διαθέσιμων ειδικών προς ναρκαλιείαν πλοίων μικρός, ώστε να μην είναι δυνατόν να γίνει ουδεμία ετέρα επιτάχυνσις. (Εκ του Λιμεναρχείου)». (Ταχυδρόμος 12/10/1945).

Οι νάρκες, απομεινάρια του πολέμου, θα καθιστούσαν επισφαλή τη ναυσιπλοΐα για κάμποσα χρόνια μετά την απελευθέρωση της χώρας.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου