ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΚΑΡΤΑΠΑΝΗΣ: ΣΕΙΣΜΟΙ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΟΥ ΒΟΛΟΥ ΣΤΑ 1911

γρηγορησ-καρταπανησ-σεισμοι-στην-περ-251713

Σεισμική δραστηριότητα με επίκεντρο στη θαλάσσια περιοχή του βορείου Πηλίου παρουσιάζεται πάλι μόλις έξι χρόνια μετά τους σεισμούς του 1905. Ισχυρή δόνηση εκδηλώθηκε στις 9/10/1911, λίγα λεπτά μετά τα μεσάνυχτα, αναστατώνοντας την ευρύτερη περιοχή της Μαγνησίας, με το μέγεθός της να εκτιμάται στα 6,0 R και η ένταση της στους VII ή και τοπικά VIIIβαθμούς.

Αν και κατά τι μικρότερη της προηγούμενης του 1905,προκάλεσε κι αυτή σοβαρές ζημιές στο βόρειο Πήλιο, την περιφέρεια Αγιάς, τα Κανάλια και τα γύρω χωριά-λιγότερες οι βλάβες στην πόλη του Βόλου-δοκιμάζοντας επώδυνα και πάλι τους ντόπιους πληθυσμούς.

Αναφέρει σχετικά ο καθηγητής Π. Σπυρόπουλος στο βιβλίο του «Χρονικόν των σεισμών της Ελλάδος. Από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα» : «Επτά χρόνια αργότερα και συγκεκριμένα στις 9/22 Οκτωβρίου 1911 ο εγκέλαδος επισκέπτεται και πάλιν την ίδια περιοχή με ελαφρώς μικρότερη τώρα ορμητικότητα . Το επίκεντρο βρίσκεται και αυτή τη φορά κάπου κοντά στο χωριό Κεραμίδι».

Και πιο κάτω μνημονεύει απόσπασμα δημοσιεύματος από την εφ. «Θεσσαλία» : «….Φαίνεται πως το επίκεντρο του σεισμού είναι εις μικράν από της παραλίας του Αγιοκάμπου απόστασιν και εντός της θαλάσσης. Τούτο τεκμαίρεται εκ του ότι όλα τα παράλια μέρη του Αγιόκαμπου υπέστησαν σοβαρωτέρας δονήσεις και περισσοτέρας των μεσογείων μερών …» (11/10/ 1911 ) (σελ. 241).

Ο Bόλος κλυδωνίζεται

Ανατρέχοντας στον βολιώτικο τύπο και συγκεκριμένα στην εφ. «Πρωία» – τη μόνη που υπάρχει, για εκείνη τη χρονική περίοδο, στο αρχείο της βιβλιοθήκης των Τριών Ιεραρχών – επισημαίνονται ενδιαφέροντα ρεπορτάζ για το σοβαρό γεγονός.

Την επομένη του σεισμού (10/10/11) διαβάζουμε στο σχετικό δημοσίευμα με τίτλο : « Ο χθεσινός τρομακτικός σεισμός-ολόκληρος η πόλις επί ποδός- Διερράγησαν οικίαι -ατυχήματα -Διακοπή της τηλεγραφικής συγκοινωνίας (sic )» τις πρώτες ειδήσεις από τα γεγονότα στην πόλη του Βόλου: «Τρομερά σεισμική δόνησις συμβάσα το μεσονύκτιον της χθες ανεστάτωσε κυριολεκτικώς ολόκληρον την πόλιν του Βόλου. Ήτο τόσον απροόπτος- όπως είναι πάντοτε αι πρώται σεισμικαί δονήσεις – τόσον ισχυρός, τόσον διαρκής, τόσον τρομακτικός, ώστε και οι κοιμώμενοι εξύπνησαν και οι εγρηγορότες μέχρι της στιγμής εκείνης, κατελήφθησαν υπό πανικού και ηναγκάσθησαν να σπεύσουν, άλλοι μεν εις τα παράθυρα να ζητήσουν σωτηρίαν και άλλοι να εξέλθουν εις τας οδούς ημίγυμνοι».

Και συνεχίζει το ρεπορτάζ με περισσότερες λεπτομέρειες : «Πότε έγινεν η δόνησις- Η διάρκειά της. Η δόνησις έγινε 9 λεπτά μετά το μεσονύκτιον ακριβώς, με ώραν μεσημβρινού Αθηνών. Ήρξατο μάλλον ελαφρά με διεύθυνσιν εξ ανατολών προς δυσμάς, και έβαινε αυξάνουσα τρομακτικώς. Οι θαμώνες του παρά τα γραφεία μας καφενείου Γιαννόπουλου και του Αργυλλά, καταληφθέντες υπό του πανικού έσπευδον να εξελθώσι προτροπάδην διευθυνόμενοι προς την θάλασσαν . Οι ευρισκόμενοι κατά εκείνην την στιγμήν εις τας οδούς ήκουσαν τους κρότους θραυομένων τζαμιών και φιαλών και τας φωνάς των ενοίκων. Η διάρκεια του σεισμού ήτο 20 περίπου δευτερολέπτων. Δηλαδή παρά πολύ μεγάλη’’ .

Περισσότερο σε διαδόσεις, παρά σε εξακριβωμένα γεγονότα βασίζονται οι πρώτες πληροφορίες για ζημιές, αφού όπως συμβαίνει σε τέτοιες καταστάσεις ο πανικός οδηγεί σε υπερβολές και ψευδείς ειδήσεις. Έγινε αρχικά λόγος για ευρείας έκτασης καταστροφές στην πόλη του Βόλου, με καταρρεύσεις πολλών οικημάτων,κάτι που δεν ανταποκρίνονταν επακριβώς στην πραγματικότητα. Με το φως της ημέρας καταδείχτηκε το μέγεθος των ζημιών, που βέβαια υπήρξαν πιο περιορισμένες αλλά όχι αμελητέες. Κατέπεσαν κυρίως μεσοτοιχίες, εξώστες, ταβάνια, μπαλκόνια, ακροκέραμα, προκαλώντας και αρκετούς μικροτραυματισμούς.

Ο πανικός διογκώθηκε μέσα στο νυχτερινό ξάφνιασμα από τον ήχο του «κώδωνος του Αγίου Νικολάου, ο οποίος εκρούσθη αυτομάτος ένεκα του κλονισμού».

Σημαντικές ζημιές σημειώθηκαν σε καταστήματα- κυρίως ποτοποιεία και υαλοπωλεία- όπου κατέρρευσαν ράφια με μπουκάλια και υαλικά, όπως συνέβη και σε πολλά σπίτια. Στα ξενοδοχεία της πόλης ο τρόμος του σεισμού οδήγησε τους ενοίκους στο δρόμο με τις … πιτζάμες.

Στο Δημαρχείο, που τότε στεγάζονταν στο οίκημα Σκενδεράνη, προκλήθηκαν επίσης αρκετές βλάβες με την κατάρρευση τοίχων και σοβάδων, αλλά και την πτώση ερμαρίων με αρχεία και έγγραφα που σκορπίστηκαν στο πάτωμα ενώ κλειδωμένες πόρτες άνοιξαν μόνες τους, όταν ξεχαρβαλώθηκαν τα κουφώματα. Η τηλεγραφική επικοινωνία διακόπηκε και ο φωτισμός τρεμόσβησε ή κι έσβησε εντελώς κατά τη διάρκεια του σεισμού που κράτησε αρκετά, επιτείνοντας κι άλλο το φόβο στους κατοίκους του Βόλου.

Εκείνο που προκάλεσε εντύπωση, είναι το γεγονός ότι τα παλιότερης κατασκευής οικοδομήματα άντεξαν περισσότερο σε σχέση με τα νεότερα που αποδείχτηκαν πιο ευπαθή. Περιπολίες αστυνομικών διέτρεχαν, αμέσως μετά το συμβάν, ολόκληρη την πόλη για παροχή βοήθειας και επισήμανση των τυχόν σοβαρών καταστροφών.

Αλλά και οι χωροφύλακες πιάστηκαν στον ύπνο όπως σημειώνεται στο ίδιο ρεπορτάζ χαρακτηριστικά : «…Ο αστυνομικός στρατών εκλονίζετο ολόκληρος και οι κοιμώμενοι, χωροφύλακες εξήλθον με τα σώβρακα των».

Αργότερα κατά τη διάρκεια της μέρας αποκαταστάθηκε η τηλεγραφική σύνδεση και μαθεύτηκε πως ο σεισμός είχε γίνει ιδιαίτερα αισθητός και στη Λάρισα, ενώ στο βόρειο Πήλιο, την περιοχή Αγιάς και των Καναλίων, υπήρξε η σφοδρότερη επίδρασή του, μιας και το επίκεντρό του πιθανολογούνταν στη θαλάσσια περιοχή των παραλίων στο Β. Πήλιο : «Εκ τούτο συμπεραίνεται ότι το κέντρον του σεισμού είναι και πάλιν, όπως και πρότινων ετών, ο Θερμαϊκός κόλπος, ότι οι σεισμοί ήταν συνεχείς και αισθητότατοι ιδία εις την Αγυιάν. Ας ευχηθώμεν ίνα τώρα μη επαναληφθώσι», καταλήγει το ρεπορτάζ.

Η κατάσταση στην ευρύτερη περιοχή

Περισσότερο ολοκληρωμένη η πληροφόρηση για τα επακόλουθα του σεισμού σε ολόκληρη την περιοχή που επηρέασε πιο πολύ, μας δίνεται από τις σελίδες της εφ. Πρωία στις 11/10/1911.

Ο σεισμός είχε « πανθεσσαλική» εμβέλεια, πλήττοντας βέβαια τα ανατολικά τμήματα της Θεσσαλίας . απ΄ όπου έφθαναν συνεχώς νέες ειδήσεις για τις καταστροφές που προκλήθηκαν. Στο Βόλο οι βλάβες, αν και όχι ευκαταφρόνητες, υπήρξαν σαφώς λιγότερες από άλλες περιοχές. Πολλά σπίτια, καταστήματα και κτίρια υπηρεσιών είχαν υποστεί ζημιές και γίνεται η ονομαστική καταγραφή τους. Η αποκατάσταση της τηλεγραφικής επικοινωνίας επέτρεψε την άμεση αποστολή ειδοποιήσεων προς την κυβέρνηση, ώστε να επιληφθεί άμεσα του ζητήματος με την παροχή βοήθειας στους σεισμόπληκτους. Οι καταστροφές στην περιφέρεια της Αγιάς περισσότερο, (όπως και στα Κανάλια και το Κεραμίδι) καταγράφονται εξαιρετικά σοβαρές, με τους μετασεισμούς να τις ολοκληρώνουν με τον πλέον οδυνηρό τρόπο. Μεγάλος αριθμός σπιτιών είχε καταρρεύσει κι ακόμη περισσότερα θεωρούνταν ακατοίκητα στα χωριά της επαρχίας Αγιάς, ενώ στο Καλαμάκι γκρεμίστηκε το σχολείο και στα Νάματα η εκκλησία του χωριού. Παρά τις ευρείες ζημιές δεν υπήρξαν θύματα, μόνο μικροτραυματισμοί κι ένας θάνατος γερόντισσας που έπαθε συγκοπή από το φόβο της.

Το δημοσίευμα της 11ης Ιανουαρίου ολοκληρώνεται με αναφορά στο επίκεντρο και τα αίτια του σεισμού:

«Οι σεισμοί οι εκάστοτε συνταράσσοντες το Θεσσαλικόν έδαφος, οφείλονται εις γεωλογικόν φαινόμενον, όπερ έλυσεν η επιστήμη και το οποίον λαμβάνει χώραν εις τον Θερμαικόν κόλπον…. Εις τον Θερμαικόν όμως κόλπον έγινε μεγάλη εδαφική θλάσις ήτις εξακολουθεί υπάρχουσα. Το πέριξ έδαφος δεν είναι στέρεον, αλλά πολλάκις υφίσταται καταπτώσεις, αίτινες δημιουργούμεναι σείουσι το θεσσαλικόν έδαφος. Εις τούτο οφείλεται ο προχθεσινός τρομακτικός σεισμός. Ούτω πως απεφάνθη ο καθηγητής της σεισμολογίας κ. Σκούφος όταν προ εξαετίας ελθών εις Θεσσαλίαν έκαμε σχετικάς μελέτας, αποσταλείς υπό της Κυβερνήσεως δια να εξετάση τα αιτία του τότε επίσης μεγάλου σεισμού, όστις ήτο πολύ ισχυρός εις την Αγυιάν και τα πέριξ,καθώς και εν Καναλίοις. Ότι επήλθε ρήγμα εξηγείται και εκ του γεγονότος ότι ο σεισμός έγινεν αισθητότατος εις την θάλασσαν . Τα νερά του Παγασητικού εχόρευον επί δέκα και πλέον λεπτά».

Όπως φαίνεται οι προηγούμενοι σεισμοί του 1905, αφού μελετήθηκαν, απέδωσαν χρήσιμα συμπεράσματα που εξηγούσαν και την τωρινή κατάσταση. Επιπλέον προκύπτει από τα γεγονότα ότι μάλλον εκδηλώθηκε και μικρό παλιρροϊκό κύμα.

Ζημιές Παντού – Αιτήματα αποκατάστασης

Τη σφοδρότητα του σεισμού φαίνεται πως πλήρωσε το χωριό Σκλήθρο όπου υπήρξαν τρομακτικές καταστροφές, σύμφωνα με την ανταπόκριση από την Αγιά στην εφ. Πρωία, στις 12/10/1911.

Η διάρκεια του ήταν μεγάλη -40 δευτερόλεπτα-ενώ σημειώθηκε και μεγάλος αριθμός μετασεισμών που επέτεινε τις ζημιές και τον πανικό. Όμως η παραπληροφόρηση και η συχνή υπερβολή για τα συμβάντα, απέτρεπε την σωστή ενημέρωση για το ακριβές μέγεθος των ζημιών στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Θεσσαλίας. Σε πολλές περιπτώσεις οι φήμες και οι διαδόσεις αποδείχνονταν αναληθείς, όταν παρέχονταν εξακριβωμένες ειδήσεις που αποτύπωναν την πραγματικότητα.

Μέρα με τη μέρα ξεκαθαρίζει το ζήτημα με την αποτίμηση των βλαβών, καθώς η σεισμική ακολουθία δείχνει να εκτονώνεται. Αναφορές από διάφορα σημεία της πληγείσας περιοχής περιγράφουν την κατάσταση που επικρατεί και βέβαια ζητείται συνεχώς η άμεση παροχή βοήθειας, προτού βαρύνει ο καιρός του φθινοπώρου. Για την πόλη του Βόλου, όπου τα προβλήματα είναι σαφώς λιγότερα, σημειώνονται αναλυτικά τα κτίρια που υπέστησαν τις πλέον σοβαρές βλάβες (Πρωία 13/10/1905) .

Εκτίμηση και καταγραφή ζημιών πραγματοποιείται σε όλα τα πληγέντα χωριά, με τους κατοίκους να αποστέλλουν υπομνήματα προς τη Νομαρχία αλλά και την κεντρική εξουσία «όπως παράσχωσι συνδρομάς και βοηθήματα εις τους καταστραφέντας…». Συγκροτήθηκε και επιτροπή σεισμοπαθών προκειμένου να επισκεφτεί το Νομάρχη και να εκθέσει τα αιτήματα για άμεση βοήθεια. Χρηματική αρωγή και « ατελής ξύλευσις» για την επισκευή – υποστήλωση των «βεβλαμένων οικιών», αποτελούν τις βασικές προτεραιότητες για την ανακούφιση των σεισμόπληκτων,που ήδη με αυτοσχέδιες παρεμβάσεις «ήρξαντο επισκευάζοντες προχείρως τας οικίας των». Συνεργείο της Νομαρχίας με επικεφαλής τον αρμόδιο νομομηχανικό διενεργούσε ήδη αυτοψίες στις περιοχές που είχαν υποστεί περισσότερο το χτύπημα του εγκέλαδου. Κάθε προσπάθεια φαίνεται πως προχωράει με βραδείς ρυθμούς,αφού χαρακτηριστικά σημειώνεται ότι : « οι κάτοικοι απεγνωσμένοι αναμένουσι βοήθειαν». (Πρωϊα 14/ 10/1911.)

Στις επόμενες μέρες όπου οι σεισμικές δονήσεις εξακολουθούσαν ασθενείς αλλά «μετά υποχθονίων κρότων ισχυρών»,το γεγονός δεν απασχολεί την τοπική ειδησεογραφία, προφανώς επειδή η κατάσταση ομαλοποιήθηκε. Παρέμεναν όμως δυσεπίλυτα τα προβλήματα των σεισμοπαθών που προσπαθούσαν να αποκαταστήσουν τις ζημιές από το σεισμό προτού πιάσει ο χειμώνας.

ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΚΑΡΤΑΠΑΝΗΣ

#Tags

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου