Γρηγόρης Καρταπάνης: Αλιευτικά παράξενα στον Παγασητικό

γρηγόρης-καρταπάνης-αλιευτικά-παράξ-384589

Είχαν τρομοκρατήσει τα πληρώματα των αλιευτικών συγκροτημάτων και άλλους ψαράδες οι εμφανίσεις καρχαριών (ή καρχαριοειδών) το καλοκαίρι του 1953 στην ανατολική, κυρίως, πλευρά του Παγασητικού, όπως μνημονεύσαμε σε προηγούμενο σημείωμά μας.

Τα ευμεγέθη κι επικίνδυνα ψάρια με την παρουσία τους προκάλεσαν, όπως ήταν αναμενόμενο και κάποιες υπερβολές στις καταθέσεις των αυτοπτών μαρτύρων, απότοκες του πανικού που προκλήθηκε, με διόγκωση των μεγεθών, προσθέτοντας περισσότερο σασπένς στην αφήγηση.

Υπερβολικοί χαρακτηρισμοί, όπως «πελώριον κήτος» ή «τέρας», καταδείχνουν την επίδραση του γεγονότος και την ταραχή που επέφερε, επηρεάζοντας και τους συντάκτες της εποχής. Τέτοια φαινόμενα βέβαια δεν θεωρούνταν ασυνήθιστα στις θάλασσες του τόπου μας, αφού καταγράφονται αρκετά ανάλογα περιστατικά στον τοπικό τύπο, ενίοτε και με δυσάρεστες συνέπειες.

Εκείνη την περίοδο όμως -καλοκαίρια του 1953 αλλά και του 1954- συνέβησαν και άλλα περίεργα και ασυνήθιστα περιστατικά που άπτονται της αλιευτικής δραστηριότητας. Εμφανίσεις σπανίων και παράξενων ειδών της θαλάσσιας πανίδας προκάλεσαν απορίες και ενδιαφέρον, στην κοινωνία του Βόλου, ελκύοντας και την προσοχή της ειδησεογραφίας.

«Σπάνιον θαλάσσιον κήτος»

Μια ασυνήθιστη οπωσδήποτε αλίευση συνέβη στα τέλη Μαΐου του 1953 στην περιοχή της Αφήσου, όταν σε δίχτυ τράτας συνελήφθη «σπάνιον είδος θαλασσίου κήτους».

Σημειώνεται χαρακτηριστικά στον υπότιτλο του σχετικού δημοσιεύματος ότι : «έχει μήκος 2 μέτρων, βάρος 70 οκάδων και είναι γνωστόν μεταξύ των ψαράδων με το όνομα γουρουνόψαρο ή προπέλλα».

Ας δούμε τη συνέχεια: «Το περίεργον αυτό κήτος έχει μικρόν στόμα, εν αντιθέσει με το ογκώδες της κεφαλής του και του κορμιού του, καθώς και δύο μικρά πτερύγια που δίδουν την εντύπωση ποδιών… Ως εδήλωσεν ο πλοίαρχος κ. Διακουμάκης εις τα 35 χρόνια της θαλασσινής του ζωής δεν ενθυμείται να συνάντησε αυτό το είδος ιχθύος. Ως είπεν το κρέας του κήτους αυτού δεν τρώγεται και είναι κατάλληλον μόνον δια σαπωνοποιείαν. Το θαλάσσιον αυτό τέρας δίδει την εντύπωσιν ψαριού – χοίρου, εξ ου και το όνομα που του έχουν δώσει οι ψαράδες, γουρουνόψαρο, έπαυσε να δίδη σημεία ζωής 3 ώρας μετά την απόθεσή του εις την αποβάθραν της Αφήσσου». (Θεσσαλία 31/5/1953).

Πρόκειται ακριβώς, όπως άλλωστε αναφέρεται και στην περιγραφή, για ένα παράξενο είδος ψαριού το φεγγαρόψαρο, ηλιόψαρο ή προπέλα με περίεργο σχήμα σαν να αποτελείται μόνο από….κεφάλι, ιδιαίτερα άσχημο και απωθητικό. Το βάρος του μπορεί να φθάσει ακόμη και τον 1,5 τόνο, αλλά το κρέας του δεν είναι βρώσιμο.

Συναντιέται σπάνια κοντά στις ακτές και κινείται με αργό ρυθμό, έχοντας συνήθως στην επιφάνεια της θάλασσας το ένα πτερύγιο. Τα δύο του πτερύγια, πάνω και κάτω, δίνουν την εντύπωση φτερών προπέλας. Οι ψαράδες ακριβώς λόγω της χονδροειδούς μορφής του το αποκαλούν και γουρουνόψαρο, αν και με αυτό το όνομα υπάρχει και άλλο είδος ψαριού (χοίρος ή κεντρόνι) που φθάνει το ένα μέτρο.

Το καλοκαίρι του 1954 αλιεύτηκε στον Παγασητικό άλλο ένα φεγγαρόψαρο (προπέλα) αρκετά μεγαλύτερο από το προηγούμενο, αυτή τη φορά στην περιοχή του Καντήραγα, προκαλώντας πάλι ιδιαίτερη εντύπωση:

«Ενα περίεργον όσο και τεραστίου μεγέθους ψάρι αλιεύθηκε προχθές τη νύκτα στη θαλάσσια περιοχή του Καντήραγα από το αλιευτικό συγκρότημα του κ. Γ. Φράγκου.

Το ψάρι αυτό που εξετέθη χθές το πρωί στην ιχθυαγορά ανήκει στην κατηγορία των περίεργων εκείνων υδροβίων των οποίων η εμφάνισις προκαλεί την απορίαν και εις αυτούς ακόμη τους παλιούς ψαράδες που έχουν ιδή τα μάτια τους τόσα πολλά. Πάντως δεν είναι φαγώσιμο και για αυτό απερρίφθη εκ νέου εις τον Παγασητικό. Είχε σχήμα αυγού με τη μία του διάμετρο έως 2 περίπου μέτρα και την άλλη μέχρις 1 και πλέον.

Στα πλάγια έφερε δύο πτερύγια με την βοήθεια των οποίων, όπως ανέφεραν οι ψαράδες που το έπιασαν το αλλόκοτο αυτό θαλάσσιο ζώο, αναπτύσσει καταπληκτικήν ταχύτητα. Η ονομασία του είναι: προπέλλα ή γρύλος. Εχει όμως και μια άλλη με την οποία είναι γνωστό στον κόσμο των ψαράδων και η οποία προφερόμενη θυμίζει τα… οπίσθια. Το βάρος του ήταν μεγαλύτερο από 300 οκάδες εις την προσπάθειαν του δε να διαφύγει από τον σάκκον των δικτύων που ενεπλάκη, επέφερε σημαντικάς ζημίας εις αυτά». (ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 29/7/1954).

Στο παραπάνω ρεπορτάζ διατυπώνονται δύο ανακρίβειες :

α) τα πτερύγια είναι κάθετα στο σώμα και β) το συγκεκριμένο είδος πλέει πολύ αργά και …βαρετά.

Ομως καταγράφεται και η λαϊκή του ονομασία, αν και ο δημοσιογράφος της εποχής από ευγένεια δεν την αναφέρει κανονικά. Ακριβώς λόγω του σχήματός του αλλά και της γενικότερης όψης του οι ψαράδες το αποκαλούν «κώλο της θάλασσας». Νομίζω ότι ετούτη η εμπειρική ονομασία αποδίδει με ακρίβεια τη μορφή του παράξενου ψαριού. Πάντοτε ο απλός λαός εφευρίσκει τους πλέον εύστοχους και επιτυχημένους χαρακτηρισμούς.

Αλλόκοτα «Θαλάσσια τέρατα»

Σπάνιο αλλά αναγνωρίσιμο το είδος του «θαλασσίου κήτους» που αλιεύτηκε στις δύο προηγούμενες περιπτώσεις, προκαλώντας απορίες και ενδιαφέρον. Το Σεπτέμβριο του 1953 όμως υπήρξαν δύο ακόμη αλιεύσεις παράξενων ψαριών που, όπως φαίνεται, ήταν εντελώς άγνωστα στους ψαράδες της περιοχής, αφού κανείς τους δεν τα είχε συναντήσει ξανά στην πολυετή αλιευτική του ενασχόληση.

Η έκπληξη παρουσιάστηκε μεγάλη, μιας κι επρόκειτο για κάτι εντελώς πρωτόγνωρο και «αποτρόπαιο» στην όψη του, που δεν θύμιζε κανένα γνωστό, παράξενο θαλάσσιο οργανισμό : «Από τα μυστήρια του βυθού. Ηλιεύθη εντός του Παγασητικού αλλόκοτον θαλάσσιον τέρας. Ομοιάζει με δίσκον -Εχει οφθαλμούς βοδιού και ράμφος -Θ ‘αποσταλή εις το μουσείον;», μας ενημερώνει ο τίτλος του σχετικού δημοσιεύματος στην εφ. Θεσσαλία (19/9/1953).

Το πρωτοεμφανιζόμενο είδος στα αλιευτικά δρώμενα του Βόλου, αποτέλεσε αντικείμενο συζητήσεων μέσα σε κλίμα περιέργειας και απορίας.

Και συνεχίζει το ρεπορτάζ: «Υπό του αλιευτικού συγκροτήματος γρι-γρι του κ. Κοντίνου ηλιεύθη τα πρωϊνάς ώρας της χθες εις τα ανοικτά των Τρικέρων αλλόκοτον θαλάσσιο τέρας. Τούτο μετεφέρθη εις την αγοράν της πόλεως μας και εξετέθη εις κοινήν θέαν καθ’ όλην την πρωίαν της χθες. Οι αλιείς κατάπληκτοι από το σχήμα και την όλην κατατομήν του τέρατος, ομολογούν ότι δια πρώτην φοράν ευρέθησαν προ τοιάυτης ιδιοτροπίας της φύσεως η οποία συγκέντρωσε τα έντονα χαρακτηριστικά διαφόρων ζώων εις εν και το αυτό ον και μάλιστα κατά έναν τοιούτον τρόπον, ώστε κάθε μέλος αυτού χωριστά να δίδη την εντύπωσιν ότι ανήκει εις χερσαίον παρά εις θαλάσσιον ζώον.

Πράγματι το αλιευθέν τέρας έχει σχήμα ελλειψοειδούς δίσκου διαμέτρου 20 και 40 εκατοστομέτρων. Η ουρά του σχηματίζεται από τον ίδιον το κύριον σώμα εις σχήμα τόξου. Παρά την ουράν και εκατέρωθεν των δύο πλευρών του σώματος έχει δύο επιμήκη πτερύγια, τα μοναδικά που έφερε, μήκους 10 εκ. έκαστον. Την πλέον αλλόκοτον εικόνα παρουσιάζει η κεφαλή του τέρατος, η οποία ομοιάζει με κεφαλήν σκύλου. Δύο ευμεγέθη μάτια ώσαν μάτια βωδιού και ένα πολύ μικρόν στόμα με ράμφος συμπληρώνουν την αποτρόπαιον εμφάνισιν του αλιευθέντος, δια πρώτην φοράν εντός του Παγασητικού, θαλάσσιου αυτού τέρατος.

Τέλος ολόκληρον το σώμα καλύπτεται υπό δέρματος σκληρού ώσαν «σμυριδόπανου». Εικάζεται ότι πρόκειται περί ιχθύος ανήκοντος εις σπανίαν κατηγορίαν και προερχομένου εκ των θαλασσίων αβύσσων των τροπικών υδάτων. Υπό τινών ιχθυεμπόρων κατεβλήθησαν ενέργειαι, ώστε το αλιευθέν θαλάσσιον τέρας να αποσταλή εις το ιχθυολογικόν μουσείον».

Ανατρέξαμε στο βιβλίο «Ψάρια των ελληνικών θαλασσών» του Δημ. Μανωλά και διαπιστώνουμε πως υπάρχουν αρκετές ομοιότητες με το διαβολόψαρο(σελ 124) και -περισσότερο- με το ρηχαετόψαρο (σελ. 125), δίχως βέβαια ν’ αποτολμήσουμε μια ασφαλή ταύτιση.

Αλλωστε, η αναφερόμενη στο ρεπορτάζ, πιθανότητα να πρόκειται για είδος που προέρχεται από άλλες θάλασσες και παρασύρθηκε (όπως πριν από λίγα χρόνια ο λαγοκέφαλος) φαίνεται επαρκής και πειστική. Ισως να μπορούσαν να μας διαφωτίσουν περισσότερο οι ειδικοί επιστήμονες. Ακόμη δεν γνωρίζουμε αν το «αλλόκοτον» αλίευμα εκτέθηκε στο ιχθυολογικό μουσείο ή… κατέληξε ευωχία για τις γάτες του λιμανιού.

Δέκα μέρες αργότερα παρουσιάστηκε και άλλο περιστατικό με την αλίευση ενός παρόμοιου «τέρατος», πάλι μέσα στον Παγασητικό.

Σημειώνει ο «ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ»:

«Ηλιεύθη εις Παγασητικόν πρωτοφανές ψάρι. Υπό του αλιέως Ευσταθίου Κοττά ηλιεύθη τη νύκτα της Κυριακής εντός του Παγασητικού, ένα πρωτοφανές, όχι δια το μέγεθος, αλλά δια το σχήμα του αυτή τη φορά, ψάρι. Τούτο κομισθέν εις την ιχθυαγοράν εξετέθη εις κοινήν θέαν. Όλοι οι αλιείς οι οποίοι είδον το ψάρι είπον ότι παρόμοιον δεν έχουν αλιεύσει μέχρι τούδε, ούτε έχουν ιδή. Τούτο έχει πρωτότυπον κεφαλήν εις την βάσιν της οποίας άνω και κάτω υπάρχουν δύο πτερύγια. Το ψάρι έχει μεγάλους οφθαλμούς, εν συγκρίσει προς το όλον μέγεθός του, είναι πεπλατυσμένον και έχει μεγάλην ουράν, η οποία καταλήγει εις δύο λεπτά πτερύγια. Εκ του άνω μέρους εκάστου οφθαλμού αρχίζει μία σειρά από λεπτά και κατ΄αρχήν αγκάθια, τα οποία καθ’ όλον το μήκος της ουράς είναι αρκετά μεγάλα»(29/9/1953)

Και πάλι ανατρέχοντας στο βιβλίο του κ. Δ. Μανωλά, επισημαίνουμε κάποιες ομοιότητες του ανωτέρου αλιεύματος με τα ψάρια βιολί και μαυρορινόβατος (σελ138-139). Ατυχώς και στις δύο περιπτώσεις, πέρα από την αναφορά του περιστατικού δεν δημοσιεύεται κάποια διαφωτιστική άποψη των ειδικών, ούτε δίνεται συνέχεια τις επόμενες μέρες. Οι ελληνικές θάλασσες διαθέτουν οπωσδήποτε πλούσια ιχθυοπανίδα -έστω κι αν συχνά μνημονεύεται μείωση των αλιευμάτων για πολλούς λόγους-για αυτό και ορισμένα πιο σπάνια είδη παραμένουν σε πολλούς, ακόμη και σε ψαράδες, άγνωστα.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου