Γρηγόρης Καρταπάνης: ΝΑΥΑΓΙΑ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ ΤΩΝ ΕΟΡΤΩΝ

γρηγόρης-καρταπάνης-ναυαγια-στην-περ-525075

Α’ Οι δυσκολίες του χειμώνα

Κατά τη χειμερινή περίοδο με τις διαρκείς κακές καιρικές συνθήκες, που συχνά εξελίσσονται σε ακραίες καταστάσεις, η πρόκληση ναυαγίων και άλλων ατυχημάτων παρουσιάζεται πάντοτε αυξημένη. Τα έντονα φαινόμενα (άνεμοι, ομίχλες, πυκνές βροχοπτώσεις ή χιονοπτώσεις, με αποκορύφωμα τις σφοδρές θαλασσοταραχές), δημιουργούν τις αναπόφευκτες προϋποθέσεις για αρνητικά και τραγικά περιστατικά.

Μια πρόχειρη διερεύνηση στις εφημερίδες επιβεβαιώνει την ευεξήγητη διαπίστωση, καθώς η καθημερινή ειδησεογραφία περιλαμβάνει συχνά το απαραίτητο «ναυαγιολόγιο», με κάθε λογής συμβάντα που άπτονται του ναυτικού βίου.

Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι και σε άλλες περιόδους του χρόνου οι κακοκαιρίες δεν προκαλούν ανάλογα περιστατικά, ακόμη και το καλοκαίρι με τα μπουρίνια και τα δυνατά μελτέμια, αλλά ο χειμώνας διατηρεί την θλιβερή πρωτιά.

Ιδιαίτερα οδυνηρές περιπτώσεις όμως, θεωρούνται εκείνα τα ναυτικά δυστυχήματα που συμβαίνουν κατά την περίοδο των εορτών των Χριστουγέννων ή έστω κατά τις παραμονές τους, ακριβώς λόγω του χρονικού σημείου τους. Το εορταστικό κλίμα ανατρέπεται εντελώς και μεταβάλλεται σε θλίψη ή θρήνο, ανάλογα με το μέγεθος της καταστροφής-κατάληξη της αγωνίας που συνήθως έχει προηγηθεί. Ορισμένα ναυάγια στην περιοχή της Μαγνησίας στη διάρκεια των εορτών ή λίγο νωρίτερα, έχουμε μνημονεύσει σε παλιότερα ναυαγιολογικά σημειώματά μας.

Υπενθυμίζουμε σχετικά:

α) Το α/π Θήρα βυθίστηκε στις 22/12/1946 έξω από το λιμάνι του Βόλου, όταν ήρθε σε επαφή με μαγνητική νάρκη, πιθανόν από το βυθισμένο εκεί πολεμικό σκάφος το 1944, ή απομεινάρι από τις ποντίσεις ναρκών στη διάρκεια του πολέμου που είχε διαφύγει από την εκκαθαριστική ναρκαλιεία.

β) Η μηχανότρατα Μαρία που εξόκειλε και καταστράφηκε, λόγω θαλασσοταραχής, σε ακτή της Σκιάθου στις 21/12/1954.

γ) Η μεγάλη τραγωδία του πλοίου μεταφοράς τσιμέντου, Δύστος, που ανατράπηκε έξω από την Κύμη στις 28/12/1996, με αποτέλεσμα να απολεστούν 11 ναυτικοί από το Βόλο και τη γύρω περιοχή μαζί με άλλους συναδέλφους τους.

Ας μνημονεύσουμε σήμερα άλλες τρεις περιπτώσεις ναυαγίων κατά τις παραμονές των εορτών.

Β΄ Ερμαιο των κυμάτων

Εμπορικό ιστιοφόρο -δεν σημειώνεται αν είχε και μηχανή- έπαθε σοβαρή αβαρία στις ακτές του Ανατολικού Πηλίου όταν έπεσε σε δυνατή φουρτούνα και έμεινε ακυβέρνητο. Ολόκληρο το πλήρωμά του -ίσως βιαστικά και υπό το κράτος πανικού- εγκατέλειψε το σκάφος και με κίνδυνο να πνιγούν διεκπεραιώθηκε στην ακτή του Μυλοπόταμου.

Δεν υπήρχαν πολλά στοιχεία για το πλεούμενο, ούτε για το ταξίδι και το φορτίο του, αλλά όπως φαίνεται παράδερνε παρασυρόμενο κατά μήκος των ακτών δίχως -αρχικά- να συντριβεί σε αυτές, για αυτό και επιχειρήθηκε η διάσωσή του.

Διαβάζουμε σχετικά: «Κινδυνεύει να ναυαγήση ιστιοφόρον λόγω της θαλασσοταραχής. Εγκατελήφθη υπό του πληρώματος.Χθες το απόγευμα ελήφθη τηλεγράφημα εις το ενταύθα Λιμεναρχείον, του τελωνασταθμάρχου Αγίου Ιωάννου Κισσού, δια του οποίου αναφέρεται ότι παρά την θέσιν Μυλοπόταμος ιστιοφόρον υπό τον κυβερνήτην Δημήτριον Ραγκιάν, κινδυνεύει λόγω της επικρατούσης μεγάλης θαλασσοταραχής. Το σκάφος, έρμαιον των κυμάτων, έχασε τα ίστια του και το πηδάλιον και παραμένει ακυβέρνητον, εγκαταληφθέν και υπό του πληρώματος, το οποίον αποτελούμενον εκ 5 ανδρών, διεκπεραιώθη εις την ακτήν δια λέμβου κατόπιν δραματικής πάλης υπό των κυμάτων. Κατά τας αυτάς πληροφορίας το σκάφος φέρει φορτίον αξίας 300 χιλιάδων δραχμών. Κατόπιν αυτού το Λιμεναρχείον Βόλου διέταξεν το βενζινόπλοιον Ελπίς όπως καταπλεύσει εις τον τόπον του κινδυνεύοντος ιστιοφόρου και προσπάθηση να το σώση» (Ταχυδρόμος 20/12/1934).

Το σκάφος που στάλθηκε για τη διάσωση του ακυβέρνητου ιστιοφόρου όμως, δεν μπόρεσε να το προσεγγίσει, λόγω της φουρτούνας και επέστρεψε άπρακτο: «Το ναυάγιον του ιστιοφόρου.
Σχετικώς με το ιστιοφόρον το οποίον και παραμένει ακυβέρνητον από της προχθές εις την διάθεσιν των κυμάτων παρά την θέσιν Μυλοπόταμος Αγίου Ιωάννου Κισσού, πληροφορούμεθα ότι λόγω της μεγάλης θαλασσοταραχής δεν κατέστη δυνατόν να μεταβή προς διάσωσίν του το πετρελαιοκίνητον Ελπίς. Υπό του Λιμεναρχείου μας απεστάλη τηλεγράφημα προς το επιλιμεναρχείον Θεσσαλονίκης όπως αποστείλη ναυαγοσωστικόν. Όσον αφορά το είδος των εμπορευμάτων άτινα μεταφέρει το ιστιοφόρον δεν εγνώσθη τι, ή μη μόνον ότι η αξία των υπερβαίνει τας 300 χιλιάδας δραχμάς» (Ταχυδρόμος 21/12/34).

Οπως φαίνεται όμως η καθυστερημένη αποστολή ναυαγοσωστικού ρυμουλκού δεν επέφερε θετική εξέλιξη αφού το ξυλάρμενο ιστιοφόρο είχε… εξαφανισθεί: «Αγνοείται η τύχη του κινδυνεύοντος ιστιοφόρου. Το ναυαγοσωστικόν Μίμης κατόπιν εντολής του ενταύθα λιμεναρχείου, απέπλευσεν εκ Θεσσαλονίκης προς βοήθειαν του κινδυνεύοντος ιστιοφόρου, το οποίον όμως, παρ’ όλας τας προσπαθείας του ναυαγοσωστικού δεν κατόρθωσεν να ανεύρη ουδαμού, καίτοι περιέπλευσε όλας τας ακτάς της ανατολικής πλευράς του Πηλίου. Το Λιμεναρχείον, κατόπιν τούτου, διέταξεν τον απόπλου εκ Θεσσαλονίκης άλλου ναυαγοσωστικού» (Ταχυδρόμος 22/12/34).

Η απουσία κάθε σχετικής είδησης τις επόμενες μέρες μάλλον επιβεβαιώνει τη βύθιση του ιστιοφόρου που παράδερνε ακυβέρνητο στα κύματα για δύο ημέρες. Προφανώς βυθίστηκε στα ανοικτά, αλλιώς θα γινόταν λόγος για ευρήματα-συντρίμμια, αν διαλύονταν στις βραχώδεις ακτές.

Γ’ Η βάρκα βρέθηκε μόνη

Δύο χρόνια αργότερα, πάλι κατά τις παραμονές των Χριστουγέννων, συνέβη το παρακάτω ναυάγιο μικρής αλιευτικής λέμβου, επίσης στις ακτές του ανατολικού Πηλίου, στην περιοχή της Τσαγκαράδας, όπου χάθηκαν και οι δύο επιβαίνοντες.

Προφανώς αψήφισαν την επερχόμενη κακοκαιρία και ξανοίχτηκαν για ψάρεμα δίχως να γυρίσουν ποτέ πίσω: Εξαφάνισις δύο ατόμων- Πρόκειται περί δυστυχήματος; Κατά χθεσινάς πληροφορίας μας εκ Τσαγκαράδας, αγνοείται η τύχη δύο κατοίκων της κωμοπόλεως ταύτης των Κων. Ευ. Γανωτή και Κων. Γ. Γιαννάκαρου. Ούτοι την πρωίαν της παρελθούσης Παρασκευής ηνοίχθησαν εις το Πέλαγος, επιβαίνοντες λέμβου, προς αλιείαν. Το εσπέρας όμως δεν επανήλθον εις τας οικίας των, πράγμα το οποίον ενέβαλεν εις ανησυχίαν τας οικογενείας αυτών. Την επομένην, Σάββατον, ήρχισαν κατόπιν τούτου, έρευναι προς ανεύρεσιν των εξαφανισθέντων, ευρέθη δε παρά την θέσιν Κορακοφωληά της Λαμπινούς, ημικατεστραμμένη η λέμβος των, χωρίς ουδέν ίχνος των επιβαινόντων να υπάρχη. Ήδη εκφράζονται φόβοι σοβαροί, ότι οι ατυχείς Κ. Γανωτής και Κ. Γιαννάκαρος, έπεσαν θύματα δυστυχήματος, καταληφθέντες υπό θυέλλης και θαλασσοταραχής και πνιγέντες. Πάντως, δεον να σημειωθεί ότι επισήμος επιβεβαίωσις του δυστυχήματος δεν υπάρχει. Τόσον εις την Διοίκησιν Χωροφυλακής Μαγνησίας, ΄οσον και εις το Λιμεναρχείον, ουδέν μέχρι της νυκτός χθες είχεν αναφερθή σχετικώς». (Ταχυδρόμος 21/12/1936).

Στο αντίστοιχο δημοσίευμα της εφ. Η Θεσσαλία εκφράζεται η βεβαιότητα της τραγικής κατάληξης, αφού είχαν περάσει τρεις μέρες και οι αγνοούμενοι δεν είχαν δώσει σημεία ζωής, αν είχαν διασωθεί σε κάποια Τσαγκαραδιώτικη ακρογιαλιά. Η απουσία κάθε σχετικής πληροφόρησης στις επόμενες μέρες μάλλον επιβεβαιώνει ένα χριστουγεννιάτικο δράμα, με τις ελπίδες ήδη να έχουν εξαντληθεί. Παρόμοια περιστατικά με ναυάγια μικρών λέμβων συναντούμε αρκετά στις αλίμενες ακτές του ανατολικού Πηλίου.

Δ’ Ναυάγιο από πυρκαγιά

Παραμονές Χριστουγέννων του 1948 συνέβη η απώλεια του μικρού φορτηγού πλοίου (μοτορσίπ) Σπύρος Λ. στη Σκιάθο, όταν ξέσπασε πυρκαγιά. Όπως σημειώνεται στο σχετικό λήμμα του α’ τόμου του έργου «Τα ναυάγια στις Ελληνικές θάλασσες 1900-1950» του κ. Χρήστου Ντούνη (σελ. 445), το καράβι σαλπάρισε από το Βόλο με προορισμό τη Θεσσαλονίκη στις 21 Δεκεμβρίου αλλά αναγκάστηκε να ποδίσει στη Σκιάθο λόγω κακοκαιρίας. Την επομένη τα ξημερώματα παρουσιάστηκε ύφεση των φαινομένων και το Σπύρος Λ. απέπλευσε για να συνεχίσει το ταξίδι του. Προτού καλά καλά απομακρυνθεί από το νησί του Παπαδιαμάντη, εκδηλώθηκε στο πλωριό κύτος πυρκαγιά, πιθανότατα από εύφλεκτα υλικά που υπήρχαν εκεί. Επειδή τα πυροσβεστικά μέσα του πλοίου δεν επαρκούσαν, επιχειρήθηκε επιστροφή στο λιμάνι της Σκιάθου, αλλά και η συνδρομή άλλων σκαφών στην κατάσβεση δεν απέδωσε. Για αυτό και ο καπετάνιος προχώρησε σε εκούσια, ελεγχόμενη προσάραξη –ημιβύθιση στα αβαθή, ώστε να αποτραπεί η πλήρης καταστροφή.

Όμως, σύμφωνα με την παραπάνω πηγή, το καράβι βυθίστηκε σχεδόν ολόκληρο, ενώ και η φωτιά πρέπει να είχε προκαλέσει πολλές καταστροφές, με αποτέλεσμα να θεωρηθεί «ολική απώλεια».

Στην εφ. Θεσσαλία, στις 23/12/1948, δημοσιεύεται πρωτοσέλιδο τρίστηλο με τίτλο: «Συνεπεία πυρκαϊάς εβυθίσθη χθες παρά την Σκιάθον το μικρόν φορτηγόν ατμόπλοιον Σπύρος Λ.», στο οποίο αναφέρεται αρχικά η πορεία του ταξιδιού ως το σημείο που ξέσπασε η πυρκαγιά. Επισημαίνεται ότι «το μικρόν φορτηγόν….. εξετέλει τακτικά δρομολόγια εις τον λιμένα μας».

Και συνεχίζει πιο κάτω το δημοσίευμα με τις προσπάθειες διάσωσης : «Ο πλοίαρχος του σκάφους Χρ. Χριστόπουλος και τα μέλη του πληρώματος κατέβαλον από της πρώτης στιγμής προσπαθείας δια την κατάσβεσις του πυρός. Τούτο όμως καθίστατο αδύνατον διότι αντιθέτως το πυρ, άγνωστον πως προελθόν, επεξετείνετο. Κατόπιν τούτου ο πλοίαρχος του Σπύρου απεφάσισε να επιστρέψη εις Σκιάθον δια να αποφύγη την βύθισιν του σκάφους εις τα ανοικτά. Όταν το σκάφος επλησίασε -προς τον λιμένα της Σκιάθου ο πλοίαρχος διέταξε και ηνοίχθησαν οι κρούνοι βυθίσεως και το σκάφος προσήραξεν ελαφρώς εις αβαθές μέρος».

Από τα παραπάνω εκτιμάται ως επιτυχημένη μάλλον η ελεγχόμενη αυτοβύθιση, όπως άλλωστε και από την συνέχεια που πληροφορούμαστε τη διάσωση όλου του πληρώματος, αν και δε γίνεται λόγος για την τύχη του φορτίου : «Η ενέργεια αυτή εγένετο δια να διασωθή, ει δυνατόν, η μηχανή του πλοίου. Εκ των μελών του πληρώματος ουδείς έπαθε τι. Περί της τύχης των εμπορευμάτων τα οποία ευρίσκοντο εις το δεύτερον κύτος δεν υπήρχον συγκεκριμέναι πληροφορίαι. Δέον να σημειωθεί ότι εις το κύτος αυτόν υπήρχον κατά το πλείστον εμπορεύματα φορτωθέντα εκ του λιμένος μας. Συκγεκριμένως εκ Βόλου είχον φορτωθεί δια Θεσσαλονίκην και άλλους λιμένας τα εξής είδη :160 σάκκοι βρώμης των αδ. Σφέτσου, 50 σάκκοι φασόλια του Π. Τσιπόρη, 35 σάκκοι φασόλια του Λ. Χονδρού, 18 κιβώτια σιγαρέττα Ματσάγγου και 81 κιβώτια φρούτα του Α. Μαζαράκη. Εν συνόλο το πλοίον είχεν 130 τόνους φορτίου γενικού εμπορίου…».

Στο τέλος του δημοσιεύματος σημειώνεται ότι το πλοίο Σπύρος Λ. ήταν το δεύτερο που έχανε η εταιρία των Αδελφών Λειβαδά, μέσα σε λίγους μήνες, αφού το Σεπτέμβριο του 1948 το Κώστας Λ. είχε βυθιστεί στο Κάβο- Μαλέα, όπου απωλέστηκαν πέντε μέλη του πληρώματος. (Τα ναυάγια οπ.π. σελ. 318).

Την επομένη, όπως αναφέρουν οι τοπικές εφημερίδες στον τόπο του ναυαγίου προσήλθε ο εκ των ιδιοκτητών Αλ. Λειβαδάς «ίνα μεριμνήση δια την ανέλκυσιν» του πλοίου του. Ακόμη είχε αποπλεύσει από τον Πειραιά το α/π Ασπασία «ίνα περισώση το φορτίον του βυθισθέντος Σπύρος Λ.. (Ταχυδρόμος 24/12/48).

Κατά τις επόμενες μέρες όμως απουσιάζει από τον τοπικό τύπο κάθε σχετική πληροφόρηση, γιατί προφανώς θεωρήθηκε αδύνατη ή ασύμφορη η ναυαγιαίρεση του μικρού μοτορσίπ, οπότε και δεν δόθηκε συνέχεια στο γεγονός. Άλλωστε και στα «Ναυάγια στις Ελληνικές θάλασσες» χαρακτηρίζεται ως «ολική απώλεια».

Το «τάιμινγκ» καθιστούσε περισσότερο οδυνηρά τα παραπάνω περιστατικά.

Ναυάγιο εμπορικού ατμόπλοιου

#Tags

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου