ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Ασύμμετροι πόλεμοι

ασύμμετροι-πόλεμοι-124690

Του Κώστα Πώποτα*

Μια και γέμισαν τα τηλεοπτικά παράθυρα από εναλλασσόμενους ειδικούς, ας στριμωχτούμε κι εμείς να προσθέσουμε, για ό,τι αξίζουν, κάνα δυο σκέψεις. Γράφω την ώρα που αρχίζουν οι διαπραγματεύσεις, που ελπίζω ότι, με όποιο κόστος, θα βάλουν τέλος στην απαράδεκτη εξέλιξη στο ουκρανικό ζήτημα. Γράφω με όση αντικειμενικότητα αφήνουν οι περιστάσεις, αλλά και με την ψυχρότητα, που ανέπτυξε κάποιος, που έζησε μια σχεδόν κανονική ζωή σε περίοδο ταραχών στη Βόρεια Ιρλανδία. Γράφω ακούγοντας τα επιεικώς απαράδεκτα ελληνικά κανάλια, την ώρα αυτή μας κάνουν σεμινάριο παρασκευής βομβών Μολότοφ, αλλά και BBC και Sputnik International/Ukrania.ru.

Οι Ρώσοι χαρακτήρισαν την εισβολή στην Ουκρανία «ειδική επιχείρηση», τα ρωσικά ΜΜΕ χρησιμοποιούν τον όρο specop, όπως έγινε στην Τσετσενία, με τη διαφορά ότι η Τσετσενία ήταν και είναι ρωσική επικράτεια, άρα εκεί ήταν εσωτερική της υπόθεση, παρά τις όσες αθλιότητες διαπράχθηκαν ένθεν και ένθεν.

Τα υπόλοιπα τα ξέρουμε, η Ρωσία υπερέβη αδικαιολόγητα κάθε όριο Διεθνούς Δικαίου και η Ουκρανία βρέθηκε σε δικαιολογημένη θέση άμυνας. Και αν η Ρωσία βρέθηκε σε τελμάτωση από τις επιχειρήσεις που ανέλαβε, η Ουκρανία βρέθηκε να υπερασπίζεται μόνη και έρημη άκαιρες ή ανώριμες ή ουτοπικές επιλογές, μακράν αυτού που θα λέγαμε «ρεαλπολιτίκ». Αναμένουμε πια το αποτέλεσμα των συνομιλιών, που θα τελειώσουν σίγουρα με σχετικά κέρδη για τη ρωσική πλευρά και τη «φινλανδοποίηση», όσο κι αν αυτό ενοχλεί τους Φινλανδούς, της Ουκρανίας, για να αποφευχθεί μεγαλύτερη «βαλκανιοποίηση» από αυτή, που ήδη de facto έχει επιβληθεί από τη Ρωσία στην Ουκρανία με την αναγνώριση των «ανεξάρτητων» δημοκρατιών στα ανατολικά της ουκρανικής επικράτειας.

Μετρώ, όμως, κατά πρώτον στο επίπεδο των συνεπειών ότι δεν έχουμε καθαρά στοιχεία για τα νέα παιδιά, που θυσιάστηκαν ένθεν και ένθεν για την πολεμική παράνοια, που θεωρούσαμε ξεπερασμένη σε ευρωπαϊκό έδαφος. Συμπάσχω με τους Ουκρανούς φίλους μου, που είτε πήραν τον δρόμο της προσφυγιάς, η Ιρινα είναι πια στην Αυστρία, είτε είναι αποκλεισμένοι, όπως ο Σεργκέι στο Χάρκοβο, είτε αγνοώ την τύχη τους, όπως ο ελληνόφωνος Κωνσταντίν στο Κίεβο. Συμπάσχω επίσης με όσους ρωσόφωνους εγκατέλειψαν τις εστίες τους ανατολικά της χώρας. Οχι μόνο συμπάσχω, θυμώνω. Θυμώνω μάλιστα πολύ με όσους έχουν ταχθεί να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα, με αναφορές στις ευθύνες, ενοχές του παρελθόντος.

Δεν έχω καμιά ψευδαίσθηση ότι οι ανακοινώσεις για την αποστολή στρατιωτικού εξοπλισμού στην Ουκρανία θα παραμείνουν περιορισμένες ή απλώς στα χαρτιά, λόγω της λογιστικής πρακτικής αδυναμίας μεταφοράς προς της εμπόλεμες περιοχές, καλύτερα κιόλας, γιατί μόνο η διπλωματική επίλυση είναι πλέον η λύση. Θα προτιμούσα μάλιστα να στείλουν όλοι ανθρωπιστική βοήθεια μέσα από τις γραμμές αποκλεισμού των Ρώσων.

Ολα αυτά υπενθυμίζουν το άρθρο του Αντριου Μακ, γραμμένο το 1975, αλλά επικαιροποιημένο από τα γεγονότα και τις εξελίξεις με τίτλο «Γιατί τα μεγάλα έθνη χάνουν μικρούς πολέμους – Η πολιτική των ασύμμετρων συγκρούσεων», με το οποίο εντόπιζε, με παραδείγματα την Ινδοκίνα, την Αλγερία, το Βιετνάμ, ότι σε ορισμένους τύπους συγκρούσεων, η συμβατική στρατιωτική υπεροχή δεν είναι απλώς άχρηστη, αλλά μπορεί να αποδειχτεί αντιπαραγωγική εντέλει. Οπως χαρακτηριστικά τόνιζε στο παράδειγμα της Αλγερίας, ο πόλεμος και η αποχώρηση των Γάλλων επιβλήθηκαν από την «κόπωση του πολέμου», το ανθρώπινο, οικονομικό και πολιτικό κόστος και επακόλουθα την απώλεια πολιτικής βούλησης να συνεχιστεί μια σύγκρουση παρά την άρνηση των στρατιωτικών υπευθύνων να αποδεχτούν μια ήττα, άλλωστε ο Ντε Γκολ παραλίγο να έχανε την εξουσία από ένα αποτυχημένο στρατιωτικό πραξικόπημα. Ολα τα χαρακτηριστικά της ασύμμετρης επέμβασης ισχύουν στην περίπτωση της Ρωσίας, ακόμη και η έλλειψη ηθικής βάσης, την οποία η Ρωσία προσπαθεί να αποκρούσει με επιχειρήματα παρελθόντων σφαλμάτων εις βάρος των ρωσοφώνων. Μπορεί αντίστοιχες επεμβάσεις να λειτουργούσαν στην εποχή της Σοβιετικής Ενωσης, στην Ουγγαρία και την Τσεχοσλοβακία, σήμερα όμως είναι ανεπίτρεπτη τέτοια ενέργεια και όπως στο παρελθόν φυσικά οι διεθνείς περιορισμοί και μέτρα δικαιολογούνται και φέρνουν αποτέλεσμα. Ενα, όμως, στοιχείο του άρθρου αυτού αξίζει περισσότερο. Η επισήμανση ότι στο τέλος τη μεγαλύτερη πίεση για τον τερματισμό του πολέμου ασκούν στο εσωτερικό του επιτιθέμενου τα αντιπολεμικά μέτωπα, προφανής στην περίπτωση της Ουκρανίας, κοιτίδας του πανρωσισμού.

Η Ρωσία προφανώς έχει όλα αυτά υπόψη της. Εχει επιλέξει να διεξαγάγει μικρούς πολέμους εκεί όπου θεωρεί ότι έχει γεωστρατηγικά συμφέροντα. Χάνει μικρούς πολέμους, αλλά κερδίζει διπλωματικούς χειρισμούς, που έχει και στο παρελθόν δοκιμάσει, για τους οποίους δεν έχει ηθικούς φραγμούς, καθώς διευρύνει τις ζώνες επιρροής της. Και στην περίπτωση της Ουκρανίας θα προσπαθήσει με συνδυασμό πολεμικών επιχειρήσεων και διπλωματίας να μετατρέψει τη χώρα σε ουδέτερη ζώνη για να μην τη διαιρέσει με όριο τον Δνείπερο.

Θα χαρώ να δω αποτελέσματα στις διπλωματικές προσπάθειες. Εχω συνείδηση ότι δεν θα είναι κατ’ αρχάς με κέρδος της Ουκρανίας, αλλά πιστεύω ότι μακροχρόνια η χώρα αυτή θα επανακάμψει με επιλογές εκκαθάρισης της διαφθοράς και την εδραίωση μεγαλύτερης δημοκρατίας, επιλογές που ελπίζω θα είναι και στο κέντρο πολιτικών μεταβολών και στις όμορες της Ουκρανίας χώρες.

Θα πρέπει όμως και στα καθ’ ημάς επιτέλους να παραμερίσουμε και την τεράστια υποκρισία όσον αφορά στην ελαστικότητα και αναξιοπρέπεια, που επιδεικνύουμε για την υποδοχή «επενδυτών» και επενδύσεων ύποπτης καταγωγής και να εξετάζουμε και εκτός κρίσεων την τήρηση δημοκρατικών αξιών για την αξιολόγηση επενδύσεων. Στη Γερμανία πρώην καγκελάριος υπέστη διωγμό για τη συμμετοχή του σε διευθυντικά καθήκοντα στην Gazprom. Στο Λουξεμβούργο πρώην υπουργοί, και φίλοι μου εντούτοις, παραιτήθηκαν από τις διευθυντικές θέσεις τους στην East West United Bank και το μητρικό επενδυτικό σχήμα Sistema. Ελπίζω και στο μέλλον να επανεξετάσουμε την υποδοχή άξεστων και αυθαδών Ρώσων και άλλων ολιγαρχών με τις χρυσές μας άδειες παραμονής.

Πολύ περισσότερο ο κόσμος έχει ανάγκη να δεσμευτούν όλοι σε κοινές και παγκόσμιες αξίες αλληλεγγύης, πρακτικές δεσμεύσεις ανακατανομής των πόρων και αποφυγής του ασύμμετρου πλουτισμού, που καταλήγουν σε ασύμμετρες συγκρούσεις. Προς Θεού, δεν χρειαζόμαστε strongmen, ισχυρούς, ισόβιους ηγέτες, που αντιπαλεύουν ο ένας τον άλλον. Οι τσάροι και οι αυτοκράτορες έχουν πεθάνει, χρειαζόμαστε σώφρονες διαχειριστές της εξουσίας, που λειτουργούν για το γενικό συμφέρον και την κατάλληλη στιγμή, όπως η Μέρκελ, πηγαίνουν σπίτι τους, γιατί, όπως έχουμε την τύχη να ζούμε στην Ευρώπη, υπάρχουν θεσμοί, που εγγυούνται αντί των ανθρώπων την κοινή τύχη και ευημερία.

*Ο γράφων εκφράζει προσωπικές απόψεις, που δεν απηχούν θέσεις του οργάνου, στο οποίο υπηρετεί.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου