ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Τα πήραμε τα Γιάννενα

τα-πήραμε-τα-γιάννενα-140026

Της Αμαλίας Καπότση, οικομολόγου

Συγκινητικό οδοιπορικό στα Γιάννενα επιχειρεί η Ηπειρωτική Αδελφότητα παραθέτοντας αποσπάσματα από το βιβλίο της Γιαννιώτισσας Αμαλίας Ελ. Καπότση «Γιάννενα, οι θησαυροί της πατρίδος μου» με αφορμή την επέτειο απελευθέρωσης των Ιωαννίνων την 21η Φεβρουαρίου 1912 – ‘13.

Ο τόπος τούτος ο ηπειρωτικός με τα γυμνά βουνά, τους μολυβένιους ουρανούς, τους άγριους βοριάδες και τους άγονους κάμπους ετούρκεψεν οριστικά το 1445. Το γκρεμισμένο Βυζάντιο, η σκλαβωμένη Ελλάδα χάνεται τα χρόνια αυτά στα πυκνά σκοτάδια των αιώνων.

Μα η Ελλάδα ζει εδώ σ’ αυτή τη μικρή πολιτεία, στα Γιάννενα, που απλώνει τις φτερούγες του πολιτισμού της και του αθάνατου, ανέσπερου πνεύματός της σε όλη τη σκλαβωμένη πατρίδα. Αναπτύσσεται εδώ ένας ιδιαίτερος πολιτισμός, ο ηπειρωτικός.

Επιβάλλονται σε ολόκληρη την Οθωμανική Αυτοκρατορία η ηπειρωτική αρχιτεκτονική, η χειροτεχνία, η χρυσοχοΐα, η σμαλτοποιία, η αγγειοπλαστική και οι φημισμένες, πολυτελείς τοπικές ενδυμασίες.

Καλλιεργούνται εδώ τα ελληνικά γράμματα. Διατηρούνται περίφημες σχολές όπως της Μονής Φιλανθρωπινών, η Σχολή Γκούμα, η Ζωσιμαία Σχολή, η Μπαλάνειος Σχολή, η Μαρούτσειος κ.ά., οι οποίες απετέλεσαν το σύμβολο της πνευματικής αναγέννησης.

Στον τόπο τούτο τον ηπειρωτικό, όπου νιώθεις την ανάγκη της αυτοθυσίας, την πίστη να φλογίζει το «είναι» σου, μια πίστη ακλόνητη για τα ιερά, τα αθάνατα, τα μεγάλα, ο ηπειρωτικός λαός, ο δάσκαλος του Γένους, ο ευεργέτης, ο έμπορος, ο γεωργός, ένας λαός ολάκερος μαστόρευε τη λευτεριά του με σοφία και αντρειοσύνη, με εντιμότητα και αυταπάρνηση.

Αλύγιστη η απόφαση του υπόδουλου Ελληνισμού για τη λευτεριά.

Και σταθερή η πνευματική αποτίμηση της ζωής του.

Τραυματισμένος κτίστης αρχίζει να οικοδομεί με τις αθάνατες αυτές ουσίες. Ο δάσκαλος του Γένους κρατεί άσβεστη την παράδοση. Ο ξενιτεμένος Ηπειρώτης στέλνει το χρήμα του για να κρατήσει ανέσπερο το ελληνικό φως. Ο κληρικός γίνεται ο εθνάρχης του.

Και όλοι δουλεύουν εδώ για τον κοινό σκοπό με θαυμαστή συνοχή.

Ηρωικές μορφές γράφουν ιστορία και μένουν αθάνατες, όπως ο καλόγηρος ο Σαμουήλ στο Κούγκι, οι Σουλιώτισσες στο Σούλι και στο Ζάλογγο, ο Αη – Γιώργης που κρεμάστηκε στην πόρτα του Κάστρου, ο πατήρ Κοσμάς που όργωσε όλη την Ηπειρο και όχι μόνο, η κυρά Φροσύνη με τις δεκαεπτά που πνίγηκαν στη λίμνη και πολλοί ακόμη έγιναν με τη θυσία τους σύμβολα, έγιναν θρύλοι και στήριξαν με τη θυσία τους το υπόδουλο γένος.

Δύο πρόσωπα που έγιναν πολύ γνωστά στον τότε γνωστό κόσμο. Είναι το πρόσωπο του Αλή Πασά και της κυρά Φροσύνης.

Γράφει ο ποιητής Βαλαωρίτης στο ποίημά του «Χαρακτηρισμός του Αλή Πασά»:

Επέσανε τα Γιάννενα γλυκά να κοιμηθούνε,

εκλείσανε τα φώτα τους, σφαλίσανε τα μάτια.

Η μάνα σφίγγει το παιδί γλυκά στην αγκαλιά της

γιατί είναι οι χρόνοι δύσκολοι και τρέμει μην το χάσει.

Αγρυπνος ο Αλή Πασάς ακόμη δεν κοιμάται , μόν’ σε μια χαίτη λιονταριού κείτεται ξαπλωμένος.

Ανθρώπου μάτι δεν μπορεί καλά να ξεχωρίσει

Ποιο τάχα νάναι το ζωντανό και ποιο το σκοτωμένο.

Τόσο σκληρός ήταν!!!

Και για την κυρά Φροσύνη γράφει ο Βαλαωρίτης στο ποίημά του «Μετάνοια»:

Φροσύνη μου, δεν έζησα στα χρόνια σου.

Δεν ξέρω ποια ήσουνα και τι έκανες.

Η μεγάλη σου όμως θυσία σε εξάγνισε. Διέγραψε όλα σου τα λάθη.

Και σε τοποθέτησε στο πάνθεον των ηρωίδων γυναικών.

Για να πάρουν οι Ελληνες τα Γιάννενα έπρεπε να πέσει το Μπιζάνι.

Οροσειρά έξω από τα Γιάννενα. Την είχανε οχυρώσει άριστα Γερμανοί τεχνοκράτες. Ετσι ήταν δύσκολο να πέσει το Μπιζάνι.

Εδώ λοιπόν δόθηκε η Τιτάνια πάλη. Ολη η Ελλάδα πολεμούσε εδώ.

Κρήτες, Θράκες, Μακεδόνες, Θεσσαλοί, πολλοί Φιλέλληνες (GARIVALDI) και λογοτέχνες (Μυριβήλης).

Και το Μπιζάνι κρατούσε.

Αλλά ο μεγαλύτερος εχθρός ήταν το τσουχτερό κρύο. Γράφει ο Κρητικός στρατιώτης στη μάνα του.

Δεν με φοβίζουν μάνα μου οι σφαίρες τα κανόνια,

μον΄ με φοβίζει η παγωνιά του Μπιζανιού τα χιόνια.

Και η τιτάνια πάλη της ελληνικής ψυχής συνεχίζεται εδώ στα

ηπειρωτικά βουνά. Και το Μπιζάνι έπεσε.

Από όλες τις εισόδους της πόλης τα ελληνικά στρατεύματα μπαίνουν

νικηφόρα στα Γιάννενα.

21 Φλεβάρη 1913 μπροστά στο ιστορικό ρολόι της κεντρικής πλατείας

ο Εσάτ Πασάς παραδίδει τα κλειδιά της πόλης στον νικητή διάδοχο

Κωνσταντίνο.

Και η πόλη πανηγυρίζει. Ανθρωποι ξεχύνονται τρελοί από χαρά στους δρόμους σε ένα ξέφρενο πανηγύρι. Τόσες σημαίες που βρέθηκαν στ’ αλήθεια;

Τα πήραμε τα Γιάννενα… Ετσι έμεινε στην ιστορία η 21 Φλεβάρη του 1913!!! Τα πήραμε τα Γιάννενα, μάτια πολλά το λένε. Μάτια πολλά το λένε, όπου γελούν και κλαίνε (Γ. Σουρής εφημερίς «Ρωμιός»).

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου