ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Θέμα μικροπολιτικής η αμφισβήτηση της ελληνογαλλικής αμυντικής συμφωνίας

θέμα-μικροπολιτικής-η-αμφισβήτηση-τη-370705

Της Ελενας Αντωνοπουλου,

Θεωρώ ότι δεν προσφέρουν καλές υπηρεσίες στο έθνος και στον λαό όσοι αντιδρούν στη συμφωνία Ελλάδος – Γαλλιας, όχι μόνο γιατί υποβαθμίζουν μία μεγάλη επιτυχία της εξωτερικής πολιτικής, αλλά γιατί τη μετατρέπουν σε μια υπόθεση εσωτερικής μικροπολιτικής αντιπολίτευσης και παλαιοκομματικής μεμψιμοιρίας. Μας θυμίζει αυτό που βιώσαμε στην αρχή των μνημονίων ότι είναι οι ξένοι και όχι εμείς εκείνοι που οφείλουν να μεριμνήσουν ώστε να επιλυθούν τα προβλήματα στη χώρα μας και να κατοχυρωθούν τα δίκαιά μας, έτσι όπως εμείς τα κατανοούμε και τα θέλουμε..

Οι δύο τροποποιήσεις της συμφωνίας που βρήκαν σαν δικαιολογία κάποιοι για να μην την ψηφίσουν στη Βουλή, και άλλοι απλώς για να πουν ότι είναι καλούτσικη αλλά θα μπορούσε να είναι και καλύτερη είναι λάθος. Η άποψη πως η αμυντική συμφωνία θα πρέπει να περιγράφει με κάθε λεπτομέρεια τα ελληνικά δίκαια σε όλα τα επίπεδα υπονοεί πως η υπεράσπισή τους, ανά πάσα στιγμή και σε κάθε πτυχή των εξελίξεων, θα είναι κατά κύριο λόγο ευθύνη όχι δίκη μας αλλά των συμμάχων είναι απαράδεκτη. Δεν είναι δυνατόν κάποιοι στο όνομα της μικροπολιτικής να αγνοούν πλήρως τι είναι και πώς μπορεί να εξελιχθεί μία πολεμική σύγκρουση. Μια αντιπαράθεση πολεμική μεταξύ δύο χωρών, με όποια αφορμή, θα μπορούσε να περιοριστεί, σε ένα τετραγωνικό χιλιόμετρο θάλασσας σε κάποια συγκεκριμένη απόσταση από ένα ελληνικό νησί; Είναι δυνατόν; Είναι αυτή άποψη που αντέχει στη λογική; Μία αντιπαράθεση ισχύος που θα λάβει τις διαστάσεις πολεμικής αναμέτρησης έχει πολλές φάσεις και πολλές ανάγκες που όλες τους θα πρέπει να καλυφθούν από ελληνικής πλευράς. Σε όποια από αυτές τις ανάγκες υπάρξει ενίσχυση που θα απορρέει από τη συμφωνία, το αποτέλεσμα μπορεί να είναι καθοριστικά θετικό. Όσο για το θέμα του Ευρωπαϊκού στρατού ο Ευρωπαϊκός στρατός, δεν πρόκειται δυστυχώς να δημιουργηθεί σύντομα. Αλλά και αν ακόμη αυτό γινόταν, μάλλον δεν θα ήταν αυτός που θα συνέδραμε την Ελλάδα σε μία πολεμική αναμέτρηση με κάποια άλλη χώρα-μέλος του ΝΑΤΟ την οποία οι «νέες» χώρες της ΕΕ, μαζί με την Γερμανία, δεν κρύβουν πως θεωρούν πυλώνα τής Ένωσης και ασπίδα για την δική τους προστασία.

Θλιβερή είναι και η άποψη ότι στρατιωτικοί μπορεί να συμμετάσχουν σε πολεμικές επιχειρήσεις εκτός ελλαδικού χώρου. Το αν θα γίνει αυτό, κάποια στιγμή, πρέπει να είναι αποτέλεσμα συνυπολογισμού πολλών παραγόντων. Και πάλι όμως το να αποκλείεται να συμμετάσχει ελληνική δύναμη σε πολεμικές επιχειρήσεις ενός συμμάχου από τον οποίο, όμως, εμείς προσδοκούμε πολεμική συνδρομή, ειδικά μάλιστα εάν αυτές οι επιχειρήσεις προσπαθούν να υποστηρίξουν τις αξίες του δυτικού πολιτισμού στον οποίον η χώρα μας θέλει να συμμετέχει ακούγεται σωστό; Από μόνοι μας θα πρέπει σε αυτή την περίπτωση να το προτείνουμε αν χρειαστεί.

Η Ελλάδα απειλείται από μία χώρα οι στρατιωτικοί της οποίας τις τελευταίες δεκαετίες έχουν συμμετάσχει σε μία σειρά πολέμων. Απαιτούμε από μία ξένη χώρα να μας συνδράμει στρατιωτικά και με κάθε άλλο τρόπο σε μία ενδεχόμενη σύγκρουση για την υπεράσπιση της εθνικής ανεξαρτησίας και της εδαφικής μας ακεραιότητας, ενώ εμείς, την ίδια στιγμή, πρέπει να δηλώνουμε ότι δε θα προσφέρουμε κανενός είδους βοήθεια προς αυτήν σε μία παρόμοια περίπτωση. Αυτός δεν είναι ο τρόπος με τον οποίον συμπεριφέρονται τα έθνη που θέλουν να έχουν αξιοπρέπεια στη διεθνή σκηνή.

Τέλος, θα πρέπει να τονισθεί πως είναι ερώτημα άνευ ουσίας αυτό που τίθεται κατά κόρον για το εάν υπάρχει βεβαιότητα πως η αμοιβαία αμυντική συνδρομή που είναι διατυπωμένη στο άρθρο 2 της Συμφωνίας θα υλοποιηθεί όντως από τη μεριά της Γαλλίας σε περίπτωση που η Ελλάδα εμπλακεί σε πόλεμο. Αυτό πράγματι είναι κάτι που δεν μπορεί να το προδικάσει κάποιος. Τη ναυμαχία του Ναυαρίνου φαντάζομαι δεν θα την ξαναζήσουμε! Η συμφωνία αυτή ακόμη και με την υπογραφή της έχει ισχυροποιήσει την Ελλάδα, όχι μόνο διπλωματικά και πολιτικά, αλλά επίσης και επιχειρησιακά, γιατί δημιουργεί ανασφάλεια, φόβο και ερωτηματικά σε κάθε πιθανό επίβουλο. Εκεί φαίνεται ήδη η πρακτική χρησιμότητα της συμφωνίας.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου