ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Η Σμύρνη ελεύθερη – 2 Μαΐου 1919

η-σμύρνη-ελεύθερη-2-μαΐου-1919-610720

Της Λίτσας Παρισάκη, Καθηγήτριας

Η παράδοση λέει ότι την έκτισε ο Θησέας, και είναι η επικρατέστερη μεταξύ των εφτά πόλεων που διεκδικούν την τιμή ότι εγέννησαν τον Όμηρο. Είναι η πόλη που ο Φιλόστρατος ονόμασε «την πιο όμορφη κάτω από τον ήλιο», «το Μαργαριτάρι της Ανατολής», «την Πρωτοκόρη της Ομορφιάς», «την Πεντάμορφη Νεράιδα» και «Ροδογέλαστη βασίλισσα της Ιωνίας».

Η Ασύγκριτη σε όλα Σμύρνη.

«Κι ήρθ’ η μέρα, που καρτέραγες

ω Σμύρνη,

χρόνια τόσα τι πολλά,

Και την έψελνες αιώνες

στα κατάβαθα κρυφά!

γράφει ο ποιητής Θ. Παρνάσσιος.

Πρώτοι κατακτητές της οι Ρωμαίοι. Σημαντικό εμπορικό λιμάνι κατά την βυζαντινή μας περίοδο, καταλαμβάνεται από τους Τούρκους στις αρχές του 14ου αιώνα.

Το 1344 την κατακτούν οι ιππότες της Ρόδου και το 1402 ο Ταμερλάνος (1336-1405, Τουρκοτάταρος κατακτητής από την Σαμαρκάνδη που δημιούργησε πρόσκαιρα κράτος από την Κίνα ως την Μεσόγειο) μετά από φοβερή πολιορκία.

Μετά τον Ταμερλάνο, ξανάρχονται οι Τούρκοι και υψώνουν τη σημαία με το μισοφέγγαρο. Η Σμύρνη όμως εξακολουθεί να μένει ελληνική.

Από το 17ο αιώνα οι Τούρκοι την ονομάζουν «Γκιαούρ Ιζμήρ» μια και οι δημόσιες αρχές ήταν τουρκικές, ενώ όλα τα υπόλοιπα ελληνικά.

Το 1770 γίνεται η πρώτη σφαγή των Ελλήνων κατοίκων, το 1797 η δεύτερη – στο φρικιαστικό εκείνο «ρεμπελιό των Γενιτσάρων» – και το 1821 με την έκρηξη της Επανάστασης η τρίτη.

ΟΛΑ τα υπέμειναν καρτερικά οι κάτοικοι, όλα τα θυσίαζαν αγόγγυστα, στο ζήτημα όμως του Ελληνισμού, δεν υποχωρούσαν. Αντιστέκονταν μαζί με όλο τον υπόλοιπο πληθυσμό της Μικράς Ασίας και περίμεναν.

ΠΕΡΙΜΕΝΑΝ …μέχρι την Πρωτομαγιά του 1919, οπότε ο μητροπολίτης Χρυσόστομος, ο μαρτυρικός εκείνος ιερωμένος, συγκέντρωσε τους προκρίτους και τους ανακοίνωσε ότι την άλλη μέρα ο ελληνικός στρατός θα εισήρχετο στην πόλη ελευθερωτής.

Η Μαρτυρία ενός παρόντος.

ΣΤΟ «ΣΥΝΟΔΙΚΟΝ» της Μητρόπολης είχαν συναχθεί οι δεσποτάδες της Ανατολής και οι πρόκριτοι της Σμύρνης. Έλαμπαν αυτή τη φορά τα πρόσωπα τους από την χαρά και την υπερηφάνεια.

Ο Σμύρνης Χρυσόστομος φορούσε τον αυτοκρατορικόν μανδύα κι ένα θείο φως (κατηύγαζεν) εφώτιζε την σεπτή του μορφή. Ο ίδιος έσπευσε να υποδεχθεί τον πλοίαρχο Μαυρουδήν όταν ανήγγειλαν την άφιξή του.

Ο ωραίος αξιωματικός, ωχρός από την συγκίνηση, χαιρέτησε στρατιωτικά και εν μέσω γενικής κατανύξεως ανάγγειλε «Η 1η Μεραρχία του Ελληνικού Στρατού ευρισκόμενη εν πλω, θα αποβιβασθήαύριον την πρωΐαν εις Σμύρνην, καταλαμβάνουσα αυτήν»…

Λυγμοί χαράς και υπερηφάνειας αντί ζητωκραυγών και χειροκροτημάτων ακούστηκαν. Ο Χρυσόστομος ευλογεί τον πλοίαρχον, τον αγκαλιάζει κλαίοντας και ο σκληροτράχηλος θαλασσόλυκος πέφτει βαρύς και συγκινημένος σε μια πολυθρόνα.

Η ΚΑΤΑΛΗΨΗ της Σμύρνης θα γινόταν σύμφωνα με την απόφαση της διασκέψεως των Παρισίων.

Μετά από πολλές και σκληρές διπλωματικές μάχες η Ελλάδα είχε επιτύχει να της ανατεθεί η κατάληψη της Σμύρνης και της ενδοχώρας.

Μυριάδες ραγιάδες (υπήκοοι του Σουλτάνου χριστιανοί).

Η ΕΙΔΗΣΗ κυκλοφορεί σ’ όλη τη Σμύρνη, την 1η Μαΐου, την ίδια μέρα, τα πλοία γεμάτα με άνδρες της πρώτης ελληνικής μεραρχίας είχαν εισέλθει στον «πανέμορφο κόλπο της Σμύρνης».

Όλη τη νύχτα ξάγρυπνοι. Οι νέες μαδούσαν ροδοπέταλα, οι γυναίκες ετοίμαζαν γλυκά. Ξημέρωνε Ανάσταση. Την εποχή εκείνη βρισκόταν στη Σμύρνη η Κυβέλη με τον θίασον της έτρεξαν σ’ όλους τους κήπους, μαζεύοντας λουλούδια για να ράνουν τους απελευθερωτάς.

Πριν την Ανατολή της 2 Μαΐου 1919, η προκυμαία είχε γεμίσει. Πρώτα εισέρχεται στον κόλπο ένα αντιτορπιλικό και ακολουθεί το υπερωκεάνιο «Πατρίς».

Ένας φαντάρος σαλπίζει έφοδο.

Πλήρωμα, στρατός και λαός, ξεσπούν σε ακράτητες ζητωκραυγές.

«Ζήτω η Σμύρνη».

«Ζήτω η Ελλάς».

Ο Μητροπολίτης Χρυσόστομος φορώντας τα αυτοκρατορικά άμφια μ’ όλο τον κλήρο και τους δημογέροντες περιμένει στην αποβάθρα. Το πλοίο πλευρίζει. Πρώτα κατεβαίνει η Σημαία, ακολουθεί ο αντισυνταγματάρχης Δ. Σταυριανόπουλος γεμάτος συγκίνηση και ο Χρυσόστομος τον υποδέχεται με τρεμάμενη φωνή «Ευλογημένος ο ερχόμενος….».

Η Σμύρνη είναι ελεύθερη.

Μέσα στη γενική χαρά τίποτε δεν ήταν δυνατό να προφητεύσει την φοβερά καταστροφή που θα ακολουθούσε. Τέτοιος ήταν ο ενθουσιασμός τους που έτρεχαν στα νεκροταφεία για να φωνάξουν στους νεκρούς προγόνους ότι είχε φθάσει η λευτεριά.

Το Σύνθημα που δόθηκε εκείνο το βράδυ στους φρουρούς της Σμύρνης ήταν. «Παλαιολόγος – Κωνσταντινούπολις». Συμβόλιζε τα όνειρα του γένους.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου