ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Γράμμα από το μέτωπο

γράμμα-από-το-μέτωπο-617300

Πολύτιμο τεκμήριο του πολέμου 1940 – 1941, «γέφυρα μνήμης» με μία άλλη εποχή

Του Περικλή Καπετανόπουλου, δημοσιογράφου – ιστορικού

Συμπληρώθηκαν 80 χρόνια από την απρόκλητη γερμανική επίθεση κατά της Ελλάδας.

Στην διάρκεια του πολέμου από την πρώτη μέρα, 28 Οκτωβρίου 1940, κλήθηκαν υπό τα όπλα πολλές ηλικίες στρατευσίμων ανδρών.

Εθελοντικά προσήλθαν να καταταγούν πολλοί Αιγυπτιώτες, δηλαδή Έλληνες εγκαταστημένοι στην Αίγυπτο. Άλλωστε είναι γνωστό, ότι την εποχή εκείνη στην Αλεξάνδρεια ευημερούσε μεγάλη ελληνική κοινότητα, από τις πολλές παροικίες ομογενών που υπήρχαν στη χώρα του Νείλου.

Δεν είναι ίσως γνωστό σε πολλούς, ότι η αρχαία Ηλιούπολη της Αιγύπτου έδωσε όχι μόνο το όνομα της στην Ηλιούπολη της Αττικής γης, αλλά και το πολεοδομικό της σύστημα. Αρκετοί Αιγυπτιώτες έχτισαν προπολεμικά σπίτια στην μικρή τότε πόλης μας, η οποία το 1940 υπολογίζεται ότι είχε με 3.000 έως 4.000 κατοίκους.

Στο αρχείο του Μουσείου Εθνικής Αντίστασης στην Ηλιούπολη, υπάρχουν επιστολές στρατιωτών από μέτωπο της Ηπείρου και τα Μακεδονικά οχυρά. Στο σημερινό σημείωμα θα μας απασχολήσει μια επιστολή η οποία έχει σταλεί από στρατιώτη που υπηρετούσε στα τμήματα προκάλυψης των μακεδονικών συνόρων λίγες μέρες πριν την γερμανική επίθεση της 6ης Απριλίου 1941.

Αποστολέας είναι ο Παύλος, Αιγυπτιώτης εθελοντής στρατιώτης, δημοσιογράφος το επάγγελμα και παραλήπτης η φίλη του Jeannette, η οποία ζούσε στην Αίγυπτο. Από τις πληροφορίες που έχω συγκεντρώσει, στο πλαίσιο της έρευνας μου για την Ηλιούπολη τα χρόνια του Πολέμου και της Κατοχής, μετά την απελευθέρωση ο συντάκτης της επιστολής εγκαταστάθηκε στην Ηλιούπολη και έκανε οικογένεια. Δεν γνωρίζουμε αν παντρεύτηκε την Jeannette, προς την οποία απευθύνεται η επιστολή, η οποία είναι γραμμένη στη δημοτική και σε άπταιστα ελληνικά.

Στο κείμενο διακρίνεται η απόφαση, η δική του και των συναδέλφων του, να πολεμήσουν μέχρις εσχάτων και να νικήσουν ή να πεθάνουν. Είναι αυτό που στις εθνικές γιορτές τα παλιότερα χρόνια, ο εκφωνών τον πανηγυρικό της ημέρας, συνήθως κάποιος δάσκαλος ή καθηγητής, χαρακτήριζε ως «πνεύμα του Μετώπου».

Στο γράμμα αυτό, που στάλθηκε 10 μέρες πριν την γερμανική επίθεση στην Μακεδονία, γίνεται περιγραφή των συνθηκών κάτω από τις οποίες ετοιμάζονταν να πολεμήσουν οι Έλληνες, με εξοπλισμό και μέσα του Α Παγκοσμίου Πολέμου, απέναντι τους πιο σύγχρονους για την εποχή τους στρατούς, τον Ιταλικό και τον Γερμανικό.

Παράλληλα η δημοσιογραφική του πένα, μας δίνει μια πλήρη περιγραφή του γεωγραφικού ανάγλυφου της περιοχής που βρίσκεται η μονάδα στην οποία υπηρετεί, μαζί με άλλους Αιγυπτιώτες εθελοντές και Αθηναίους φοιτητές και ζωγράφους.

Στο υστερόγραφο της επιστολής, ο ένστολος δημοσιογράφος περιγράφει την βοήθεια που προσφέρει ο τοπικός πληθυσμός αγόγγυστα στις μονάδες του ελληνικού στρατού σε όλη την συνοριακή γραμμή.

Εν κατακλείδι, η επιστολή αποτελεί ένα πλήρες δημοσιογραφικό ρεπορτάζ για την ζωή στα σύνορα τις παραμονές της επίθεσης του γερμανικού στρατού, με αναφορές στο Μέτωπο της Ηπείρου και στο πνεύμα του «αλτρουισμού και φιλοπατρίας» που διακρίνει τους αποθεραπευμένους τραυματίες στις μάχες με τους Ιταλούς, οι οποίοι μετά την έξοδο τους από το νοσοκομείο μετατίθενται στο Μακεδονικό Μέτωπο.

Παραθέτω το γράμμα: «Κάπου στα σύνορα, 26 Μαρτίου 1941

Μικρή μου φίλη Jeannette,

Πήρα το πολύτιμο γράμμα σου στην Αθήνα. Το ίδιο απόγευμα φεύγαμε. Και τώρα σου γράφω από εδώ, όπου δεν υπάρχει ταχυδρομείο παρά μόνο στρατιωτικό, και δεν πουλούν γραμματόσημα. Γι’ αυτό το γράμμα μου θα σου έρθει φορολογημένο. Αλλά τι να κάμω; Προτιμώ έτσι παρά να νομίσεις πάλι ότι ξεχνώ «τους ανθρώπους που μ’ αγαπούνε».

Είμαστε λοιπόν εδώ σ’ ένα μικρό εκκενωμένο σχεδόν χωριό, κρυμμένο στους πρόποδες τεσσάρων βουνών. Μπροστά μας μια πανύψηλη χιονισμένη οροσειρά που μας χωρίζει από κακούς γείτονες.

Τι να μας κρύβουν άραγε οι χιονισμένες αυτές βουνοκορφές; Οτιδήποτε θα ‘ναι καλοδεχούμενο. Ας τολμήσει όποιος θέλει να μετρηθεί μαζί μας. Δεν θα περάσει!. Όχι!

Θα τιμήσουμε τα όπλα μας σαν γνήσιοι Έλληνες στρατιώτες και θα σπάσει ο εισβολέας τα μούτρα του πάνω στο φράγμα της φωτιάς μας, πάνω στα φουσκωμένα από το θυμό στήθεια μας ή θα σκοντάψει θανατερά πάνω στα πτώματα μας.

Στα γυμνά δέντρα τριγύρω μας κουρνιάζουν κοπάδια μαύρα κοράκια. Κάτι προσμένουν, κάτι ελπίζουν. Περιμένετε μαύρα κοράκια, γι’ αυτό ήρθαμε εδώ όλοι μας.

Η ζωή μας εδώ είναι άγρυπνη αναμονή. Μένω με άλλα 9 παιδιά (2 Αιγύπτιοι και 2 άλλοι φοιτητές Αθηναίοι και ζωγράφοι) σ’ ένα χωριατόσπιτο. Κάθε πρωί η κυρά μας βράζει γάλα της ώρας μόλις που το αρμέγει, και μας τηγανίζει ή μας βράζει αυγά που εδώ είναι πάμφθηνα. Επίσης έχομε με το τίποτε όρνιθες και αρνάκια. Σουβλίζομε συχνά αρνί, είναι ωραία όλη η προετοιμασία του σουβλίσματος. Οι ζωγράφοι φίλοι μας έχουν κιόλας πλήθος συνθέσεων.

Πίνουμε νερό από πηγές κρυστάλλινες και πλενόμαστε σ’ ένα φλύαρο ποταμάκι που τρέχει δίπλα στο «σπίτι μας». Στα βουνά δεν χορταίνω να κόβω αγριολούλουδα. Στην πηγή βρήκα αγριοβιολέτες.

Αύριο ή μεθαύριο θα μου δώσουν άλογο για να πηγαίνω τις διαταγές στα γειτονικά χωριά όπου είναι άλλοι δικοί μας. Ανυπομονώ να καλπάσω στις χαράδρες ή να περάσω προσεκτικά, καβάλα τα μονοπάτι.

Jeannette, είσαι υπερβολική σ’ αυτά που μου έγραψες. Δεν είμαι για να με θαυμάζεις επειδή ήρθα να υπηρετήσω την Πατρίδα. Εδώ να ιδείς ήρωες, να δεις θυσίες, αλτρουισμούς και φιλοπατρίες.

Να δεις τσολιάδες και φαντάρους, να δεις υπαξιωματικούς και αξιωματικούς μεγάλους δυο ή τρεις φορές τραυματίες στην Πίνδο, το Μόραβα, το Ιβάν, την Κλεισούρα και την Τρεμπεσίνα. Και τώρα αυτοί βρίσκονται εδώ! Από τη μιαν άκρη στην άλλη! Ενθουσιασμένοι και ανυπόμονοι…

Γράψε μου Jeannette πως τα περνάς. Σας θυμάμαι πάντα μ’ αγάπη και νοσταλγία. Αν θέλει ο Θεός μια μέρα θα γυρίσω νικητής στην Αίγυπτο θάχω πολλά να σου διηγούμαι. Κρατώ ημερολόγιο. Φίλησε μου τη Λούλα και χαιρέτησε πολύ τους αγαπητούς μου γονείς σου.

Περιμένω ανυπόμονα γράμμα σου. Θα μου είναι πολύτιμο σ’ αυτήν εδώ την ατμόσφαιρα.

Παύλος

Υ.Γ: Οι βοϊδάμαξες πάνε κι’ έρχονται, σειρές ατέλειωτες πάνω στους ελικοειδείς δρομίσκους ανάμεσα στα βουνά. Πήρα θέση σε μιαν από αυτές και πήγα στο γειτονικό χωριό.

Νάσουν και συ δίπλα μου να άκουγες τον απλοϊκό χωρικό που την οδηγούσε. ’Έχει λέει οικογένεια στις Σέρρες. Κι’ έχει ένα γιο στο Μέτωπο. Τα ζώα και το αμάξι είναι δικά του. Πρόσθεσε και τον αχώριστο μ’ αυτά, γέρικο εαυτό του και τα προσέφερε όλα στην Πατρίδα.

Ζώα, αμάξι και η αφεντιά του κουβαλούνε τώρα χαλίκι εδώ για διάφορές σπουδαίες δουλειές. Κάνω να του προσφέρω τσιγάρο. «Κάτσε μου λέει να σου στρίψω εγώ. Έχω καπνό από τις Σέρρες. Αυτός εδώ δεν είναι καλός»…

-Ένας συνάδελφος μου άφησε μουστάκι. Τον ρώτησα γιατί και μου λέει: «Το ήθελα από καιρό να έχω μουστάκι. Τρείς μήνες στην Αθήνα δεν μπορούσα.

Ήμουνα «κουραμπιές» και δεν πήγαινε. Τώρα εδώ έχω το δικαίωμα, (έτσι) δεν είναι;».

Τι λες εσύ γι΄ αυτά αγαπημένη μου φίλη;».

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου