ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Νέες συνομιλίες για το Κυπριακό

νέες-συνομιλίες-για-το-κυπριακό-617328

Της Ελενας Αντωνοπούλου

Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι αποτελεί κατάπτυστο γεγονός για τη Δημοκρατία, σε μια χώρα της ΕΕ όπως η Κύπρος, να υπάρχει στρατός κατοχής. Η ΕΕ παρακολουθεί αμήχανη τις εξελίξεις, με τις συνομιλίες να πέφτουν στο κενό η μια μετά την άλλη, με την αδιαλλαξία της Τουρκίας να είναι πάντα η αιτία.

Αυτό το μήνα, ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες θα φιλοξενήσει μια άτυπη διάσκεψη όλων των μερών της κυπριακής διένεξης στη Γενεύη, ελπίζοντας να βρει επαρκή κοινό τόπο για την επανέναρξη των διαπραγματεύσεων. Οι προοπτικές για κάτι τέτοιο δεν φαίνονται καλές. Εκτός από την πανδημία, ένας ηγέτης που υποστήριζε σθεναρά την ομοσπονδία, ο Μουσταφά Ακιντζί, αποχώρησε από την εξουσία και αντικαταστάθηκε από έναν λαϊκιστή-εθνικιστή, τον Ερσίν Τατάρ.

Επιπλέον, ο Τατάρ δεν κέρδισε μόνος του, όπως όλοι ξέρουμε, αλλά με την υποστήριξη και την ανοιχτή παρέμβαση της τουρκικής κυβέρνησης, που τα πρόσφατα χρόνια έχει εγκαταλείψει την πρότερη υποστήριξη στην ομοσπονδία και έχει αρχίσει να ομιλεί για μια λύση δύο κρατών. Για την Τουρκία, ο Τατάρ ήταν απλώς ο υποψήφιος που θα μετέφερε αυτό το μήνυμα. Σε συντονισμό με την Τουρκία, ισχυρίζεται ότι για την τουρκοκυπριακή πλευρά οι εγγυήσεις και η τουρκική στρατιωτική παρουσία στο νησί, μαζί με την κυριαρχική και πολιτική ισότητα, αποτελούν κόκκινες γραμμές που οι δύο πλευρές αρνούνται να ξεπεράσουν.

Από το 2017, ο τούρκος υπουργός Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου διακύβευσε αρκετά στις διαπραγματεύσεις του Κραν Μοντανά της Ελβετίας, που κατέληξαν σε αποτυχία. Αμέσως μετά, ο Τσαβούσογλου έφθασε να ισχυριστεί ότι ο Αναστασιάδης δήλωσε έτοιμος για μια λύση δύο κρατών ή για αποκεντρωμένη ομοσπονδιακή λύση. Να θυμηθούμε ότι ενώ ο Τσαβούσογλου έφευγε από τη συνάντηση με την ελπίδα να ξεφορτωθεί μια ομοσπονδία καταφανώς μη διαπραγματεύσιμη, ο τουρκοκύπριος ηγέτης Ακιντζί συνέχισε ακόμα και μετά το Κραν Μοντανά να διακηρύττει την ανάγκη επανέναρξης των συνομιλιών και ότι η ομοσπονδία είναι η μόνη επιλογή. Οταν επέμεινε ότι η αναγνώριση του Βορρά δεν θα γίνει, και ότι η ομοσπονδία ήταν ο μόνος δρόμος για την ένταξη των Τουρκοκυπρίων στη διεθνή κοινότητα, έγινε το αντικείμενο της τουρκικής οργής και φυσικά έχασε τις εκλογές. Η τουρκική κυβέρνηση ξεκίνησε να τον προσπερνά σε κάθε ευκαιρία και να τον μεταχειρίζεται ως «persona non grata» παρά ως ηγέτη της τουρκοκυπριακής κοινότητας.

Όταν οι εκλογές για την ηγεσία πραγματοποιήθηκαν το 2020, η μεγάλη πλειοψηφία των Τουρκοκυπρίων ήλπισε ότι αφού η τουρκική κυβέρνηση απέκτησε τον υποψήφιό της με την εκλογή Τατάρ, θα επέστρεφε στην παραδοσιακή, πραγματιστική θέση όταν θα ερχόταν η ώρα των διαπραγματεύσεων.

Αυτές οι ελπίδες θάφτηκαν όμως όταν ο νέος ηγέτης Τατάρ ανακοίνωσε τη διαπραγματευτική του ομάδα. Για πολλούς Τουρκοκυπρίους που είχαν ζήσει τη δεκαετία του 1990, η απογοήτευση ήταν μεγάλη γιατί η ομάδα που επέλεξε ο Τατάρ ήταν ακριβώς η ίδια ομάδα του επί χρόνια ηγέτη και υποστηρικτή της διχοτόμησης Ραούφ Ντενκτάς, Ο νέος «υπουργός Εξωτερικών» του ψευδοκράτους που υποστηρίχθηκε από το κόμμα του Τατάρ ήταν ο Ταχσίν Ερτουγρούλογλου, ενώ παλιοί σύμβουλοι του Ντενκτάς επέστρεψαν σε προηγούμενους ρόλους τους, αυτή τη φορά στο γραφείο του Τατάρ.

Ο Ερσίν Τατάρ αναδεικνύεται ως ο νέος «κύριος Οχι» μετά τον Ντενκτας, επιμένοντας σε μια λύση δύο κρατών και αναθεωρώντας το σλόγκαν της δεκαετίας του ’90 για μια «παντοτινή Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου». Αρνητική εξέλιξη δυστυχώς.

Σε μια πρόσφατη δημοσκόπηση που πραγματοποιήθηκε από το Ιδρυμα Friedrich Ebert, που δείχνει μια αυξανόμενη πόλωση μεταξύ των οραμάτων για το μέλλον του Βορρά, ενώ στο παρελθόν ο αριθμός των Τουρκοκυπρίων που υποστήριζαν μια επιστροφή στην Κυπριακή Δημοκρατία ήταν μόνο 5%-10%, η πρόσφατη δημοσκόπηση δείχνει ότι το ποσοστό αυτό είναι 25%-30%.

Την ίδια στιγμή, αυτοί που υποστηρίζουν την προσάρτηση από την Τουρκία έχουν ξεπεράσει το 30%. Αυτή η ξεκάθαρη ένταση μεταξύ μιας μεγάλης ομάδας που υποστηρίζει την ΕΕ και μιας άλλης που υποστηρίζει την Τουρκία εκφράστηκε και στις εκλογές, όταν η παρέμβαση της Τουρκίας δίχασε το εκλογικό σώμα μεταξύ όσων υποστήριξαν την τουρκική κυβέρνηση και εκείνων που είδαν με απέχθεια την επέμβασή της. Δυστυχώς, όμως, το αποτέλεσμα ήταν άσχημο για την κυπριακή πλευρά.

Από την άλλη, είναι σημαντικό ότι μια ομοσπονδιακή λύση παραμένει για όλους η δεύτερη επιλογή, που είναι ίσως μια ένδειξη ότι ο λαός ίσως έχει χάσει την ελπίδα του, αλλά δεν έχει χάσει την επιθυμία του για επανένωση.

Αυτή η πόλωση δείχνει τη σημασία της επανέναρξης των διαπραγματεύσεων για την υπερπήδηση του διχασμού μεταξύ Βορρά και Νότου και την παροχή ενός άλλου, ρεαλιστικού, οράματος για το μέλλον. Συχνά, διατηρώντας ανοιχτούς τους διαύλους και χρησιμοποιώντας τους για την επίλυση συγκεκριμένων προβλημάτων, όπως για τα Βαρώσια, μπορεί να δώσει μια αίσθηση κίνησης προς τα εμπρός χωρίς την καταφυγή σε ακραίες θέσεις.

Περιμένουμε με αγωνία τις συνομιλίες και την εξέλιξη.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου