ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Γαλλία – Τουρκία – Λιβύη

γαλλία-τουρκία-λιβύη-645414

Της Ελενας Αντωνοπούλου

Η Γαλλία παρά τα όσα κάποιοι υποστηρίζουν, δεν άφησε ποτέ ούτε την Αφρική ούτε τη Μεσόγειο. Μπορεί να μην είναι πια η δύναμη του παρελθόντος, όταν τόσο στο Μαγκρέμπ, όσο και στην Υποσαχάρια Αφρική υπήρχαν μεγάλες γαλλικές αποικίες (ή στην περίπτωση της Αλγερίας και προσαρτημένες περιοχές), όμως δεν έπαψε ποτέ να θεωρεί ότι έχει λόγο για τα τεκταινόμενα στην περιοχή. Το ίδιο ισχύει και για την ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής, όπου καλό είναι να μην ξεχνάμε ότι η διεκδίκηση των «εντολών» για τη διοίκηση της Συρίας και του Λιβάνου την επόμενη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, επίσης αντανακλούσε μια θεώρηση «σφαιρών επιρροής» που θα παραμείνει ένα μόνιμο στοιχείο της γαλλικής θεώρησης των πραγμάτων.

Η Γαλλία ποτέ δεν έπαψε να θεωρεί ότι δεν είναι μόνο μια ευρωπαϊκή δύναμη αλλά και μια μεγάλη δύναμη. Δεν είναι τυχαίο ότι πολύ συχνά υπογραμμίζει ότι μέσα στην ΕΕ, μετά την αποχώρηση της Μεγάλης Βρετανίας, είναι η μόνη χώρα που διαθέτει μόνιμη έδρα στο Συμβούλιο Ασφαλείας, ένοπλες δυνάμεις με δυνατότητα διεξαγωγής μείζονος σύγκρουσης εκτός συνόρων και πυρηνική αποτρεπτική δύναμη.

Άλλωστε, μετά τις ΗΠΑ και τη Ρωσία η Γαλλία θα μπορούσε να θεωρηθεί από τις πιο ενεργητικές χώρες σε παρουσία εκτός συνόρων, έχοντας μια σταθερή στρατιωτική παρουσία στην Υποσαχάρια Αφρική, όπου ουσιαστικά έχει αναλάβει το μεγαλύτερο βάρος ως προς την αντιμετώπιση των ένοπλων ισλαμιστικών οργανώσεων που δρουν εκεί, ενώ διατηρεί στρατιωτική παρουσία και σε άλλα σημεία, όπως το Τζιμπουτί.

Η σύγκρουση για τη Λιβύη αποτυπώνει τους διαφορετικούς προσανατολισμούς Τουρκίας και Γαλλίας πάνω στη συγκεκριμένη εμφύλια σύγκρουση.

Η Γαλλία είχε εξαρχής ανάμειξη, ήδη από την εποχή των βομβαρδισμών το 2011. Όταν ξέσπασε η αντιπαράθεση ανάμεσα στη διεθνώς αναγνωρισμένη κυβέρνηση στην Τρίπολη και το Κοινοβούλιο στο Τομπρούκ (και τις ένοπλες δυνάμεις του στρατηγού Χαφτάρ) Τουρκία και Γαλλία στήριξαν αντίπαλες παρατάξεις. Η Τουρκία μαζί με το Κατάρ υποστήριξαν την κυβέρνηση της Τρίπολης, συνεχίζοντας το νήμα της στήριξης κυβερνήσεων που παραπέμπουν στη γραμμή της Μουσουλμανικής Αδελφότητας. Αντίθετα, η Γαλλία θεώρησε ότι ήταν προτιμότερη η στήριξη του Χαφτάρ (που είχε και τη στήριξη της Αιγύπτου, των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων και της Ρωσίας) θεωρώντας ότι αυτό θα αποτελούσε ανάχωμα εναντίον των Ισλαμιστών. Προφανώς και πέραν των γεωπολιτικών επιδιώξεων η Λιβύη είχε μια σημασία και ως χώρα με σημαντικά ενεργειακά αποθέματα.

Με την κλιμάκωση της εμφύλιας σύγκρουση στη Λιβύη κλιμακώθηκε και η εμπλοκή της Γαλλίας και της Τουρκίας. Ειδικά η Άγκυρα θεώρησε ότι εδώ είχε την ευκαιρία αφενός να κατοχυρωθεί ως περιφερειακή δύναμη αφετέρου να προωθήσει τα σχέδιά της για τη «Γαλάζια Πατρίδα» βρίσκοντας την πρώτη χώρα της Μεσογείου που ήταν διατεθειμένη να υπογράψει μαζί της συμφωνία οριοθέτησης ΑΟΖ.

Αυτό έφερε τις δύο χώρες σε μεγάλη αντιπαράθεση καθώς από όλες τις δυτικές χώρες η Γαλλία ήταν που περισσότερο εμφανώς στήριζε την πλευρά Χαφτάρ, την ώρα που η Τουρκία αναβάθμιζε τη στρατιωτική εμπλοκή της στέλνοντας εξοπλισμό και διευκολύνοντας τη μετάβαση μισθοφόρων από τη Συρία. Τμήμα της σύγκρουσης ήταν και οι όροι εφαρμογής της συμφωνίας για το απαγόρευση μεταφοράς όπλων στη Λιβύη.

Η Γαλλία εξακολουθεί να έχει μια ιδιαίτερα ισχυρή παρουσία στην Αφρική συνολικά και ειδικότερα στη Βόρεια Αφρική και το Μαγκρέμπ. Μπορεί η Τουρκία να έχει αποκτήσει πρόσβαση σε μια από τις παρατάξεις της Λιβύης, όμως η Γαλλία διατηρεί σχέσεις και συναλλαγές με πολύ περισσότερες χώρες της περιοχής.

Η Γαλλία βλέπει ούτως ή άλλως με επιφύλαξη την προσπάθεια μιας χώρας την οποία κυβερνά μια παραλλαγή «πολιτικού Ισλάμ» να αποκτήσει αυξημένη διεθνή παρουσία. Σε πείσμα της δημοκρατικής ρητορικής των γαλλικών κυβερνήσεων, η Γαλλία είναι από τις χώρες που βλέπει με τη μεγαλύτερη επιφύλαξη την εμφάνιση μιας ισλαμικής πολιτικής ή πολιτιστικής ταυτότητας, ξεκινώντας από το πώς αντιμετωπίζει σχετικά ζητήματα στο εσωτερικό της ως προς τους μουσουλμάνους πολίτες της. Ήταν η χώρα που ήδη από τη δεκαετία του 2000 πήρε την ευθύνη πρακτικά να ανακόψει την ενταξιακή προοπτική της Τουρκίας. Παραμένει η χώρα που πιο εύκολα συζητά κυρώσεις σε βάρος της Τουρκίας εντός ΕΕ. Όλα αυτά παραπέμπουν σε μια γαλλική εκτίμηση ότι ούτως ή άλλως πρέπει να ανακοπούν οι φιλοδοξίες της Τουρκίας.

Σε όλα αυτά προστίθενται και τα ζητήματα που αφορούν τα ενεργειακά της Νοτιοανατολικής Μεσογείου όπου η Γαλλία, που για παράδειγμα ήδη έχει εξασφαλίσει «οικόπεδα» της Κυπριακής ΑΟΖ δεν βλέπει με καλό μάτι τη διαρκή αμφισβήτηση από την Τουρκία των κυπριακών κυριαρχικών δικαιωμάτων.

Η αντιπαράθεση Γαλλίας και Τουρκίας είναι και μια σύγκρουση εντός του ΝΑΤΟ. Μάλιστα, έχει ενδιαφέρον ότι η Τουρκία σε διάφορες στιγμές έχει τοποθετηθεί ως υπερασπιστής του ΝΑΤΟ, σε αντιδιαστολή με την απαξιωτική αναφορά που είχε κάνει ο πρόεδρος Μακρόν στο «εγκεφαλικά νεκρό ΝΑΤΟ».

Η γαλλική αντιπαλότητα προς την Τουρκία μπορεί να έχει μεγαλύτερο αντίκτυπο εντός ΕΕ, ιδίως τώρα που η Βρετανία έχει αποχωρήσει…

Η Τουρκία διεκδικεί να έχει έναν ρόλο περιφερειακής δύναμης, όπως έδειξε στη Συρία ή με τη στάση του Ερντογάν. Καθόλου τυχαίο ότι πολύ συχνά υπογραμμίζει ότι χώρες όπως η Γαλλία έχουν ένα αποικιοκρατικό παρελθόν. Ο ρόλος της περιφερειακής δύναμης απαιτεί μια ευρύτερη ικανότητα διαχείρισης κρίσεων κάτι που η Τουρκία δεν διαθέτει.

Η Γαλλία αντίθετα έχει πολύ μεγαλύτερο βάθος ως προς την παρουσία της στην περιοχή και ιστορικούς δεσμούς, όμως επίσης είναι μια δύναμη που δεν έχει δείξει ότι μπορεί να εκπροσωπήσει μια προοπτική επίλυσης κρίσεων στην ευρύτερη περιοχή.

Σε κάθε περίπτωση η συγκεκριμένη αντιπαράθεση θα συνεχίσει να είναι μία από τις βασικές παραμέτρους των ευρύτερων συγκρούσεων στην περιοχή. Όσο για τη χώρα μας, όπως πάντα έχει βρει στη Γαλλία έναν ισχυρό σύμμαχο.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου