ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

300 Μαργαριτάρια στον Βυθό

300-μαργαριτάρια-στον-βυθό-850773

Του Θωμά Στραβέλη, συγγραφέα – πανεπιστημιακού

36o

Είναι απομεσήμερο. Κάθομαι κάτω από τις γέρικες ελιές, στην αυλή των φίλων μου Βασίλη και Φένιας, στους Σερβανάτες τού Αγίου Λαυρεντίου. Οι ελιές, όταν τις κοιτάζω, νιώθω να δυναμώνει η χριστιανική μου πίστη. Στην ιστορία τού κόσμου, δεν υπήρξε ποτέ φιλόσοφος ή αίρεση, νόμος ή πειθαρχία, που να εξυψώνουν τόσο πολύ το κοινό καλό, όσο η χριστιανική πίστη.Όταν ήμουν παιδί, περνούσα πολλές ώρες στους ελαιώνες τού Πηλίου. Πηδούσα με χαρά σαν ελάφι, από πεζούλι σε πεζούλι, από φράχτη σε φράχτη, από λοφάκι σε λοφάκι. Κι όταν σταματούσα, έκανα την προσευχή μου, κάτω από μία ελιά, την πιο χαϊδευτή απ’ όλες. Η αδιάλειπτη προσευχή, προέρχεται απ’ την αγάπη και χάνεται, εξαιτίας τής κατάκρισης, της αργολογίας και της υποκρισίας. Μετά την προσευχή, σιωπούσα. Η σιωπή είναι η πιο τέλεια έκφραση της περιφρόνησης. Και δεν υπάρχει τόσο ταπεινωτική απάντηση, όσο η περιφρονητική σιωπή. Θυμάμαι πάντα μία μεγάλη αλήθεια, όταν βρίσκομαι κάτω απ’ τις ιερές ελιές. «Εκείνος που σπουδάζει διπλωματία, πρέπει να μάθει τρία πράγματα: Να μιλάει Γαλλικά, να λέει την αλήθεια και να σιωπά». Αλλά τι να τους κάνεις τους διπλωμάτες, έγιναν πια αμέτρητοι, ένα ολόκληρο μελισσολόι. Όλοι τους φλύαροι και πολύγλωσσοι. Προσωπικά, δεν τους εμπιστεύομαι. Φοβερό πράγμα: Όσο λιγότερο σκέφτονται, τόσο περισσότερους ομοϊδεάτες έχουν. Αυτό που πιστεύω είναι ότι το καθήκον και το σήμερα είναι στα χέρια τα δικά μας. Το αποτέλεσμα, όμως, και το αύριο είναι στα χέρια τού Θεού. Γι αυτό, καλό είναι να μην περιγελάς την πτώση των άλλων, αλλά να δίνεις το χέρι σου σ’ αυτόν, που είναι πεσμένος.

Η ανθρωπότητα, βέβαια, κινδυνεύει, ως επί το πλείστον, στη δυστυχία να είναι συνετή, ενώ στην ευημερία να ασχημονεί. Κι αυτό φαίνεται ολοκάθαρα απ’ αυτά, που έπαθαν οι Εβραίοι. Γιατί, περνώντας την Ερυθρά Θάλασσα, δεν κινδύνεψαν καθόλου. Όταν, όμως, έφτασαν στην ξηρά, ναυάγησαν…Αλλά αυτά είναι δύσκολα πράγματα. Εγώ, όσο αντέχω ακόμη, πηγαίνω σαν παιδί, άλλη μια φορά, από ελιά σε ελιά, την κοιτάζω με περιέργεια προσπαθώντας να διαπιστώσω τις διαφορές στον κάθε κορμό και στον κάθε της κλώνο. Από τις διαφορές, άλλωστε, γεννιέται η πιο όμορφη αρμονία.Στην αυλή της Φένιας και του Βασίλη, στους δεντρόκηπους, ανάμεσα στο δεντρολίβανο και τη λεβάντα, τους κρίνους, τον δυόσμο και τις τριανταφυλλιές, αυτό που ο κοινός άνθρωπος βλέπει σαν πέτρα, για τον άνθρωπο που ξέρει να παρατηρεί και να αισθάνεται μπορεί να φανεί μαργαριτάρι. Αν δεν υπήρχε το λογικό, θα μας είχε εξαντλήσει ο αισθησιασμός. Όμως, μας δόθηκε ο νους για να δαμάσουμε τις ανοησίες τής ηδυπάθειας… Μέσα σε τούτη την αυλή, γνωρίζω καλά την έκσταση τής γαλήνης, που, μ’ έναν ανεπαίσθητο τρόπο, λες και σαν από θαύμα, δένεται με το χρόνο. Η πραγματικότητα αυτή είναι μεταδοτική – είναι η ίδια η έκσταση που νιώθεις. Οι ευωδιαστοί ανθοί από τους κρίνους, το δυόσμο, τις τριανταφυλλιές, το δεντρολίβανο και τη λεβάντα είναι η ανταμοιβή. Μία τριανταφυλλιά είναι, αν θέλετε, ένα βασίλειο, και ο σπόρος της έχει ανθίσει παντού. Είναι αυτός ο ελάχιστος σπόρος, που απλώνει κλαδιά, όπου τα πουλιά βρίσκουν ανάπαυση. Τ’ ανθισμένατριαντάφυλλα είναι μία χαρά παντοτινή τής ψυχής. Στους τόπους που αγαπώ πηγαίνω, αλλά κι εκεί που μ’ αγαπούν. Αναπνέω μέσα στα άνθη και στη γαλήνη. Πηγαίνω σ’ ό,τι αγαπώ, χωρίς να σκέφτομαι κανένα χρέος. Εκεί που ανήκω, εκεί πηγαίνω, καλόκαρδα, και μένω πολλές ώρες. Σαν τη βροχή, που μένει πολύ καιρό στ’ αυλάκι. Υπάρχουν μάλιστα στιγμές, που με κάνουν να θέλω να βιαστώ να δω το σπόρο ν’ ανοίγει. Αν δεν φυτρώσει ή δεν ωριμάσει με τη βροχή τής ομορφιάς, η βροχή θα επιστρέψει στο σύννεφο. Ω, ναι – θα με καταλαβαίνετε, πιστεύω. Πιο πλούσια φυλλώματα και χρώματα, πέστε μου, σε ποιαν άλλη αυλή θα τα βρείτε;Η ανθοφορία τού κρίνου και της τριανταφυλλιάς με μαγεύει. Τη βλέπω, είναι ολοφάνερη και πραγματική, είναι η ενσάρκωση της ομορφιάς. Δεν ξέρω τι ακριβώς μπορώ να πω ή αν είπα κάτι, γιατί πριν βρω το χρόνο να μιλήσω, διαπίστωσα ότι ονειρευόμουν. Ύστερα – ακούστηκε μέσα στο σπίτι η μουσική, που ρίχνει ανεμόσκαλες, μας κάνει αόρατους, αυθύπαρκτους, ελεύθερους να δραπετεύσουμε. Όμως, από τ’ ορατό δεν υπάρχει διαφυγή, δεν υπάρχει σωτηρία απ’ την καρδιά, που έχει εξαντληθεί από την έκσταση.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου