ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Η ποίηση εκεί, όπου πράγματι υπάρχει

η-ποίηση-εκεί-όπου-πράγματι-υπάρχει-37420

Της Φανής Μαγκούτα, φιλολόγου

Ημικρή αυτή εισαγωγή κρίνεται αναγκαία, διότι το εν λόγω άρθρο συμπληρώνει προηγούμενο, αφιερωμένο στην παγκόσμια ημέρα της ποίησης. Εκεί αναφερθήκαμε στο προφητικό χάρισμα των ποιητών, που το προσφέρουν στο λογοτεχνικό λόγο, στα ποιήματά τους. Ο σκοπός τους, βέβαια, δεν είναι να σώσουν την ανθρωπότητα, αλλά να καταδείξουν ότι ο κόσμος είναι αρμονικός, και, όταν διαταράσσεται, η ανθρώπινη ύπαρξη βιώνει την τραγικότητα.

Αν έτσι κινείται η ποιητική τέχνη, τότε οι ποιητές και τα δημιουργήματά τους μας δίνουν μια αίσθηση μελαγχολίας, την εικόνα ενός σύμπαντος πληγωμένου. Έτσι είναι τα πράγματα, διότι ζούμε σ’ έναν κόσμο μεταπτωτικό και για να θυμηθούμε τον Μπόρχες η λογοτεχνική γλώσσα “περιέχει την ίδια στιγμή όλο το σύμπαν στις φυσικές του διαστάσεις (!) και χωρίς σμίκρυνση”. “Περιέχει όλους τους τόπους, όλους τους χρόνους, όλες τις πράξεις των ανθρώπων σε μια απόλυτη διαύγεια που αποκαλύπτει το νόημα του κόσμου”, κατά την ερμηνεία του Μπόρχες από τον Ν. Βαγενά.

Να έρθουμε τώρα σε πεζότερες προσεγγίσεις του ποιητικού λόγου, δηλαδή να δούμε πού υπάρχει ποίηση από την πλευρά των υπηρετών της και πώς την προσλαμβάνουν οι αποδέκτες της. Αδιαμφισβήτητα ο καθένας μπορεί να χρησιμοποιήσει τον ποιητικό λόγο, όπως θέλει. Ό,τι αγγίζει τα έσω του, μπορεί να μετουσιωθεί από την ευαισθησία της ποίησης ή μπορεί να δανειστεί οποιουσδήποτε στίχους καταξιωμένων ποιητών και μη, οι οποίοι τον εκφράζουν. Αυτό αποτελεί συνομιλία με τον απέναντι, με σημείο αναφοράς το ποίημα, που γνωρίζουν και οι δυό ή αισθάνονται έτσι.

Η κινητικότητα αυτή της ποίησης έχει θεραπευτικές ιδιότητες, επειδή λέει σύντομα, ό,τι ο πεζός λόγος λέει διά πολλών και διά μακρών. Πώς όμως θα διακρίνουμε και θα επιλέξουμε την καλή ποίηση; Ο κανόνας είναι ένας: χωρίς επιβολή. Και εδώ φέρνουμε, ως παράδειγμα, στίχους της λαϊκής μούσας που άγγιζαν κάποτε καρδιές: Παλάτια σ΄ είχα τάξει Μαρικάκι / μα βλέπεις δεν εγύρισε ο τροχός / συγχώρα με, συμπάθα με λιγάκι / δεν φταίω που γεννήθηκα φτωχός. Όλα τα κοινωνικά και τα πολιτικά συμφραζόμενα και τα ιδιωτικά περικλείονται σε τέσσερις στίχους! Υποδηλώνονται ολόκληρες εποχές πάλης, αν έχουμε ιστορική αίσθηση των πραγμάτων! Μεγάλη ποίηση δεν θα τη λέγαμε, αληθινή ναι.

Οι φιλόλογοι μετρούν τους ποιητές με ληξιαρχικές πράξεις, για παράδειγμα “η γενιά του ΄30”, “η γενιά του ΄20”, ή νεότερες “πρώτη μεταπολεμική γενιά”, “δεύτερη μεταπολεμική γενιά”, “γενιά του ΄60” και βάλε… Αυτή η κατάταξη και οι λοιπές ομαδοποιήσεις δεν έχουν σχέση με την ποιότητα του έργου τους, συναριθμούν απλά σε μεγάλο διάνυσμα, μείζονες και ελάσσονες και αφανείς στο ευρύ κοινό, ποιητές. Όλοι χωρούν στο ποιητικό στερέωμα. Για την συνεννόηση των ειδημόνων, έτσι έχουν τα φιλολογικά πράγματα.

Για τον αναγνώστη, ενδιαφέρον παρουσιάζει, πιστεύουμε, η νεότερη εικόνα της ποίησης. Προσφέρεται με ευκολία η ποίηση στις μέρες μας, παραμορφωτικά, χωρίς σημασία αξιολογική. Και το κυριότερο, χωρίς ρυθμό. Αυτό σημαίνει: στίχοι χυμένοι ανάκατα, δίχως το συνεκτικό αόρατο νήμα, και ξεντυμένοι από συναισθήματα, συνθέτουν σε υπερπαραγωγή το κλίμα της ποιητικής παρακμής. Φυσικά και δεν εννοούμε τον Παλαμικό λυρισμό, αλλά όμως, όταν η ονειρική ατμόσφαιρα αντικαθίσταται από άκρατο πραγματισμό, τότε, διερωτάται κανείς γιατί να προστρέξουμε στην ποίηση; Τί χρειαζόμαστε την ευεργετική της συμβολή και τον “χορευτικό” της ρυθμό; Όλα γίνονται ισοπεδωτικά σήμερα.

Με διάθεση διδασκαλική, στο σημείο αυτό, θα προσπαθήσουμε να σας δώσουμε δείγματα γραφής ποιητών που περιέπεσαν στην λήθη, προτείνοντας δύο, κοινής θεματικής, γοητευτικά ποιήματά τους, λίγο μελαγχολικά, παλαιομοδίτικα, ίσως, για τον μοντερνισμό του σήμερα, διαφωτιστικά, πλήρως, για τον λυρισμό και τη λεπτότητα των αισθημάτων άλλων εποχών. Αναφερόμαστε στην Όλγα Βότση και στον Τάσο Ρούσσο:

Ολγα Βότση

Ενα μόνο μικρό πουλί

Άλλοι πεθαίνουν στο στρώμα

κι άλλοι στην κατάξερη γη.

Έχουν το κοντάρι

ακουμπισμένο δίπλα τους,

που μ΄ αυτό τους μεγάλους Ήχους,

τους μεγάλους Ίσκιους κυνηγούσαν.

Κάτω απ΄ το δέντρο τώρα

ένα γιγάντιο κείντεται κορμί.

ψυχή δεν περνάει να το κοιτάξει.

Ένα μόνο μικρό πουλί,

μία φωνούλα ολόφλογη,

τους παραδείσιους

αναδίνει ήχους της

από το γλυκό του στόμα

Τάσος Ρούσσος

Ο Ανεμος

Ο άνεμος που φυσούσε ήταν γέρος

χτυπιόταν τυφλά στα παραθυρόφυλλα

προσπαθώντας να βρει τρόπο

να μου φέρει τα νέα

που τώρα έχουν παλιώσει.

Ιστορίες ναυαγισμένων καραβιών

ιστορίες πεινασμένων λύκων

που ούρλιαζαν

κάποιον μακρινό χειμώνα.

Σταχτιές πολιτείες

πνιγμένες από τη βροχή

εαρινά δάση λησμονημένα

κοριτσίστικα γέλια

σε διαφανή απογεύματα…

Αυτός ο άνεμος

φυσούσε στη νιότη μου.

Θα κλείσουμε την επιφυλλίδα, με αναφορά στον ιδιαίτερο λυρισμό των Επτανησίων, οι οποίοι τον συντηρούν εκ παραδόσεως, για να έχουμε γεύση του γνήσιου, αληθινού λυρισμού.

Μερικοί αποσπασματικοί στίχοι του Παναγιώτη Βεργωτή, εκ των κεφαλλήνων λογίων και ποιητών του 19ου αι. αποδεικνύουν του λόγου το αληθές:

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου