Του Κων/νου Τσιούμα, Ιεροψάλτη
Εάν ρίξουμε ένα βλέμμα εις τον αιώνα που διανύουμε, θα αντιληφθούμε ότι ο Χριστιανικός Ελληνικός λαός, υφίσταται μία ισχυρή εξασθένηση της θρησκευτικής πίστεως και της θρησκευτικής αμφιβολίας. Το ενδιαφέρον για τη μεταθανάτιο ζωή έχει ελαττωθεί, τα ήθη εχαλάρωσαν, ενώ αυξήθηκε η βεβαιότητα ότι η επίγεια ζωή έχει τα δικαιώματά της. Οι άνθρωποι αισθάνονται μεγάλη χαρά, διότι τώρα ανακάλυψαν έναν καινούργιο ειδωλολατρικό πολιτισμό, έναν πολιτισμό, που απεργάζεται την απελευθέρωση της σκέψης, και υπονομεύει τις υπερφυσικές κυρώσεις της ηθικής, με αποτέλεσμα οι άνθρωποι να αρνούνται τις απαγορεύσεις, και να μη στενοχωρούνται για τα αμαρτήματα ούτε για την τιμωρία της κολάσεως.
Η αίσθηση της αμαρτίας και της ενοχής εξασθένησε, η συνείδηση αφέθηκε σχετικά ελεύθερη, και κάθε άνθρωπος κάνει αυτό το οποίο θεωρεί ωφέλιμο, έστω κι αν σύμφωνα με την Χριστιανική ηθική δεν είναι σωστό. Μεταξύ των μορφωμένων, οι εκδηλώσεις της ευλάβειας προς τα θεία, παραχώρησαν τη θέση τους εις τη λατρεία τού πνεύματος και της μεγαλοφυΐας. Η πίστη εις την αθανασία αντικαταστάθηκε από την επιδίωξη μιας σταθερής και μακροχρόνιας καλής φήμης. Τα ειδωλολατρικά ιδανικά, όπως η τύχη, ο πλούτος, η μοίρα και η φύση, τείνουν να επισκιάσουν την Χριστιανική αντίληψη περί του μόνου αληθινού Θεού. Όπου δε υπάρχει περισσότερο χρήμα, εκεί το αμάρτημα γίνεται πιο συνηθέστερο, και συνεπώς πιο εύκολη η εξαγορά του.
Η τάση για την απόκτηση τού πλούτου και των υλικών απολαύσεων, εξασθένησε ακόμη και το ασκητικό ιδανικό. Η εκκλησία, ελλείψει σοβαρών και φωτισμένων πνευματικών Πατέρων, απώλεσε ένα ικανό μέρος της δυνάμεώς της ως ελεγκτού της ηθικής ζωής, και στερείται της ικανότητας να προστατέψει το ποίμνιό της από τον τυφώνα τού υλιστικού πνεύματος, ο οποίος επιφέρει ολίγο κατ’ ολίγο ισχυρό κλονισμό εις την πίστη τού μεγαλύτερου μέρους των καλουμένων Χριστιανών, και συντελεί εις την έξαρση της ηθικής κατάπτωσης, η οσμή της οποίας γίνεται όλο και πιο αισθητή. Είναι πιο εύκολο να βρει κανείς σήμερα ένα βιβλίο χωρίς τυπογραφικά λάθη, παρά μία νηφάλια και Χριστιανική Ελλάδα.
Η πορνεία, η ομοφυλοφιλία, η παιδεραστία, η εγκληματικότητα, οι αυτοκτονίες, η ασέβεια, οι καταχρήσεις, η αύξηση των διαζυγίων, η θρασύτατη προπαγάνδα κατά της Ελληνικής οικογένειας και των ωραίων και ευγενών και ευσεβών αυτής παραδόσεων, επέφεραν την ανωμαλία εις την Ελληνική Ορθόδοξη κοινωνία, και ράγισαν την «κρούστα της συνήθειας» η οποία διαφυλάττει σε κανονικές περιστάσεις την ηθικότητα. Κάθε υγιής θεσμός διαμελίζεται μπροστά στα ορμητικά ρεύματα της ακολασίας, των διαφθαρμένων λαοπλάνων, και των διαστροφέων της Χριστιανικής αλήθειας· των μη ζηλωτών και ασυνείδητων εκκλησιαστικών ποιμένων και της θρησκείας εκμεταλλευτών και εραστών τού χρήματος και των συμποσίων, καθώς και τού ανταγωνισμού για την κατάκτηση εκκλησιαστικών αξιωμάτων. Αυτοί – πλην ολίγων λαμπρών εξαιρέσεων – δεν δίνουν, εις τους ανθρώπους το ευαγγελικό παράδειγμα περί πτωχείας, δεν τηρούν τους θείους νόμους κατά γράμμα, ώστε να αποτελέσουν ένδειξη σωτήριας ζωτικότητας τού Χριστιανισμού και της εκκλησίας.
Η υποχρέωση των εκκλησιαστικών αρχόντων, δεν είναι η απόκτηση τού επιγείου πλούτου ο οποίος βαθμιαία διαφθείρει τους πάντες, αλλά είναι να εμπνεύσουν με το παράδειγμά τους τους ανθρώπους προς την αγιοσύνη, και να τους πείσουν ότι όλα τα κακά της ανθρώπινης ζωής, είναι αποτέλεσμα της ανθρώπινης ανηθικότητας, και ότι όλες οι αμαρτίες της ανθρωπότητας θα καταποντιστούν και θα χαθούν εις τον ωκεανό της αγάπης του Θεού· και όλες οι ασθένειες τού κόσμου θα θεραπευτούν όταν και εφ’ όσον πειστούν οι άνθρωποι, να εφαρμόσουν εις την ΠΡΑΞΗ τη Χριστιανική αγάπη. Δυστυχώς! Η εκκλησία στερείται από τέτοιες φωτεινές και φλογώδεις από Χριστό εις την ψυχή προσωπικότητες, ώστε να επαναφέρουν το πλείστο τού δυσσεβή και παράνομου αυτού λαού, από τη καταστροφική λατρεία τού μαμωνά εις το Θεό. Κηρύγματα «κούφια» οι άνθρωποι δεν ακούνε πλέον. Έχουν παρασυρθεί από τους κήρυκες του υλιστικού πνεύματος, οι οποίοι φωνάζουν και λένε: «Απολάμβανε τα πάντα εις τη ζωή σου, και μην έχεις καμία ενοχή για οτιδήποτε και για καμία αμαρτία, εφ’ όσον Θεός δεν υπάρχει». Τα ταμπού (απαγορεύσεις), έπαψαν πλέον να υπάρχουν, και τη θέση τους πήρε η σκοπιμότητα. Οι άνθρωποι τώρα επιδίδονται σε όλες τις απολαύσεις της ζωής. Όπου κι’ αν στρέψει κανείς το βλέμμα του, δεν θα δει τίποτε άλλο από εικόνες που προσβάλλουν την αξιοπρέπεια και το νου τού ανθρώπου. Εικόνες, που δεν αρμόζουν σε μία Ορθόδοξη Χριστιανική κοινωνία. Διάγουμε μία ζωή ακόλαστη, βρωμερή και ηδονική. Τα θέλγητρα της γυναίκας θριαμβεύουν και οι απαγορεύσεις τού θείου νόμου περιφρονούνται. Καταντήσαμε να είμαστε στενόμυαλοι, άπληστοι και λαίμαργοι. Δεν φροντίζουμε πλέον για την ψυχή μας, ούτε σκεπτόμαστε καθόλου το Θεό…
Δεν δείχνουμε κανένα ενδιαφέρον εις το να εμπνεύσουμε τη θρησκευτική πίστη στις οικογένειές μας. Τα πράγματα έχουν φθάσει σε χειρότερο σημείο απ’ ότι εις τον κόσμο των Σοδόμων και Γομόρρων. Νομιμοποιήσαμε την παρά φύση σεξουαλική σχέση, τα δε κρούσματα της βδελυρής παιδεραστίας αυξάνουν όλο και περισσότερο. Αυτή η κατάσταση χαρακτηρίζεται ως «είδος σοδομίας». Θεέ μου! Σε τόση μεγάλη ποταπότητα και αχρειότητα έχουμε φθάσει; Πού είναι η αληθινή πίστη μας, ως Ορθόδοξοι Χριστιανοί προς το Χριστό; Τι νόημα έχει και αν καίμε λιβανωτό, και αν προσφέρουμε θησαυρούς θαυμασμού και αφοσιώσεως προς Αυτόν, όταν η ψυχή μας είναι σκοτεινή, και γεμάτη από υποκρισία και κακία; Άστατοι εις την πίστη μας, μεμψίμοιροι, δεισιδαίμονες, πείσμονες και σκληροκάρδιοι; Εάν λοιπόν σήμερα θαυμάζουμε το Χριστό, μετά από λίγο χωρίς να είναι καθόλου απίθανο, τον περιλούζουμε με ύβρεις και βλασφημίες, και γινόμαστε προδότες Εκείνου τον οποίο μέχρι χθες, προσφέραμε φόρο πίστεως και υποταγής και λατρείας αληθινής. Δυστυχώς! Αυτή είναι η σημερινή εικόνα τού Ορθοδόξου Χριστιανικού Ελληνικού λαού. Ο δήθεν πολιτισμός, και η δήθεν πρόοδος, οδηγεί τους ανθρώπους εις την αθεΐα, και εις την ειδωλολατρία. Η μεγαλύτερη ευθύνη χρεώνεται εις την εκκλησία. Μήπως τελικά, το άλας της γης έχει μωρανθεί;