ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Θρύλοι του κλασικού μπαλέτου

θρύλοι-του-κλασικού-μπαλέτου-89641

Του Γιάννη Ν. Καλαντζή

Ο συγκεκριμένος συνδυασμός βημάτων, κινήσεων του κορμιού και των άκρων παραπέμπει στο χορό. Αναντίρρητα, δεν υπάρχει άνθρωπος στον κόσμο, που να μην έχει χορέψει κάποιο χορό, εξαρτάται δε η επίδοσή του άλλοτε από την πίεση ικανοποίησης εσωτερικής ανάγκης, άλλοτε για επίδειξη χορευτικής γνώσης και ικανότητας, κατά τη διάρκεια έντονης διασκέδασης.

Το κλασικό μπαλέτο, ιδιαίτερο είδος χορού με επαγγελματίες χορευτές, εμφανίστηκε στην Ιταλία του 15ου αι., την εξέλιξη του οποίου με τη μαγεία, την εικόνα, τη λάμψη του ακολούθησαν η Γαλλία και η Ρωσία. Δημιουργός του σύγχρονου μπαλέτου θεωρήθηκε ο φίλος του Μότσαρτ και του Βολταίρου Γάλλος χορογράφος και χορευτής Ζαν-Ζορζ Νοβέρ (1727-1810), η ημερομηνία γέννησης του οποίου (29 Απριλίου) καθιερώθηκε και εορτάζεται κάθε χρόνο ως Παγκόσμια Ημέρα Χορού, όπως έγινε την Τετάρτη.

Ο Πολωνός Βάσλαβ Νιζίσκι, ο Κουβανός Κάρλος Ακόστα, ο Βραζιλιάνος Μαρτσέλο Γκόμες και ο Αγγλος Αντονι Ντόουελ, είναι μερικοί από τους σημαντικότερους διάσημους χορευτές μπαλέτου. Η Ιταλίδα μπαλαρίνα Πιερίνα Λενιάνι, οι Ρωσίδες Αγριπίνα Βαγκάνοβα και η Αννα Πάβλοβα, οι Αμερικανίδες Ισιδώρα Ντάνκαν και η Μάρθα Γκράχαμ, είναι μερικές από τις γυναίκες που σαγήνευσαν το κοινό παγκοσμίως.

Αναφέρονται και άλλοι ταλαντούχοι, μαγικοί χορευτές, που άφησαν εποχή τον 20ό αι., ξεπέρασαν πολιτικά, πολιτιστικά και εθνικά όρια και, μιλώντας με τη γλώσσα του σώματος, μεσουράνησαν και καθιερώθηκαν, στο παγκόσμιο στερέωμα. Εκείνος που ξεχώρισε και το όνομά του συνδέθηκε με τέλειες, ασύγκριτες εμφανίσεις είναι ο ταταρικής καταγωγής Ρώσος Ρούντολφ Νουρέγιεφ (Ιρκούτσκ 1938-Παρίσι 1993).

Το «ιερό τέρας» του χορού άρχισε να σπουδάζει χορό στα 11 χρόνια του και στα 17 του έγινε δεκτός στη Σχολή Μπαλέτου Βαγκάνοβα, στο Λένινγκραντ, όπου διακρίθηκε για το ταλέντο του και τον επαναστατικό, ασυμβίβαστο χαρακτήρα του. Το 1958 ολοκλήρωσε τις σπουδές του, αρνούμενος να ενταχθεί στην οργάνωση της Κομμουνιστικής νεολαίας και τρία χρόνια αργότερα, κατά τη διάρκεια περιοδείας του διασήμου συγκροτήματος Κίροφ στο Παρίσι, αυτομόλησε στη Δύση. Το 1962 έκανε το ντεμπούτο του στο «Κόβεντ Γκάρντεν» με την Μαργκότ Φοντέιν.

Κατά την εικοσάχρονη συνεργασία με το Βασιλικό Μπαλέτο του Λονδίνου, η ορμητικότητά του αποδείχθηκε ιδανικό «αντίβαρο» στην εκλεπτυσμένη ωριμότητα της, κατά 19 χρόνια μεγαλύτερής του, Φοντέιν, με την οποία, ο γνωστός για τις ομοφυλοφιλικές του τάσεις Ρούντολφ, αποτέλεσε το τέλειο ζευγάρι στο χορό και τη ζωή.

Το 1983, ανέλαβε καλλιτεχνικός διευθυντής της Οπερας του Παρισιού, θέση που εγκατέλειψε το 1989, τότε που ο άνεμος ελευθερίας φύσηξε στην πρώην Σοβιετική Ενωση και επισκέφθηκε ύστερα από μακροχρόνια απουσία. Λίγο πριν το θάνατό του από AIDS, είχε δηλώσει προφητικά: «Οι δημιουργοί πεθαίνουν, αλλά ό,τι δημιούργησαν, ζει αιώνια». Για τους εκατομμύρια ανά τον κόσμο θαυμαστές του, ο θρύλος του μπαλέτου συνεχίζει ακόμα το πέταγμά του…

Το 1925 γεννήθηκε η απόλυτη χορεύτρια, η Μάγια Πλισέτσκαγια (Μόσχα 1925-Μόναχο 2015). Ο πρόξενος πατέρας της εκτελέστηκε όταν ήταν 11 χρονών, την περίοδο των σταλινικών διώξεων και μεγάλωσε σε συγγενική οικογένεια. Μέλος των Μπολσόι για 43 χρόνια, εκεί ξετυλίχτηκε το ταλέντο της. «Υπάρχουν πολιτικά καθεστώτα, που σκοτώνουν το ταλέντο…», δήλωσε σε συνέντευξη το 1998. «Πάρτε για παράδειγμα την πρώην Σοβιετική Ενωση, όπου μεγάλωσα. Ηταν μια χώρα στην οποία όλοι ένιωθαν σαν να ζούσαν μέσα σε φυλακή. Πώς να φανεί το ταλέντο μέσα στη φυλακή;».

Σε άλλη ερώτηση απάντησε ως εξής: «Ποτέ δεν ένιωσαν ελεύθεροι όσοι δραπέτευσαν από αυτή τη φυλακή… Μην ξεχνάτε ότι το φονικό χέρι του Στάλιν έφθανε σε όλα τα μήκη και πλάτη του πλανήτη, αν επρόκειτο να εξοντώσει κάποιον αντίπαλό του. Ακόμη και στη Δύση μπορούσε να σκοτώσει τους αντιφρονούντες ο Στάλιν». Μέχρι το 1990 δεν είχε φύγει από τη Μόσχα, αλλά από το 1991, μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ενωσης, έζησε στο Μόναχο με τον σύζυγό της, όπου τη βρήκε ο θάνατος.

Η θεατρικότητα και η εντυπωσιακή της προσωπικότητα έκαναν κάθε ερμηνεία της μοναδική. Στην εμφάνιση των Μπολσόι στη Νέα Υόρκη το 1959, η Πλισέτσκαγια ερμήνευσε φανταστικά την Οντέτ στη «Λίμνη των Κύκνων», οπότε αναγνωρίστηκε διεθνώς ως μύθος του χορού. Το 2005, 80 χρονών πλέον, συνταξιούχος με αμέτρητα βραβεία, χόρεψε στο Κρεμλίνο, το «Αve Maria», που της είχε αφιερώσει ο Μπωρίς Μπεζάρ…

«Ηξερα ότι ήμουν ένας από τους καλύτερους χορευτές του κόσμου», υπερηφανεύθηκε κάποτε ο Μιχαήλ Μπαρίσνικοφ (Ρήγα Λετονίας 1948-). «Αλλά αυτό δεν έκανε να πάρουν τα μυαλά μου αέρα. Αγαπούσα πολύ τη χώρα μου. Ηθελα να ζήσω στη Ρωσία, γιατί ένιωθα ότι εκεί ανήκω, αλλά…».

Ο «Μίσα» πέρασε δύσκολα παιδικά χρόνια. Το 1960 άρχισε να ασχολείται με το χορό, στα 16 του ξεκίνησε τη μαθητεία του στην Ακαδημία Μπαλέτου Βαγκάνοβα και το 1967 έκανε το ντεμπούτο του με τα μπαλέτα Κίροφ. Η ερμηνεία του στο «Vestris» του χορογράφου Γιάκομπσον το 1969, η οποία θεωρείται σήμερα ορόσημο στην καριέρα του, είχε καθηλώσει το κοινό, που τον παρακολουθούσε εκστασιασμένο. «Ο Μπαρίσνικοφ είναι ο τελειότερος χορευτής, που έχω δει ποτέ μου», έγραψε στους ΝΥΤ ο Κλάιβ Μπαρνς.

Νιώθοντας να ασφυκτιά στην κομμουνιστική Ρωσία, κατάφερε κι ξέφυγε το 1974 από τους άνδρες της ΚGB και ζήτησε, στο τέλος της παράστασής του στο Τορόντο, πολιτικό άσυλο. Η Δύση του επεφύλαξε μεγάλες επιτυχίες, δόξα, χρήμα. Απέκτησε τέσσερα παιδιά. «Εχω χορέψει παντού. Από τη Νέα Υόρκη μέχρι το Τόκιο… Καθόλου δεν μου αρέσει να ανοίγω ένα μπουκάλι κρασί, ξέροντας τι γεύση θα έχει. Οι νέες εμπειρίες είναι κάτι που ψάχνω… Για κάποιο λόγο δεν επιθύμησα να ξαναγυρίσω στη Ρωσία. Πατρίδα μου, σπίτι μου είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες, ούτε η Λετονία, ούτε η Ρωσία». Ελαβε μέρος σε πέντε κινηματογραφικές ταινίες (“Κρίσιμη καμπή”, “Λευκές νύχτες”), σε τηλεοπτικές εκπομπές, κέρδισε πολλά βραβεία και μια υποψηφιότητα Οσκαρ. Ζει στις ΗΠΑ.

[email protected]

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου