ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Η επόμενη μέρα της υγειονομικής κρίσης και η προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα της υγείας

η-επόμενη-μέρα-της-υγειονομικής-κρίση-102523

Του Ηρακλή Δημ. Μουράβα,

Δικηγόρου, Μ.Δ.Ε. Εμπορικού Δικαίου, Μ.Δ.Ε. Αστικού Δικαίου

Τις τελευταίες ημέρες λόγω και των θετικών αποτελεσμάτων ως προς τον περιορισμό της διασποράς του κορονοϊού στη χώρα μας, αρχίζει και γίνεται λόγος για τις συνθήκες της επόμενης ημέρας, δηλαδή τις συνθήκες που θα επικρατήσουν σε όλα τα επίπεδα από το σημείο που σταδιακά θα αρχίσουν να αίρονται οι περιορισμοί του κράτους για την εξάπλωση του ιού.

Πέρα από αυτά που συζητούνται για την οικονομία, την κοινωνία και γενικά όλη τη σφαίρα της δημόσιας ζωής και των συναλλαγών, ένα θέμα που είναι πιο επίκαιρο από ποτέ είναι το κατά πόσο επιβάλλεται να παραβιαστούν και να επεξεργαστούν ή όχι τα προσωπικά δεδομένα της υγείας τόσο των ασθενών που νόσησαν από τον COVID-19 και κατ΄ επέκταση απέκτησαν ανοσία έναντι αυτού όσο και τα προσωπικά δεδομένα αυτών που δεν νόσησαν για διαφορετικούς λόγους στην κάθε περίπτωση.

Το παραπάνω ζήτημα δεν αφορά μόνο στη νομική επιστήμη, αλλά και άλλες επιστήμες όπως πρωτίστως την ιατρική, την κοινωνιολογία, την πληροφορική, ακόμη και την εκπαίδευση. Για τις άλλες επιστήμες αρμόδιοι είναι οι ειδικοί στον τομέα τους να πάρουν θέση. Σε ό,τι αφορά στη νομική επιστήμη πριν καταθέσουμε κάποιες πρώιμες απόψεις, οι οποίες στην πορεία είναι πιθανό να μεταβληθούν ανάλογα με τα τότε δεδομένα για την προστασία της δημόσιαςυγείας και τα κελεύσματα των ειδικών, ιδίως των επιδημιολόγων, κρίνεται σκόπιμο να αναφερθούμε στο τι συνέβαινε στη νομοθεσία για την προστασία των προσωπικών δεδομένων πριν την παγκόσμια υγειονομική κρίση.

Τα τελευταία τέσσερα χρόνια σε ευρωπαϊκό επίπεδο φθάσαμε στο ύψιστο σημείο νομοθετικής παραγωγής για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Ο ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου «General Data Protection Regulation {GDPRγια την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα,σε όλα τα άρθρα του δίνει τις απαραίτητες νομοθετικές εγγυήσεις προκειμένου να προστατευτούν τα δεδομένα φυσικών προσώπων με αυστηρές κυρώσεις σε περίπτωση παραβίασής τους. Επίσης με Οδηγία υποχρεώθηκαν όλα τα κράτη-μέλη της Ε.Ε να συμμορφωθούν σε αυτή τη νομοθετική πρωτοβουλία και να ενσωματώσουν σε κάθε εθνική νομοθεσία τις θεμελιώδεις αρχές του ως άνω Κανονισμού.

O εθνικός νομοθέτης με τη θέσπιση του Νόμου 4624/2019 συμμορφώθηκε πλήρως με τις επιταγές της Ε.Ε που απορρέουν από την ευρωπαϊκή Οδηγία 2016/680 και ενσωμάτωσε στην ελληνική νομοθεσία τις θεμελιώδεις αρχές του παραπάνω ευρωπαϊκού Κανονισμού. Πέραν όμως από τις εξειδικευμένες διατάξεις του συγκεκριμένου Κανονισμού, ο εθνικός συνταγματικός νομοθέτης με το άρθρο 9Α του Συντάγματος και με αντίστοιχους νόμους που προϋπήρχαν του G.D.P.R προστάτευε τον Έλληνα υπήκοο από την παραβίαση των προσωπικών του δεδομένων. Συγκεκριμένα το εν λόγω άρθρο αναφέρει ότι: «Καθένας έχει δικαίωμα προστασίας από τη συλλογή, επεξεργασία και χρήση, ιδίως με ηλεκτρονικά μέσα, των προσωπικών του δεδομένων, όπως νόμος ορίζει. Η προστασία των προσωπικών δεδομένων διασφαλίζεται από ανεξάρτητη αρχή, που συγκροτείται και λειτουργεί όπως νόμος ορίζει». Κατόπιν όλων των ανωτέρω, η ενσωμάτωση στο εθνικό δίκαιο του Ευρωπαϊκού κανονισμού μεγιστοποίησε την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που ούτως η άλλως υπήρχε και από το Σύνταγμα σε μικρότερο βαθμό.

Εμφανή αποτελέσματα της ενσωμάτωσης του Κανονισμού είναι οι πρόσφατες αλλαγές που είδαμε τα τελευταία δύο έτη με μια σειρά μεταβολών ακόμη και στη μη κακή χρήση των προσωπικών δεδομένων. Ενδεικτικά τα ονόματα των επιτυχόντων στις πανελλαδικές εξετάσεις πλέον δεν εμφανίζονται στον τοπικό Τύπο χωρίς τη συναίνεση των δικαιούχων παρά μόνο οι κωδικοί των υποψηφίων ή ο αριθμός αστυνομικής ταυτότητάς τους. Γιατί η επίδοση προστατεύεται ως προσωπικό δεδομένο. Σε αρκετούς διαγωνισμούς ΑΣΕΠ φαίνεται μόνο ο Α.Δ.Τ των υποψηφίων και όχι τα ονοματεπώνυμά τους ιδίως στους προσωρινούς πίνακες επιτυχόντων. Οι δημόσιες υπηρεσίες π.χ. εφορία, δημόσια νοσοκομεία απαγορεύεται να δώσουν πληροφορίες για φορολογούμενους ή ασθενείς χωρίς τη συγκατάθεσή τους ακόμη και σε άτομα που έχουν έννομο συμφέρον να τις λάβουν χωρίς αιτιολογημένη εντολή εισαγγελικών αρχών.

Επομένως, με την κατάπαυση ή έστω το μετριασμό της παγκόσμιας υγειονομικής κρίσης, το ζήτημα του κατά πόσο θα ενδιαφέρουν το κράτος και τους φορείς της υγείας τα προσωπικά δεδομένα υγείας τόσο αυτών που νόσησαν από τον ιό όσο και αυτών που δεν νόσησαν ανάγεται σε μεγάλο ζήτημα για αρκετούς λόγους και πρωταρχικά για την προστασία της δημόσιας υγείας. Και επειδή ελλοχεύει ο κίνδυνος η πρωτοφανής παγκόσμια υγειονομική κρίση να αποτελέσει άλλοθι για παραβίαση προσωπικών δεδομένων υγείας ακόμη και άσχετα με τον ιό στους πολίτες θα πρέπει να γίνει η εξής διάκριση: Θα πρέπει να οριστεί σε νέα βάση το τι θεωρείται ευαίσθητο προσωπικό δεδομένο υγείας και το τι θα θεωρείται πληροφορία επιδημιολογικού χαρακτήρα. Στην πρώτη περίπτωση σε ό,τι θα οριστεί ευαίσθητο προσωπικό δεδομένο υγείας δεν θα έχει κανένας φορέας κρατικός ή υγείας δικαίωμα να το παραβιάσει χωρίς τη συγκατάθεση του προσώπου που τον αφορά. Στη δεύτερη περίπτωση δηλαδή στην πληροφορία επιδημιολογικού χαρακτήρα θα επιτρέπεται στους φορείς της υγείας και ενδεχομένως και στο κράτος με πολύ αυστηρές προϋποθέσεις να έχουν πρόσβαση για να τις επεξεργαστούν στο βαθμό που εξυπηρετείται επιστημονικός σκοπός καθώς και σκοπός προστασίας της δημόσιας υγείας και αυστηρά η πρόσβαση να δίνεται μόνο γι’ αυτούς τους σκοπούς.

Θα πρέπει να διασφαλιστεί από τους αρμόδιους φορείς προς τους πολίτες πως αυτές οι πληροφορίες ούτε θα χρησιμοποιηθούν για άλλη χρήση πέρα απ’ την αυστηρά προκαθορισμένη ούτε θα εκτεθούν τα προσωπικά τους στοιχεία σε ευρύτερη δημοσιότητα πέραν των ειδικών που καλούνται να εκπληρώσουν συγκεκριμένο σκοπό και θα πρέπει να αποφευχθεί κάθε υπόνοια διαρροής και κατ΄ επέκταση κοινωνικού στιγματισμού τόσο των ατόμων που νόσησαν όσο και αυτών που δεν νόσησαν από τον ιό. Θα πρέπει να υπάρχουν εγγυήσεις ανωνυμίας και απορρήτου ως προς την επεξεργασία τους.

Επίσης δεν θα πρέπει να αποτελεί κριτήριο το αν νόσησε κάποιος από τον ιό ή όχι για πρόσβαση ή μη σε οποιαδήποτε θέση εργασίας, ούτε να γνωρίζει ο εκάστοτε εργοδότης παρά τη θέληση του εργαζόμενου το αν έχει νοσήσει ή όχι από τον ιό, παρά μόνο αν νοσεί σε μια δεδομένη χρονική περίοδο για να λάβει τα μέτρα αυτοπροστασίας του.Οι μόνες εξαιρέσεις που είναι δυνατό να επιτρέπονται είναι στα νοσηλευτικά ιδρύματα και η ύπαρξη ανοσίας ή όχι στο ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό να αποτελεί κριτήριο για το αν θα είναι ή όχι στην πρώτη γραμμή της περίθαλψης ασθενών του COVID-19 καθώς και στα αεροδρόμια για την είσοδο στη χώρα επιβατών από το εξωτερικό προκειμένου να γνωρίζουν οι αρμόδιοι φορείς αν νοσούν τη δεδομένη χρονική στιγμή με σκοπό την προστασία της δημόσιας υγείας. Αυτές οι εξαιρέσεις πρέπει να υφίστανται σε αυστηρά προκαθορισμένο χρονικό πλαίσιο όσο ελλοχεύει ο κίνδυνος εξάπλωσης του ιού και με την ευλαβική τήρηση της ανωνυμίας των φυσικών προσώπων που εμπλέκονται.

Συμπέρασμα όλων είναι ότι τα ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα στον τομέα της υγείας κρίνεται σκόπιμο να προστατευθούν και να μην αποτελέσει ο COVID-19 αφορμή για καταπάτησή τους μετά το τέλος της υγειονομικής κρίσης και με το πρόσχημα γενικά και αόριστα της προστασίας της δημόσιας υγείας, σε βαθμό και έκταση πέραν από τους σκοπούς που θα εξυπηρετεί η παραβίασήτους και η επεξεργασία τους.Κατηγοριοποίηση ατόμων με βάση το αν νόσησαν ή όχι από τον ιό είναι νομικά, συνταγματικά και ηθικά ανεπίτρεπτη.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου