ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Τι είναι ο κορονοϊός και γιατί τα μέτρα καταπολέμησης είναι απαραίτητα: Μία εκλαϊκευμένη επισκόπηση

τι-είναι-ο-κορονοϊός-και-γιατί-τα-μέτρα-111490

Του Μαυριά Κωνσταντίνου, Βιολόγου – Κατόχου MScΜοριακής Ιατρικής από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου του Sheffield

Τον Δεκέμβριο του 2019, οι αρχές της Κίνας γνωστοποίησαν στην παγκόσμια κοινή γνώμη ότι ένας ιός διασπείρονταν εντός των κοινοτήτων τους. Στους επόμενους μήνες, μεταδόθηκε σε άλλες χώρες, με τον αριθμό κρουσμάτων να διπλασιάζεται εντός ημερών. Αυτός ο ιός είναι ο SARS-CoV-2, ο οποίος προκαλεί την ασθένεια COVID-19 και αποκαλείται απλά κορονοϊός.

Για να φανεί η χρησιμότητα των μέτρων πρέπει πρώτα να αναδειχθεί η φύση των ιών γενικότερα αλλά και του κορονοϊού ειδικότερα. Ένας ιός είναι, στην πραγματικότητα, ένα κέλυφος γύρω από γενετικό υλικό και μερικές πρωτεΐνες, γεγονός που τον καθιστά, κατά κάποιους, κάτι το μη έμβιο. Μπορεί να αναπαραχθεί μόνο μετά την εισαγωγή του σε ζωντανό κύτταρο. Ο κορονοϊός μπορεί να μεταφερθεί από επιφάνεια σε επιφάνεια, αλλά δεν είναι ακόμη σίγουρο για πόσο καιρό μπορεί να επιβιώσει σε αυτές. Ο κύριος τρόπος μετάδοσης έχει δειχθεί, μέχρι τώρα, να είναι η μόλυνση προερχόμενη από σταγονίδια ή αν υπάρξει επαφή μέσω των χεριών με κάποιον που είναι άρρωστος και στην συνέχεια επαφή των μολυσμένων αυτών χεριών με μέρη του προσώπου, για παράδειγμα με την μύτη ή τα μάτια. Ο ιός ξεκινά το ταξίδι του στις προαναφερθείσες περιοχές και μετά ως «λαθρεπιβάτης» προχωρά πιο βαθιά μέσα στο σώμα. Οι προορισμοί του κορονοϊού είναι το έντερο, ο σπλήνας ή οι πνεύμονες. Αν βρεθεί στους πνεύμονες, θα κάνει και την μεγαλύτερη ζημιά. Ακόμα και μόλυνση με μικρό αριθμό σωματιδίων του ιού μπορεί να οδηγήσει σε ασθένεια.

Οι πνεύμονες έχουν στιβάδες με δισεκατομμύρια επιθηλιακά κύτταρα. Τα επιθηλιακά κύτταρα αποτελούν τα σύνορα του σώματος και επενδύουν όργανα και βλεννογόνους. Σε αυτά τα κύτταρα επιτίθεται ο ιός. Ο κορονοϊός συνδέεται σε έναν συγκεκριμένο υποδοχέα που βρίσκεται στην μεμβράνη του κυττάρου-θύματος για να εγχύσει στο κύτταρο το γενετικό του υλικό, αυτός ο υποδοχέας λέγεται ACE2. Το κύτταρο, που δεν αντιλαμβάνεται τι συμβαίνει, εκτελεί τις νέες εντολές που προέρχονται από το νέο γενετικό υλικό. Οι νέες εντολές είναι πολύ απλές, αντιγραφή του ιϊκού γονιδιώματος και πακετάρισμα του νεοπαραχθέντος γενετικού υλικού σε νέα ιϊκά σωμάτια. Το κύτταρο γεμίζει με όλο και περισσότερα αντίγραφα του αρχικού ιού μέχρι που φτάνει σε ένα κρίσιμο σημείο και λαμβάνει την τελευταία του εντολή, αυτοκαταστροφή. Το κύτταρο αποδομείται, απελευθερώνοντας νέα σωματίδια κορωνοϊού τα οποία είναι έτοιμα να επιτεθούν σε νέα κύτταρα. Ο αριθμός των μολυσμένων κυττάρων μεγαλώνει με εκθετικό ρυθμό. Μετά από περίπου 10 μέρες, εκατομμύρια σωματικά κύτταρα είναι μολυσμένα και δισεκατομμύρια ιών έχουν ήδη κατακλύσει τους πνεύμονες. Ο ιός δεν έχει προκαλέσει σοβαρή ζημιά ακόμα, αλλά πρόκειται να ενεργοποιήσει ένα πραγματικό θηρίο, το ίδιο το ανοσοποιητικό του ασθενούς.

Το ανοσοποιητικό σύστημα παρόλο που υπάρχει για να προστατεύει το σώμα, μπορεί να είναι πραγματικά πολύ επικίνδυνο και προς το ίδιο το σώμα και χρειάζεται έντονο έλεγχο. Καθώς κύτταρα του ανοσοποιητικού εισρέουν στους πνεύμονες για να καταπολεμήσουν τον ιό, ο κορονοϊός μολύνει κάποια από αυτά και προκαλεί σύγχυση. Τα κύτταρα επικοινωνούν μέσω μικρών πρωτεϊνών που μεταφέρουν μηνύματα, οι οποίες λέγονται κυτοκίνες. Σχεδόν κάθε σημαντική αντίδραση του ανοσοποιητικού ελέγχεται από αυτές. Ο κορονοϊός οδηγεί τα μολυσμένα κύτταρα του ανοσοποιητικού σε μια υπερβολική αντίδραση. Τρόπον τινά, το ανοσοποιητικό σύστημα οδηγείται σε μια μανιώδη κατάσταση με αποτέλεσμα να αναλώνει υπερβολικά πολλή ενέργεια ενώ παράλληλα προκαλεί ζημιές στο σώμα.

Καταρχήν, το σώμα στέλνει τα ουδετερόφιλα στην περιοχή της μόλυνσης που είναι άριστα στο να σκοτώνουν και τους εισβολείς και τα δικά μας κύτταρα. Καθώς καταφτάνουν κατά χιλιάδες αρχίζουν να εκκρίνουν ένζυμα τα οποία καταστρέφουν και «εχθρούς» και «φίλους». Το άλλο σημαντικό είδος κυττάρων το οποίο ενεργοποιείται έντονα είναι τα κυτταροτοξικά Τ λεμφοκύτταρα. Αυτά συνήθως δίνουν εντολή στα μολυσμένα κύτταρα για ελεγχόμενη αυτοκαταστροφή. Όντας μπερδεμένα, αρχίζουν και οδηγούν και υγιή κύτταρα στην αυτοκαταστροφή. Όσα περισσότερα κύτταρα του ανοσοποιητικού φτάνουν στην περιοχή, τόση περισσότερη ζημιά γίνεται και τόσος περισσότερος ιστός πνεύμονα καταστρέφεται. Η κατάσταση μπορεί να καταλήξει να είναι τόσο άσχημη, που μπορεί να προκληθεί μόνιμη, μη αντιστρεπτή βλάβη, μεταξύ άλλων λόγω συσσώρευσης ουλώδους ιστού, και να οδηγήσει σε δια βίου αναπηρίες. Στις περισσότερες περιπτώσεις, το ανοσοποιητικό ξανακερδίζει τον έλεγχο, σκοτώνει τα μολυσμένα κύτταρα, αναχαιτίζει τους ιούς που προσπαθούν να μολύνουν νέους στόχους και εκκαθαρίζει το πεδίο της μάχης. Η ανάρρωση ξεκινά.

Η πλειονότητα των ανθρώπων που θα μολυνθούν από τον ιό, θα περάσουν την ασθένεια που προκαλείται από αυτόν σχετικά ήπια, ίσως με δέκατα ή με ξηρό βήχα. Εντούτοις, κάποια κρούσματα φτάνουν σε σοβαρή ή κρίσιμη κατάσταση. Δεν γνωρίζουμε το ποσοστό γιατί δεν έχουν εντοπιστεί όλα τα κρούσματα, παρολαυτά, είναι ασφαλές να αναφερθεί ότι οι ασθενείς που βρίσκονται σε κρίσιμη κατάσταση, ποσοστιαία, είναι πολύ περισσότεροι σε σχέση με το ποσοστό των αντίστοιχων περιπτώσεων που προκύπτουν από μόλυνση με γρίπη. Επιπροσθέτως, ο κορονοϊός είναι εξαιρετικά επικίνδυνος για άτομα άνω των 60 ετών, για ασθενείς με υποκείμενα νοσήματα και για ανοσοκατασταλμένους ασθενείς. Στις πιο βαριές περιπτώσεις, εκατομμύρια επιθηλιακά κύτταρα πεθαίνουν και μαζί με αυτά η προστατευτική επένδυση των πνευμόνων αποσαρθρώνεται. Αυτό σημαίνει ότι οι κυψελίδες, μικροσκοπικοί αερόσακοι μέσω των οποίων καθίσταται εφικτή η διεργασία της αναπνοής, είναι δυνατόν πλέον να μολυνθούν από βακτήρια που δεν αποτελούν συνήθως σοβαρή απειλή. Οι ασθενείς τότε παθαίνουν πνευμονία. Η αναπνοή επιτελείται με δυσκολία ή καθίσταται αδύνατη και οι ασθενείς χρειάζονται αναπνευστήρες για να επιβιώσουν.

Το ανοσοποιητικό έχει πολεμήσει στο 100% των δυνατοτήτων του για εβδομάδες και έχει παράξει εκατομμύρια αντιϊκά «όπλα». Καθώς χιλιάδες βακτήρια αναπαράγονται ταχέως, το καταβάλλουν. Εισέρχονται στην κυκλοφορία του αίματος και κατακλύζουν το σώμα, τότε, η κατάληξη του ασθενούς είναι πολύ πιθανή. Ο κορονοϊός πολλές φορές συγκρίνεται με την γρίπη, όμως κατά βάση, είναι πολύ πιο επικίνδυνος. Καθώς το ποσοστό των κρουσμάτων που οδηγούν σε θάνατο είναι δύσκολο να καθοριστεί κατά την διάρκεια της πανδημίας, γνωρίζουμε πως είναι πολύ πιο μεταδοτικός από την γρίπη. Υπάρχουν δύο μέλλοντα για μια πανδημία όπως αυτή του κορονοϊού, της ταχείας μετάδοσης και της βραδείας μετάδοσης. Ποιο μέλλον θα κυριαρχήσει εξαρτάται από το πώς αντέδρασε η κοινωνία, πώς αντιδρά και πώς θα αντιδράσει στο μέλλον. Μια καλπάζουσας μορφής πανδημία, τέτοια μορφή έλαβε η πανδημία στην Ιταλία, είναι φρικτή και το κόστος σε ανθρώπινες ζωές τεράστιο ενώ μια πιο βραδύκαυστη πανδημία, τέτοια μορφή έλαβε η πανδημία στην Ελλάδα, δεν θα μείνει στην ιστορία. Σε παγκόσμιο επίπεδο είναι νωρίς και δεν έχει κριθεί τίποτα.

Το χειρότερο σενάριο ξεκινά με ταχεία μετάδοση του ιού επειδή δεν υπάρχουν αντίμετρα για να την επιβραδύνουν. Αυτό είναι κάτι μη θεμιτό γιατί σε αυτή την περίπτωση πολλοί άνθρωποι αρρωσταίνουν ταυτόχρονα. Αν οι αριθμοί γίνουν υπερβολικά πολύ μεγάλοι τότε το σύστημα υγείας αδυνατεί να τα βγάλει πέρα. Δεν υπάρχουν αρκετά αναλώσιμα, προσωπικό ή μηχανήματα για να βοηθηθούν όλοι. Κάποιοι πολίτες καταλήγουν χωρίς να τους παρασχεθεί ιατρική βοήθεια. Και καθώς όλο και περισσότεροι γιατροί και νοσηλευτές αρρωσταίνουν, οι δυνατότητες του συστήματος υγείας μειώνονται περαιτέρω. Αν αυτό το σενάριο γίνει πραγματικότητα, τότε τρομακτικές αποφάσεις θα πρέπει να παρθούν όσον αφορά το ποιός ζει και ποιός πεθαίνει. Ο αριθμός των θανάτων ανεβαίνει σημαντικά σε αυτή την περίπτωση. Για να αποφευχθεί αυτό όλος ο κόσμος, αλλά και η Ελλάδα, πρέπει να κάνει ότι μπορεί για να βοηθήσει να επικρατήσει ο τύπος της βραδύκαυστης πανδημίας. Μια πανδημία καθυστερείται με τις σωστές επιλογές, ειδικά στην αρχική φάση, που οδηγούν τον καθένα που αρρωσταίνει στο να μπορεί να θεραπευτεί και να μην υπάρχει καθυστέρηση λόγω υπερκερασμού της χωρητικότητας των νοσοκομείων, αυτό είναι γνωστό και ως συμπίεση της καμπύλης εξάπλωσης.

Εφόσον δεν υπάρχει εμβόλιο για τον κορονοϊό, πρέπει να οργανωθεί η συμπεριφορά των πολιτών έτσι ώστε να λειτουργήσει ως ένα «κοινωνικό εμβόλιο». Αυτό απλώς σημαίνει δύο πράγματα, το να μην μολύνει κάποιος τον εαυτό του και το να μην μολύνει κάποιος τους άλλους. Παρ’ όλο που ακούγεται δευτερεύων, το καλύτερο πράγμα που μπορεί να κάνει κανείς είναι να πλένει τα χέρια του. Το σαπούνι είναι στην πραγματικότητα ένα δυνατό εργαλείο. Ο κορονοϊός βρίσκεται εντός μιας θήκης φτιαγμένης από ένα στρώμα λίπους, το σαπούνι διασπά το λίπος και καθιστά αδύνατη την μόλυνση από τον ιό. Επίσης, κάνει τα χέρια σου να γλιστρούν και με τις μηχανικές κινήσεις του πλυσίματος, οι ιοί απομακρύνονται. Για να το κάνει κανείς σωστά, πρέπει να πλύνει τα χέρια του σαν να έχει μόλις κόψει σε φέτες μια πολύ καυτερή πιπεριά και θέλει να βάλει τους φακούς επαφής του μετά. Έπειτα, υπάρχει η κοινωνική απομάκρυνση, η οποία δεν είναι καλή εμπειρία αλλά είναι μια συμπεριφορά θετική για το κοινωνικό σύνολο. Αυτό σημαίνει ότι αποφεύγονται χειραψίες, αγκαλιές και η παραμονή στο σπίτι γίνεται κανόνας. Πρέπει να προστατευτούν αυτοί που υποχρεωτικά βρίσκονται εκτός σπιτιού, όπως οι γιατροί, οι ταμίες και οι αστυνομικοί, για να μπορεί η ευρύτερη κοινωνία να λειτουργήσει. Επιτελούν απαραίτητο έργο και μπορείς να τους στηρίξεις με το να μην αρρωστήσεις. Σε ανώτερο επίπεδο, υπάρχουν διάφορα είδη περιορισμών που εφαρμόζονται, από ταξιδιωτικές απαγορεύσεις μέχρι εντολές για παραμονή στο σπίτι. Οι καραντίνες δεν είναι όμορφες εμπειρίες και σίγουρα δεν είναι δημοφιλείς. Δίνουν, όμως, περισσότερο χρόνο σε όλους μας και πιο ειδικά στους ερευνητές που προσπαθούν να αναπτύξουν εμβόλια και φάρμακα τα οποία καταπολεμούν τον ιό. Έτσι, λοιπόν, εφόσον τεθεί ένας πληθυσμός, όπως αυτός της Ελλάδας, σε καραντίνα οφείλει ο πολίτης να κατανοήσει τους λόγους και να την σεβαστεί.

Τίποτα από όλα αυτά δεν είναι ευχάριστο αλλά κοιτώντας το δάσος και όχι το δέντρο, αντιλαμβάνεται κανείς ότι αυτό το τίμημα είναι μικρό. Το πώς οι πανδημίες καταλήγουν έχει να κάνει με το πως ξεκινάνε. Αν ξεκινήσουν γοργά με έντονα εκθετική αύξηση των κρουσμάτων, τότε καταλήγουν άσχημα. Αν ξεκινήσουν αργά με όχι και τόσο έντονα εκθετική αύξηση, τότε καταλήγουν μια πολύ καλύτερη κατάσταση. Στη σήμερον ημέρα, η λύση είναι πραγματικά στα χέρια μας, κυριολεκτικά και μεταφορικά.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου