ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

«Μ’ αρέσει που μ’ ακουμπάς»!

μ-αρέσει-που-μ-ακουμπάς-111552

Γράφει ο Γιάννης Ν. Καλαντζής

Ακόμη και εν όψει του χαρμοσύνου μηνύματος της Αναστάσεως του Κυρίου, συνεχίζεται, στην κορονοϊκή εποχή που ζούμε, η έλλειψη αισιόδοξων προοπτικών. Στην αδιέξοδη ακινησία απαγορεύτηκαν οι χειραψίες, λιγόστεψαν τα χαμόγελα, με ατολμία και εν μέσω αγωνίας και φόβου δίδεται το φιλικό ή ερωτικό φιλί, ενώ για την αγκαλιά, σύντομα θα δημιουργηθεί ιδιαίτερη έδρα στα διδακτήρια. Θα μου πείτε, «εδώ έχουν απαγορευθεί τόσες άλλες προσωπικές και συλλογικές δράσεις, το φιλί και την αγκαλιά σκέπτεσαι εσύ;». Λογική η αντίδραση, αλλά, συνειρμικά, σκέπτομαι τον ερωτοχτυπημένο νέο. Ο δυστυχής καλείται να υπερπηδήσει ποικίλα εμπόδια, προκειμένου να συναντήσει την αγαπημένη του.

Η υπερκέρασή τους δεν είναι εύκολη υπόθεση αυτή την περίοδο. Στο αυτοκίνητο, ο οδηγός πρέπει να συμπληρώσει δυο έντυπα. Ένα για τον ίδιο και άλλο για τη φίλη του, η οποία θα πρέπει να καθίσει στο πίσω κάθισμα, σύμφωνα με τις εντολές του κ. Τσιόδρα. Αν η απόσταση μειωθεί, η ποινή που επικρέμεται στις κεφαλές του ζευγαριού, δεν είναι αμελητέα. Η καρδιά χοροπηδά από την αγωνία της γλυκιάς συνέχειας, δεν επιτρέπεται, όμως, να ακουμπήσει ο ένας τον άλλον, να αγκαλιάσει ο ένας τον άλλον, να φιλήσει ο ένας τον άλλον στο στόμα.

Αυτό, όμως, δεν είναι έρωτας. Είναι «κοίτα με να σε κοιτώ ν’ ανεβούμε στο βουνό», είναι η αρνητική επιβεβαίωση των σκέψεων του εθνικού ποιητή, σύμφωνα με την οποία ο φετινός Απρίλης δεν «θα στήσει χορό με τον Ερωτα», ούτε «θα βρει η φύση την καλή και γλυκιά της ώρα». Αποδεικνύεται εν τέλει, ότι αυτός ο υιός δεν έχει ερωτευθεί ποτέ, αδυνατεί να καταλάβει τον ερωτοχτυπημένο. Δεν έχει αναστατωθεί ποτέ το μυαλό του, δεν έχει συγκινηθεί ποτέ, δεν έχει πληγεί η καρδιά του από τα βέλη του Ερωτα.

«Μας λείπουν πολλά από την καθημερινότητά μας» έλεγε προχθές ο φίλος μου ο Λευτεράκης. «Εύχομαι να μη λείψουν περισσότερα. Ένα, πάντως, το αναπολώ με θλίψη, έχω καιρό να εκφρασθώ έτσι. Ξέρεις, όταν περπατούσα στο δρόμο κοντά κοντά με την αγαπημένη μου, στην παραμικρή σωματική επαφή, χρησιμοποιούσα τη φράση “μ’ αρέσει που μ’ ακουμπάς”». Μεγάλη κουβέντα, πραγματικά, η οποία με ώθησε στη σκέψη και στο συμπέρασμα, ότι για να εκφράσει τη λαχτάρα του την έλεγε κάθε φορά ο ερωτευμένος φίλος, πόσο πολύ επιθυμούσε την οποιαδήποτε σωματική επαφή με την αγαπημένη του, πόσο μεγάλη σημασία έδινε στην παρουσία της δίπλα του. «Τώρα ο νέος δεν μπορεί να περπατήσει με τη φίλη του κοντά κοντά, δυσκολεύεται να σηκώσει τα χέρια του να την αγκαλιάσει, να τη φιλήσει», πρόσθεσε ο Λευτεράκης.

Δικαιολογώ τον φίλο μου και του συστήνω λίγη υπομονή. Ερχεται η στιγμή, που το επιτυχημένο τεστ για τον κορονοϊό, θα επιτρέψει την αγκαλιά και το φιλί χωρίς κανένα φόβο. Πάντως, οι βιαστικοί έχουν τη δυνατότητα να απολαύσουν την επιθυμία τους, χρησιμοποιώντας ως λύση τον ασυνήθιστο τρόπο, που προτείνει ο σουρεαλιστής ζωγράφος Ρενέ Μαγκρίτ. Στον πίνακά του «Οι εραστές», ο Βέλγος απεικονίζει ένα ζευγάρι, έναν άνδρα και μια γυναίκα, που ανταλλάσουν ένα φιλί. Τα κεφάλια τους καλύπτονται εντελώς από ένα λευκό ύφασμα, τα πρόσωπά τους κρύβονται κάτω από αυτό το ύφασμα. Δεν μπορούν να δουν ο ένας τον άλλον, δεν μπορούν να αγγίξουν ο ένας τον άλλον, παρά μόνο μετ’ εμποδίων. Το φιλί δεν το νιώθουν, επειδή τους καλύπτει το ύφασμα-μάσκα, το δέρμα είναι, τρόπον τινά, μονωμένο, ενώ ο χαρακτήρας και η αίσθηση της ερωτικής επικοινωνίας έχουν υποστεί τρομακτική μεταλλαγή.

Ετσι μίλησε ο φίλος μου και εκείνη τη στιγμή στα μάτια μου φάνταζαν, λόγω της πανδημίας, άδειες οι πόλεις, άδειες οι ταβέρνες, κλειστά και τα μπαρ. Χωρίς ποτό, όμως, χωρίς τη μουσική που αγαπάς, χωρίς τσιγάρο, χωρίς ένα φιλαράκι, «ο χρόνος γελάει σα μωρό», σε κοροϊδεύει. Αυτή δεν είναι έξοδος, είναι διασκέδαση-εμπαιγμός. Καλύτερα να μείνεις στο σπίτι. Μήπως λειτουργούν τα σινεμά; Ευτυχώς, κυκλοφορούν οι εφημερίδες και με το ίντερνετ διαβάζουμε τα νέα και τις πληροφορίες για τις νέες σειρές και τις νέες ταινίες, έτσι επιτάσσει ο διαβολεμένος υιός. Λέτε, το φετινό καλοκαίρι να στερηθούμε τις προβολές στον μοναδικό, στην πόλη μας, κινηματογράφο, την Εξωραϊστική;

Αυτές τις άγιες μέρες της χριστιανοσύνης, βιώνουμε ακόμη μια, τελείως ασυνήθιστη, κατάσταση. Στο παρελθόν, έχουμε παρακολουθήσει ποδοσφαιρικούς αγώνες από την τηλεόραση, επειδή είχε απαγορευθεί η παρουσία φιλάθλων στις εξέδρες του γηπέδου. Οι αγώνες έγιναν κεκλεισμένων των θυρών λόγω τιμωρίας της ομάδας της έδρας. Δυστυχώς, και τις πένθιμες ακολουθίες της Μεγάλης Εβδομάδος παρακολουθήσαμε από την τηλεόραση, έτσι διέταξε ο κορονοϊός. Λόγω της κυριαρχίας της πανδημίας δεν επετράπη στους πιστούς να εισέλθουν στους ιερούς ναούς, διότι ο συγχρωτισμός στον ίδιο χώρο, διευκολύνει την εξάπλωσή της. Ολες οι ιερές ακολουθίες του μαρτυρίου του Θεανθρώπου και η θεία λειτουργία της Αναστάσεως του Κυρίου πραγματοποιήθηκαν ή θα πραγματοποιηθούν με τους ναούς κεκλεισμένων των θυρών, όπως ακριβώς γίνεται στο στάδιο της τιμωρημένης ποδοσφαιρικής ομάδας. Στην ιερουργία έλαβαν μέρος δυο μόνο ιερείς, δυο μόνο ιεροψάλτες…

Περίεργες εποχές. Περίεργες, παράξενες και ασυνήθιστες εποχές, που μας πάνε διακόσια χρόνια πίσω, στην οθωμανική-τουρκική κατοχή, όπου δεν λειτουργούσαν οι εκκλησίες, όπου απαγορευόταν ακόμα και το απίθωμα αναμμένου κεριού. Όχι δεν θα τραγουδήσουμε «ως πότε παλληκάρια θα ζούμε στα στενά, μονάχοι…», δεν είμαστε σκλάβοι. Είμαστε ελεύθεροι άνθρωποι, οι οποίοι πρόσκαιρα μένουμε στο σπίτι μονάχοι. Σύντομα θα ’ρθει η ώρα να ξανασμίξουμε με τα αγαπημένα πρόσωπα, να ξαναζήσουμε όπως πρώτα κοντά κοντά ο ένας με τον άλλον, να φιλήσει ο ένας τον άλλον, να ακουμπήσει ο ένας τον άλλον.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου