ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Κορονοϊός και συμβάσεις: Συνιστά η πανδημία λόγο αναστολής συμβάσεων;

κορονοϊός-και-συμβάσεις-συνιστά-η-παν-141277

Της Πηνελόπης Ι. Παπαθανασίου, LLMΔιεθνές και Ευρωπαϊκό Οικονομικό Δίκαιο, δικηγόρου, υπεύθυνης της ΧΕΝ Βόλου

Το ερώτημα που απασχολεί όλους είναι το εξής: Η επιδημία του κορονοϊού συνιστά λόγο αναστολής των συμβατικών υποχρεώσεων;

Για να απαντηθεί το ερώτημα αυτό, πρέπει εν συντομία να αναλυθεί το σύστημα της ανώμαλης εξέλιξης μιας σύμβασης. Αφετηρία συνιστά το άρθρο 336 ΑΚ, κατά το οποίο «ο οφειλέτης απαλλάσσεται από κάθε υποχρέωση εξαιτίας αδυναμίας να εκπληρώσει την παροχή, αν αποδείξει ότι η αδυναμία οφείλεται σε γεγονός για το οποίο δεν έχει ευθύνη. Οφείλει όμως αμέσως, μόλις μάθει την αδυναμία για εκπλήρωση, να ειδοποιήσει το δανειστή».

Σύμφωνα λοιπόν με τη θεμελιώδη αυτή αρχή του ενοχικού δικαίου, η ενδοσυμβατική ευθύνη συνιστά ΝΟΘΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ και ο οφειλέτης έχει το βάρος (επίκλησης και) απόδειξης ότι ο λόγος για τον οποίο δεν εκπληρώνει την υποχρέωσή του, κείται πέρα από γεγονός για το οποίο έχει ευθύνη. Σε τέτοια περίπτωση, κατά το άρθρο 380 ΑΚ, και ο δανειστής απαλλάσσεται από τη δική του παροχή, την «αντιπαροχή».

Πότε όμως έχει ευθύνη ένα συμβαλλόμενο μέρος; Κατά το άρθρο 330 ΑΚ, ο οφειλέτης ενέχεται, αν δεν ορίστηκε κάτι άλλο, για κάθε αθέτηση της υποχρέωσής του από δόλο ή αμέλεια, δική του ή των νόμιμων αντιπροσώπων του. Αμέλεια υπάρχει όταν δεν καταβάλλεται η επιμέλεια που απαιτείται στις συναλλαγές.

Βρισκόμαστε λοιπόν ενώπιον του ερωτήματος. Τα γεγονότα που συνδέονται με τον κορονοϊό βρίσκονται «πέρα» από την επιβαλλόμενη στις συναλλαγές επιμέλεια του οφειλέτη; Ποια είναι τα δεδομένα τα οποία πρέπει να αξιολογηθούν; Δύο, κατά τη γνώμη μου. Τόσο ότι υπάρχει «διάχυτη» η απειλή της μετάδοσης της ασθένειας κάτι που ενδεχομένως να συνέχεται με τη λεγόμενη «ηθική αδυναμία παροχής», όσο και το ότι η Πολιτεία, με διαδοχικές της κρατικές πράξεις και ασκώντας την μονομερή της εξουσία επιβάλλει διακοπή λειτουργίας κάποιων επιχειρήσεων και υπηρεσιών. Π.χ., αναστέλλεται η λειτουργία καταστημάτων υγειονομικού ενδιαφέροντος, εμπορικών κέντρων κτλ, λοιπών χώρων συνάθροισης κοινού.

Ακόμη και αν δεν υπήρχαν οι κρατικές πράξεις για την αναστολή λειτουργίας ορισμένων επιχειρήσεων, εκ των πραγμάτων κάποιες θα είχαν αναγκαστεί να κλείσουν π.χ., ποιος θα πήγαινε να δει κινηματογράφο ή να φάει σε ένα εστιατόριο με πολύ κόσμο;

Εξ αυτού του λόγου, η Πολιτεία προνόησε και όχι μόνο ανέστειλε τη λειτουργία τους, αλλά για δύο βασικές συμβατικές σχέσεις – μίσθωσης και εργασίες – όρισε ειδικές ρυθμίσεις.

Ως προς τη μίσθωση, η πράξη κρατικής διαταγής με την οποία αναστέλλεται η λειτουργία της σημαίνει ότι ο εκμισθωτής αδυνατεί να παραχωρήσει τη χρήση του μισθίου. Έτσι, κατά το άρθρο 596 ΑΚ, ο μισθωτής απαλλάσσεται του μισθώματος, εφ’ όσον αδυνατεί να κάνει χρήση του για λόγους που δεν τον αφορούν. Εξ αυτού του λόγου η Πολιτεία όρισε την υποχρέωση του μισθωτή να καταβάλει το 60% του μισθώματος.

Ως προς τις συμβάσεις εργασίας για τις επιχειρήσεις που κλείνουν, κατά το άρθρο 656 ΑΚ, ο εργοδότης δεν έχει υποχρέωση να καταβάλει το μισθό του εργαζομένου (μετά τον πρώτη μήνα), αφού αδυνατεί να δεχθεί την εργασία του εργαζομένου όχι για λόγους που τον αφορούν αλλά για άλλους λόγους αναγόμενους σε κρατική εντολή. Από το μισθό του «μήνα» θα αφαιρεθεί όμως η «αναλογία» του επιδόματος των 800 €, το οποίο ως γνωστό καλύπτει 45 ημέρες.

Επανερχόμαστε λοιπόν στο μέτρο της ευθύνης του οφειλέτη στις λοιπές συμβάσεις με οικονομικό περιεχόμενο. Και διερωτώμεθα, τυχόν «οικονομική του αδυναμία» λόγω κλεισίματος της επιχείρησης, συνιστά λόγο απαλλαγής του από την πληρωμή; Η απάντηση – διαχρονικά είναι όχι. Παγίως γίνεται δεκτό ότι η οικονομική αδυναμία του οφειλέτη είναι γεγονός για το οποίο έχει ευθύνη. Ικανοποιεί αυτή η απάντηση; Η απάντηση προφανώς και είναι όχι. Όταν οι οικονομικές συναλλαγές έχουν «παγώσει» – με χρηματιστήρια να καταρρέουν, αεροπορικές μεταφορές να παραλύουν και θεμελιώδεις ελευθερίες διακίνησης προσώπων αγαθών και υπηρεσιών άνευ εμποδίων προσωρινά αναστέλλονται, πρέπει να βρεθεί μια «διορθωτική» τομή.

Εδώ, ακριβώς, τυγχάνει εφαρμογής η αρχή της καλής πίστης. Έτσι, κατά το διάστημα της περιόδου της «πανδημίας» έστω και αν αυτή δεν συνιστά λόγω απαλλαγής του οφειλέτη, πρέπει να γίνει δεκτό ότι λόγω της εφαρμογής της αρχής της καλόπιστης εκπλήρωσης της παροχής, στην διορθωτική, πια, λειτουργία της, αμβλύνεται ο άκαμπτος χαρακτήρας της απαγόρευσης της επίκλησης της οικονομικής αδυναμίας ως λόγου απαλλαγής του οφειλέτη από την ευθύνη και, τουλάχιστον, προσωρινά, πρέπει να γίνει δεκτό ότι «αδρανούν» τα δικαιώματα του δανειστή αν η εκπλήρωση της παροχής εκ μέρους του οφειλέτη είναι «καθυστερημένη» ή προσωρινά δεν μπορεί να εκπληρωθεί.

Βέβαια, ανεξαρτήτως του γεγονότος ότι κάθε υπόθεση/ σύμβαση πρέπει να εξετάζεται ad hoc για να εξαχθεί ασφαλές συμπέρασμα (π.χ., όταν κάποιος περιμένει την πρώτη ύλη για να κατασκευάσει το εμπόρευμα που θα πωλήσει σε τρίτον και δεν μπορεί να λάβει την πρώτη ύλη λόγω απαγόρευσης εξαγωγών, τότε δεν έχει ευθύνη ούτε οφείλει πληρωμή, αν όμως την παραλάβει δεν μπορεί να επικαλεστεί οικονομική του αδυναμία λόγω του CoVid19), αναμένεται να ληφθούν μέτρα από την Πολιτεία για «επείγουσες» οικονομικές υποχρεώσεις, π.χ. λήξη περιόδου πληρωμής μεταχρονολογημένων επιταγών.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου