ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Ελευθέριος Βενιζέλος: «Επλανήθηκα και φεύγω»

ελευθέριος-βενιζέλος-επλανήθηκα-κα-203571

Του Νίκου Τσεκούρα, δασκάλου

ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ

Πολιτικός ανήρ. Γεννήθηκε στην Κρήτη, στο χωριό (Μουρνιές) στις 22 Αυγούστου το 1864. Έλαβε τα πρώτα σχολικά μαθήματα στο νησί της Σύρου.Ο πατέρας του εξορίσθη υπό την Τουρκική Κυβέρνηση το 1866, λόγω της συμμετοχής του αυτού του έτους κατά της έκρηξης της Κριτικής Επανάστασης.

Ο δημιουργός της Ελλάδας «των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών».

Ο Ελευθέριος Βενιζέλος, στις εκλογές του Νοεμβρίου 1920, συντρίβεται πολιτικά. Και ήταν τότε που τον είχε ανάγκη η χώρα περισσότερο από κάθε άλλη φορά.

Συντριμμένος και απογοητευμένος που δεν του δόθηκε η ευκαιρία να επιμείνει στην επιτυχία των σχεδίων του, εγκαταλείπει την Ελλάδα. Σε μια συνάντηση με τους πιο στενούς του φίλους τις μέρες που θα έφευγε εξήγησε και του λόγους που φεύγει, αλλά και εκείνους για τους οποίους δεν τον ψήφισε ο ελληνικός λαός.

Δίνει μια αυθόρμητη προσωπική μαρτυρία που εξηγεί πολλά ερωτηματικά των πολιτικών και των Ιστοριών. Η Πηνελόπη Δέλτα, προσωπική φίλη του Ελ. Βενιζέλου, περιγράφει την τελευταία τους συνάντηση, πριν την αναχώρησή του.

Οι εκλογές της 1ης Νοεμβρίου έριξαν το Βενιζέλο. Η Ελλάδα όλη φόρεσε την άγκυρα, φώναξε «Ζήτω ο Βενιζέλος» που ψήφισε μαύρο.

Πήγαμε να τον δούμε. Ίσιος, αλύγιστος έστεκε σα δέντρο που το δέρνει η φουρτούνα και που δε λυγά. Ήταν όλοι συντριμμένοι.

Μας είδε ο Βενιζέλος και πετάχτηκε απάνω, και ήλθε να μας χαιρετήσει με το συνηθισμένο γρήγορο βήμα του, και με τη συνηθισμένη ζωηρή φωνή του. Στα συγκινημένα λόγια του Στέφανου αποκρίθηκε διακόπτοντάς τον.

-«Όχι, όχι δεν θέλω ούτε επί μια στιγμή να φανταστείτε πως φεύγω επειδή δείλιασα! Ελάτε μέσα, και είμαι έτοιμος να συζητήσω τη γνώμη σας, να σας αποδείξω πως είναι ανάγκη, πως πρέπει να φύγω για χατίρι αυτού του δυστυχισμένου τόπου».

Και στην τραπεζαρία όπου μας πήγε, κάθισε σ’ ένα καρεκλάκι και με τη συνηθισμένη του ευφράδεια, αλύγιστος και απτόητος, θλιμμένος ως την ψυχή, συντριμμένος, αλλά όχι δαμασμένος μας μίλησε:

«Επλανήθηκα», μας είπε. «Ενόμιζα πως αλήθεια είχα το λαό μαζί μου, πως στο μεγάλο αυτό έργο που γίνηκε, με ακολουθούσε ο λαός. Επλανήθηκα, ο λαός κουράστηκε, βαρέθηκε. Δεν κατηγορώ το λαό, του ζήτησα θυσίες μεγαλύτερες από τις δυνάμεις του. Εγώ δεν υπολόγισα καλά τις δυνάμεις του, τον παρέσυρα σε έργο πολύ βαρύ.

Είμαι συντριμμένος, δεν έχω πια δυνάμεις ν’ αντιπαλεύσω. Είχα σχηματίσει τ’ όνειρο πως ο ελληνικός λαός μ’ακολουθεί στην κατάκτηση των ελληνικών μερών. Μα ο ελληνικός λαός δε μ’ ακολουθεί,πήγε δια της βίας. Του πήραν το παιδί του για πολλά χρόνια, δεν άντεχε πια στις θυσίες ο κουρασμένος λαός. Και δεν είναι αυτό το χειρότερο. Το χειρότερο είναι που ο κόσμος δεν ενδιαφέρεται.

Προ 30 ετών υπήρχε ακόμα η μεγάλη ιδέα. Τότε ακόμα ο κόσμος θα δέχονταν τις μεγάλες θυσίες για την Μεγάλη Πατρίδα. Σήμερα πια την παράτησε τη Μεγάλη Ιδέα.

Το ξέρω πως η Ελλάδα κακοδιοικήθηκε μα τους είπα πως τώρα που τελειώνουν τα εξωτερικά προβλήματα, θα στρέψω στα εσωτερικά. Το ξέρουν πως ποτές δεν είπα ένα πράμα και δεν το έκανα. Πίστευα πως θα μου δώσουν δύο μήνες άδεια για να κάνω και την εσωτερική αναδιοργάνωση. Μα δε με πίστωσαν με δύο μήνες άδεια, δε με πίστεψαν, ή δεν τους ενδιέφερε αρκετά το εξωτερικό ζήτημα ώστε να δεχθούν την προσωρινή κακή διοίκηση. Δεν τους μέλει.

Δεν καταλαβαίνουν οι αντίθετοι τι θα πει ΣΜΥΡΝΗ! Ακούν ΣΜΥΡΝΗ και σου λένε Σύρα, Μύκονος και το βλέπουν ένα πράμα. Δε βλέπουν, δε βλέπουν τη σημασία της! Δε νιώθουν τι θα πει η κατάκτηση της Μικρασίας! Αυτό το είπαν μερικοί, «Μικρή Ελλάδα, αλλά τίμια», αυτό το έκανε ο Κουμουνδούρος, που έσχισε το χάρτη της Μεγάλης Ελλάδας, δεν ήταν λόγια, σκέψεις και καμώματα ενός ή δύο απάτριδων, είναι η ψυχολογία του λαού ολόκληρου. Δε ζητά μεγάλα όνειρα που να τα πραγματοποιήσει. Ζητά το σπίτι του να καλοδιοικείται, το παιδί του να γυρίσει πίσω, να φύγει από το στρατό.

Και ξέρετε; Έχω ταραγμένη συνείδηση, φέρω βαριά ευθύνη απέναντι της Ιστορίας, γιατί το μεγάλο αυτό έργο που επιδίωξα, χρειαζόταν μεγάλες θυσίες, περισσότερες, βαρύτερες από όσες μπορούσε να σηκώσει ο ελληνικός λαός.

Δεν υπολόγισα σωστά, που παραφόρτωσα τους ώμους τους. Δεν φταίει ο λαός, φταίω εγώ, που δεν υπολόγισα σωστά ως που παν οι δυνάμεις του και η αντοχή του. Και φέρω βαρεία ευθύνη, γιατί ενώ τώρα τρέχει τον κίνδυνο να χάσει τα κερδισμένα, αποτέλεσμα, οι θυσίες θα του μείνουν.

Φεύγω, όχι επειδή δειλιάζω, αλλά όπως το είπα και πριν γίνουν οι εκλογές, αν με καταψηφίσει ο λαός θα φύγω και θ’ αποσυρθώ από τον πολιτικό βίο. Είμαι συντριμμένος. Ο ελληνικός λαός καταψήφισε την πολιτική μου. Ολόκληρη ιδεολογία κατακρημνίζεται, δεν έχω πια λόγο ύπαρξης εδώ, η διαμονή μου μόνο που θα δυσκολέψει το έργο της νέας Κυβερνήσεως και πρέπει να είναι ελεύθερη εντελώς για το δυσχερέστατο έργο της».

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου