ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Ισιδώρα Ντάνκαν, η ασυμβίβαστη χορεύτρια

ισιδώρα-ντάνκαν-η-ασυμβίβαστη-χορεύτ-204479

Σεργκέι Αλεξάντροβιτς Γεσένιν, «ο τελευταίος ποιητής της ξύλινης Ρωσίας»

Του Γιάννη Ν. Καλαντζή

Το 1903, η 27χρονη Ισιδώρα Ντάνκαν, η μητέρα και ο αδερφός της Ρέυμοντ μαγεύτηκαν από την ολοκάθαρη ατμόσφαιρα και το υγιεινό κλίμα της Αθήνας, αγόρασαν οικόπεδο στον Υμηττό και έκτισαν σπίτι με πρότυπα αρχαιοελληνικά. Στην ελληνική πρωτεύουσα, η Αμερικανίδα χορεύτρια έδωσε παραστάσεις στο Δημοτικό και Βασιλικό Θέατρο και δημιούργησε συγκρότημα με νεαρούς μαθητές, οι οποίοι, όταν τη συνόδευαν στις παραστάσεις, τραγουδούσαν χορικά στα αρχαία ελληνικά.

Η Ντάνκαν γεννήθηκε το 1877 στο Σαν Φρανσίσκο, άρχισε το χορό από μικρή και, μεγαλώνοντας, τον εμπλούτισε με φυσικούς ρυθμούς και κινήσεις, με μια εκφραστικότητα, που σύντομα την κατέταξε στις πρώτες καλλιτέχνιδες του χορού. Ωστόσο, ο ελεύθερος τρόπος εκτέλεσης των ρόλων της δεν εντυπωσίασε τους συμπατριώτες της, ίσως επειδή απέρριψε τη συμβατικότητα.

Στην Ευρώπη, η 21 ετών παθιασμένη με τον αρχαιοελληνικό χορό Ισιδώρα, ξάφνιασε τους θεατές. Ιδιαίτερα οι άνδρες, έκπληκτοι από το αγαλματένιο κορμί της, δεν έπαιρναν τα μάτια τους από πάνω της, όταν χόρευε γυμνόποδη, ντυμένη με αραχνοΰφαντα διάφανα υφάσματα, σαν νύμφη του δάσους. Η φήμη της εξαπλώθηκε στα περισσότερα κράτη, όπου ίδρυσε σχολές.

Η «Ξυπόλυτη χορεύτρια» έζησε προκλητικά. Η κυριότερη διαφοροποίησή της με τα κοινωνικά δεδομένα ήταν οι δυο αστεφάνωτες σχέσεις της, από τις οποίες απέκτησε ισάριθμα παιδιά, που πνίγηκαν, δυστυχώς, το 1913, όταν το αυτοκίνητο, στο οποίο επέβαιναν με τη γκουβερνάντα, έπεσε στον Σηκουάνα. Για να ξεπεράσει τον πόνο της, ξαναήρθε στην Ελλάδα, έζησε δε μήνες στην Κέρκυρα με την ομοφυλόφιλη Ελεονώρα Ντούζε. Ατομο με επαναστατική ιδιοσυγκρασία, η Σοβιετική Ενωση της σοσιαλιστικής νοοτροπίας και πρακτικής, της φάνηκε ως γη της Επαγγελίας, όταν πήγε εκεί το 1920. Στη Μόσχα, τον Μάιο του 1922, η άθεη Ισιδώρα παντρεύτηκε, μια και μοναδική φορά, τον, κατά 17 χρόνια μικρότερό της διάσημο Σοβιετικό ποιητή, Σεργκέι Γεσένιν.

Ο Σεργέι Αλεξάντροβιτς Γεσένιν, γιος χωρικών, “ο τελευταίος ποιητής της ξύλινης Ρωσίας“, όπως αυτοχαρακτηριζόταν, γεννήθηκε στην κεντρική Ρωσία το 1895. Μικρός εγκαταλείφθηκε από τους γονείς του, γεγονός που επέδρασε δραματικά στη διαμόρφωση του χαρακτήρα και του ψυχισμού του. Στην ηλικία των 9 χρόνων, έγραψε το πρώτο του ποίημα και, όταν τελείωσε το δημοτικό, οι παππούδες του τον έστειλαν στο σχολαρχείο.

Σε ηλικία 17 ετών εγκαταστάθηκε, αρχικά, στη Μόσχα (1912) και κατόπιν στο Πέτρογκραντ, (μετέπειτα Λένινγκραντ και σήμερα Αγία Πετρούπολη). Παρακολούθησε μαθήματα Ιστορίας της Λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο Σανιάφσκι, διέκοψε, όμως, εξ αιτίας οικονομικών λόγων. Οι πρώτες του επαφές με τους επαναστατικούς σοσιαλ-δημοκρατικούς εργατικούς κύκλους συνδυάστηκε με διανομή εφημερίδων, εργασία για την οποία «φακελώθηκε» από την αστυνομία. Πιστεύοντας ότι η κοινωνική και πνευματική μεταμόρφωση θα οδηγούσε στην κοινωνική και πνευματική ανέλιξη της Ρωσίας, τάχθηκε με το ρεύμα της Οκτωβριανής Επανάστασης, αλλά γρήγορα απογοητεύτηκε…

Τα επόμενα χρόνια, ο Γεσένιν έγινε θαμώνας των λογοτεχνικών καφενείων της Μόσχας, όπου απήγγειλε ποιήματά του, έπινε όμως υπερβολικά. Αγαπημένος ποιητής της Ρωσίας, έγραψε στην αυτοβιογραφία του: “Οι καλύτεροι θαυμαστές της ποίησής μας ήταν οι πόρνες και οι ληστές. Διατηρούσαμε μεγάλη φιλία μαζί τους. Οι κομμουνιστές δεν μας αγαπούν, γιατί δεν μας καταλαβαίνουν”!

Ο γάμος του με την Ισιδώρα έμοιαζε με ρομάντζο και διαφημίστηκε ως ο έρωτας του χωριάτη-ποιητή και της ντίβας. Εζησαν έντονη κοινωνική ζωή, αλλά η θλιβερή περίοδος του αταίριαστου, ηλικιακά, ζευγαριού ήρθε νωρίτερα. Σύντομα ο Σεργκέι έδειξε τον πραγματικό του εαυτό. Μεθούσε συχνά και η επιδεινούμενη επιθετική συμπεριφορά στην Ισιδώρα, αποδόθηκε στην πνευματική του αστάθεια από το ποτό. Στο Παρίσι, στο δρόμο για την Αμερική, προξενούσε καταστροφές στα δωμάτια των ξενοδοχείων και επεισόδια στα εστιατόρια, καταστάσεις θλιβερές, που έλαβαν μεγάλη δημοσιότητα. Η περιοδεία τους στις ΗΠΑ απέτυχε, γιατί τα χρόνια εκείνα, που είχε κορυφωθεί ο φόβος των Αμερικανών εν όψει της «κόκκινης απειλής», τους χαρακτήρισαν, άδικα βέβαια, πράκτορες των Μπολσεβίκων.

Μετά από τρία χρόνια, ο Γεσένιν χώρισε την Αμερικανίδα και επέστρεψε στη Μόσχα μόνος, πολιορκημένος από τον αλκοολισμό. Εγραψε ποιήματα «της ταβέρνας», γεμάτα ενσυνείδητο κυνισμό και αναίδεια, μια μαζοχιστική κατάσταση, που δύσκολα μπορούσε να συγκαλύψει το αίσθημα αυτοϋποτίμησης, που τον είχε καταλάβει…

Καθώς η κατάθλιψη χειροτέρευε, η δημιουργία ποιητικού έργου γινόταν ευκολότερη! Το 1925 κατέρρευσε ψυχικά και για ένα διάστημα νοσηλεύτηκε. Στις 27 Δεκεμβρίου, λέγεται, ότι έκοψε τις φλέβες του με μαχαίρι και με το αίμα του έγραψε αποχαιρετιστήριο ποίημα, απευθυνόμενο στο νεαρό Εβραίο φίλο του και ποιητή Wolf Erlich: «…Αντίο φίλε μου, χωρίς χειραψία ή λέξη να σου πω/, μη λυπηθείς – ούτε τα φρύδια να ζαρώσεις/. Ο θάνατος, τίποτα στη ζωή δεν είναι καινούριο/ και, σίγουρα, ούτε η ζωή κάτι καινούριο είναι»!

Την επόμενη μέρα κρεμάστηκε με το λουρί της βαλίτσας του, από την οροφή του δωματίου Νο 5 του ξενοδοχείου «Αγγλία», στο Λένινγκραντ. Πολλά είχαν ακουστεί τότε για τον θάνατό του. Πάντως, δολοφονία ή αυτοκτονία, η αλήθεια για τις δυο εκδοχές ίσως να μη μαθευτεί ποτέ.

Η Ισιδώρα Ντάνκαν, δυο χρόνια μετά το θάνατο του Σεργκέι Γεσένιν, στραγγαλίστηκε ακαριαία στη Νίκαια της Γαλλίας, όταν το κόκκινο φουλάρι στο λαιμό της μπλέχτηκε στη ρόδα του αυτοκινήτου της. Με ιδέες πολύ προχωρημένες και περιφρονώντας τις κοινωνικές συμβάσεις, το κοινό τη θεώρησε υπέρμαχο του «ελεύθερου έρωτα».Η κορυφαία μουσικοκριτικός Σοφία Σπανούδη έγραψε: «(Η κίνησή της) θυμίζει τον κυματισμό που έχουν τα κλαδιά των δένδρων, τα νερά, η φύση, τα πουλιά όταν πετούν…». Η βιογραφία της «Η ζωή μου» (1927), μεταφράστηκε από την Αννα, τη δεύτερη σύζυγο του Αγγέλου Σικελιανού.

Το 1980, ο Δήμος του Βύρωνα ίδρυσε το Κέντρο Μελέτης Χορού Ισιδώρας και Ρέυμοντ Ντάνκαν, το οποίο στεγάζεται στο σπίτι, στον Υμηττό.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου