ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Τρεις Ιεράρχες διαμορφωτές πολιτισμού

τρεις-ιεράρχες-διαμορφωτές-πολιτισμ-209795

Του Νικολάου Κατσιαβριά

Οταν τον 11ο αιώνα ο επίσκοπος Ευχαΐτων Ιωάννης εθέσπισε την κοινή εορτή των τριών Ιεραρχών στις 30 Ιανουαρίου, είχε να αντιμετωπίσει το ακόλουθο, πρωτοφανές για εμάς, πρόβλημα: οι λόγιοι και γραμματισμένοι της Ρωμανίας, του Κράτους της Κωνσταντινουπόλεως, είχαν αντιπαραθέσεις, και αφού ήταν Έλληνες έφταναν και στα άκρα, όταν συζητούσαν για να βρουν ποιος από τους τρεις είναι ο μέγιστος. Και οι τρεις ήταν έξοχοι στα γράμματα και τους λόγους, και οι τρειςήταν άνθρωποι θυσιαστικής αγάπης, και οι τρεις θεωρούσαν τα του κόσμου σκύβαλα και είχαν γίνει θεοφόροι και οδηγοί των λαών της Αυτοκρατορίας και της Οικουμένης γενικότερα.

Εννοείται ότι δεν ήταν ίδιοι – η χάρις του Θεού δεν ζητάει αλλαγή της ταυτότητας και των ιδιωμάτων του ανθρώπου. Ο Βασίλειος ήταν οργανωτικός, μεθοδικός, ομολογητής και άνθρωπος κοινωνικός με ισχυρή θέληση.Ο Γρηγόριος ήταν φιλέρημος και ησυχαστής, ποιητής και μεγάλος θεολόγος αλλά όταν χρειάστηκε έδωσε πρότυπο πίστεως, επισκόπου και πατριάρχη και ανέτρεψε τη ροή της ιστορίας, όταν η αίρεση του Αρείου είχε κυριαρχήσει στην πρωτεύουσα. Τέλος ο Ιωάννης από την Αντιόχεια,ο οποίος έγινε και αυτός Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, ήταν ασυμβίβαστος προστάτης των φτωχών και των αδυνάτων. Τον «πέθαναν» σε εξορία.

Αυτοί και οι τρεις έζησαν κατά τη μετατροπή του κόσμου από ειδωλολατρικό σε χριστιανικό και διαμόρφωσαν αυτή την αλλαγή. Πολλοί σήμερα λένε ότι οι φανατικοί χριστιανοί κατέστρεψαν τις αξίες και τα έργα της αρχαιότητας. Αλλά τα ιστορικά ευρήματα δείχνουν διαφορετικά. Το ίδιο φανερώνει και η στάση των τριών Ιεραρχών. Υπάρχει μια άγνωστη διαμάχη των χριστιανών με τους φανατικούς ειδωλολάτρες για την μόρφωση και τα κείμενα των αρχαίων, η οποία φωτίζει το θέμα αυτό. Ο Ιουλιανός, συμφοιτητής των Βασιλείου και Γρηγορίου στη Σχολή της Αθήνας, όταν έγινε αυτοκράτορας, απαγόρευσε στους χριστιανούς να ασχολούνται με τα κείμενα των αρχαίων φιλοσόφων και ποιητών. Τους θεωρούσε ανάξιους να ασχοληθούν με αυτά, επειδή δεν δέχονταν τους θεούς της εποχής που γράφτηκαν. Ούτε λίγο ούτε πολύ πίστευε ότι μολύνουν και τα κείμενα. Απέναντι στον παράφρονα τύραννο – έτσι τον αποκαλεί ο Παπαδιαμάντης – στάθηκαν ο Βασίλειος και κυρίως ο Γρηγόριος, οι οποίοι όχι μόνο δεν συμμορφώθηκαν αλλά παρότρυναν και άλλους να μη συμμορφωθούν.

Υπάρχει ένας λόγος του Αγίου Βασιλείου, στον οποίο καθοδηγεί τους νέους πώς να ωφελούνται από τους λόγους της ειδωλολατρικής εποχής. Εκεί λέει ότι μπορείτε να κάνετε ό, τι κάνουμε με τα τριαντάφυλλα. Βεβαίως χαιρόμαστε τα θαυμαστά χρώματα και την ευωδία τους αλλά αποφεύγουμε τα αγκάθια.

Με λίγα λόγια αν παρομοιάσουμε τον πολιτισμό με ένα δέντρο, οι τρεις Ιεράρχες κράτησαν ό, τι γερό υπήρξε ως ριζικό σύστημα και κλαδιά και μπόλιασαν εκεί νέα γερά και καρποφόρα κλωνάρια. Όλα αυτά ως σύνολο αποτέλεσαν τον ελληνορθόδοξο πολιτισμό, που με ένα λόγο ονομάζεται Ρωμιοσύνη. Η Ρωμιοσύνη πλέον είναι οι αξίες του οικουμενικού ελληνικού πολιτισμού, οι οποίες έχουν καθαριστεί από τις «οξειδώσεις» και πλάνες της ειδωλολατρίας, και ό, τι έχει απομείνει, έχει συνταιριαστεί με την μετοχή στο άκτιστο, η οποία πραγματώνεται δια του προσώπου του Ιησού Χριστού. Με τους τρεις Ιεράρχες αυτά έγιναν λογοτεχνία, ποίηση, τραγούδια, γιορτές και παραδόσεις του λαού μας. Γι’ αυτό και τους γιορτάζουμε ως προστάτες της Παιδείας.

Είδαμε τομπόλιασμα στην περίπτωση των ελληνικών γραμμάτων. Ας το δούμε και στην έννοια της αρετή, την οποία βρίσκουμε σε όλη την μακρόχρονη ελληνική γραμματεία αλλά, δυστυχώς, δεντην έχουμε σε υπόληψη σήμερα.

Το λεξικό των Liddellκαι Scott μας λέει ότι είναι η ικανότητα ή τελειότητα και υπεροχή σε κάθε τομέα. Εννοεί επίσης τη γενναιότητα και την ανδρεία. Κατά τον Πλάτωνα αρετή σημαίνει την καλοσύνη ή τον ενάρετο και ηθικό χαρακτήρα. Εκεί υπάρχει και ένα ρήμα το αρετάω, το οποίο σημαίνει ότι είμαι κατάλληλος, ταιριαστός καθώς και τελεσφορώ, ευδοκιμώ, προκόβω.

Νομίζω πλέον ότι αρετή είναι να είναι κανείς κοινωνικός και κόσμιος, ηθικός και εργατικός αλλά ταυτόχρονα και γενναίος και συνετός. Για να γίνουν όλα αυτά κατορθωτά απαιτείται σωστή αξιολόγηση και διδασκαλία από την παιδική ηλικία αλλά και κόποι: Έτσι κατανοεί κανείς τον Αριστοτέλη ο οποίος λέει «aρετά πολύμοχθε γένει βροτείωι, θήραμα κάλλιστον βίωι» (Fragm. Varia, fr. 675). Η αρετή απαιτεί πολλούς μόχθους αλλά είναι και το κάλλιστο, το υπέρτατο κυνήγι. Ο Ευριπίδης λέει ότι η αρετή προχωρεί με κόπους (Ευριπίδης, Ηρακλείδαι 625). Νομίζω ότι το καλύτερο πρότυπο της αρετής το δίνει ο Θουκυδίδης στον επιτάφιο του Περικλή όταν λέει «φιλοκαλούμεν τα γάρ μετ’ ευτελείας και φιλοσοφούμεν άνευ μαλακίας». Μας αρέσει το ωραίο, όταν είναι απλό και λιτό και ασκούμε τη φιλοσοφία, χωρίς να γινόμαστε μαλθακοί και κορόιδα. Εδώ να δεις άσκηση που χρειάζεται.

Ασκητικός ήταν, λοιπόν, ο ελληνικός πολιτισμός, που έλαμψε στην οικουμένη. Ασκητική, αλλά με ανώτερη προοπτική είναι και η χριστιανική ζωή, την οποία μας προτείνουν οι Τρεις Ιεράρχες. Εδώ πλέον ο στόχος είναι να αποκτήσει ο άνθρωπος τέτοια ψυχολογία, ώστε να αναπαύεται πάνω του η χάρις του Θεού. Εκτός από κόσμιος να είναι και θεοφόρος. Ο στόχος είναι πολύ απαιτητικός και η τελειότητα είναι για λίγους. Απαραίτητο, επομένως, να κινητοποιηθεί η ελεύθερη προαίρεση. Οάγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, ακολουθώντας τα πατήματα των τριών Ιεραρχών, λέει: «Η αρετή λέγεται έτσι από το ρήμα «αιρείσθαι», γιατί είναι αιρετή και θελητή, επειδή κάνουμε αυτοπροαιρέτως και θεληματικώς το αγαθό, και όχι χωρίς να το θέλουμε, αναγκαστικώς». Ο δε Ιωάννης Χρυσόστομος: «επί μεν της αρετής πρώτα μεν τα επίπονα, μετά δε τα ηδέα …επί δε της κακίας αντιστρόφως» ( Ιωάννης ο Χρυσόστομος operaomniaIX, 609).

Οι «ρατσιστές» – έτσι μας λένε σήμερα- Έλληνες Πατέρες δεν δίστασαν να εντάξουν στο πρόγραμμα της μορφώσεώς τους και αρχαία εβραϊκά κείμενα: «Και ειδικαιοσύνην αγαπά τις, οι πόνοι αυτής εισίναρεταί, σωφροσύνην γαρ και φρόνησιν εκδιδάσκει, δικαιοσύνην και ανδρείαν, ων χρησιμότερον ουδέν εστίν εν βίω ανθρώποις» (Σοφία Σολομώντος, η’, 7).

Αυτά όλα τα ξεχάσαμε και δεν ξέρουμε τι να κάνουμε με τη γιορτή των Τριών Ιεραρχών. Η προηγούμενη κυβέρνηση σχεδόν την κατάργησε. Η σημερινή την επανέφερε με τρεις διαφορετικές μορφές. Τα πρότυπα πλέον των λογάδων του Γένους δεν έχουν σχέση με τα ελληνικά των αρχαίων ούτε των μέσων χρόνων. Προτιμούμε να αρχίζουμε με «τα ηδέα» και καταντήσαμε καρπαζοεισπράκτορες της οικουμένης.

Σημείωση: Εννοείται ότι δεν διεκδικώ δάφνες φιλολόγου. Ο, τι προτάσσεται για εμένα είναι η σημασία που έχουν τα παραθέματα για τη ζωή και την παιδεία μας.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου