ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Διογένης: O φιλόσοφος του δρόμου – Aρετίνο: «Το μαστίγιο των Πριγκίπων»

διογένης-o-φιλόσοφος-του-δρόμου-aρετί-259867

Του Γιάννη Ν. Καλαντζή

Όταν ρώτησαν τον Διογένη τον Σινωπέα (412-323 π.Χ.), γιατί μέρα μεσημέρι περιφέρεται στα σοκάκια της Αθήνας, κρατώντας το φανάρι, απάντησε: «Αναζητώ τον Ανθρωπο», εννοώντας ότι, όπου πήγε, με όποιον συζήτησε, διαπίστωσε παντού την απουσία ανθρώπου λογικού, συνετού. Συναντούσε μπροστά του μόνο κατεργάρηδες και αχρείους, οι οποίοι του προκαλούσαν μεγάλη απογοήτευση και απέραντη θλίψη.

Σύμφωνα με την παράδοση, ο Διογένης ζούσε σε ένα πιθάρι, μόνιμη κατοικία του, όταν δε κάποτε τον πλησίασε ο Μέγας Αλέξανδρος, τον ρώτησε, έτσι ημίγυμνο και άπλυτο που τον είδε, αν χρειάζεται κάτι. Ο φιλόσοφος δεν κουνήθηκε από τη θέση του, σήκωσε μόνο το κεφάλι του και έδωσε την εξής απάντηση στον Μακεδόνα βασιλιά: «Μικρόν από του ηλίου μετάστηθι», ο εστίν μεθερμηνευόμενον, “Παραμέρισε λίγο γιατί μου κρύβεις τον ήλιο»!

Τον κύνα (σκύλο) είχε η κυνική φιλοσοφία ως έμβλημα και όσοι την ακολουθούσαν, υποστήριζαν ότι, «εμείς διαφέρουμε από τους σκύλους, διότι δεν δαγκάνουμε τους εχθρούς, αλλά τους φίλους για να τους διορθώσουμε». Ο Διογένης, χρησιμοποιώντας τον αστεϊσμό και το λογοπαίγνιο, προσπαθούσε με επιχειρήματα και δηκτικό και χλευαστικό τρόπο να αλλάξει τη διεφθαρμένη κοινωνία, στην οποία κυριαρχούσαν η υποκρισία και τα ψεύδη. Ενδεικτικό του καυστικού λόγου του είναι το περιστατικό με αγριεμένους κατοίκους, που πετούσαν πέτρες εναντίον ενός συνανθρώπου τους, στους οποίους συμμετείχε και ο γιος μιας πόρνης. Ο φιλόσοφος τον πλησίασε, του επέστησε την προσοχή, «Πρόσεξε μην πετύχεις τον πατέρα σου» και απομακρύνθηκε…

Δεκαεννέα αιώνες μετά τη γέννηση του Διογένη του Κυνικού, γεννήθηκε στο Αρέτσο της Τοσκάνης (1492) ο Πιέτρο Αρετίνο. Η πορεία του απερίγραπτου αυτού ανθρώπου με τη λαϊκή καταγωγή, είχε και διαφορές, είχε και ομοιότητες με εκείνη του Ελληνα φιλοσόφου. Υπηρέτης ο Αρετίνο το 1516 στο παλάτι του διάσημου τραπεζίτη Αγκουστίνο Κίτζι, εκεί αποκαλύφθηκε η σατιρική δύναμη του πνεύματός του και, αφού με τις δηκτικές σάτιρές του διασκέδασε στο Βατικανό τον πάπα Λέοντα Ι΄, το 1527 εγκαταστάθηκε στη Βενετία, για να αποφύγει τους εχθρούς του.

Στη Γαληνοτάτη, αναζητώντας τη γαλήνη του, δεν άφησε στιγμή τους άλλους να ζήσουν στη γαλήνη. Εκεί απάρτισε με τον θαυμάσιο ζωγράφο Τιτσιάνο και τον έξοχο αρχιτέκτονα και γλύπτη Σανσοβίνο, μιαν αχώριστη τριάδα, που θεμελιώθηκε στην ηθική αλληλεγγύη και έζησε σαν ηγεμόνας, Χρεοκόπησε, όμως, το 1554 και αναγκάστηκε να αφήσει το ωραίο σπίτι του στο Canal Grante, όπου στέγαζε και συντηρούσε ωραίες εταίρες και νεαρούς με διφορούμενα προσόντα. Δυο χρόνια αργότερα, ο Αρετίνο πέθανε πάνω σε ένα μεγάλο ξέσπασμα γέλιου, όπως είπαν μερικοί!

Το επάγγελμά του ήταν να κολακεύει ή να δαγκώνει με τη φαρμακερή του γλώσσα, προκρίνοντας την αλήθεια και όχι το ψέμα, γι’ αυτό τον είχαν φοβηθεί καλλιτέχνες και ηγεμόνες. Λογοτεχνικός μαέστρος επίσης, ξεπέρασε κάθε όριο με το περίφημο, διαβόητο έργο του «I Ragionamenti», δηλ. «Οι διάλογοι», «Οι επιχειρηματολογίες», το κορύφωμα της τέχνης του. Με την ανάγνωση της παραγράφου που ακολουθεί, γίνεται εύκολα αντιληπτό το περιεχόμενο των «Διαλόγων», τους υπαίτιους για τον χαρακτηρισμό του Αρετίνο ως εφευρέτη της πορνογραφικής λογοτεχνίας…

…Η Νανά, πλούσια εταίρα της Ρώμης, αναρωτιέται σε ποιο δρόμο να οδηγήσει τη δεκαεξάχρονη κόρη της Πίπα, για να ευτυχήσει. Για την απάντηση καταφεύγει στη φτωχή γυναίκα Αντωνία, στην οποία, αφού εξομολογείται τον καημό της, διηγείται και τις εμπειρίες της, τη ζωή στο μοναστήρι, όπου έχασε την παρθενιά της και γνώρισε τη διαφθορά στις πιο ανώμαλες μορφές, τη συζυγική ζωή και τη ζωή της ως εταίρα. Η Αντωνία τη συμβούλεψε να κάνει την Πίπα εταίρα. “Η μοναχή”, διευκρίνισε η φτωχή γυναίκα, “προδίδει τον όρκο της και η σύζυγος βεβηλώνει το μυστήριο του γάμου. Η εταίρα δεν κάνει κακό ούτε στο μοναστήρι, ούτε στον σύζυγο…”. H Nανά βάλθηκε να μυήσει την κορούλα της, λέγοντας: «Είμαι βεβαία, Πίπα μου, ότι θα τα καταφέρεις να ξεπεράσεις τις ευνοούμενες των Παπών και σε βλέπω κιόλας στους ουρανούς»!

Το “μαστίγιο των Πριγκίπων”, (αυτό ήταν το παρατσούκλι του Αρετίνο), έγραψε και θρησκευτικά βιβλία, όπως τον Βίο της Παρθένου Μαρίας, Βίους Αγίων, ένα για τους «Επτά Ψαλμούς της Μετανοίας». Εργα του, επίσης, είναι «Ο Υποκριτής», πέντε κωμωδίες και η τραγωδία «Οrazia».

Αφθαστος ηγεμόνας του γέλιου, ο μαστιγωτής των υποκριτών με τη φαρμακερή πένα, εκμεταλλεύθηκε στο έπακρο τη σατιρική του δεινότητα. Οι ισχυροί, για να γλυτώσουν από τα φιδίσια τσιμπήματα της γλώσσας του και να τον έχουν με το μέρος τους, του έστελναν σάκους με χρυσά νομίσματα, μεταξωτές και βελούδινες στολές, τίτλους ευγενείας, έργα τέχνης. Αυτά, όμως, και άλλα πολλά δεν τα κρατούσε όλα για τον εαυτό του. Τα μεταβίβαζε στους αδικημένους, στους φτωχούς ή σε ωραίες γυναίκες.

Στο 1532, ο Αριόστο, στη νέα έκδοση του μεγάλου ποιητικού του έργο «Ο μαινόμενος Ορλάνδος», πρόσθεσε δυο στίχους, που είναι ο μεγαλύτερος ύμνος για τον άνθρωπο, που ονομάστηκε εκβιαστής και αδιάντροπος:

«Ιδού η μάστιξ των ηγεμόνων,

ο θείος Πιέτρο Αρετίνο».

Ο Μπαλζάκ τον ονόμασε Βολταίρο του αιώνα του, αλλά τον πιο ανεπιφύλακτο έπαινο για όσα έπραξε και έγραψε ο Αρετίνο, τον έχει απονείμει ο μυθιστοριογράφος Χέρμαν Κέστεν:

«Τον ονόμαζαν παράσιτο, και ήταν ένας Μαικήνας. Τον έλεγαν συκοφάντη και ήταν ευεργέτης. Ελεγαν ότι διψούσε για χρυσάφι και ήταν σπάταλος. Είχε ολόκληρο χαρέμι, αλλά μιλούσε κάπου κάπου για τον έρωτα με αίσθημα αληθινό. Ηταν γενναιόδωρος εραστής και εκδικητικός εχθρός όλων των άδικων εκμεταλλευτών των λαών…».

Όσο ζούσε ακόμα ο Αρετίνο, κάποιος, ίσως ο Πάολο Τζιόβιο, έγραψε το περίφημο επιτάφιο επίγραμμα: “Ενθάδε κείται ο Αρετίνο, Τοσκανός ποιητής, που κακογλώσσεψε όλους εκτός από τον Χριστό, με τη δικαιολογία: «Αυτόν δεν τον γνωρίζω»”!

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου