ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Επαινοι και αριστούχοι…

επαινοι-και-αριστούχοι-323302

Του Δημήτρη Χρυσόπουλου, Φιλόλογου – Ιστορικού

Αναντίρρητα η συναναστροφή με τα παιδιά μπορεί να αποτελέσει μία αστείρευτη πηγή έμπνευσης και ταυτόχρονα προβληματισμού για πάρα πολλά ζητήματα που άπτονται όχι μόνο του εκπαιδευτικού συστήματος αλλά ολόκληρης της κοινωνίας μας. Πριν λίγες ημέρες, λοιπόν, μία μαθήτριά μου, όταν τελειώσαμε το μάθημα, μου ανακοίνωσε όλο χαρά ότι την Παρασκευή (σ.σ. προχθές) θα λάβει τον έπαινό της από το Γυμνάσιο για τις περσινές της επιδόσεις στα μαθήματα…

Εκείνη την ώρα πραγματικά μου ήρθε αυτόματα στο μυαλό όλη εκείνη η αγωνία που είχαμε και εμείς στα μαθητικά μας χρόνια για το αν θα καταφέρουμε να πάρουμε τον έπαινο στο τέλος της χρονιάς και στην ουσία να επιβραβευτούν οι κόποι μας για την προσπάθειά μας, το διάβασμα που είχαμε κάνει και παράλληλα να νιώσουμε τη χαρά της επιτυχίας!

Κι επειδή τίποτα στη ζωή δεν γίνεται τυχαία, μετά από δύο μέρες, αλίευσα από το διαδίκτυο τη δήλωση ενός στελέχους του υπουργείου Παιδείας που ανέφερε ότι «οι μαθητικές βεβαιώσεις (αριστεία, βραβεία και έπαινοι) καθώς και οι σχετικές προμήθειες βαίνουν αυξανόμενες, αφενός λόγω της μείωσης των γραπτώς εξεταζόμενων μαθημάτων στο Γυμνάσιο από το σχολικό έτος 2015-2016 σε 4 (από 12 για την Α΄ τάξη και 13 για τις Β΄ και Γ΄ τάξεις) και στο Γενικό Λύκειο σε 8 (από 12) για την Α΄ τάξη, σε 6 (από 16) για τη Β΄ τάξη και σε 4 (από 14) για τη Γ΄ τάξη και αφετέρου λόγω του γεγονότος ότι φέτος χορηγούνται και οι ειδικοί έπαινοι που εστιάζουν στην αλληλεγγύη, την ανιδιοτέλεια και την κοινωνική προσφορά».

Για να είμαι, λοιπόν, ειλικρινής, και με βάση τόσο την προσωπική μου άποψη και εμπειρία όσο και με τα όσα κατά καιρούς βλέπουν το φως της δημοσιότητας η παραπάνω δήλωση μου φάνηκε λίγο περίεργη… Αναρωτήθηκα αμέσως, μέσα μου, «μα καλά πως είναι δυνατόν όλοι να φωνάζουμε για υποβάθμιση της Παιδείας, για μαθητές με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο και ελλιπείς γνώσεις και ταυτόχρονα να υπάρχει αύξηση στον αριθμό των αριστούχων;». Τελικά, η απάντηση ήταν αρκετά εύκολη καθώς προς στιγμήν είχα αμελήσει το γεγονός ότι πλέον οι μαθητές εξετάζονται σε πολύ λιγότερα μαθήματα σε σχέση με το παρελθόν και κατά συνέπεια ο δρόμος για έναν έπαινο σαφώς είχε λιγότερα εμπόδια… Η αύξηση, λοιπόν, του αριθμού των αριστούχων σε μεγάλο βαθμό οφείλεται στην αλλαγή του τρόπου προαγωγής και απόλυσης στο Γυμνάσιο και Λύκειο καθώς και στη μείωση των γραπτώς εξεταζόμενων μαθημάτων στη Γ’ τάξη.

Σε κάθε περίπτωση, όμως, σημασία δεν έχει πόσο αξιολογείς, αλλά τι και πώς αξιολογείς. Ο πληθωρισμός αριστούχων δεν σημαίνει κάτι, όταν αυτό γίνεται εντός ενός πλαισίου που προάγει την μηχανιστική μάθηση, επιβραβεύει την αποστήθιση και την στείρα απομνημόνευση πληροφοριών. Ένα τέτοιο πλαίσιο εκτός των άλλων, υποβιβάζει τον εκπαιδευτικό από παιδαγωγό – εμψυχωτή σε απλό αναμεταδότη πληροφορίας.

Κανείς εκπαιδευτικός δεν νομίζω ότι είναι υπέρ των πολλών και αλλεπάλληλων γραπτών εξετάσεων που πολλές φορές φτάνουν να γίνονται ανούσιες με αποτέλεσμα μαθητές και γονείς να επιδίδονται σε μια ασταμάτητη βαθμοθηρία… Έχουν όμως κι αυτές τη χρησιμότητά τους και πρώτα από όλα πρέπει να τονιστεί ότι η δομή της αξιολόγησης στον γραπτό λόγο σε σχέση με τον προφορικό διαφέρει σημαντικά καθώς κανείς καθηγητής δεν απαιτεί από 13χρονα παιδιά να είναι ολοκληρωμένοι ρήτορες και φυσικά είναι αδύνατον να εξετάζεται μια ολόκληρη τάξη προφορικά εφ’ όλης της ύλης σε κοινά θέματα.

Το παιδαγωγικό ζήτημα, επιπλέον, είναι ότι μόνο μέσω γραπτού λόγου μαθαίνει να οργανώνει ο μαθητής τη σκέψη του και να την αποτυπώνει με σαφή τρόπο. Επίσης, το γραπτό διαγώνισμα, ειδικά εφ’ όλης της ύλης, δίνει μια βάση βαθμολόγησης των μαθητών που δεν μπορεί να αμφισβητηθεί εύκολα. Στην κατεύθυνση αυτή ο καθηγητής πρέπει να αξιολογεί βασιζόμενος σε αντικειμενικά αποτελέσματα ενός ικανοποιητικού όγκου διδακτέας ύλης και όχι μια αφηρημένη γενική εικόνα προφορικής συμμετοχής ή εξέτασης μεμονωμένων κεφαλαίων.

Ίσως, λοιπόν, σε μια πρώτη φάση, θα ήταν καλύτερα να επανέλθουν τα γραπτώς εξεταζόμενα μαθήματα σε επίπεδα προηγούμενων ετών (Γλώσσα, Μαθηματικά, Ιστορία, Φυσική, Λογοτεχνία, Χημεία, Βιολογία, Αρχαία, Κοινωνιολογία, Ξένη Γλώσσα) ώστε η τελική εξέταση να χρησιμεύει στην ανακεφαλαίωση όλης της διδακτέας ύλης και ταυτόχρονα να βοηθάει στην οργάνωση των γνώσεων για την επόμενη σχολική χρονιά (πού υπάρχουν αδυναμίες, πού πρέπει να βοηθηθούν τα παιδιά).

Οι εξετάσεις όμως αυτές δεν θα πρέπει να είναι σε καμία περίπτωση ούτε εξαντλητικές και ταυτόχρονα ψυχοφθόρες για τα παιδιά… Ο στόχος μας δεν πρέπει να είναι ο πληθωρισμός αριστούχων… Στη φάση που βρίσκεται το εκπαιδευτικό μας σύστημα το πρώτο ζητούμενο πρέπει να είναι να σταθεροποιηθεί ο μέσος όρος βαθμολόγησης σε όλα τα μαθήματα για το σύνολο των μαθητών, διότι αυτό σημαίνει Γενική Παιδεία. Το ίδιο φυσικά ισχύει και για το Λύκειο ώστε να υπάρχει εμβάθυνση στις γνώσεις. Αυτό που χρειάζεται πιο πολύ από κάθε τι είναι «περισσότερο σχολείο» γενικής παιδείας και γνώσης με έμφαση στον μορφωτικό και ευρύτερα πολιτιστικό του ρόλο. Άλλωστε, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι πάνω απ’ όλα πρέπει να μας ενδιαφέρει μόνο το «είναι» και όχι το «φαίνεσθαι»… Ένας έπαινος μπορεί να σημαίνει πολλά, μπορεί όμως να μη σημαίνει και τίποτα…

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου