ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Ο αγνός πατριδολάτρης Νίκος Πλαστήρας

ο-αγνός-πατριδολάτρης-νίκος-πλαστήρα-373813

Του Νίκου Τσεκούρα, συνταξιούχου δασκάλου

Είναι γνωστή η φιλοπατρία, αλλά και η ειλικρίνεια του Νίκου Πλαστήρα. Μια ολόκληρη ζωή στρατιώτης, πολέμησε με εξωτερικούς και εσωτερικούς εχθρούς, αντιμετώπισε όλων των ειδών τους κινδύνους, συνεργάστηκε με ανθρώπους υψηλού πνευματικού και κοινωνικού επιπέδου και έμεινε ως το τέλος της ζωής του αγνός πατριώτης. Αυτό διαπιστώνεται από την παρακάτω ομιλία του προς τους άνδρες της μονάδας του στην 1/5/19.

«- Φωνάζετε, «Ζήτω ο πόλεμος», είπε ο Πλαστήρας στους άνδρες του μετώπου, και όμως μέσα σας κανένας δε θέλει να πολεμήσει. Μα, μήπως εγώ θέλω; Στρατιώτες είσθε σεις, στρατιώτης κι’ εγώ, πως φορώ επωμίδες; Αυτές είναι για να με γνωρίζετε πως είμαι ο συνταγματάρχης σας, το ίδιο είμαστε εμπρός στο κανόνι. Πολεμάτε λέτε, τρία χρόνια και κουραστήκατε· εγώ δέκα χρόνια πολεμώ. Από τους ευζώνους μου κι μ’ έμειναν; Τριάντα πέντε τους άλλους τους σκόρπισε ο θάνατος. Από τους φίλους μου αξιωματικούς, πόσοι έμειναν, Κανένας! Όλους τους πήρε το βόλι. Γιατί λοιπόν να θέλω πόλεμο; Κι όμως θα πολεμήσω σαν έλθει η ώρα και θα πολεμήσετε και σεις γιατί το θέλει η πατρίδα. Σας είπαν οι λαοπλάνοι να τους ψηφίσετε για να σας αποστρατεύσουν· και σας οδήγησαν στον αιματηρότερο πόλεμο που κάνατε ποτέ και σας μουτζούρωσαν το μέτωπο και σας και της Ελλάδας όλης. Εγώ δε σας υπόσχομαι αποστράτευση· εγώ σας λέγω πως μπορεί να ξαναπολεμήσετε. Ούτε θα σας ρωτήσω αν θέλετε να πολεμήσετε, παρά θα σας πάγω, σαν έλθει η ώρα και με τη βία ακόμη στη φωτιά.

Την Ελλάδα από το αυτί θα την αρπάξουμε και θα τη σώσουμε, θέλει δε θέλει. Και θα τη σώσετε σεις, και θα πολεμήσετε καλά όταν είναι ανάγκη και το θέλει η πατρίδα». Και ξέσπασε ο στρατός ολόκληρος σε βροντερά ζήτω, φωνάζοντας, «Πήγαινέ μας όπου θέλεις! Σε σένα έχουμε εμπιστοσύνη! – Ζήτω ο πόλεμος!». Το ίδιο αγνό χαρακτήρα του σκληρού πολεμιστή και του πανόμαχου όμως ανθρώπου, δείχνουν και τα παρακάτω στιγμιότυπα, που αναφέρει η Πηνελόπη Δέλτα. «- Κι’ εκείνο το μεσημέρι μπήκε ο Πλαστήρας στην Αθήνα, μαύρος, σκονισμένος, σκοτεινός, παλιοντυμένος, αδύνατος, άγριος, με σφιγμένα δόντια και τα μάτια όπου έβλεπες την απελπισία. Σε ’κείνους που έκαναν να τον ζητωκραυγάσουν, φώναξε θυμωμένος. «- Τι ζητωκραυγάζετε, επιστρέφομε νικημένοι, κατεστραμμένοι»… Τον είδα που πέρασε την λεωφόρο Κηφισίας, μπαρουτοκαπνισμένο, τα μαύρα φρύδια άσπρα από τη σκόνη, το πρόσωπό του αδύνατο, σα «ρέγγα καπνισμένη» αγέλαστο, αυστηρό. Πλάι του μια μητέρα γύρευε ν’ αναγνωρίσει το γιο της μέσα στους κουρελιασμένους στρατιώτες αξιωματικούς που περνούσαν. Δεν έριξαν μπόμπες στο Τατόι. Απεναντίας έδωσαν του Κωνσταντίνου, που παζάρευε χρηματικές αποζημιώσεις 10.000 χιλ. λίρες κι’ έφυγε με όλο το σόι του Glücksburg. Όταν μερικοί, προσήψαν στον Πλαστήρα την άκαιρη γενναιοδωρία του, αποκρίθηκε. «- Δεν ήλθα να εκδικηθώ αλλά για να σώσω την Ελλάδα. Δεν είμαι πολιτικός, είμαι μονάχα στρατιώτης.

Και όταν κουβαλήθηκαν όλοι οι ξένοι πρέσβεις στο καράβι μου, να μου που πως δε θα επιτρέψουν να κακοποιήσω συγγενή των δικών τους βασιλιάδων, δεν τόλμησα να τα βάλω με όλες τις δυνάμεις! Κοίταζα μονάχα την Ελλάδα και πώς να εμποδίσουμε τον Κεμάλ να μπει στη Θεσσαλονίκη. Το πώς συνέλαβαν, δίκασαν και καταδίκασαν και εξετέλεσαν τους έξι υπεύθυνους, το πώς έδιωξαν και τον Κων/νο, Σοφία και όλο το σόι των Glücksburg, ανήκει στην ιστορία. Πονόψυχος σαν όλα τα’ αληθινά παλικάρια, ο Πλαστήρας, δεν ήθελε τουφεκισμούς. Μα ξεσηκώθηκε ο στρατός: ή θα εκτελούσαν τους υπεύθυνους, ή θα έσφαζε αυτός χιλιάδες. Και ο στρατός δεν ανασυντάσσονταν, αν δεν τουφεκίζονταν ο υπεύθυνος στρατάρχης. Και έτσι τουφεκίστηκε ο δυστυχής μισότρελος Χατζανέστης, κι’ έτσι συγκροτήθηκε και έγινε ο λαμπρός στρατός του Έβρου, με στρατηγό το Θ. Πάγκαλο, που επέτρεψε του συντριμμένου από την καταστροφή του έργου του Βενιζέλου, να σώσει όσα έσωσε, στη συνθήκη της Λωζάνης.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου