ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Επίκουρος: Ο Συνοδοιπόρος μας! Μέρος Α΄

επίκουρος-ο-συνοδοιπόρος-μας-μέρος-α΄-380920

Του Θωμά Στραβέλη,

συγγραφέα – πανεπιστημιακού

«Ο ήλιος κάνει το γύρο τού κόσμου και η δυνατή φωνή του μάς προσκαλεί όλους να ξυπνήσουμε, για να ζήσουμε την ευτυχία».

Επιτέλους, έχουμε έναν φιλόσοφο, τον Επίκουρο, που επισημαίνει ότι δεν πρέπει να προσποιούμαστε πως φιλοσοφούμε. Δεν προσποιείται κανείς, όταν είναι άρρωστος, ότι επιζητεί την υγεία! Δεν πρέπει, λοιπόν, ούτε στιγμή να χάνουμε, αν θέλουμε να προσανατολίσουμε τον άνθρωπο προς την αλήθεια – το μοναδικό «φάρμακο» για τα δεινά του. Η ευτυχία είναι μία ανάγκη πιεστική, που δεν περιμένει. Η ζωή είναι συντομότερη απ’ ό,τι καταφέρνουμε να το πιστέψουμε. Καθένας μας πεθαίνει, με την αίσθηση πως μόλις γεννήθηκε. Μ’ αυτό το πνεύμα σκέφτεται ο Επίκουρος, αναζητώντας την αλήθεια.

Αλλά ποια είναι, τελικά, αυτή η αλήθεια; Για ν’ ανακαλύψει και να προσφέρει κανείς την ευτυχία, πρέπει πρώτα ν’ αντιληφθεί πως οι άνθρωποι είναι πολύ δυστυχισμένοι, αλλά και το λόγο που νιώθουν έτσι. Τι τους κάνει δυστυχισμένους; Ο φόβος! Πρέπει, κατά τον φιλόσοφο, να διώξουμε αυτό το μόνιμο φόβο, που έχει διεισδύσει στο βάθος τής ψυχής κάθε ανθρώπινης ύπαρξης! Όταν ελευθερωθούμε απ’ το φόβο, τότε, με μία ορθότερη και ρεαλιστικότερη εξέταση της πραγματικότητας, τότε μόνο θα μπορέσει να γεννηθεί η ευτυχία στη ζωή μας – μία ευτυχία μετρημένη, αλλά σίγουρη.

Οι άνθρωποι είναι δυστυχισμένοι. Όμως, είναι καμωμένοι για την ευτυχία. Υπάρχει στον Επίκουρο μία βαθιά κατάφαση της αναγκαιότητας και της απλότητας μιας άμεσης παρουσίας τής χαράς. Η εξασφάλιση αυτής της χαράς είναι στο χέρι μας να την αναζητήσουμε, αλλά και να τη βρούμε. Οι άνθρωποι θέλουν να είναι ευτυχισμένοι και θα είναι, όταν προσπαθήσουν ν’ ανακαλύψουν την απλότητα της ευτυχίας. Αλλά οι άνθρωποι φοβούνται και αυτός ο φόβος υπαγορεύεται από μία απατηλή αντίληψη της πραγματικότητας. Φόβος για ποιο πράγμα;

Ο πρώτος μας φόβος, και ο κυριότερος, είναι ο φόβος τού θανάτου. Όλοι οι άνθρωποι ξέρουν πως οφείλουν να πεθάνουν. Όλοι οι άνθρωποι φοβούνται το θάνατο. Η σκέψη τού θανάτου τους ακολουθεί παντού. Προσπαθούν αδιάκοπα να απαλλαγούν απ’ αυτή, αλλά, ακόμη και στις πιο θορυβώδεις διασκεδάσεις τους, η σκέψη τού θανάτου έρχεται αδιάκοπα στο μυαλό τους, φράζει όλους τους ορίζοντες, τους γεμίζει φρίκη και ίλιγγο. Είναι σαν να βρίσκονται στο χείλος μιας αβύσσου, που θα τους καταπιεί.

Ο φόβος τού θανάτου είναι καταθλιπτικός και ανόητος. Μα ο ίδιος ο θάνατος δεν σημαίνει τίποτα, δεν μπορούμε μάλιστα ούτε να τον συνειδητοποιήσουμε. Δεν νιώθουμε τίποτα περισσότερο από μία απλή λιποθυμία. Η ύπαρξή μας εκμηδενίζεται, η συνείδησή μας σβήνει, όλα αποσυντίθενται, όπως κάθε σύνθετο στοιχείο καταλήγει στην αποσύνθεση, την ανυπαρξία και τον αφανισμό. Αλλά πρόκειται για ένα τελείως φυσικό φαινόμενο. Και, άλλωστε, όταν επέρχεται το τέλος, δεν είμαστε πια εκεί για να το συνειδητοποιήσουμε.

Ο Επίκουρος αποδεικνύει πως ο θάνατος δεν είναι τίποτα: «Όσο υπάρχουμε στη ζωή», θάνατος δεν υπάρχει και, μόλις επέλθει, τότε δεν είμαστε πια εκεί», γράφει, οπότε δεν έχουμε ούτε ένα δευτερόλεπτο επαφής μαζί του.

Βέβαια, ο Επίκουρος δεν λησμονεί τους σωματικούς πόνους, που μπορεί να προηγούνται του θανάτου. Ο ίδιος ο φιλόσοφος υπέφερε πολλά χρόνια από μία πάθηση του στομάχου και της κύστης, και η επιστήμη τού καιρού του δεν μπορούσε να του εξασφαλίσει κανένα φάρμακο. Έτσι, παίρνει την απόφαση να ζήσει με την πάθησή του, προσπαθώντας να συμφιλιωθεί μαζί της, αφού δεν μπόρεσε ν’ απαλλαγεί απ’ αυτή. Αλλά τι σημασία έχει, αν κάνει δύο φορές την ημέρα εμετό; Ξέρει ότι είναι καμωμένος, όπως όλοι οι άνθρωποι, για νά’ ναι ευτυχισμένος! Ένας άνθρωπος που δεν φοβάται τίποτα, ένας άνθρωπος που ικανοποιείται με το λίγο, είναι πάντοτε ευτυχισμένος που ζει, που μαθαίνει πως η ζωή δεν είναι για αύριο. Είναι ακριβώς για τις μικρές στιγμές μας σ’ αυτόν τον πλανήτη που ζούμε, και για κάθε δευτερόλεπτο της ζωής. Κάθε στιγμή ευτυχίας, κάθε επιθυμία που ικανοποιείται, κάθε στιγμή αγαλλίασης, είναι ένα αιώνιο απόκτημα.

Αυτός ο μεγάλος ασθενής δεν παραπονέθηκε ποτέ για τίποτα και ο σωματικός του πόνος δεν μείωσε καθόλου τη γαλήνη και την ευτυχία του. Όσο για τον ηθικό πόνο, τον νίκησε σαν ανάξιο λόγου για έναν λογικό άνθρωπο. Γιατί, όταν σβήνουν οι φόβοι, που ταράζουν τους ανθρώπους περισσότερο απ’ οτιδήποτε, σβήνει και η βασική αιτία τής δυστυχίας τους. Τι μένει στον άνθρωπο; Στην αρχή, η σοφία αυτή φαίνεται αρκετά αρνητική. Αλλά, κατά τον Επίκουρο, δεν είναι. Πραγματικά, φτάνει να εξαφανιστούν οι πόνοι, φτάνει να ικανοποιηθούν απλές ανάγκες και στοιχειώδεις επιθυμίες, για να μπορέσει ο άνθρωπος να δικαιώσει το φυσικό του προορισμό. Φτάνει ο πόνος, που τον παραλύει και τον κάνει να ουρλιάζει, να μπορέσει να υποχωρήσει, ώστε να ολοκληρωθεί και να ευτυχήσει. Η αποστολή τού ανθρώπου – ποτέ δεν θα τό’ χουμε πει όσες φορές χρειάζεται – η βαθύτερη ανάγκη του στη ζωή, είναι η χαρά. Αν εξαφανίσει τον πόνο, είναι αρκετό για να γεννηθεί η χαρά.

Ο Επίκουρος, ιδρυτής της φιλοσοφικής σχολής των Επικουρείων, γεννημένος στη Σάμο το 341 π. Χ., από ταπεινή καταγωγή, από πατέρα γραμματοδιδάσκαλο κι έναν αδερφό προαγωγό, που συζούσε με μία πόρνη, ένας φιλόσοφος που θεωρούσε ως ιδεώδες τής ηθικής ζωής την αταραξία, ακατάπληκτος προς τε τας οχλήσεις τού βίου και του θανάτου, ένας φιλόσοφος που αγόρασε έναν κήπο, μεταξύ τής Ακαδημίας και της πόλης των Αθηνών, και εκεί φιλοσοφούσε με τους μαθητές του, ζώντας κοινοβιακά, σε καθεστώς κοινοκτημοσύνης, ένας φιλόσοφος που πίστευε πως έπρεπε να φιλοσοφεί κανείς γελώντας και διασκεδάζοντας, ένας τέτοιος φιλόσοφος παρουσίαζε τον εαυτό του ως υπόδειγμα συμπεριφοράς, που μπορεί να εξασφαλίσει την ευτυχία.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου