ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Επίσκεψη στην Αγια – Σοφιά

επίσκεψη-στην-αγια-σοφιά-432014

Από την εκδρομή στην Κωνσταντινούπολη

Του Χρήστου Μηλίτση

Βρισκόμαστε μέσα στον ναό, όπου αποφασίστηκαν, γεννήθηκαν και δραματουργήθηκαν οι τύχες του Ελληνισμού επί μια και πλέον ολόκληρη χιλιετηρίδα. Και μετά το 1453 τετρακόσια ολόκληρα χρόνια, χρόνια θλιβερών περιπετειών και στερήσεων, όλες οι περασμένες γενιές δεν έπαψαν να πιστεύουν ότι κάποτε θα αρθεί η ώρα, που κάτω από τους κρεμαστούς θόλους της Αγια – Σοφιάς θα ακουσθεί και πάλι η φωνή του παπά, για να τελειώσει αυτή τη φορά τη Λειτουργία, που άφησε στη μέση, με την είσοδο των Αγαρηνών μέσα στα τείχη και το πέσιμο της πόλης. Θα ξυπνήσει ο μαρμαρωμένος βασιλιάς για να στυλώσει και πάλι τη μεγάλη βυζαντινή δόξα. Είναι επίζηλος η θέση όπου κτίστηκε ο μεγάλος ναός. Υψώνεται περήφανος και μεγαλοπρεπής, στο μέσον του τριγώνου, που προχωρεί προς την απέναντι Ασιατική ακτή. Σ΄αυτό ακριβώς το σημείο βρίσκεται ο πρώτος λόφος, ένας από τους επτά της Νέας Ρώμης του Κωνσταντίνου. Απέναντι και σε πολύ κοντινό σημείο βρίσκεται η Χρυσούπολη. Γύρω από τον σημερινό ναό, στη βυζαντινή εποχή, υπήρχε αριστοκρατική συνοικία. Εδώ ήταν συγκεντρωμένες όλες οι λαμπρότητες και τα καλύτερα κτίσματα της πόλης. Στεκόμαστε απέναντι και την περιεργαζόμαστε. Απανωτές έρχονται οι εκπλήξεις, το μάτι μας θολώνει και το μυαλό μας σταματά. Ω! τι θέαμα που βλέπουμε μπροστά μας! Τέτοιο κτίσμα δεν έχει γίνει από τη δημιουργία του κόσμου και δεν υπάρχει πουθενά. Είναι υπερθέαμα, που κλονίζει τη σκέψη και θαμπώνει τον οφθαλμό. Μόνα μελανά σημεία οι τουρκικοί μιναρέδες που προστέθηκαν αργότερα. Προχωρούμε μέσα στην εκκλησία από μια πόρτα τεραστίων διαστάσεων. Το πάχος της πρέπει να είναι περισσότερο από 20 εκατοστά. Τρέμαμε σύγκορμα. Ρίγη, δέος και συγκίνηση μας κυριεύουν. Φθάνουμε κάτω από τη βασιλική πόρτα και ρίχνομε αχόρταγα τη πρώτη μας ματιά στο εσωτερικό του ναού. Μια φωνή φτάνει στ’ αφτιά μας. Είναι ο απόηχος από τα λόγια του Ιουστινιανού, που βγαίνει από τα μακρά εκείνα βάθη των αιώνων. «Νενικηκάσε Σολομών». Σηκώνουμε τα μάτια μας προς τον ουράνιο θόλο του ναού και ο νους μας ανεβαίνει προς τον ουρανό. Ερευνά το άπειρο. Νομίζει πως ο Θεός κατοικεί κει επάνω. Αυτός ο τρούλος ήταν ολόχρυσος και είχε έναν σταυρό πελώριο στο μέσον. Φαίνεται σα να κρέμεται από τον ουρανό με χρυσές αλυσίδες και είναι ολόλαμπρος και αρκετά φωτολουσμένος. Ο τρούλος είναι το θεμελιώδες γνώρισμα της βυζαντινής αρχιτεκτονικής και δίνει στο ναό επιβλητικότητα, χάρη και περίσσια ομορφιά. Τέσσαρες μεγάλες αψίδες συμπλέκονται με τα σφαιρικά τρίγωνα και κάνουν ένα κυκλοτερό επιστέγασμα, πάνω στο οποίο στηρίζεται ο τρούλος με τα 40 παράθυρα. Είναι θαυμάσιο το θέαμα του όλου οικοδομήματος, το οποίον με τόξα και ημιθόλια, με αρμονικότητα και στερεά σύνδεση συγχρόνως, αποκορυφώνεται στον κεντρικό, τεράστιο τρούλο, τόσο ψηλά πάνω από την Εκκλησία σαν πάμφωτος ουρανός. Σε ένα από τα θολωτά τρίγωνα, μια παράσταση από τα χερουβικά εξαπτέρυγα, ένας Άγγελος με τεράστιες φτερούγες οκτώ μέτρα περίπου, μας θυμίζει τον κρυμμένο Άγγελο της μυθοπλασίας που παραμένει φύλακας στο ναό. Περιμένει να έρθει το μαστορόπουλο που το έστειλε να φωνάξει τους εργάτες, για να επισπεύσουν τις εργασίες του κτίσματος. Βλέπουμε τη πόρτα αμπαρωμένη, απ’ την οποία σύμφωνα με τη παράδοση, έφυγε, αφού μετάλαβε, για να πάει στα τείχη ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος και νομίζουμε πως ζούμε και εμείς μαζί του, τις συγκινητικές εκείνες στιγμές Η παράδοση, η μυθώδη διήγηση και ο θρύλος, ξαναφέρουν τόσα στη σκέψη μας. Λένε πως ο ίδιος ο Θεός, έδωσε και το σχέδιο του ναού και το χρήμα στον Ιουστινιανό και να με ποιον τρόπο. Ενώ ο Ιουστινιανός αποφάσισε να διακόψει τις εργασίες του ναού, γιατί δεν είχε άλλα χρήματα, εκεί που κάθονταν σκεπτικός και περίλυπος, παρουσιάστηκε μπροστά του ένας θεόσταλτος Άγγελος και τον συμβούλεψε, να στείλει μερικούς άρχοντες με ζώα, σε σημείο που του υπέδειξε και εκεί βρήκε και μετέφερε τον άφθονο χρυσό, που δαπάνησε για την ανέγερση και το πλούσιο διάκοσμο της Εκκλησίας. Αυτή την ώρα, όλα τούτα τα όνειρα και οι πόθοι, χάνουν κάθε νόημα, παίρνουν σάρκα και οστά και ζωντανεύουν. Ανατρέχουμε φευγαλέα στην ιστορία της Αγια – Σοφιάς. Βλέπουμε στην ίδια θέση τη Σοφιανή εκκλησία του Κωνσταντίνου, αργότερα να μεγαλώνει, από τον γιο του, Κωνστάντιο. Αυτός προσφέρει στα εγκαίνια της Εκκλησίας, πολλά αναθήματα και πολλά κειμήλια, χρυσά και αργυρά. Ενθυμούμεθα τη μεγάλη πυρκαγιά του 404 μ.Χ. από την οποία καταστράφηκε. Βλέπουμε ακόμα, πάνω στη τέφρα της παλαιάς εκκλησίας, την καινούργια εκκλησία, που κτίστηκε από τον Αυτοκράτορα Θεοδόσιο τον Β! Αυτή διατηρείται έναν αιώνα περίπου και καταστρέφεται από ισχυρό σεισμό. Η Εκκλησία που βλέπουμε τώρα μπροστά μας κτίστηκε το 532 μ.X Κτήτορες του ναού ήσαν, ο Αυτοκράτορας Ιουστινιανός και η σύζυγος του Θεοδώρα. Αρχιτέκτονες, δύο σπουδαίοι μηχανικοί, ο Ανθέμιος και ο Ισίδωρος. Δέκα χιλιάδες εργάτες, εργάστηκαν επί έξι χρόνια, για να κτίσουν το λαμπρό αυτό οικοδόμημα. Μάρμαρα λευκά και πολύχρωμα μεταφέρθηκαν από όλα τα γνωστά σημεία της γης, από τη Προκόννησο, τη Νουμεδία, τη Κάρυστο και πορφυρίτης από την Αίγυπτο. Γκρεμίζονται περίφημα μνημεία και μεταφέρονται οι κίονες εδώ, από το περίφημο ναό της Αρτέμιδος της Εφέσου, του Βάαλ από τη Συρία από την Ηλιούπολη των Αθηνών από τις Θήβες κ.λπ. Άφθονος χρυσός ελεφαντοστό και πολύτιμοι λίθοι μεταφέρθηκαν από παντού και χάρισαν σ’ αυτή κάλος, αίγλη και απερίγραπτη λαμπρότητα. Έρχονται στη φαντασία μας οι σκέψεις των βυζαντινών αυτοκρατόρων όταν βλέπουμε τη βασιλική εξέδρα, στο δεξιό μέρος του ναού, κοντά στο Άγιο Βήμα. Η Οικουμενική Σύνοδος της Κωνσταντινούπολης που συμπλήρωσε το Σύμβολο της πίστεως και τόσα άλλα σπουδαία γεγονότα που είναι στενά συνδυασμένα με τη Χριστιανοσύνη και τον Ελληνισμό. Η πίστη, βαθιά ριζωμένη μέσα μας, μας κάνει να πιστεύουμε, πως ο περικαλλής αυτός ναός, δεν είναι έργο, που έγινε από ανθρώπινα χέρι, αλλά είναι έργο της Σοφίας του Θεού. Περιεργαστήκαμε τα πάντα ολόγυρα. Οι τοίχοι έχουν καλυφτεί από παχύ στρώμα γύψου. Στην επιφάνεια τους έχουν ζωγραφιστεί πολλά αραβουργήματα και διάφορα σύμβολα του Ισλάμ. Τέσσαρες μεγάλες αφήσεις πάνω σε μεγάλα ξύλινα στρογγυλά πανό κρέμονται με βαριές αλυσίδες στο μπροστινό μέρος του ναού. Δύο στο κέντρο και άλλα τέσσερα στο πίσω μέρος, με χαραγμένα διάφορα γράμματα στη τουρκική γλώσσα, που ένας Θεός μόνον ξέρει τι λένε. Πρέπει να σημειώσουμε ότι είναι τα μόνα τουρκικά γράμματα που είδαμε στην πόλη. Οι Τούρκοι από την εποχή του Κεμάλ χρησιμοποιούν το λατινικό αλφάβητο. Αντικρίζουμε ολόκληρο δάσος από κίονες και μας καταλαμβάνει δέος. Μας είπαν ότι οι τοίχοι ολόγυρα, μέχρι τη κορυφή που αρχίζουν τα τόξα, που στηρίζονται στους απειράριθμους κίονες,, ήταν άλλοτε ντυμένοι με μάρμαρα σε αρμονικούς συνδυασμούς, από παραστάσεις και χρώματα. Αντίθετα ο διάκοσμος του Τέμπλου, του σολέα, της Αγίας Τράπεζας και του άμβωνα, ήταν κεντημένος με ανάγλυφα χρυσά και επάργυρα. Επίσης επίχρυσα και επαργυρωμένα, ήταν και τα λεπτής τέχνης κεντημένα κιονόκρανα. Δώδεκα είδη από μάρμαρα φερμένα από όλα τα μέρη της γης, είχαν τοποθετηθεί με τέτοια τέχνη, ώστε με τις διάφορες αποχρώσεις, τις ραβδώσεις, τις κηλίδες και τις σκιάσεις , να δίνουν διάφορα σχήματα από πρόσωπα και ζώα και να παραστάνουν έτσι διάφορες σκηνές από τη δημιουργία και τη ζωή. Βλέπει κανείς και σήμερα, παντού στους τοίχους και στο δάπεδο ακόμη, το πλούσιο αυτό πολύχρωμο μαρμάρινο διάκοσμο. Ένα σπασμένο μάρμαρο τραβά τη προσοχή μας. Έχει και αυτό την ιστορία του. Ένας Τούρκος στρατιώτης, την ίδια μέρα που μπήκαν οι Τούρκοι στη Πόλη, φανατισμένος από τη θρησκεία του Μωάμεθ, ήθελε να καταστρέψει κάθε Χριστιανικό. Ο πορθητής όμως σουλτάνος, τον σκότωσε επί τόπου με τη σπάθα του, γιατί και ο αιμοχαρής αυτός Οθωμανός ενθουσιάστηκε και θαύμασε την ωραιότητα και το κάλος της Αγίας Σοφίας. Εκεί ψηλά. Στο πρώτο δεξιό κυανόκρανο, φαίνονται πεντακάθαρα τα αποτυπώματα του χεριού του, μαυρισμένα από το χρόνο. Λένε πως, όταν κόπασε η θύελλα της μάχης, μπήκε καβάλα στο άλογο του, μέσα στην εκκλησιά, πατώντας πάνω στα πτώματα χιλιάδων Χριστιανών, κτύπησε με τη παλάμη ανοιχτή στο κυανόκρανο και ευχαρίστησε τον Αλλάχ για το πάρσιμο της Πόλης. Ένα λάκτισμα απ’ το άλογο του, έχει αφήσει τα αποτυπώματα από το πέταλο στο απέναντι τοίχωμα. Εκεί κοντά είναι και η κλειστή πόρτα, απ’ την οποία έφυγε, αφού μετάλαβε, χωρίς να γυρίσει, ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος.

Όπως προχωρούμε, βλέπουμε χαραγμένα τα γράμματα (Κόστα). Λένε πως είναι η υπογραφή του τελευταίου Αυτοκράτορα του Βυζαντίου Κωνσταντίνου. Μερικά ψηφιδωτά χρυσοποίκιλτα, τραβούν τη προσοχή μας. Βρίσκονται διάσπαρτα σε πολλά μέρη του λαμπρού αυτού οικοδομήματος. Μας εντυπωσιάζει η ψηφιδωτή εικόνα που βρίσκεται πάνω από τύμπανο της Βασιλικής Πύλης. Είναι ένα υπέροχο σε σύνδεση ψηφιδωτό και παρουσιάζει τον Ιησού πάνω στο Θρόνο. Το μωσαϊκό αυτό αποκαλύφτηκε το 1932, από τον Αμερικανό αρχαιολόγο Thomas whitethorn. Στο μέσον φαίνεται ο Χριστός, πάνω σε χρυσοποίκιλτο μεγαλοπρεπή θρόνο. Με το δεξί Του χέρι να ευλογεί. Στο αριστερό κρατεί ανοιχτό το Ευαγγέλιο, μέσα στο οποίο ξεχωρίζουν τα γράμματα «Ειρήνη Υμίν. Εγώ ειμί το φως του κόσμου». Το πρόσωπο του είναι μειλίχιο και σοβαρό και φέρει λεπτό μύστακα. Δεξιά από το θρόνο του, προσεύχεται γονατισμένος ο Αυτοκράτορας Λέων ο 6ος ο σοφός, τη κεφαλή του οποίου περιβάλει φωτοστέφανος. Στο πάνω μέρος της εικόνας δεξιά και αριστερά, μέσα σε μικρά κυκλικά πλαίσια βρίσκονται, Η Παναγία να προσεύχεται στη μια πλευρά και στην άλλη ο Αρχάγγελος Γαβριήλ να κρατεί στα χέρια του σκήπτρο.

Οι χρωματισμοί, πολύ αρμονικοί, χωρίς αντιθέσεις, παρουσιάζουν λεπτή ευαισθησία, εκφραστικότητα και χάρη. Στη διπλανή πύλη, βλέπουμε άλλη σπουδαία σύνθεση. Είναι η Παναγία η Πλατυτέρα. Αποκαλύφτηκε το 1933. Η Παναγία κάθεται πάνω σε χαμηλό θρόνο και έχει στην αγκαλιά της το Θείο Βρέφος. Δεξιά της στέκεται, προσευχόμενος ο Ιουστινιανός. Κρατεί στα χέρια του και προσφέρει στη Παναγία, ένα ομοίωμα του ναού της Αγίας Σοφίας. Αριστερά της ο Κ. Παλαιολόγος προσφέρει στη Θεοτόκο ομοίωμα της Κωνσταντινούπολης. Το 1935 αποκαλύφτηκαν στη Δυτική στοά, δυο ακόμη συνθέσεις. Ο Παντοκράτωρ Χριστός που έχει στα δεξιά του τον Αυτοκράτορα Κωνσταντίνο τον 9ον, το Μονομάχο να κρατεί πουγκί στα χέρια του, στα αριστερά του δε τη Βασίλισσα Ζωή. Η άλλη σύνθεση πιο έντονη, μας παρουσιάζει στη μέση την Παναγία. Από το δεξιό μέρος στέκεται ευλαβικά ο Ιωάννης ο Κομνηνός, να κρατεί κι αυτός πουγκί στα χέρια του και αριστερά η ειρήνη και ο Αλέξιος Κομνηνός. Σκόρπια ψηφιδωτά εδώ κι’ εκεί μας μαρτυρούν, πως η Αγία του Θεού Σοφία, είναι γεμάτη από αυτά. Από αιώνες όμως αυτά, καθώς και ο ζωγραφικός διάκοσμος του κορυφαίου μνημείου της Βυζαντινής τέχνης, κρύβονται κάτω από τα παχύ στρώμα, του εξωτερικού επιχρίσματος, που έκαναν οι Τούρκοι, για να μετατρέψουν το Χριστιανικό αυτό ίνδαλμα, σε Τέμενος του Μωάμεθ. Από ένα ανηφορικό κυκλικό διάδρομο ανεβαίνουμε στο γυναικωνίτη, Λένε, πως από κει ανηφόριζε το βασιλικό ιππήλατο, που έφερνε τη Βασίλισσα να προσευχηθεί στην Εκκλησία. Ο γυναικωνίτης απλώνεται στο άνω μέρος και δένει ολόγυρα την Εκκλησία, εκτός από το ιερό. Και εδώ, ο ίδιος διάκοσμος. Ο ίδιος πλούτος, η ίδια τέχνη, η ομορφιά και χάρη. Βρισκόμαστε κοντά στο τρούλο και θαυμάζουμε το φως του. Απέναντι μας ακριβώς, βλέπουμε τον Άγγελο με τις μεγάλες του φτερούγες. Σε ένα μέρος του γυναικωνίτη βλέπουμε μια επιτάφιο πλάκα. Διαβάζουμε. Ερρίκος Δάνδολος. ενθυμούμεθα το Δόγη της Βενετίας, που τόσο βοήθησε τους Σταυροφόρους. Είναι θαμμένος κάτω από τη βαριά εκείνη πλάκα. Μένουμε λίγη ώρα στην εξωτερική πόρτα της Αγια – Σοφιάς και την θαυμάζουμε για τελευταία φορά. Μας φαίνεται σαν κάτι δικό μας. Ένα κομμάτι από τη ζωή μας. Παίρνουμε μερικές αναμνηστικές φωτογραφίες, με φόντο στο βάθος την Εκκλησία της Αγίας- Σοφίας, που τόσο κλείσαμε μέσα στη ψυχή μας και αναχωρούμε για τον αρχαίο Ιππόδρομο. Σήμερα στο χώρο αυτό απλώνεται μια μεγάλη πλατεία, την οποία οι Τούρκοι ονομάζουν ( Ατ-Μεϊντάνι- Πλατεία των ίππων). Σ’ αυτό το χώρο γίνονταν στους Βυζαντινούς χρόνους οι αγώνες και από δω ξέσπασε η στάση του Νίκα, στους χρόνους της βασιλείας του Ιουστινιανού. Λίγα λείψανα υπάρχουν σήμερα από το περίφημο αυτό Βυζαντινό Ιππόδρομο, που πρώτος ίδρυσε στη πόλη το 200 μ.Χ. ο Ρωμαίος Αυτοκράτορας Σεπτίμος Σεβήρος. Μια ψηλή τετραγωνική πυραμίδα, που υψώνεται παράπλευρα, τραβά τη προσοχή μας. Έχει χαραγμένα ιερογλυφικά γράμματα στις πλευρές του και κοντά στη βάση του, Λατινικά και Ελληνικά. Λένε πως ο Άγιος Κωνσταντίνος τη μετέφερε από την Αίγυπτο, μαζί με μερικούς άλλους, που τους άφησε στη Ρώμη. Έπεσε από σεισμό και αναστυλώθηκε το 390 μ.X από τον Αυτοκράτορα Θεοδόσιο το Α!, γι αυτό και ονομάζεται οβελίσκος του Θεοδοσίου. Σε μικρή σχετικά απόσταση από αυτόν, υπάρχει άλλη περσική αναθηματική στήλη. Όπως λέγεται στη κορυφή της, υπήρχε άλλοτε ομοίωμα της κεφαλής του Ηλίου. Ο Μ. Κωνσταντίνος, αντικατέστησε αυτή τα κεφαλή, με άλλη φανταχτερή και ακτινωτή, την οποία κάρφωσε, όπως λένε με τα καρφιά της Σταύρωσης του Χριστού. Θαυμάζουμε το άλλοτε τρικέφαλο χάλκινο φίδι των Δελφών, που είναι σήμερα ακέφαλο. Παίρνουμε ξανά το αυτοκίνητο. Αφήνουμε τη βρύση του Γουλιέλμου και σε λίγο φτάνουμε στην ιστορική Κερκόπορτα. Από δω τη κακή εκείνη Τρίτη,, στις 29 του Μάη το 1453, μπήκαν οι Τούρκοι στη Πόλη. Βρισκόμαστε στη περιοχή Εδερνέ-Καπού. Εκεί βρίσκομε τη Μονή της Χώρας του Αχώρητου {Καχρέ-Τζαμί). Κτίστηκε στους πρώτους Χριστιανικούς χρόνους. Έχει πλούσιο διάκοσμο και γνώρισε μεγάλες δόξες. Τους πρώτους χρόνους της βασιλείας του Αυτοκράτορα Ανδρόνικου του Β!, είχε φτάσει στη μεγαλύτερη ακμή. Το πλούτο της τον χρωστά στον Θεόδωρο Μετοχίτη που ήταν υπουργός των Οικονομικών του Ανδρόνικου του Β!. Ο Θεόδωρος, γιος του Μετοχίτη, που χρημάτισε αρχιδιάκονος στη Πόλη, ήταν πολύ μορφωμένος, λόγιος, πολυμαθέστατος και συγγραφέας. «Έμψυχη βιβλιοθήκη», τον αποκαλούσε, ο μαθητής του, Νικηφόρος Γρηγοράς. Αγάπησε με πάθος τη Μονή της Χώρας, στην οποία τόσα πολλά χάρισε. Όταν εκθρονίστηκε ο Ανδρόνικος, εξορίστηκε στο Διδυμότειχο από τους στασιαστές. Αργότερα έγινε μοναχός στη Μονή της χώρας με το όνομα Θεόκλητος και πέθανε εκεί το 1332 μ.Χ. Οι μοναχοί που υπηρετούσαν στο μοναστήρι αυτό, διακρίνονταν για το ήθος και τη μόρφωση τους. Σπουδαία έργα τέχνης. Ψηφιδωτά και ζωγραφικής, στολίζουν το ναό. Έχει δυο εσωτερικούς Νάρθηκες; Στολισμένους με θαυμάσια ψηφιδωτά, κεντημένα με λαμπρό χρυσάφι Συριακής προέλευσης. Σε μια θαυμάσια εικόνα, βλέπουμε το Χριστό και δίπλα το Θεόδωρο Μετοχίτη να του προσφέρει την Εκκλησία. Ολόκληρος ο ναός, είναι κατάμεστος από εικόνες και ψηφιδωτά, που είναι παρμένα από τη Γέννηση του Χριστού, τα θαύματα, τα κηρύγματα και γενικότερα τη ζωή του Κυρίου. Επίσης σκηνές, από τη ζωή της Παναγίας. Μια εικόνα δεξιά, στο πρώτο Νάρθηκα παρουσιάζει τη Κοίμηση της Θεοτόκου. Το κάτω μέρος του τείχους, καθώς επίσης και το δάπεδο του ναού, είναι επιστρωμένα με κατάλευκο μάρμαρο. Αν και το κτίσιμο του ναού είναι αρκετά παλιό, οι αγιογραφίες και τα ψηφιδωτά είναι νεότερα έργα της Βυζαντινής τέχνης. Το διακρίνει κανείς αυτό, από το τρισδιάστατο που βλέπουμε για πρώτη φορά να εισχωρεί στη τέχνη. Οι εικόνες παρουσιάζουν διάστημα, βάθος, προοπτική. Η Βυζαντινή τέχνη φτάνει στο αποκορύφωμά της. Παντού διαφαίνεται το βάθος, η προοπτική, η εκφραστικότητα, η κίνηση και ζωντάνια. Ο τρούλος σε χαμηλό ύψος από το δάπεδο έχει ραγιστεί Φεύγουμε κατενθουσιασμένοι από τα ωραία αυτά κομψοτεχνήματα, κατάφορτοι από συναισθήματα αγάπης και θαυμασμού για το μεγαλείο της ΑΓΙΑΣ ΣΟΦΙΑΣ και έρχεται στη θύμηση μας το τραγούδι αυτό που μάθαμε στο δημοτικό σχολείο του χωριού μας για τα ευζωνάκια Τα ευζωνάκια τα καημένα μες στο ήλιο μαυρισμένα.

Κλέφτικο χορό χορεύουν και τα αντίπερα αγναντεύουν. Και αγναντεύοντας τη πόλη τραγουδούν και λένε. Πάλι θα γινούν δικά μας, να η μεγάλη εκκλησιά μας/.Κι ο παπάς που ναι κρυμμένος μέσα στ άγιο βήμα. Τα ευζωνάκια δε θα αργήσει να βγει να τα κοινωνήσει. Φεύγουμε βιαστικοί, γιατί η αγορά μας περιμένει Η Αγορά είναι ένα απέραντο οικοδόμημα, από το οποίο πολύ δύσκολα μπορεί να βγει κανείς χωρίς το μίτο της Αριάδνης. Σωστός Λαβύρινθος. Λέγεται και Μπεζεστένι. Κτίστηκε γύρω στα 1460 από το Μωάμεθ το πορθητή και αποτελειώθηκε από τον Σουλεϊμάν τον Μεγαλοπρεπή. Πολλές φορές καταστράφηκε και ανεγέρθηκε τελευταία το 1898. Έχει πολλούς διαδρόμους και αμέτρητα καταστήματα στα οποία μπορεί να βρει ότι θελήσει κανείς. Δερμάτινα υπέροχα και πολύ φτηνά, χρυσαφικά, κοσμήματα, ωρολόγια, μπιζού, ανθοδοχεία από αλάβαστρο, έργα τέχνης, κομψοτεχνήματα, υφάσματα, χάλκινα είδη, πορσελάνες. Σερβίτσια και από τα είδη υπόδησης, ξεχωρίζουν οι καλοκεντημένες με χρυσαφή κλωστές σε διάφορους χρωματισμούς και αποχρώσεις παντούφλες. Βρήκαμε ακόμη και ωραία αρώματα μέσα σε πολύχρωμα ομοιώματα μιναρέδων. Που και που βρίσκαμε και από κανένα Έλληνα, που μας βοηθούσε στις συναλλαγές μας. Εκείνο όμως που διαπιστώσαμε στη Τούρκικη αγορά, ήταν το μεγάλο άνοιγμα, το περιθώριο δηλαδή που είχαν στα πωλούμενα είδη, αφού για πράγματα που ζητούσαν 200 λίρες τουρκικές, με τα παζάρια κατέληγαν να τα πωλήσουν στις 70.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου