ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Μιλάει το Κρασί…, Σοφά Μιλάει!

μιλάει-το-κρασί-σοφά-μιλάει-455512

Του Θωμά Στραβέλη, συγγραφέα – πανεπιστημιακού

Τέσσερις τοίχοι, μία ψυχή, στοχασμοί, συναισθήματα! – Μην τρέχετε, πώς να σας φτάσω; «Δεν έχει τοίχους η χαρά, δεν έχει χώρισμα η αγάπη». Η ώρα 7. Πού να πάω, πού να τραβήξω, δίχως να το ξέρω;

Η ώρα 7. Έγερση εωθινή. Ώσπου νά’ ρθει το μεσημέρι, όλα συγυρισμένα στην εντέλεια. Όλα ήσυχα και ανεξερεύνητα……………………………………………………………….

Ήρθε και το βράδυ. Η ώρα 9. Πάνω στο τραπέζι, λάμπουν δύο ποτήρια. Και ως συνήθως, μας διασκεδάζουν οι χειρονομίες των θαμώνων και οι κοινές προπόσεις. Μόνο που, απόψε, μιλάει το κρασί. Εγώ τίποτα δε θυμάμαι πια. τα ξέχασα όλα, τα διέλυσα ή τ’ αφομοίωσα – δεν ξέρω. Σας λέω την αλήθεια – δεν ξέρω. Το κρασί, πάντως, ξέρει όλες τις αλήθειες και μας τις ξεστομίζει.

Μία, λοιπόν,απ’ αυτές είναι ότι δεν μπορείς να απαγορεύεις τους ανθρώπους να διαδίδουν πράγματα για τη ζωή σου. Μπορείς, όμως, με τη ζωή σου να τους διαψεύδεις. Μία άλλη αλήθεια: Εκείνος που μιλάει, σπέρνει. Όμως, εκείνος που ακούει, μαζεύει τη σοδειά. Και μία άλλη: Δεν γίνονται φίλοι τα χρήματα, αλλά οι φίλοι χρήματα. Κι όπως η γη δεν μπορεί να πλάσσει Θεό, έτσι και το χρήμα, δεν μπορεί, ποτέ δεν μπόρεσε, να δημιουργήσει αληθινούς φίλους. Όσο για τους «άριστους», είναι πια «σπάνιο είδος: Ένας ισοδυναμεί με δέκα χιλιάδες! Υπάρχουν και οι σοφοί, που, αναγκασμένοι να ζουν μέσα στον απλό κόσμο, μοιάζουν με μία σταγόνα λάδι, που επιπλέει στο νερό, αλλά δεν αναμειγνύεται μαζί του.

Τέλος, δεν υπάρχει τίποτα πιο μισητό από την πλειοψηφία – επιχείρημα που κρέμεται στα χείλη των ανοήτων και αποτελεί τη «δύναμή» τους. Το δρόμο πρέπει να μας τον δείχνουν οι λίγοι και οι δυνατοί. Το πλήθος πρέπει να τους ακολουθεί. Υπάρχει, βέβαια, μία εξήγηση γι αυτό: Η αιτία, που η θάλασσα μαζεύει φόρο υποτέλειας από εκατοντάδες ποτάμια, είναι το γεγονός ότι βρίσκεται πιο κάτω απ’ αυτά. Το ίδιο συμβαίνει και με τους σοφούς: Τοποθετώντας τον εαυτό τους χαμηλότερα απ’ τους άλλους, υψώνουν το κύρος τους και εισπράττουν το φόρο τιμής και το θαυμασμό μας. «Πότε ευημερεί ο κόσμος;» ρωτήσανε το Διογένη. Κι εκείνος απάντησε: «Όταν οι βασιλιάδες φιλοσοφούν και οι φιλόσοφοι βασιλεύουν». Ουδέν σχόλιον…

Σαν να πέρασε η ώρα. Το κρασί μίλησε εμπιστευτικά, ανυπόκριτα, μέσα απ’ τις τελευταίες, γι’ απόψε, σταγόνες τής σοφίας του. Αλλ’ εμείς νυστάξαμε. Κι όταν νυστάζουν οι άνθρωποι είναι τόσο καλοί κι αξιαγάπητοι. Τους «νεκρούς και τους κοιμισμένους μπορούμε να τους αγαπούμε ελεύθερα – δεν είναι αντίπαλοι πια, είναι απ’ τα πριν παραδομένοι». Το ίδιο κι εμείς. Μπορούμε, χωρίς ταπείνωση, χωρίς πίκρα, απόψε, να παραδοθούμε…

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου