ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Δεν πάει άλλο με αυτή τη Διδασκαλική Ομοσπονδία και με αυτές τις συνδικαλιστικές ηγεσίες!

δεν-πάει-άλλο-με-αυτή-τη-διδασκαλική-ομ-487569

Του Βασίλη Τίρχα,

Οργανωτικού Γραμματέα του Συλλόγου Εκπ/κών Α΄/βάθμιας Εκπ/σης Μαγνησίας «Ρήγας Βελεστινλής»

Στις 7 Ιουνίου διενεργούνται αρχαιρεσίες για την ανάδειξη νέων Δ.Σ τόσο του Συλλόγου Εκπ/κών Α΄/βάθμιας Εκπ/σης, όσο και της Διδασκαλικής Ομοσπονδίας, οι οποίες διεξάγονται σε πολωμένο κλίμα λόγω των επικείμενων εθνικών εκλογών στις (πιο πιθανά) 7 Ιουλίου.

Οι ΕΡΑ (“Α-Α–Α” τοπικώς) κραδαίνουν τον «μπαμπούλα του Μητσοτάκη», όταν, την ίδια στιγμή, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει βγάλει όλη τη βρόμικη δουλειά για λογαριασμό του συστήματος και των μεγάλων συμφερόντων. Στην κυριολεξία, έχει πάρει από τη ΝΔ και τον Κ. Μητσοτάκη την «μπουκιά μέσα από το στόμα». Η ΔΑΚΕ, έχοντας τον αέρα της “μέλλουσας κυβέρνησης” της ΝΔ, επιχειρεί να ισχυροποιήσει την εκλογική της επιρροή. Η δηλούσα “ανεξάρτητη” ΔΗΣΥ φορά το προσωπείο του «ανένταχτου», όμως «ο βίος και η πολιτεία τους» τούς προδίδει και πολύ δύσκολα μπορούν να πείσουν ότι προέρχονται από παρθενογένεση.

Οσο και να ψάξει κανείς ουσιαστικές διαφορές ανάμεσά τους, δεν θα τις βρει. Γι’ αυτό επιχειρούν να στήσουν ψευτοδιλήμματα περί «προόδου και συντήρησης»! Θέλουν να παγιδεύσουν τους συναδέλφους στην αντιεκπαιδευτική πολιτική, που από κοινού υπηρετούν.

Το “προοδευτικό” μέτωπο σε τίποτε δε διαφέρει από το “συντηρητικό” μέτωπο. Και τα δύο είναι μέρος του μαύρου μετώπου της ΕΕ και του ΟΟΣΑ.

Αφού πρώτα στήριξαν όλοι μαζί τον ν. 4547/2018 και την ΥΑ 1816/ΓΔ4/11-1-2019 για την αξιολόγηση των σχολικών μονάδων (προγραμματισμό και αποτίμηση το λένε τώρα), που εμπεριέχουν όλο το αντιδραστικό νομοθετικό πλαίσιο όλων των κυβερνήσεων (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ), τώρα κάνουν εισήγηση στις ΓΣ των Συλλόγων και στην 88η ΓΣ του Κλάδου για εφαρμογή τής αξιολόγησης αυτής αλλά με μικρές… βελτιώσεις. Σε μία περίοδο που η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ διαγκωνίζεται με τη ΝΔ ποιος θα περάσει καλύτερα τη στρατηγική της ΕΕ στο θέμα αυτό, η πλειοψηφία του ΔΣ της ΔΟΕ εισηγείται εφαρμογή της «καλής» αξιολόγησης του ΣΥ.ΡΙΖ.Α, οδηγώντας έναν ολόκληρο κλάδο, “σαν πρόβατο επί σφαγή”, στο σφαγείο της αντιεκπαιδευτικής αξιολόγησης. Αυτή η πλειοψηφία μιλά χρόνια τώρα για «καλή», «μη τιμωρητική», «παιδαγωγική», «ανατροφοδοτική», «εσωτερική», «όχι αξιολόγηση-χειραγώγηση» κ.λπ., καλλιεργώντας αυταπάτες ότι μπορεί η αξιολόγηση να είναι μία αξιολόγηση που θα την φτιάξει το κράτος για το καλό των δημόσιων σχολείων και το δικό μας. Καλλιεργεί αυταπάτες ότι η αξιολόγηση είναι ουδέτερη, ότι είναι πέρα και έξω από το σχολείο, την κοινωνία και οικονομία, πράγμα αδύνατο. Τι κι αν διεθνώς έχει αποδειχθεί περίτρανα ότι «καλή» αξιολόγηση δεν έχει υπάρξει! Κρύβουν την αλήθεια, αν και την γνωρίζουν καλά, πως η αξιολόγηση, με όποιο περιτύλιγμα και αν παρουσιαστεί, δεν έρχεται για να βελτιώσει τη λειτουργία του σχολείου, καμία σχέση δεν έχει με την αδήριτη ανάγκη να γίνει το σχολείο καλύτερο, ώστε να καλύψει τις σύγχρονες μορφωτικές ανάγκες. Αντιθέτως, με τις φόρμες και τους δείκτες των σχετικών εκθέσεων οι οποίες περιγράφονται στην υπουργική απόφαση, οδηγεί σε κατηγοριοποίηση, συγκρισιμότητα, διαφοροποίηση, κατάταξη και ανταγωνισμό ανάμεσα στις σχολικές μονάδες. Τόσο η αξιολόγηση των στελεχών εκπαίδευσης όσο και η αξιολόγηση των σχολείων, και μέσω αυτών και των εκπαιδευτικών, είναι, στην ουσία, μία εξονυχιστική και εξοντωτική αξιολόγηση. Θέλουν να φορτώσουν στο σχολείο την ευθύνη για τις συνέπειες της αντιεκπαιδευτικής τους πολιτικής, γι’ αυτό φθάνουν στο σημείο να θέτουν ως δείκτη αξιολόγησης της σχολικής μονάδας και των εκπαιδευτικών της «την ατομική και κοινωνική πρόοδο των μαθητών» αλλά και τη σχολική «διαρροή».

Την ίδια στιγμή, ο Κ. Μητσοτάκης, δηλώνοντας «Δεν τρέφω αυταπάτες για μία κοινωνία χωρίς ανισότητες, γιατί κάτι τέτοιο είναι αντίθετο στην ανθρώπινη φύση και όσοι το επιχείρησαν καταστρατήγησαν τελικά την ίδια τη δημοκρατία και τα ατομικά δικαιώματα», προβάλλει ως όραμά του το ιδεολόγημα της αναπόφευκτης ανισότητας, των πρότυπων σχολείων της αριστείας για ολίγους και εκλεκτούς, το σχολείο-επιχείρηση, την αναθεώρηση του άρθρου 16 (το οποίο προβλέπει ότι οι σπουδές στα πανεπιστήμια παρέχονται δωρεάν και μόνο από το κράτος). Φυσικά, ο Κ. Μητσοτάκης, όπως άλλωστε και η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και παλιότερα η κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ, αντλούν από την ίδια δεξαμενή νεοφιλελεύθερων πρακτικών που διαμορφώνεται από τον ΟΟΣΑ (γνωστό τοις πάσι πως οι βασικές συντεταγμένες του ΟΟΣΑ προωθούν σε διεθνές επίπεδο την ενιαιοποίηση των εκπαιδευτικών πολιτικών σε νεοφιλελεύθερη κατεύθυνση). Άλλωστε, οι τελευταίες εκθέσεις του ΟΟΣΑ προετοιμάζονται με αίτημα που είχε υποβληθεί από τη συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, σε άμεση συνάρτηση με τις σχετικές δεσμεύσεις των ελληνικών αρχών, που αποτελούν μέρος της Κοινής Διευθύνουσας Επιτροπής (Joint Steering Committee) μεταξύ ΟΟΣΑ και Ελλάδας, που θεσμοθετήθηκε τον Μάρτιο του 2015.

Σε σχέση με το ζήτημα της Προσχολικής Αγωγής, όλο το διάστημα μετά την ψήφιση του άρθρου 33 αποκαλύφθηκε πιο γλαφυρά ο ρόλος μίας σειράς δυνάμεων (πρωτίστως των “Παρεμβάσεων” και της ΔΗΣΥ), οι οποίες, δυστυχώς, επέλεξαν να αθωώσουν την κυβέρνηση. Τόλμησαν να ισχυριστούν πως η ξεκάθαρη στάση μας έμπαινε εμπόδιο στην εφαρμογή της Δίχρονης Υποχρεωτικής Προσχολικής. Έχουν ταυτιστεί με το ψέμα και τη λάσπη, για καθαρά μικροπαραταξιακούς λόγους, λέγοντας συνειδητά ψέματα. Μόνον η ΑΣΕ στήριξε το αίτημα για άμεση εφαρμογή της Δίχρονης Υποχρεωτικής Προσχολικής Αγωγής, αλλά μη απεμπολώντας, ταυτόχρονα, το αίτημα για τη δημιουργία όλων των απαραίτητων προϋποθέσεων και υποδομών. Οι συγκεκριμένες δυνάμεις, στην ουσία, μας κατηγορούν που καταγγείλαμε τον ρόλο των τριμερών και δεν ταυτιστήκαμε με την κυβέρνηση, όπως έκαναν εκείνες!

Ως συνέπεια της ασκούμενης πολιτικής, το ποσοστό των συμβασιούχων εκπαιδευτικών αυξήθηκε ραγδαία τα τελευταία χρόνια (από το 9% το 2008 σχεδόν στο 20% το 2018). Παρά τα μέτρα περιορισμού των αναγκών σε εκπαιδευτικούς την τελευταία τετραετία (κατάργηση υπεύθυνου ολοήμερου στο δημοτικό, χτύπημα στον παιδαγωγικό χαρακτήρα του ολοήμερου Δημοτικού και Νηπιαγωγείου, Π.Δ 79, 30ωρο Νηπ/γών, αλλαγές στο ωρολόγιο πρόγραμμα Δημοτικού και Γυμνασίου, νέο Καθηκοντολόγιο των συναδέλφων των Τμημάτων Ένταξης και της Παράλληλης Στήριξης κ.ά.), οι ανάγκες σε εκπαιδευτικούς, ώστε να ανοίγουν και να λειτουργούν στοιχειωδώς τα σχολεία, κάθε Σεπτέμβριο, είναι τεράστιες. Ακόμη και στο σημερινό κουτσουρεμένο σχολείο, χρειάζονται κάθε χρόνο, το λιγότερο, 30.000 συμβασιούχοι εκπαιδευτικοί. Απέναντι σ΄ αυτήν την πραγματικότητα, είναι, τουλάχιστον, πρόκληση να μας καλεί η κυβέρνηση “να πούμε κι ευχαριστώ” για την απόλυση συναδέλφων μας, για το ότι τα επόμενα πολλά χρόνια η εκπαίδευση θα στηρίζεται σε χιλιάδες συμβασιούχους εκπαιδευτικούς χωρίς δικαιώματα! Γιατί ακόμη και οι 4.500 διορισμοί να πραγματοποιηθούν στην Ειδική Αγωγή, την επόμενη χρονιά, θα χρειαστούν και πάλι πάνω από 10.000 συμβασιούχοι για να λειτουργήσουν μόνο και μόνο οι δομές Ειδικής Αγωγής. Η προϋπηρεσία χρειάζεται να κατανοείται ως κεκτημένο και αδιαπραγμάτευτο δικαίωμα για τους συναδέλφους και όχι ως ένα, ανάμεσα σε άλλα, κριτήριο ή προσόν. Ευθύνη έχουν και άλλες, πλην των κυρίαρχων, δυνάμεις, όπως οι “Παρεμβάσεις”, που, ρίχνοντας νερό στον μύλο της κυβέρνησης, έθεταν το ερώτημα: “Δεν πρέπει να έχουμε μία πρόταση προς το Υπουργείο; Αν γίνουν κάποιοι, έστω λίγοι, διορισμοί, με τι κριτήρια θα γίνουν;”, υπονομεύοντας το αίτημα για τη μονιμοποίηση όλων των συμβασιούχων που εργάζονται τα τελευταία χρόνια στην εκπαίδευση.

Η στάση κάθε δύναμης σε όλα τα ζητήματα χρειάζεται να αποτελέσει κριτήριο ψήφου για όλους τους συναδέλφους. Δε χρειαζόμαστε συνδικαλιστές και σωματεία που θα λιβανίζουν την εκάστοτε εξουσία και θα ταυτίζονται με τη διοίκηση. Κίνημα σύγκρουσης, διεκδίκησης των σύγχρονων αναγκών μας, χειραφετημένο από το κράτος και τη διοίκηση, αυτό είναι που χρειαζόμαστε! Και απέναντι στις κάλπικες διαχωριστικές γραμμές που στήνονται, μία επιλογή έχουμε: αποφασιστική ενίσχυση του ψηφοδελτίου της “Αγωνιστικής Συσπείρωσης Εκπαιδευτικών”, του ψηφοδελτίου που στηρίζει το ΠΑΜΕ!

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου