ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Δικαστική άδεια για την παρένθετη μητρότητα ~ Η διαδικασία και οι προϋποθέσεις που ορίζει η ελληνική νομοθεσία

δικαστική-άδεια-για-την-παρένθετη-μητ-549633

Της Πηνελόπης Ι. Παπαθανασίου LLM Διεθνές και Ευρωπαϊκό Οικονομικό Δίκαιο, Δικηγόρου Υπεύθυνης της ΧΕΝ Βόλου

Σε συνταγματικό επίπεδο, το δικαίωμα της αναπαραγωγής βρίσκει την κατοχύρωσή του στο άρθρο 5 παρ.1 του Συντάγματος, σύμφωνα με το οποίο ο κάθε ένας έχει δικαίωμα να αποκτήσει απογόνους σύμφωνα με τις επιθυμίες του ως στοιχείο ανάπτυξης της προσωπικότητάς του.

Σύμφωνα με τα οριζόμενα στη διάταξη του άρθρου 2 παρ. 1 στοιχ. β του Ν. 3305/2005 μέθοδος της ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής είναι, μεταξύ άλλων, η εξωσωματική γονιμοποίηση και μεταφορά γονιμοποιημένων ωαρίων. Παρένθετη μητρότητα καλείται η μέθοδος τεχνητής αναπαραγωγής κατά την οποία μια γυναίκα κυοφορεί και γεννά ύστερα από εξωσωματική γονιμοποίηση και μεταφορά γονιμοποιημένων ωαρίων, με χρήση ωαρίου ξένου προς την ίδια, για λογαριασμό μίας άλλης γυναίκας, η οποία επιθυμεί να αποκτήσει παιδί, αλλά αδυνατεί να κυοφορήσει για ιατρικούς λόγους.

Η μεταφορά των ξένων, γονιμοποιημένων ωαρίων στο σώμα της κυοφόρου γυναίκας πραγματοποιείται μετά από σχετική δικαστική άδεια. Αντίγραφο της εν λόγω αίτησης με τη σημείωση για τον προσδιορισμό της δικασίμου πρέπει να κοινοποιηθεί στον εισαγγελέα πρωτοδικών της περιφέρειας του δικαστηρίου. Επίσης στη σχετική συζήτηση πρέπει να κλητεύονται τα πρόσωπα που έχουν έννομο συμφέρον από τη δίκη, όπως η κυοφόρος γυναίκα ή ο σύζυγος της αιτούσας, εάν αυτή είναι έγγαμη.

Για την υποβολή της αίτησης νομιμοποιείται αποκλειστικά η γυναίκα που αδυνατεί για ιατρικούς λόγους να κυοφορήσει. Η αίτηση δεν στρέφεται κατά κανενός και η άδεια παρέχεται μετά από έλεγχο των παρακάτω όρων και προϋποθέσεων:

  • ιατρική αδυναμία της αιτούσας μητέρας ως προς την κυοφορία και όχι τη σύλληψη.
  • η γυναίκα που θα αναλάβει να κυοφορήσει να είναι από απόψεως της κατάστασης της υγείας της κατάλληλη για κυοφορία και να μην πάσχει από κάποια ψυχική ή νευρολογική νόσο. Η γυναίκα που πρόκειται να κυοφορήσει υποβάλλεται σε ιατρικές εξετάσεις και σε ενδελεχή ψυχολογική αξιολόγηση.

Τα γονιμοποιημένα ωάρια που εμφυτεύονται στη μήτρα της κυοφόρου γυναίκας να μην ανήκουν στην ίδια. έγγραφη συμφωνία για την κυοφορία μεταξύ των προσώπων που επιδιώκουν να αποκτήσουν τέκνο (έγγαμο ζευγάρι ή ζευγάρι που συμβιώνει σε ελεύθερη ένωση, γυναίκα μόνη), της γυναίκας που θα κυοφορήσει, και του συζύγου της εάν αυτή είναι έγγαμη, χωρίς αντάλλαγμα, με την προσκόμιση της εν λόγω συμφωνίας, για την κατάρτιση της οποίας αρκεί ιδιωτικό έγγραφο. Δεν συνιστά αντάλλαγμα η καταβολή των δαπανών που απαιτούνται για την επίτευξη της εγκυμοσύνης, την κυοφορία, τον τοκετό και τη λοχεία και η αποζημίωση για κάθε θετική ζημία της κυοφόρου εξαιτίας αποχής από την εργασία της και τις αμοιβές από εξαρτημένη εργασία, τις οποίες στερήθηκε λόγω απουσίας, με σκοπό την επίτευξη της εγκυμοσύνης, την κυοφορία, τον τοκετό και τη λοχεία.

Τα ανωτέρω εφαρμόζονται όταν τόσο η αιτούσα, όσο και η κυοφόρος γυναίκα κατοικούν στην Ελλάδα.

Εάν το δικαστήριο κρίνει ότι η δημοσιότητα πρόκειται να είναι επιβλαβής στα χρηστά ήθη ή ότι συντρέχουν ειδικοί λόγοι προστασίας της ιδιωτικής ζωής των διαδίκων διατάζει να γίνει η δίκη κεκλεισμένων των θυρών. Εφόσον συντρέχουν οι παραπάνω προϋποθέσεις το δικαστήριο χορηγεί τη σχετική άδεια.

Σε ό,τι αφορά τη συγγένεια που δημιουργείται από την εφαρμογή της ανωτέρω μεθόδου ιατρικής υποβοήθησης της αναπαραγωγής ο Νόμος ρητά ορίζει ότι μητέρα του τέκνου που θα γεννηθεί, τεκμαίρεται αυτή, η οποία αιτήθηκε και χορηγήθηκε τη δικαστική άδεια, δηλαδή η γυναίκα, που επιθυμεί, αλλά αδυνατεί να αποκτήσει τέκνο για ιατρικούς λόγους και όχι η κυοφόρος γυναίκα.Εάν η κυοφορία γίνει χωρίς να εκδοθεί η σχετική δικαστική απόφαση πριν από τη μεταφορά των γονιμοποιημένων ωαρίων ισχύουν τα οριζόμενα στο άρθρο 1463 εδ. α΄ ΑΚ: μητέρα είναι η γυναίκα που γέννησε, δηλαδή η κυοφορούσα.

Η δικαστική απόφαση που δέχεται ή απορρίπτει άδεια μεταφοράς γονιμοποιημένων ωαρίων υπόκειται σε προσβολή με τα ένδικα μέσα που προβλέπονται για τις αποφάσεις της εκούσιας δικαιοδοσίας, καθώς και με τριτανακοπή εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις τους. Σύμφωνα με το άρθρο 763 παρ. 1 ΚΠολΔ ούτε η προθεσμία ούτε η άσκηση έφεσης αναστέλλουν την ισχύ της απόφασης, με την επιφύλαξη των διατάξεων των παρ. 2 και 3 του άρθρου 763 ΚΠολΔ, δηλαδή της αναστολής της ισχύος της απόφασης από τον δικαστή ύστερα από αίτηση κάποιου διαδίκου μέχρι να εκδοθεί απόφαση για την έφεση.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου