ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Προοπτικές της ελληνικής οικονομίας

προοπτικές-της-ελληνικής-οικονομίας-609184

Του Ευθύμιου Ζιγγιρίδη,

BEngMScAMIEEMILT, Συμβούλου Στρατηγικών Επενδύσεων

Η Ελλάδα βρίσκεται σε μία οικονομική ανάκαμψη σύμφωνα με τους Οίκους αξιολόγησης Moodys και S&P. Συγκεκριμένα ο Οίκος αξιολόγησης S&P προβλέπει υψηλότερη ανάπτυξη για τη χώρα από αυτήν στην υπόλοιπη ευρωζώνη. Σύμφωνα με τον διεθνή οίκο, η ελληνική οικονομία θα αναπτυχθεί με μέσο ρυθμό 2,4% την περίοδο 2019-2022, καθώς ενισχύεται η εγχώρια ζήτηση και συνεχίζεται η εύρωστη επίδοση των εξαγωγών. Ο Οίκος Moodys από την άλλη προβλέπει ανάπτυξη της τάξης του 2,2% το 2019. Υπάρχει λοιπόν μία σειρά δεικτών όπου φαίνεται να ανακάμπτει η οικονομία αφού οι συγκεκριμένοι δείκτες δείχνουν ανοδική τάση. Το πλεόνασμα το οποίο βλέπουν οι Οίκοι αξιολόγησης και οι ξένες αγορές όπως και η μικρή ανάπτυξη την οποία απολαμβάνουμε δεν οφείλονται σε πραγματική ριζοσπαστική διαφοροποίηση του παραγωγικού μας μοντέλου ή της επενδυτικής πολιτικής. Αφενός τα πλεονάσματα σε μεγάλο βαθμό οφείλονται αφενός στην υπερφορολόγηση πολιτών και επιχειρήσεων αφετέρου στα χρήματα που παρακρατεί το κράτος από φορολογικές επιστροφές σε πολίτες και από τα χρήματα που παρακρατά από τους εκατοντάδες συνταξιούχους που αναμένουν μετά από 2 και πλέον χρόνια να λάβουν ολόκληρη την σύνταξη τους. Επιπλέον οι αναπτυξιακοί δείκτες οφείλονται κυρίως στην ζήτηση επενδύσεων σε πάγια στοιχεία (σπίτια κ.τ.λ.) αλλά και την ιδιωτική κατανάλωση ωστόσο η ανάκαμψη παραμένει προβληματική λόγω της έλλειψης ρευστότητας της πραγματικής οικονομίας.

Τον Ιανουάριο βγήκαμε στις αγορές με ένα πενταετές ομόλογο και η αλήθεια είναι ότι η ζήτηση ήταν υψηλή, ωστόσο το επιτόκιο ήταν πολλαπλάσιο από το επιτόκιο που πληρώνει η Πορτογαλία η η Κύπρος. Αυτό σημαίνει δανειζόμαστε ακριβό χρήμα την στιγμή που η παραγωγική ικανότητα μας είναι ασθενική. Δεσμεύουμε για κόμη μια φορά τις μελλοντικές γενιές χωρίς να τους δίνουμε εργαλεία προκειμένου να αντιμετωπίσουν τις μελλοντικές δυσκολίες των οικονομικών και κοινωνικών αλλαγών.

Το εξωτερικό ισοζύγιο της χώρας εμφάνισε δραματική επιδείνωση το 2018 σύμφωνα με την ΤτΕ. Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών αυξήθηκε κατά 68% αγγίζοντας τα 5,3 δις από 3,2 δις το 2017 παρά το γεγονός ότι οι εξαγωγές αυξήθηκαν καθώς παράλληλα έχουν αυξηθεί σημαντικά οι εισαγωγές.

Ο ρυθμός αποταμίευσης στην χώρα μας ανέρχεται στο 11% του ΑΕΠ ενώ στην υπόλοιπη ΕΕ ανέρχεται στο 20% του ΑΕΠ. Με ασθενική αποταμίευση δεν μπορούμε να αναμένουμε σημαντικές επενδύσεις από εγχώριους παράγοντες επομένως θα πρέπει να ενεργοποιηθούν οι ξένοι επενδυτές. Ως εκ τούτου, η μόνη διέξοδος είναι τα ξένα κεφάλαια και η στρατηγική εξωστρέφειας, που θα απομειώσει το χάσμα επενδύσεων αποταμίευσης και θα αποφευχθεί η όξυνση του ελλείμματος ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών.

Δεν φαίνεται ξεκάθαρα ότι η κυβέρνηση είναι έτοιμη να δώσει επενδυτικά κίνητρα είτε με φοροαπαλλαγές η φοροελαφρύνσεις ή με κάποιον άλλο τρόπο σε ξένα κεφάλαια τα οποία είναι έτοιμα να επενδύσουν μακροπρόθεσμα στην πραγματική οικονομία της χώρα μας. Η διατήρηση και η ενίσχυση της εμπιστοσύνης των επενδυτών είναι ζωτικής σημασίας και για το λόγο αυτό η συνοχή των πολιτικών θα είναι καθοριστική. Αυτό περιλαμβάνει την υιοθέτηση των μεταρρυθμιστικών υποσχέσεων με την πλήρη εφαρμογή των μέτρων. Επιπλέον, η Ελλάδα πρέπει να δημιουργήσει ευνοϊκές συνθήκες για την ενίσχυση της δυναμικής και βιώσιμης οικονομικής ανάπτυξης. Επί του παρόντος, η επιχειρηματική δραστηριότητα και με τη σειρά της οι επενδύσεις εξακολουθούν να συγκρατούνται από διάφορους παράγοντες, κυρίως από υψηλή φορολογία και υπερβολική γραφειοκρατία. Είναι ανησυχητικό το γεγονός ότι η τάση σε αυτό το πλαίσιο έχει πρόσφατα καταγραφεί αρνητική, όπως αναφέρεται στην ετήσια έκθεση Doing Business της Παγκόσμιας Τράπεζας. Στη φετινή έρευνα η Ελλάδα έπεσε 5 θέσεις στην κατάταξη για να τοποθετηθεί στην 72η, μένοντας πίσω από χώρες όπως η Ρουάντα και το Κιργιστάν.

Το αδύναμο τραπεζικό σύστημα είναι ένας ακόμη ανασταλτικός παράγοντας για την δυναμική ανάπτυξη της χώρας. Τα προβλήματα των κόκκινων δανείων δημιουργούν τεράστια προβλήματα στις τράπεζες και κατ επέκταση στις ελληνικές επιχειρήσεις αφού δεν μπορούν να δανειστούν για να δώσουν επενδύοντας ανταγωνιστικό πλεονέκτημα έναντι των αλλοδαπών ανταγωνιστών τους. Αυτό έχει ως συνέπεια την στασιμότητα στην ανάπτυξη της πραγματικής οικονομίας. Επιπλέον τα capitalcontrol προστατεύουν τον εύθραυστο τραπεζικό τομέα από τις αναταράξεις στο Ευρωπαϊκό και Ελληνικό οικονομικό περιβάλλον, ωστόσο όσο παραμένουν η ελληνική οικονομία δεν μπορεί να λειτουργήσει κανονικά εντός Ευρωζώνης.

Κάνοντας κάποιος μία επιδερμική ανάλυση της οικονομίας μας και των προοπτικών της θα συμπεράνει ότι είμαστε σε πορεία πραγματικής ανάκαμψης. Αν όμως αναλύσει σε βάθος τα στοιχεία τα οποία παράγουν τους θετικούς δείκτες θα συμπεράνει ότι υπάρχουν υποκρυπτόμενα ανησυχητικά στοιχεία τα οποία εάν δεν καταφέρει η ελληνική οικονομία να εξαλείψει τότε με μία μεγάλη παγκόσμια οικονομική αναταραχή η Ελλάδα θα κυλήσει πάλι στα άδυτα της ανέχειας και του οικονομικού τέλματος.

Οι προοπτικές για αυτή τη χώρα ασφαλώς υπάρχουν λόγω του ανθρώπινου δυναμικού της, της γεωγραφικής θέσης της, της μοναδικής ομορφιά της, της μακραίωνης ιστορίας της και της δυναμικής των νέων της που όταν τους δίνεται η ευκαιρία εκτός Ελλάδος διαπρέπουν. Αυτό ωστόσο θα πρέπει να υποστηριχθεί από μία κυβέρνηση η οποία θα αγκαλιάσει και θα αναδείξει τα θετικά, θα δημιουργήσει νέα παραγωγικά μοντέλα, θα προσπαθήσει να διαχειριστεί την γραφειοκρατία και την διαφθορά και θα επιχειρήσει να εξαλείψει τα αρνητικά στοιχεία που φρενάρουν την οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική ανάπτυξη της χώρας μας. Ιδωμεν…

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου