ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Τα έργα του Αλ. Τσίπρα: Οικονομία

τα-έργα-του-αλ-τσίπρα-οικονομία-624802

Του Νίκου Κυριαζή,

καθηγητή Τμήματος Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστημίου Θεσσαλίας

Τώρα που η κυβερνητική θητεία φτάνει στο τέλος της, θα επιχειρήσω έναν σύντομο απολογισμό σε ορισμένους τομείς.

Την περίοδο 2018-2018, οι ρυθμοί οικονομικής ανάπτυξης ήταν, το 2015, -0.8%, το 2016, -0,7%, το 2017, +0,7% και το 2018, +1,8% , καθαρό αποτέλεσμα: Το ΑΕΠ αυξήθηκε στο σύνολο της τετραετίας μόλις κατά 1% σε ονομαστικές τιμές, δηλαδή κατά περίπου 1.8 δισ. Αν υπολογίσουμε τον πληθωρισμό, (που ήταν σχετικά χαμηλός το 2015-2018, αλλά πάντως 1% το 2018) το καθαρό αποτέλεσμα, η ανάπτυξη σε πραγματικούς όρους, (αγοραστική αξία) ήταν αρνητική! Την ίδια περίοδο, το δημόσιο χρέος αυξήθηκε από 321 δισ. σε 334 δισ. στο τέλος του 2018, γιατί χρησιμοποιήθηκαν χρήματα από το τρίτο μνημόνιο για να ενισχυθεί το δημοσιονομικό απόθεμα δεδομένου ότι λόγω δυσμενών συνθηκών, η έξοδος στις αγορές με νέα ομόλογα ήταν περιορισμένη. Η κυβέρνηση, με θαυμαστή συνέπεια (!) έκανε δηλαδή άλλη μια κωλοτούμπα, κάνοντας ότι πρότεινε με επιμονή ο κ. Στουρνάρας, τον οποίο πριν αναθεμάτιζε. Αν το η κωλοτούμπα ήταν ολυμπιακό άθλημα, ο κ. Τσίπρας σίγουρα θα κέρδιζε χρυσό μετάλλιο! Το καθαρό αποτέλεσμα της τετραετίας λοιπόν είναι αύξηση του ΑΕΠ σχεδόν 2 δισ. και του χρέους 13 δισ. Ο λόγος του δημοσίου χρέους προς ΑΕΠ μεταβάλλεται έτσι από 321/180=178,3%, σε 334/182=183,5%.

Στο τέλος του έτους, ως αποτέλεσμα της φορολογικής πειρατείας της κυβέρνησης, 4.200.472 φορολογούμενοι (πάνω από 50% του συνόλου) χρωστούν πάνω από 104 δισ. στην Εφορία και 1.2 εκατ. επαγγελματίες άλλα 40 δισ. στα ασφαλιστικά ταμεία. Εντός του 2018, οι απλήρωτοι φόροι αυξήθηκαν κατά 10 δισ. Αυτό, κατά τον κ. Τσίπρα, είναι δημοκρατία, οι πολίτες να γίνονται δουλοπάροικοι της Εφορίας και των ταμείων.

Με βάση τα παραπάνω, αδυνατώ να αντιληφθώ γιατί ο κ. Τσίπρας θεωρεί την οικονομία προνομιακό πεδίο αντιπαράθεσης, εκτός αν συγχέει την άνοδο του χρέους με την αύξηση του ΑΕΠ.

Ας μην ξεχνάμε επίσης ότι η Ελλάδα (οι ελληνικές τράπεζες) έχασαν την ευκαιρία της φθηνής χρηματοδότησης από την νομισματική χαλάρωση της ΕΚΤ. Ως προς το νέο ομόλογο (πενταετές με επιτόκιο 3.5%) 2.5 δισ. του Ιανουαρίου, αν χρησιμοποιηθεί για την εξόφληση αντίστοιχου ύψους δανείων με υψηλότερο επιτόκιο, τότε το αποτέλεσμα είναι θετικό, γιατί η χώρα κερδίζει μια έστω και πολύ μικρή ελάφρυνση εξυπηρέτησης χρέους που οφείλεται στην διαφορά επιτοκίων. Υπενθυμίζω πως τα δάνεια του ΔΝΤ έχουν επιτόκιο 3.8%, το πενταετές ομόλογο που λήγει τον Απρίλιο 4.7% και το τμήμα του δανείου από την ΕΚΤ που λήγει τον Ιούνιο, 6%. Βέβαια, το ελληνικό επιτόκιο του 3,5% πρέπει να συγκριθεί με το επιτόκιο 0.33% των ομολόγων της Πορτογαλίας. Η διαφορά αυτή δείχνει την αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας από τους ξένους, που ακόμα απέχει πολύ από την κανονικότητα. Αν όμως τα χρήματα αυτά προστεθούν απλά στο «μαξιλάρι», τότε το δημόσιο χρέος αυξάνεται κατά το ποσό των 2,5 δισ.

Τέλος γνωρίζουμε τουλάχιστον από τις σχετικές εργασίες δύο κατόχων Νόμπελ, του Γάλλου M. Allais (1947) και του Αμερικανού P. Samuelson (1958) πως το δημόσιο χρέος είναι διαχειρίσιμο μακροπρόθεσμα όταν το επιτόκιο είναι μικρότερο ή το πολύ ίσο με τον ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης. Αν τα δύο μεγέθη είναι ίσα, ο λόγος δημοσίου χρέους προς το ΑΕΠ παραμένει σταθερός, αν το επιτόκιο είναι μεγαλύτερο, ο λόγος μεγαλώνει (ή η επιβάρυνση εξυπηρέτησης γίνεται δυσβάσταχτη ως απαγορευτική). Με βάση τα σημερινά δεδομένα, το μεσοσταθμικό επιτόκιο είναι της τάξης του 2%, ενώ οι εκτιμώμενοι ρυθμοί οικονομικής ανάπτυξης εκτιμώνται με τα σημερινά δεδομένα περίπου στην ίδια τάξη μεγέθους. Αν όμως τα επιτόκια της αγοράς παραμείνουν στο 3-3.5% και αντικαθιστούμε λήξεις (θεσμικών δηλαδή δανείων από τα κράτη μέλη και ESM που έχουν χαμηλά επιτόκια) με ομόλογα από την αγορά, τότε έχουμε μεγάλη πιθανότητα νέας χρεωκοπίας, πιθανόν μετά από μια δεκαετία.

Επιπλέον, αν οι συναλλαγές της ΔΕΠΑ με την ELFEκριθούν παράνομες από την Επιτροπή ως παράνομες κρατικές ενισχύσεις (που απαγορεύονται) τότε η Ελλάδα θα αναγκασθεί να επιστρέψει 126 εκατ., μια πρόσθετη επιβάρυνση. Για αυτό το θέμα την ευθύνη έχει η κυβέρνηση και κυρίως ο αρμόδιος υπουργός κ. Σταθάκης.

Τέλος, η εξαιρετική επιτυχία του κ. Τσακαλώτου είναι, πως παρά τα υπερπλεονάσματα (που προκαλούν ύφεση) και την εξοντωτική φορολογική πειρατεία που τα συνοδεύει, κατόρθωσε να αυξήσει κατά την διάρκεια της θητείας του το δημόσιο χρέος, αντί να το μειώσει, όπως θα ανέμενε κανείς ως αποτέλεσμα αυτής της περιοριστικής δημοσιονομικής πολιτικής, αύξησης φόρων, μειώσεων δαπανών, μειώσεων των δημοσίων επενδύσεων κλπ. Του αξίζουν συγχαρητήρια και θα πρέπει να το διδάσκουμε ως case study στα οικονομικά τμήματα!

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου