ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΣΟΥΡΗ: «Ω Ελλάς, ηρώων χώρα, τι γαϊδάρους βγάζεις τώρα;»

ενα-ποιημα-του-γιωργου-σουρη-ω-ελλάς-729520

Του Κων. Απ. Σουλιώτη, επ. λυκειάρχη

Βλέποντας και ακούγοντας σήμερα την κατάντια των πολιτικών μας ηγετών – και όχι μόνον – μου ήρθε στο νου το ποίημα του ποιητή Γεώργιου Σουρή : «Ω Ελλάς, ηρώων χώρα, τι γαϊδάρους βγάζεις τώρα;». Με το ποίημα αυτό ο Σουρής σχολιάζει σκωπτικά τους Έλληνες της εποχής του. Κατά τη γνώμη μου τα σχόλια αυτά αφορούν και ταιριάζουν και σε μας τους σημερινούς Έλληνες του 21ου αιώνος.

Ποιος ήταν ο Γιώργος Σουρής; Γεννήθηκε το 1863 στην Ερμούπολη της νήσου Σύρου. Ήταν γόνος εύπορης οικογένειας. Ο πατέρας του ήθελε να τον κάνει ιερέα. Χρεοκόπησε, όμως, η οικογένειά του και ο πατέρας του τον έστειλε ως υπάλληλο στη Ρωσία σε κατάστημα ενός φίλου του φυτεμπόρου. Όταν επέστρεψε στην Ελλάδα γράφτηκε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Πτυχίο δε μπόρεσε να πάρει λόγω αποτυχίας στο μάθημα των Λατινικών. Στις 2 Απριλίου του 1833 κυκλοφορήθηκε το πρώτο φύλλο δικής του εφημερίδος, την οποία ο φίλος του και ποιητής Γεώργιος Δροσίνης της έδωσε τον τίτλο «Ο ΡΩΜΗΟΣ». Σ’ αυτή την εφημερίδα ο Σουρής έγραφε «εκδικητικούς» στίχους και σαρκαστικά ποιήματα. Ένα από τα ποιήματά του είναι και αυτό που θα καταγράψουμε στη συνέχεια, με σκοπό μήπως οι σημερινοί Έλληνες βάλουμε μυαλό και αφήσουμε τις ανοησίες και τις κακίιες στην πάντα για το καλό της δοξασμένης μας πατρίδος, της Ελλάδας του πολιτισμού και των ηρώων. Γράφει:

Ποιος είδε κράτος λιγοστό

σ’ όλη τη γη μοναδικό,

εκατό να εξοδεύει

και πενήντα να μαζεύει;

Να τρέφει όλους τους αργούς,

νά ’χει επτά Πρωθυπουργούς,

ταμείο δίχως χρήματα

και δόξης τόσα μνήματα;

Νά ’χει κλητήρες για φρουρά

και να σε κλέβουν φανερά,

κι ενώ αυτοί σε κλέβουνε

τον κλέφτη να γυρεύουνε;

Όλα σ’ αυτή τη γη μασκαρευτήκαν

ονείρατα, ελπίδες και σκοποί,

οι μούρες μας μουτσούνες εγινήκαν

δεν ξέρομε τί λέγεται ντροπή.

Σπαθί αντίληψη, μυαλό ξεφτέρι,

κάτι μισόμαθε κι όλα τα ξέρει.

Κι από προσπάππου κι από παππού

συγχρόνως μπούφος και αλεπού.

Θέλει ακόμα -κι αυτό είναι ωραίο-

να παριστάνει τον ευρωπαίο.

Στα δυό φορώντας τα πόδια που ’χει

στο ’να λουστρίνι, στ’ άλλο τσαρούχι.

Σουλούπι, μπόϊ, μικρομεσαίο,

ύφος του γόη, ψευτομοιραίο.

Λίγο κατσούφης, λίγο γκρινιάρης,

λίγο μαγκούφης, λίγο μουρντάρης.

Και ψωμοτύρι και για καφέ

το «δε βαρυέσαι» κι «ωχ αδερφέ».

Ωσάν πολίτης, σκυφτός ραγιάς

σαν πιάσει πόστο: δερβέναγάς.

Δυστυχία σου, Ελλάς,

με τα τέκνα που γεννάς!

Ώ Ελλάς, ηρώων χώρα,

τί γαϊδάρους βγάζεις τώρα;

Ας προβληματιστούμε και ας παραδειγματιστούμε όλοι οι Έλληνες σήμερα – ηγέτες και πολίτες – αν θέλουμε να τραβήξουμε μπροστά και να αισθανθούμε περήφανοι για την καταγωγή μας και τους προγόνους μας.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου